Άρθρο Γιάννη Αίσωπου στην «Κ»: Είναι κακή η μετάλλαξη της πόλης;

Άρθρο Γιάννη Αίσωπου στην «Κ»: Είναι κακή η μετάλλαξη της πόλης;

Οι πόλεις μεταλλάσσονται διαρκώς ως απόρροια δραστικών ή σταδιακών οικονομικών, κοινωνικών και πολιτιστικών αλλαγών, η αρχιτεκτονική τούς προσδίδει υλική έκφραση. Οι συνεχείς αυτές μεταλλάξεις της ταυτότητας των πόλεων είναι που τις καθιστούν ελκυστικά περιβάλλοντα για να κατοικεί και να επισκέπτεται κανείς

3' 2" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Οι πόλεις μεταλλάσσονται διαρκώς ως απόρροια δραστικών ή σταδιακών οικονομικών, κοινωνικών και πολιτιστικών αλλαγών, η αρχιτεκτονική τούς προσδίδει υλική έκφραση. Οι συνεχείς αυτές μεταλλάξεις της ταυτότητας των πόλεων είναι που τις καθιστούν ελκυστικά περιβάλλοντα για να κατοικεί και να επισκέπτεται κανείς. Η επιμέρους ταυτότητα της περιοχής μιας πόλης καθορίζεται από τον πληθυσμό της και το οικονομικό του επίπεδο, την κατάσταση και την ποιότητα των κτιρίων και του δημόσιου χώρου της, αλλά και από τις κυρίαρχες χρήσεις που η περιοχή φιλοξενεί, περισσότερο ή λιγότερο υπερτοπικού ενδιαφέροντος.

Η δημογραφία αποτελεί κυρίαρχο συστατικό στοιχείο της ταυτότητας. Αποτέλεσμα, κατά κύριο λόγο, αλλαγών οικονομικού ενδιαφέροντος, η δημογραφική σύσταση μπορεί να μετασχηματιστεί είτε με τον ερχομό πιο εύπορων πληθυσμών είτε, αντίστροφα, με τη φυγή του πληθυσμού και τη συνακόλουθη παρακμή μιας περιοχής – το είδαμε σε πολλές συνοικίες της Αθήνας στη διάρκεια της οικονομικής κρίσης, όταν αυτές εγκαταλείφθηκαν από τους κατοίκους τους, ο δημόσιος χώρος τους παραμελήθηκε και το παρακμάζον κτιριακό τους απόθεμα κατοικήθηκε από νεοαφικνούμενες μάζες μεταναστών.

Η ταυτότητα περιοχών της πόλης μεταλλάσσεται σταδιακά μέσω σημειακών «εμφυτεύσεων» νέων χρήσεων, αλλά και «σχεδιασμένων» χώρων που χρησιμοποιούν την αρχιτεκτονική ως εργαλείο μορφοποίησης των θραυσμάτων μιας νέας συνθήκης που αναζητεί συνύπαρξη μέσα σε ένα περιβάλλον αλλιώτικο από αυτήν. Πρόκειται συνήθως για αίθουσες τέχνης, καφέ, μπαρ, εστιατόρια, μικρά ξενοδοχεία και ανασχεδιασμένα διαμερίσματα, που υιοθετούν σύγχρονες σχεδιαστικές πρακτικές και προσελκύουν επισκέπτες και νέους κατοίκους. Κάποιοι αντιλαμβάνονται την εισχώρηση νέων χρήσεων και ιδιαίτερων αρχιτεκτονικών εφαρμογών ως μια μορφή «εμπροσθοφυλακής» για την «εισβολή» σε ένα καθορισμένο, ελεγχόμενο πεδίο με στόχο την εγκαθίδρυση ενός νέου πολιτισμικού παραδείγματος και την εξώθηση και αντικατάσταση του πληθυσμού μιας περιοχής από νέα, πιο εύπορα στρώματα κατοίκων και επισκεπτών. Το φαινόμενο αυτό, στην πλήρη έκτασή του, περιγράφεται ως «εξευγενισμός» και δεν μπορεί παρά να αποτιμηθεί αρνητικά σε συνθήκες στις οποίες δεν εφαρμόζονται ελάχιστες κρατικές ή δημοτικές πολιτικές για την προστασία της κατοικίας, όπως στην περίπτωση της Ελλάδας, αλλά αφήνονται οι δυνάμεις της αγοράς να μορφοποιήσουν την πόλη ανεξέλεγκτα. Ο εξευγενισμός, όμως, περιγράφει μια διαδικασία συνολικότερη που δεν μπορεί να ολοκληρωθεί στηριζόμενη μόνο σε επί μέρους ιδιωτικές εμφυτεύσεις σχεδιασμένων χώρων με αρχιτεκτονική ποιότητα. Προϋποθέτει συνολική πολιτική που να υποστηρίζεται από κρατικούς φορείς, τον δήμο ή την κεντρική διοίκηση. Οι φορείς είναι αυτοί που θα εγκαθιδρύσουν ασφάλεια και υποδομές, θα προσφέρουν την ελάχιστα αποδεκτή ποιότητα του δημόσιου χώρου μέσω αναπλάσεων, καθώς και τη συμπερίληψη της περιοχής στα δίκτυα μεταφορών.

Το ανομοιογενές, το πολύπλοκο, το ανόμοιο, το αναπάντεχο που εκπλήσσει διαφοροποιούμενο, συγκροτεί την ελκυστικότητα του αστικού χώρου.

Καθώς όμως οι πολιτικές για την πόλη απουσιάζουν, αυτόκλητοι «φρουροί» της ομοιογένειας υλοποιούν προστατευτικές στρατηγικές για τη διατήρηση της παρούσας ταυτότητας μιας περιοχής και τη διασφάλιση της «ακινησίας» της σε ό,τι αφορά στις χρήσεις και την κυρίαρχη αισθητική. Συχνά η διατήρηση μιας συνθήκης παρακμής με διαβαθμίσεις ανομίας, στην οποία ο δημόσιος χώρος παρουσιάζει έντονα σημάδια εγκατάλειψης, κυρίως μέσω της ρυπαρότητας και των κατεστραμμένων δαπέδων του δημόσιου χώρου, αλλά και την εκτεταμένη κάλυψη των αστικών μετώπων από γκράφιτι, οδηγεί σε μια αισθητικοποιημένη, παγιωμένη εκδοχή της, μια «καρικατούρα», που συνδυάζεται με έναν συγκεκριμένο κυρίαρχο τρόπο διαβίωσης.

Η μετάλλαξη της ταυτότητας δεν μπορεί να είναι αρνητική. Το ανομοιογενές, το πολύπλοκο, το ανόμοιο, το αναπάντεχο που εκπλήσσει διαφοροποιούμενο, συγκροτεί την ελκυστικότητα του αστικού χώρου. Οι αλλαγές δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να εμποδιστούν με κατασταλτικές επεμβάσεις εθελοντών. Η μετάλλαξη της ταυτότητάς της αποτελεί την κυρίαρχη στρατηγική για την ανανέωση της πόλης και την επιβίωσή της μέσα στον χρόνο. Ποιο είναι όμως το μέτρο των επιθυμητών αλλαγών και ποιος το ορίζει; Με ποια διαδικασία θα μπορούσαν να ληφθούν οι σχετικές αποφάσεις και με ποια στόχευση; Σίγουρα όχι με στόχο μια νέα, διαφορετική ομοιογένεια.

*Ο κ. Γιάννης Α. Αίσωπος είναι καθηγητής και πρόεδρος του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Πανεπιστημίου Πατρών.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT