Συμπτώματα διαρκείας, όπως βήχας, δύσπνοια, ρινική καταρροή, αίσθημα κόπωσης, πονοκέφαλος. Παραμένουν έπειτα από γρίπη μολονότι ο ασθενής έχει αναρρώσει ή επιστρέφουν μία ή δύο εβδομάδες μετά την αποδρομή της ίωσης. Η διάρκειά τους, δε, μπορεί να ξεπεράσει και τον ένα μήνα. Ολοι μάθαμε μέσα στην πανδημία το σύνδρομο long COVID. Πόσοι όμως γνωρίζουμε το όχι τόσο σπάνιο σύνδρομο long flu, το οποίο εστιάζεται κυρίως στο αναπνευστικό σύστημα και μπορεί να προκαλέσει πιο σοβαρά προβλήματα ακόμη και από την long COVID; Εν όψει της κορύφωσης του φετινού επιδημικού κύματος της εποχικής γρίπης, οι ειδικοί γιατροί τονίζουν την ανάγκη –ακόμη και τώρα– εμβολιασμού έναντι της νόσου και λήψης μέτρων αναπνευστικής υγιεινής ως έναν τρόπο ελαχιστοποίησης του κινδύνου έκθεσης στον ιό, ο οποίος, εκτός από το ότι είναι απειλητικός για την υγεία, μπορεί να οδηγήσει και σε ταλαιπωρία «διαρκείας».
Οπως αναφέρει στην «Κ», ο καθηγητής Μικροβιολογίας και διευθυντής του Εργαστηρίου Μικροβιολογίας της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ Αθανάσιος Τσακρής, «η εμπειρία της πανδημίας και η επιστημονική γνώση που έχει αρχίσει να συγκεντρώνεται σχετικά με το σύνδρομο long COVID, το οποίο, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, ταλαιπωρεί περίπου 36 εκατ. ανθρώπους στην Ευρώπη και το 14% των ενηλίκων στις ΗΠΑ, μας έχουν κάνει να διερευνάμε και να εμβαθύνουμε περισσότερο στην αντίστοιχη δράση και άλλων αναπνευστικών ιών, όπως η γρίπη. Και πράγματι, από τα πρώτα δεδομένα, αρχίζει να “φωτίζεται” το αντίστοιχο σύνδρομο, αφού φαίνεται πως και η γρίπη είναι υπεύθυνη για προβλήματα διαρκείας. Με τη διαφορά ότι η long COVID είναι πιο επιθετική και γενικευμένη, μπορεί δηλαδή να επηρεάσει διάφορα όργανα του σώματος (τους πνεύμονες, την καρδιά, τον εγκέφαλο ή τα νεφρά), ενώ η “μακρά γρίπη” περιορίζεται κυρίως στον πνεύμονα. Ο κίνδυνος εμφάνισής της είναι ιδιαίτερα αυξημένος σε άτομα με συννοσηρότητες ή και σοβαρή νόσηση, που χρειάστηκαν νοσηλεία· η παθογονικότητα της ίωσης, δηλαδή, φαίνεται να είναι ο βασικός μοχλός της εμφάνισης επίμονων συμπτωμάτων».
Η έρευνα της Οξφόρδης
Σύμφωνα με τον καθηγητή, από τις πρώτες επιστημονικές προσεγγίσεις των τελευταίων ετών ήταν εκείνη του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, που ανέλυσε δεδομένα από 100.000 ασθενείς οι οποίοι είχαν διαγνωστεί με COVID-19 ή γρίπη. «Η έρευνα, η οποία δημοσιεύθηκε στο περιοδικό PLOS Medicin, κατέδειξε ότι σε ποσοστό 42% και 30% αντίστοιχα οι συμμετέχοντες παρουσίασαν συμπτώματα –ως επί το πλείστον άγχος, δυσχέρεια στην αναπνοή, κόπωση και πονοκεφάλους– τρεις έως έξι μήνες μετά τη μόλυνση. Το ιδιαίτερα μεγάλο ποσοστό long COVID, βέβαια, τη δεδομένη χρονική στιγμή εξηγείται και από τις ιδιαίτερα παθογόνες παραλλαγές του SARS-CoV-2 που επικρατούσαν εκείνη την περίοδο», τονίζει ο κ. Τσακρής και συνεχίζει:
«Περνώντας μια ίωση “στο πόδι”, χωρίς επαρκή ξεκούραση και σωστή διατροφή, δημιουργούμε το υπόβαθρο για συμπτώματα που θα μας ταλαιπωρήσουν περισσότερο».
«Πρόσφατα, σε άλλη έρευνα που δημοσιεύθηκε στο Lancet Infectious Diseases, επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο της Ουάσινγκτον εξέτασαν την πορεία της υγείας 81.280 ασθενών που είχαν νοσηλευθεί σε νοσοκομεία των ΗΠΑ εξαιτίας επιπλοκών της COVID-19, καθώς και άλλων 10.385 που είχαν επίσης χρειαστεί νοσηλεία λόγω γρίπης. Ο SARS-CoV-2 συνδέθηκε με 64 από τα 94 επίμονα συμπτώματα που αξιολογήθηκαν στη συγκεκριμένη μελέτη και αφορούσαν σχεδόν όλα τα όργανα, ενώ η γρίπη με μόνο έξι, που αφορούσαν κυρίως το αναπνευστικό σύστημα. Μάλιστα, στα περιστατικά long flu τα καταγεγραμμένα προβλήματα στο αναπνευστικό ήταν πολύ πιο έντονα από τα αντίστοιχα της long COVID. Kυμαίνονταν από βήχα που ταλαιπωρούσε τους ασθενείς επί μήνες μέχρι σοβαρή αναπνευστική δυσχέρεια λόγω φλεγμονής και ίνωσης στους πνεύμονες».
Με αυτά τα δεδομένα ο κ. Τσακρής τονίζει: «Δεν πρέπει λοιπόν να υποτιμάμε τη γρίπη ως λοίμωξη, γιατί όχι σπάνια αποτελεί αιτία σοβαρών, χρόνιων παθήσεων. Καθώς οδεύουμε προς την κορύφωση του επιδημικού κύματος της εποχικής γρίπης, το ζητούμενο είναι να ελαχιστοποιήσουμε, με τον εμβολιασμό και τα μέτρα αναπνευστικής υγιεινής, το ρίσκο της έκθεσής μας στον ιό, αλλά και της διασποράς του στους γύρω μας. Επίσης, ας μην ξεχνάμε ότι η σωματική και η ψυχική κόπωση είναι οι καλύτεροι σύμμαχοι των ιών. Περνώντας μια ίωση “στο πόδι”, χωρίς επαρκή ξεκούραση και σωστή διατροφή, δημιουργούμε το υπόβαθρο για συμπτώματα που θα μας ταλαιπωρήσουν περισσότερο και δεν βοηθάμε το ανοσοποιητικό μας να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τον εκάστοτε ιό. Η “μακρά γρίπη”, ακριβώς όπως και η “μακρά COVID”, εκτός από τις δυσμενείς επιπτώσεις τους στην υγεία αρκετών συμπολιτών μας, προκαλούν και περαιτέρω επιβάρυνση στο ήδη καταπονημένο, μετά την πανδημία, σύστημα υγείας».