Το επόμενο πρωί της εκδήλωσης για τα 25 χρόνια σύμπραξης των New York Times με την «Καθημερινή», χάρη στην οποία η Σούζαν Γκλάσερ βρέθηκε για πρώτη φορά στην Αθήνα, συναντιόμαστε στο καφέ της «Μεγάλης Βρεταννίας».
Λίγοι δημοσιογράφοι έχουν βαθύτερη γνώση για το τι συμβαίνει στην Ουάσιγκτον από την κ. Γκλάσερ, η οποία στα 33 χρόνια καριέρας της έχει εργαστεί για τη Washington Post, μεταξύ άλλων ως συνεπικεφαλής του γραφείου στη Μόσχα με τον σύζυγό της, και πλέον επικεφαλής ανταποκριτή των New York Times στον Λευκό Οίκο, Πίτερ Μπέικερ. Εχει υπάρξει αρχισυντάκτρια του περιοδικού Foreign Policy, όπως και του Politico. Μαζί με τον κ. Μπέικερ, έχουν γράψει τρία βιβλία – το τελευταίο αφορούσε την προεδρία του Ντόναλντ Τραμπ. Τώρα, στο περιοδικό New Yorker, γράφει για τα τεκταινόμενα στην αμερικανική πρωτεύουσα.
Τη συνέντευξη μονοπωλούν οι αμερικανικές προεδρικές εκλογές του 2024. Σύμφωνα με την κ. Γκλάσερ, του χρόνου διακυβεύεται το μέλλον της δημοκρατίας. Οι δύο άνθρωποι που από ό,τι φαίνεται θα βρεθούν ξανά αντιμέτωποι για την προεδρία –ο Τζο Μπάιντεν και ο Ντόναλντ Τραμπ– δεν θα μπορούσαν να είναι πιο διαφορετικοί, λέει στην «Κ».
Ο τελευταίος μιας εποχής
Ο Μπάιντεν είναι φωνή μιας περασμένης εποχής, που πιστεύει στις δεσμεύσεις των ΗΠΑ στην Ευρώπη και στο ΝΑΤΟ – «ο τελευταίος πολιτικός της μεταπολεμικής εποχής», σημειώνει. Ο Τραμπ έχει βαθύ σκεπτικισμό για οποιαδήποτε πολυμερή προσέγγιση του κόσμου.
Η κ. Γκλάσερ, η οποία μαζί με τον σύζυγό της πήραν δύο συνεντεύξεις από τον Τραμπ για το βιβλίο τους, πιστεύει ότι ο τελευταίος δεν είναι έξυπνος, αλλά ότι είναι πολύ επιδέξιος –«και άρα πολύ επικίνδυνος»– στην επικοινωνία. «Περνάει τον χρόνο του παρακολουθώντας τα ΜΜΕ, βρίσκοντας πώς μπορεί να τα χειραγωγήσει – όλη τη μέρα στον Λευκό Οίκο έβλεπε τηλεόραση», δηλώνει.
Ο Μπάιντεν είναι πολύ πιο συμβατική φιγούρα, υπογραμμίζει στην «Κ» – «είναι καλός με τα παιδιά και τις γιαγιάδες, αν πεις ότι η μαμά σου τον θαυμάζει, θα πει “ας της τηλεφωνήσουμε”». Το βασικό πρόβλημα είναι η ηλικία του. Αν επανεκλεγεί το 2024, όταν τελειώσει η θητεία του θα είναι 86 χρόνων. Ο Τραμπ, ο οποίος τώρα είναι 77 χρόνων, δεν θα είναι πολύ νεότερος. Η πιο θεμελιώδης διαφορά τους έγκειται στο ότι ο δεύτερος έχει φανατικούς ψηφοφόρους. «Εχει ενεργοποιήσει ένα σημαντικό μέρος του ρεπουμπλικανικού εκλογικού σώματος που είναι σαν σούπερ φαν του – δεν είναι η μεγάλη πλειοψηφία των Ρεπουμπλικανών, αλλά είναι ένα αφοσιωμένο και σημαντικό μέρος τους».
Δεν νομίζω ότι ο Ντόναλντ Τραμπ θα πήγαινε σε πόλεμο ούτε καν για τις ΗΠΑ – την Ελλάδα δεν θα μπορούσε να τη βρει στον χάρτη.
Ο Λευκός Οίκος πιστεύει πως αν η επιλογή είναι μεταξύ Μπάιντεν και Τραμπ, ο κόσμος θα ψηφίσει Μπάιντεν, ασχέτως της κατάστασής του – «είναι παρακινδυνευμένο», τονίζει. Πολλοί ψηφοφόροι μπορεί να μην ψηφίσουν καν. Βρισκόμαστε σε μια φάση μετα-αλήθειας, επισημαίνει. «Υπάρχει τέτοια πόλωση στη χώρα, που πιστεύω εν μέρει πως προέρχεται από το ότι ο καθένας ζει στη δική του πραγματικότητα». Πολύς κόσμος είτε έχει αναπτύξει ανοσία σε γεγονότα που διαψεύδουν την πραγματικότητά του είτε όλο και περισσότερο «τρέφεται» με εντελώς διαφορετικές εκδοχές της πραγματικότητας. Κι έτσι είναι σαν Τραμπ και Μπάιντεν να τρέχουν σε διαφορετικές εκλογές.
Ο Πούτιν ελπίζει
Αν ο Τραμπ εκλεγεί ξανά, κάτι που η ίδια θεωρεί πιθανό, η εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ θα αλλάξει τελείως, λέει η κ. Γκλάσερ. «Ο Βλαντιμίρ Πούτιν έχει κάθε λόγο να συνεχίσει να πολεμάει έως τον Νοέμβριο του 2024», σημειώνει για τον πόλεμο στην Ουκρανία, καθώς ο Τραμπ παραμένει θερμός υποστηρικτής του. Αν η Ρωσία κέρδιζε τον πόλεμο, ο Πούτιν δεν θα είχε λόγο να σταματήσει στην Ουκρανία. «Πολλοί από τους άλλους στόχους του είναι σύμμαχοι των ΗΠΑ στο NATO», δηλώνει. Ομως, αν εκλεγεί ο Τραμπ, το άρθρο 5 έχει ουσιαστικά πεθάνει, τονίζει. «Θα έχουμε έναν πρόεδρο των ΗΠΑ που θα λέει, “γιατί να πάω σε πόλεμο για τη Λιθουανία, την Εσθονία, τη Λετονία;”». Για την Ελλάδα; Η κ. Γκλάσερ γελάει. «Δεν νομίζω ότι ο Ντόναλντ Τραμπ θα πήγαινε σε πόλεμο ούτε καν για τις ΗΠΑ – την Ελλάδα δεν θα μπορούσε να τη βρει στον χάρτη».
Θα μείνει άρα η Δύση χωρίς πατέρα; Γελάει και πάλι. «Δεν αφορά μόνο την Ευρώπη, και στην Ασία οι ΗΠΑ έχουν υπάρξει εγγυητές κάποιας διεθνούς ασφάλειας. Εχω ακούσει τόσες εκδοχές της άποψης πως έτσι η Ευρώπη θα λάβει άλλη θέση, αλλά δεν έχει συμβεί, οι Γάλλοι μιλούν για στρατηγική αυτονομία, ωστόσο, δεν τους έχω δει να δημιουργούν ευρωπαϊκό στρατό».
Απειλή για τη δημοκρατία
Εχει η δημοκρατία σταματήσει να δουλεύει; «Οι τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις έχουν αποκαλύψει κάποιες από τις αδυναμίες και τις αντιδημοκρατικές τάσεις του συστήματός μας – οι Δημοκρατικοί έχουν κερδίσει την ψήφο του κόσμου σε 7 από τις 8 τελευταίες προεδρικές εκλογές, και όμως δύο φορές, το 2000 και το 2016, έγιναν πρόεδροι άνθρωποι που την έχασαν. Κατά δεύτερον, ο Τραμπ και κάποιοι συνεργάτες του έδειξαν το 2020 την προθυμία τους να παραμείνουν στην εξουσία κι ας είχαν χάσει τις εκλογές – αν συνέβαινε κάτι τέτοιο, θα ήταν το τέλος της δημοκρατίας στις ΗΠΑ», εξηγεί.
«Η Ιστορία είναι γεμάτη με τις προειδοποιήσεις που ο Τραμπ μάς έχει δώσει· θα ήταν ένας παράγοντας ακραίας και ριζικής αλλαγής εάν επέστρεφε στον Λευκό Οίκο, έχει ξεκαθαρίσει ότι ευελπιστεί να δημιουργήσει ένα αντιφιλελεύθερο κράτος, να πολιτικοποιήσει και να χρησιμοποιήσει τα μη κομματικά εργαλεία εξουσίας στη χώρα μας –τη Δικαιοσύνη, τον στρατό– για τα προσωπικά και πολιτικά του οφέλη», αναφέρει, χαμηλώνοντας τη φωνή της ασυναίσθητα, σαν αυτό που σκέφτεται να είναι τόσο τρομερό που φοβάται να το πει.