Πώς είναι να βλέπεις τον 10,5 ετών γιο σου να σταματάει να τρώει; Πώς είναι να τον βλέπεις να γίνεται ισχνός, να χάνεται μέρα με τη μέρα μπροστά στα μάτια σου; «Από τη μια στιγμή στην άλλη ένιωσα ότι χάνω το παιδί μου», λέει στην «Κ» η Κατερίνα (τα πλήρη στοιχεία της δεν δημοσιεύονται για προφανείς λόγους). Συνέβη πριν από ενάμιση χρόνο. Η Κατερίνα και ο άνδρας της –πάντα πολύ κοντά και στα τρία παιδιά τους– όταν παρατήρησαν ότι ο μικρός είχε χάσει κάποιο βάρος απευθύνθηκαν αμέσως στον παιδίατρο. Τους είπε να μην ανησυχούν. Είναι η περίοδος που ξεκινάει η εφηβεία, είναι φυσιολογική η αυξομείωση του βάρους. Οι αιματολογικές εξετάσεις του ήταν καλές, οπότε όλοι καθησυχάστηκαν.
Hταν Μάιος. Εως τον Αύγουστο η κατάσταση του παιδιού είχε παρουσιάσει δραματική επιδείνωση. Από 47 κιλά είχε μείνει 34. «Στο διάστημα αυτό είχε μειώσει σταδιακά τα γεύματα. Από πέντε έπεσε στα τέσσερα, μετά στα τρία, μετά στα δύο και μετά στο ένα. Εφτασε να τσιμπάει σαν πουλάκι, τόσο λίγο που το πιάτο του έμοιαζε ανέγγιχτο. Για να μην το καταλάβουμε, συχνά έριχνε φαγητό κάτω ή πήγαινε στο μπάνιο και το έκρυβε».
Οι ειδικοί στους οποίους απευθύνθηκαν –η οικογένεια ζει σε νησί– απέκλειαν τη νευρική ανορεξία. «Δεν μπορεί», τους έλεγαν. Ομως, η μητέρα του είχε καταλάβει. «Το παιδί έκανε σχόλια για το βάρος του. Ελεγε για παράδειγμα “δεν θέλω να φάω για να μην παχύνω”». Μια φορά από τις πολλές που προσπάθησε να τον κάνει να της μιλήσει, ο μικρός της ανοίχτηκε. «Μαμά», της λέει, «υπάρχει κάτι στο κεφάλι μου που μοιάζει με ρομποτάκι που μου λέει μη φας αυτό γιατί θα παχύνεις, είσαι χοντρός».
Ομως, η κατάσταση ήταν εκτός ελέγχου. Το παιδί έφτασε να νοσηλευτεί. Είχε εμφανίσει βραδυκαρδία, τα νεφρά του ήταν ένα βήμα από την ανεπάρκεια. Οσο οι γιατροί έψαχναν τι του συμβαίνει, η Κατερίνα έψαχνε μόνη της την άκρη. Βρήκε το βιβλίο «Με αγαπάς; Βοήθησέ με να ξεπεράσω το πρόβλημά μου με την τροφή» (εκδ. Αδελφοί Βλάσση) που έχει εκδοθεί με την υποστήριξη του Ελληνικού Κέντρου Διατροφικών Διαταραχών (ΕΚΔΔ). Το διάβασε, πήρε το παιδί και έφυγε για την Αθήνα.
Πολυπαραγοντική νόσος
«Βλέπουμε παιδιά που μέσα σε 5-6 μήνες έχασαν το 40% του βάρους τους, γεγονός που μπορεί να έχει τεράστιο αντίκτυπο σε νευροβιολογικό επίπεδο, καθώς ο εγκέφαλός τους βρίσκεται ακόμη σε ανάπτυξη».
Μετά την πανδημία η Μαρία Τσιάκα, ψυχολόγος-ψυχοθεραπεύτρια και ιδρύτρια του ΕΚΔΔ, έχει δεχθεί αιτήματα για βοήθεια από πολλές οικογένειες με μικρά παιδιά. «Υπάρχει μεγάλη έξαρση της νευρικής ανορεξίας σε παιδιά 10 και 11 χρονών, αγοράκια και κοριτσάκια, που μάλιστα φτάνουν σ’ εμάς σε οξεία φάση της νόσου», λέει στην «Κ». «Βλέπουμε παιδιά που μέσα σε 5-6 μήνες έχασαν το 40% του βάρους τους, γεγονός που μπορεί να έχει τεράστιο αντίκτυπο σε νευροβιολογικό επίπεδο, καθώς ο εγκέφαλός τους βρίσκεται ακόμη σε ανάπτυξη». Οπως λέει, η νόσος είναι πολυπαραγοντική, δηλαδή προϋποθέτει αλληλεπίδραση γονιδίων και περιβάλλοντος. Ετσι για πολλά παιδιά με προδιάθεση ή κληρονομικότητα, οι περιοριστικές συνθήκες την περίοδο του κορωνοϊού έπαιξαν κρίσιμο ρόλο. «Παιδιά 8-9 ετών είδαν τη ζωή τους να αλλάζει, σταμάτησαν να πηγαίνουν σχολείο. Η επαναφορά έπειτα από δύο χρόνια σε μια νέα κανονικότητα, σε συνδυασμό με τη διαδικασία της προήβης και την έκρηξη γοναδοτροπινών πυροδότησε την έναρξη της νόσου».
Οπως εξηγεί η ίδια, στα μικρά παιδιά οι διατροφικές διαταραχές δεν σχετίζονται με την εικόνα τους, αλλά με την ανάγκη να είναι τέλεια, να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις των ενηλίκων. «Πολύ συχνά βλέπουμε ότι τα παιδιά αυτά ασχολούνταν με αθλήματα όπου το βάρος παίζει ρόλο. Σταματούν να τρώνε για να μην ανέβουν κατηγορία, για παράδειγμα, και αγωνιστούν με παιδιά μεγαλύτερης ηλικίας».
Ο γιος της Κατερίνας έκανε κικ μπόξινγκ. Οταν το παιδί άρχισε να σιτίζεται στο Ελληνικό Κέντρο Διατροφικών Διαταραχών (σύμφωνα με την κ. Τσιάκα η σίτιση πρέπει να προηγηθεί της ψυχολογικής παρέμβασης) και ο εγκέφαλός του άρχισε να λειτουργεί κανονικά, άρχισαν να μπαίνουν και τα κομμάτια του παζλ στη θέση τους. Οπως είπε το παιδί στους γονείς του, ο προπονητής το έβαζε να παίζει με παιδιά μεγαλύτερου βάρους. Η ζυγαριά στο γυμναστήριο ήταν χαλασμένη, ήταν 46 κιλά, τον έδειχνε 50. Ενόψει των πανελληνίων αγώνων, του στρες να τα καταφέρει, το ένα έφερε το άλλο. Σύμφωνα με τους ειδικούς, η τελειομανία είναι χαρακτηριστικό των παιδιών και των εφήβων που εμφανίζουν διατροφικές διαταραχές. «Οταν μου είχε αναφέρει ότι η ζυγαριά τον δείχνει βαρύτερο δεν έδωσα βάση. Μετά, ήρθαν οι αγώνες, δεν βγήκε πρώτος και τον τσάκισε η ανορεξία». Στη διάρκεια της θεραπείας συνάντησε πολλά παιδιά που είχαν οδηγηθεί στην ανορεξία από την ενόργανη γυμναστική.
Το σύνδρομο
Οπως εξηγεί στην «Κ» η αναπληρώτρια καθηγήτρια Παιδιατρικής – Εφηβικής Ιατρικής ΕΚΠΑ και πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Εφηβικής Ιατρικής, Αρτεμις Τσίτσικα, πρόκειται για τη λεγόμενη «τριάδα του έφηβου αθλητή» ή σύνδρομο RED-S. «Αφορά την εμφάνιση διατροφικών διαταραχών σε συνδυασμό με μειωμένη ορμονική λειτουργία και επακόλουθη οστεοπενία ή οστεοπόρωση σε νεαρούς αθλητές και αθλήτριες. Σχετίζεται με τον ανταγωνισμό, το άγχος της επίδοσης και το προπονητικό περιβάλλον στο οποίο καλλιεργείται η κουλτούρα της επιτυχίας με οποιοδήποτε κόστος. Εμφανίζεται σε αθλητές της άρσης βαρών, της πάλης, της ρυθμικής γυμναστικής, της συγχρονισμένης κολύμβησης, του μπαλέτου και άλλων αθλημάτων, όπου το βάρος παίζει ρόλο. Στα κορίτσια εκφράζεται πιο εύκολα γιατί εκδηλώνεται κλινικά με τη διακοπή της περιόδου ή τη μη εμφάνιση περιόδου σε ηλικία που αναμένεται ή και τη μη ανάπτυξη ήβης». Στόχος η διατήρηση παιδισμού στο σώμα, ώστε να διατηρηθεί η ευελιξία και το χαμηλό βάρος. «Το RED-S έχει άλλο υπόβαθρο από τις κλασικές διαταραχές πρόσληψης τροφής, που σχετίζονται περισσότερο με τη χαμηλή αυτοεκτίμηση. Στις κλασικές διατροφικές διαταραχές η γενετική προδιάθεση παίζει τον κυριότερο ρόλο –έχεις 12πλάσια πιθανότητα να εμφανίσεις κάποια διατροφική διαταραχή εάν υπάρχει πάσχων συγγενής α΄ βαθμού–, ενώ στην τριάδα του έφηβου αθλητή η επίδραση του περιβάλλοντος φαίνεται ότι συμβάλλει καθοριστικά. Δηλαδή, ακόμη κι ένα παιδί με ισορροπημένη προσωπικότητα μπορεί να αναπτύξει σύνδρομο RED-S αν είναι, για παράδειγμα, φιλόδοξο, με κουλτούρα “win at all cost” και επιπλέον γονείς και προπονητές τού ασκούν πίεση – συχνά εστιάζοντας στο κίνητρο της εξασφάλισης μορίων στις Πανελλαδικές».
Αύξηση κρουσμάτων 150% μετά την πανδημία
«Για τα επόμενα πολλά χρόνια θα ζούμε τις επιπτώσεις της πανδημίας», τονίζει η Μαρία Τσιάκα του Ελληνικού Κέντρου Διατροφικών Διαταραχών. «Η αύξηση είναι τεράστια. Στις δημόσιες δομές υπάρχει μεγάλη λίστα αναμονής, είναι τεράστιος ο όγκος των περιστατικών, ενώ στο κέντρο η αύξηση των αιτημάτων μετά την πανδημία φτάνει το 150%». Oπως λέει, πάρα πολλοί άνθρωποι νόσησαν την περίοδο του lockdown. «Τότε όμως οι δομές υπολειτουργούσαν, οι άνθρωποι δεν μπορούσαν εύκολα να ζητήσουν βοήθεια. «Eρχονται στο κέντρο περιστατικά που είναι ήδη 3 χρόνια στη νόσο, η νόσος έχει πια εγκαθιδρυθεί».
Σύμφωνα με την κ. Τσίτσικα, μετά την COVID-19 αυξήθηκαν όλες οι διαταραχές πρόσληψης τροφής. «Στην πρώτη καραντίνα υπήρξε αιφνίδια μεταβολή της καθημερινότητας και της ρουτίνας, το οποίο ήταν πολύ τραυματικό, αφού δεν ξέραμε πώς θα εξελιχθεί. Ειδικά οι έφηβοι εγκλωβίστηκαν σε μια ηλικία που ξεκινάει το φλερτ, η αυτονόμηση, η κοινωνικοποίηση, έχοντας μεγάλη εξάρτηση από τις οθόνες, όπου υπήρξε πολύ μεγάλο influencing σε σχέση με τη διατροφή». Εκείνη την περίοδο υπήρξε ραγδαία αύξηση της ορθορεξίας, της εμμονής δηλαδή με την υγιεινή διατροφή, με την καθαρότητα των τροφών, την αποφυγή απολαυστικών τροφών, την εξάρτηση από τη γυμναστική.
Σ’ αυτό το πλαίσιο, πολλοί άνθρωποι που πάλευαν χρόνια με τις διατροφικές διαταραχές υποτροπίασαν. Η Ελενα Λίλε, 32 ετών σήμερα, στο δεύτερο lockdown πήρε 32 κιλά. «Στην πρώτη καραντίνα έκανα 3,5 ώρες γυμναστική την ημέρα, μαγείρευα χωρίς αλεύρι και χωρίς αλάτι. Ηταν επόμενο αυτό όλο να σκάσει σαν πύραυλος και η βουλιμία να εμφανιστεί ξανά».
Η Ελενα είχε καταλάβει ότι κάτι δεν πάει καλά από την εφηβεία της. «Ζοριζόμουν πολύ με το φαγητό. Πήγαινα από την αφαγία στα βουλιμικά επεισόδια». Οταν γύρω στα 13 άκουσε σχόλια για την εμφάνισή της από κοντινά της πρόσωπα, άρχισε τις δίαιτες. «Πρόσεχα πολύ και δεν έγινα ποτέ παχύσαρκη στην εφηβεία μου, αλλά έχτισα μια πολύ κακή σχέση με το φαγητό. Μου πυροδοτούσε άγχος. Δεν μπορούσα να απολαύσω εξόδους με φίλους για φαγητό, ντρεπόμουν να τρώω έξω δημόσια. Εκείνη την εποχή δεν υπήρχε ευαισθητοποίηση, οπότε κανένας δεν προβληματίστηκε. Κανένας δεν αναρωτήθηκε γιατί τρώω κρυφά». Ενόψει Πανελλαδικών η άμυνά της λύγισε. Αρχισε να υφίσταται βουλιμικά επεισόδια, να παίρνει κιλά, μετά εξαντλητικές δίαιτες, να τα χάνει και μετά να τα ξαναπαίρνει στο διπλάσιο. Εως τα 21 είχε πάρει 35 κιλά. Τότε ζήτησε μόνη της βοήθεια. «Ενιωσα ασφάλεια, αποδοχή και σιγά σιγά, χωρίς να κάνω ακραία πράγματα, μαθαίνοντας να τρώω σωστά, να βάζω μπροστά τον εαυτό μου, έχασα 38 κιλά».
Πέρασε σχεδόν μια δεκαετία χωρίς προβλήματα, ώσπου ήρθε η πανδημία. «Στο πρώτο lockdown πέρασα πολύ δύσκολα. Κατανάλωνα 500 θερμίδες την ημέρα, έκανα συνεχώς γυμναστική, τα βράδια έβγαινα για περπάτημα γιατί ήξερα ότι έχω την τάση για βουλιμικά επεισόδια. Βγήκα πιο αδύνατη από πριν». Και μετά, το χάος. «Στο δεύτερο lockdown κλείστηκα και είπα δε γ…, θα φάω». Σήμερα βρίσκεται ξανά σε θεραπεία και είναι αισιόδοξη ότι θα συνεχίσει να φροντίζει τον εαυτό της. «Δεν χρειάζεται να περιμένουμε να μας αγαπήσει η κοινωνία, μπορούμε τα κορίτσια να αγαπήσουμε τον εαυτό μας. Σήμερα λέω ευχαριστώ στα πόδια μου που με την κυτταρίτιδά τους με σηκώνουν κάθε μέρα και με πάνε για περπάτημα στο βουνό».
Στην περίπτωση των παιδιών και των εφήβων η επανάκαμψη υπήρξε πιο δύσκολη. «Τα παιδιά γυρίζουν σε άδεια σπίτια λόγω της υπεραπασχόλησης των γονέων και της απουσίας των άλλων σημαντικών ενηλίκων που πλαισιώνουν την οικογένεια – παππούς, γιαγιά κ.ά.). Ομως, το φαγητό δεν είναι μόνο καύσιμο, είναι αγάπη, επικοινωνία, ευχαρίστηση, ζεστασιά. Τα παιδιά συχνά εγκλωβίζονται μπροστά σε μια οθόνη καταναλώνοντας ανθυγιεινά σνακ και είναι εκτεθειμένα σε ερεθίσματα που συχνά δεν ελέγχονται και είναι ακατάλληλα για την ηλικία τους», εξηγεί η κ. Τσίτσικα.
Σύμφωνα με την ίδια, η επιβολή πολύ αυστηρών κανόνων διατροφής, η εμμονή με την «καθαρότητα» των τροφών και την υγιεινή διατροφή μπορεί να πυροδοτήσουν φαύλο κύκλο διατροφικής διαταραχής (ορθορεξία). «Οι γονείς, για παράδειγμα, απαγορεύουν εντελώς τη ζάχαρη, μαλώνουν τη γιαγιά που έδωσε γλύκισμα κ.ά. Γενικά η ισορροπία σε όλες τις πτυχές της καθημερινότητας και το θετικό κλίμα ευνοούν την υγιή σωματική και ψυχοκοινωνική ανάπτυξη των παιδιών».