Την ενοχή της Ρούλας Πισπιρίγκου για το θάνατο της Τζωρτζίνας πρότεινε μετά την πολύωρη αγόρευσή της η εισαγγελέας της έδρας, ζητώντας να κηρυχθεί ένοχη για την κατηγορία της ανθρωποκτονίας από πρόθεση.
«Το χέρι που έδωσε την κεταμίνη στην Τζωρτζίνα είναι εκείνο της κατηγορουμένης» υπογράμμισε η Ευαγγελία Σπυριδωνίδου, σχολιάζοντας πως το παιδί ήταν άτυχο «να έχει αυτήν την γυναίκα για μητέρα».
«Αν αναλογιστεί κανείς ποια είναι η αιτία για το θάνατο είναι να τρελαθεί. Η μικρή Τζωρτζίνα είχε μια ατυχία στη ζωή της, να έχει μάνα, μητέρα, τροφό, φροντιστή την κατηγορούμενη» είπε η εισαγγελέας με τη Ρούλα Πισπιρίγκου να σηκώνεται και να ζητά να φύγει από την αίθουσα καθυβρίζοντας χαμηλόφωνα την Εισαγγελέα, όπως μεταδίδει το ΑΠΕ-ΜΠΕ.
«Το δύσκολο σε αυτήν την υπόθεση δεν είναι να δούμε αν το έκανε. Το δύσκολο είναι να βρούμε γιατί το έκανε» ανέφερε η Εισαγγελέας, αφήνοντας να εννοηθεί πως η κατηγορούμενη χρησιμοποιούσε το παιδί για να χειραγωγεί τον σύντροφό της, Μάνο Δασκαλάκη.
«Κανένα συναίσθημα»
«Μας είπε πως ήταν ψύχραιμη κατά τις νοσηλείες της Τζωρτζίνας γιατί δεν συνηθίζει να κλαίει μπροστά σε άλλους. Εδώ όμως έκλαιγε συνέχεια. Πιστεύει πως έτσι θα μας συγκινήσει;» αναρωτήθηκε η εισαγγελέας και πρόσθεσε: «Μας μιλούσε για την Τζωρτζίνα όπως μιλούσε και ο διευθυντής του σχολείου του παιδιού. Κανένα συναίσθημα!»
«Μιλούσε με τους δημοσιογράφους, έδωσε συνέντευξη και όταν ο οίκτος του κόσμου αντιστράφηκε δεν μπορούσε να το διαχειριστεί. Μας είπε πως απασχολούνταν με τους δημοσιογράφους για να διαχειριστεί το πένθος για την Τζωρτζίνα. Αν είναι δυνατόν! Εχασε το τελευταίο της παιδί και το διαχειριζόταν μέσω της δημοσιότητας. Μήπως τελικά δεν την ενοχλούσε και τόσο η δημοσιότητα;» πρόσθεσε.
Σε άλλο σημείο η εισαγγελέας είπε πως η Πισπιρίγκου «περιέγραψε στην απολογία της την σύλληψη της σαν την πιο συγκλονιστική μέρα της ζωής της. Με λεπτομέρειες, για τα πάντα. Για το παιδί της όμως δεν θυμόταν πολλά πράγματα. Για τον βηματοδότη, για το πότε άλλαξαν τα φάρμακα. Είναι δυνατόν μια μάνα να έχει το παιδί της με ανακοπή στην εντατική και να κινδυνεύει η ζωή του και αυτή να λέει πάω να ξεκουραστώ;»
Κατά την εισαγγελέα «απουσιάζει το συναίσθημα της λύπης. Είναι σχεδόν απόκοσμο αυτό» ανέφερε, ενώ κλείνοντας, σχολίασε: «δυστυχώς η πραγματική ζωή ξεπερνά το πιο ευφάνταστο σενάριο».
Επί δώδεκα ώρες η εισαγγελέας του Μεικτού Ορκωτού Δικαστηρίου αποδομούσε έναν προς έναν τους ισχυρισμούς της Ρούλας Πισπιρίγκου στη δίκη για τον θάνατο της Τζωρτζίνας.
Κατά τη μακρά σε διάρκεια αγόρευσή της, η κ. Σπυριδωνίδου επικαλέστηκε πολλές από τις καταθέσεις των 60 μαρτύρων που κατέθεσαν στις 89 συνεδριάσεις του δικαστηρίου, καταλήγοντας στο συμπέρασμα πως «δεν ευσταθεί ο ισχυρισμός της κατηγορουμένης».
Κάνοντας χρήση αποσπασμάτων του υλικού από την άρση του απορρήτου των επικοινωνιών της κατηγορουμένης, διάβασε μηνύματα από τα οποία, όπως ανέφερε, αναδεικνύεται μία μητέρα που ασχολείται με το «εγώ της». Σύμφωνα με την εισαγγελική λειτουργό, αν και είχε χάσει ήδη δύο παιδιά, έδειχνε μία απάθεια μπροστά σε όσα συνέβαιναν με την υγεία της Τζωρτζίνας.
«Σε πρώτη μοίρα ήταν ο εαυτός της, όχι το παιδί της. “Εμένα ποιος με σκέφτεται” έλεγε στα μηνύματα. Οχι το παιδί της που είχε εγκεφαλοπάθεια», ανέφερε χαρακτηριστικά. Οπως σημείωσε, οι αντιδράσεις, η συμπεριφορά αλλά και τα μηνύματα της κατηγορουμένης, ενόσω η κόρη της νοσηλεύεται, «δείχνουν άνθρωπο που, είτε δεν έχει συναίσθηση αυτών που συμβαίνουν, είτε δεν τον ενδιαφέρει».
Με δηκτικές εκφράσεις και σκληρή γλώσσα επέκρινε τη Ρούλα Πισπιρίγκου για την επιλογή της να ξιφουλκεί με τον εν διαστάσει σύζυγό της, χωρίς καθόλου να επιδιώκει τη συνεννόηση και τη συνεργασία μαζί του, για την αντιμετώπιση της κατάστασης.
Ειδικά δε, «από όταν η Τζωρτζίνα, μετά την εγκεφαλοπάθεια που υπέστη από την πρώτη ανακοπή, είχε καταστεί ένα παιδί ιδιαίτερο που χρειαζόταν φροντίδα, αγάπη και ήρεμο περιβάλλον», όπως ανέφερε.
«Η Τζωρτζίνα μπορεί να μη μιλούσε, αλλά αισθανόταν και καταλάβαινε τα πάντα. Αναγνώριζε τους γονείς της, έβλεπε παιδικά και γελούσε, δυσφορούσε όταν ερχόταν να την πάρει ο φυσιοθεραπευτής. Κανείς δεν γνωρίζει και ούτε θα μάθει ποτέ, τι εξέλιξη θα είχε αυτό το παιδί, αν βρισκόταν στη ζωή», είπε η εισαγγελέας.
«Ψάχνει συγκεκριμένα φάρμακα»
Σχολιάζοντας τις αντιδράσεις της 35χρονης όταν η Τζωρτζίνα μπήκε σε κλινική στο Ρίο τόνισε πως «η κατηγορούμενη ήθελε να βάλει το παιδί σε ΜΕΘ. Για ποιον λόγο δεν ξέρω. Μπορώ να εικάσω κάτι, αλλά δεν θα το πω εδώ. Δεν έχει προκύψει κάτι. Μήπως θέλει να δείξει τη σοβαρότητα της κατάστασης; Σε ποιον;», διερωτήθηκε. Συμπλήρωσε πως η διαφορά της κλινικής με τη ΜΕΘ, στην περίπτωση της Τζωρτζίνας, ήταν ότι «στη Μονάδα δεν χρειάζεται να βρίσκεται γονιός».
Επικαλούμενη τα μηνύματα της Πισπιρίγκου το διάστημα από τον Ιούλιο του 2021, οπότε, μετά τις νοσηλείες, η Τζωρτζίνα επιστρέφει στο σπίτι με αναπηρικό καροτσάκι, έως τον θάνατο εννέα μήνες μετά, η κ. Σπυριδωνίδου επισήμανε: «Εχουμε ελάχιστες πληροφορίες για τη ζωή της Τζωρτζίνας στο σπίτι. Ξέρουμε ότι δεν κοιμόταν, από τον διάλογο μέσω μηνυμάτων της μητέρας με τον εντατικολόγο Ανδρέα Ηλιάδη όπου του αναφέρει πως αύξησε τη μελατονίνη. “Δεν παίζουμε με τα φάρμακα. Δεν το συνιστώ” της απαντά ο γιατρός. Από αυτό φαίνεται μία ιδιαίτερη ευκολία της κατηγορουμένης με τα φάρμακα της μικρής».
Παράλληλα, η εισαγγελέας στάθηκε ιδιαίτερα σε κάποιους διαλόγους της Πισπιρίγκου με τον Δασκαλάκη λίγες μέρες πριν υποστεί τη μοιραία ανακοπή η Τζωρτζίνα, στις 29 Ιανουαρίου 2022. Οπως είπε η κ. Σπυριδωνίδου, στις 17 Ιανουαρίου 2022, ενώ η Τζωρτζίνα έκανε μαγνητική τομογραφία, όταν ο πατέρας έστειλε στην 35χρονη μήνυμα για να μάθει τι γίνεται, η κατηγορούμενη του ζητά να πάει να πάρει τα ρούχα του για να φύγει από το σπίτι. Διά των μηνυμάτων το ζευγάρι επικοινωνεί με ένταση, ενώ το παιδί βρισκόταν στον τομογράφο».
Σε ένα από τα μηνύματα που διάβασε η εισαγγελέας, ο πατέρας γράφει «αν πάθει κάτι το παιδί μου θα σας διαλύσω» και η μητέρα απαντά: «Αν δεν ήθελες να πάθει κάτι το παιδί σου ας καθόσουνα στο σπίτι». Η εισαγγελέας επισήμανε πως «στην απολογία της η κ. κατηγορουμένη μας είπε πως “όταν κάνεις παιδιά, αυτά είναι σε πρώτη μοίρα”. Μάλλον το είχε ξεχάσει τότε, αυτό. Το παιδί είναι στον τομογράφο, έχει αργήσει να ξυπνήσει από την ύπνωση και η ίδια ασχολείται με τι; Φαίνεται από τα μηνύματα! Είναι την ίδια μέρα που ο κ. Ηλιάδης της έχει πει πως αυτά τα παιδιά έχουν χαμηλό προσδόκιμο ζωής και δεν λέει τίποτα για αυτό στον πατέρα. Καμία αναφορά».
Επικαλούμενη ιατρικά στοιχεία και καταθέσεις, η εισαγγελική λειτουργός απάντησε στους ισχυρισμούς της κατηγορουμένης, για την οποία είπε πως από μηνύματά της αλλά και τις αναζητήσεις της στο διαδίκτυο «δείχνει μία εξοικείωση με όλα τα ιατρικά. Είναι σε συγκεκριμένο πεδίο οι αναζητήσεις της. Τη θεραπευτική υποθερμία που έγινε στο παιδί στη ΜΕΘ στο Ρίο δεν την έψαξε ποτέ. Ψάχνει συγκεκριμένα φάρμακα».
Ιδιαίτερα επικριτική ήταν η εισαγγελέας για τους ισχυρισμούς της υπεράσπισης σε βάρος του κ. Ηλιάδη περί πρόθεσής του να πάρει όργανα της Τζωρτζίνας. Σε πολύ έντονο ύφος αφού τόνισε πως η συζήτηση για όργανα για μεταμόσχευση αρχίζει εφόσον έχουμε εγκεφαλικό θάνατο, είπε πως «ο κ. Ηλιάδης είχε πρώτο του μέλημα να σώσει τον εγκέφαλο του παιδιού. Αυτός ήταν ο γιατρός που την προσέγγισε για όργανα; Ολα αυτά είναι πομφόλυγες και απορώ που η κ. κατηγορουμένη το επέτρεψε αυτό (να ακουστεί στο δικαστήριο). Είναι δυνατόν να μιλάμε για μεταμοσχεύσεις σε ένα γιατρό που έχει κάνει τα πάντα να σώσει το παιδί;», διερωτήθηκε.
Τι είπε για τη χορήγηση κεταμίνης
Η κ. Σπυριδωνίδου απέρριψε τους ισχυρισμούς της υπεράσπισης ότι ενδέχεται να έγινε από λάθος, χορήγηση κεταμίνης κατά τη διάρκεια ανάνηψης της Τζωρτζίνας στο Αγλαΐα Κυριακού. Διαβάζοντας βεβαίωση του νοσοκομείου ότι δεν χορηγήθηκε αυτή η ουσία, ούτε στην ανάνηψη, ούτε κατά τη νοσηλεία της 9χρονης, αλλά και τα πρωτόκολλα για το φάρμακο η εισαγγελέας ανέφερε ότι «είναι μία ουσία που αν πέσει σε λάθος χέρια μπορεί να επιφέρει τον θάνατο».
«Δεν υπάρχει στοιχείο που να αποδεικνύει πως οι γιατροί χορήγησαν κεταμίνη στο παιδί», τόνισε η εισαγγελέας αναφερόμενη στη διαδικασία που ακολουθούν οι νοσηλευτές, αποκλείοντας το ενδεχόμενο να έγινε λάθος και να μπέρδεψαν την κεταμίνη με την αδρεναλίνη. «Η κεταμίνη στο μπουκαλάκι της, έχει κόκκινη γραμμή γιατί εντάσσεται στα ναρκωτικά… Δεν είχαν κανένα λόγο να πουν ψέματα γιατροί και νοσηλευτές», ανέφερε, τονίζοντας παράλληλα πως η κεταμίνη είναι αδιαμφισβήτητη στο αίμα της Τζωρτζίνας.
Η ημέρα του θανάτου
Για τη μέρα του θανάτου στο Παίδων, η εισαγγελέας υπογράμμισε πως η κατηγορούμενη, ενώ γνώριζε σε τι κατάσταση ήταν το παιδί, περπατούσε σαν να «ψάχνει κάτι». Οταν οι γιατροί μπήκαν στο δωμάτιο το παιδί ήταν μελανιασμένο, σημείωσε η εισαγγελέας, η οποία μίλησε για τις προσπάθειες των γιατρών να επαναφέρουν το παιδί, αλλά και τα φάρμακα που του χορηγήθηκαν.
Σχολιάζοντας την επιθυμία της κατηγορουμένης να γίνει η νεκροτομή, αφού επρόκειτο για αιφνίδιο θάνατο εντός Νοσοκομείου, στην Πάτρα αντί της Αθήνας, την οποία εξέφρασε αμέσως μόλις της είπαν πως η Τζωρτζίνα δεν τα κατάφερε, η εισαγγελέας ανέφερε: «Μας είπε πως το ζήτησε γιατί είχαν αντιδικία με την ιατροδικαστική υπηρεσία της Αθήνας μετά τη μήνυση που είχαν υποβάλει για τη Μαλένα. Μα η μήνυση ήταν σε βάρος γιατρών. Σε κάθε περίπτωση, ήταν τόσο “τεχνικό” αυτό το κομμάτι που προκαλεί εντύπωση, τη στιγμή που έχει χάσει το παιδί της να ενδιαφέρεται για αυτό».
Η κ. Σπυριδωνίδου δεν άφησε επίσης ασχολίαστες τις καταθέσεις των επιστημόνων που κλήθηκαν από την υπεράσπιση. Ειδικά για τις καταθέσεις των δύο ιατροδικαστών που κατέθεσαν ως μάρτυρες από την πλευρά της κατηγορουμένης, η εισαγγελέας, μεταξύ άλλων, είπε πως «καλό θα ήταν να μείνουν στα ιατροδικαστικά νεκροτομικά ευρήματα και να μην υπεισέρχονται σε κλινικά ζητήματα».
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ