Τα στοιχεία που δόθηκαν πρόσφατα στη δημοσιότητα από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας είναι αποκαρδιωτικά. Περισσότεροι από ένα δισεκατομμύριο άνθρωποι είναι σήμερα παχύσαρκοι σε όλο τον κόσμο· τα 880 εκατομμύρια είναι ενήλικες. Ειδικά στα παιδιά των χωρών της Δύσης τα ποσοστά όσων πάσχουν από παχυσαρκία έχουν τετραπλασιαστεί τις τελευταίες τρεις δεκαετίες. Και μέχρι το 2030 η κατάσταση θα έχει επιδεινωθεί ακόμη πιο πολύ. Το πρόβλημα θα αφορά μία στις πέντε γυναίκες και έναν στους επτά άνδρες.
Η παχυσαρκία μάς κοστίζει σε ποιότητα ζωής και ανθρώπινες ζωές: συνδέεται όχι μόνο με καρδιαγγειακές παθήσεις και σακχαρώδη διαβήτη, αλλά και με αρκετές μορφές καρκίνου. Το οικονομικό κόστος της, λόγω των δαπανών για τη δημόσια υγεία, είναι επίσης τεράστιο: εάν δεν αλλάξει κάτι άμεσα, θα έχει φτάσει τα 4,3 τρισ. δολάρια ετησίως μέχρι το 2035. Πέρα, όμως, από αυτά, υπάρχει και το στίγμα που προκαλεί, επομένως και το ψυχικό αποτύπωμα για τους παχύσαρκους. Η δημοσιογράφος Νατάσα Μαστοράκου και ο τηλεπαρουσιαστής και ραδιοφωνικός παραγωγός Γρηγόρης Αρναούτογλου μίλησαν στην «Κ» για τη δική τους αναμέτρηση με την παχυσαρκία – για τις πολυετείς και επώδυνες προσπάθειές τους να χάσουν κιλά.
Το «έλλειμμα»
«Ως παιδί είχα κανονικό βάρος», λέει η Νατάσα Μαστοράκου. «Μολονότι αθλούμουν, άρχισα να παχαίνω με ανησυχητικό ρυθμό με το που μπήκα στην εφηβεία, στα πρώτα χρόνια του Γυμνασίου. Στην οικογένειά μου είχαμε μια κάπως χαλαρή διατροφή, αλλά αυτό δεν δικαιολογούσε την αλλαγή. Μάλλον οφειλόταν σε σοβαρές ορμονικές διαταραχές που παρουσιάστηκαν εκείνη την περίοδο. Πριν μπω στο λύκειο, είχα ήδη επισκεφθεί εξειδικευμένο κέντρο για να μπορέσω να αδυνατίσω. Μάταια. Το πρόβλημα εντεινόταν ολοένα και περισσότερο και αποτυπωνόταν στο σχολείο, στις παρέες, στο ευρύτερο περιβάλλον μου. Προσπαθούσα να εξισορροπήσω αυτό το «έλλειμμα», όπως το αντιλαμβανόμουν, με τη συμπεριφορά μου: με το να είμαι εξωστρεφής, χαρούμενη, ευχάριστη, αστεία, να λέω πάντα “ναι”. Επιδίωξή μου ήταν να γίνομαι συμπαθής, ώστε οι άνθρωποι να προσπεράσουν την εμφάνισή μου. Ενιωθα πως έπρεπε να προσπαθώ διπλά για όσα ήταν αυτονόητα για τους άλλους. Τα αρνητικά σχόλια ήταν σχεδόν καθημερινά. Σε επίπεδο καζούρας από αγνώστους στον δρόμο –”Κοίτα πώς είναι αυτή!”–, συνοδευόμενα από γέλια, ή καλοπροαίρετα, από κάποιους συγγενείς – “Κρίμα τόσο όμορφο κορίτσι και τόσο καλό παιδί”… Ολες οι ποιότητες του χαρακτήρα μου, δηλαδή, η προσωπικότητά μου ουσιαστικά, ακυρώνονταν από το νούμερο που έδειχνε η ζυγαριά μου.
Λίγο πριν από τις Πανελλαδικές ξεκίνησε μια κατηφόρα που ουσιαστικά δεν σταμάτησε ποτέ. Θυμάμαι την απελπισία μου όταν ήταν να φύγω για την πενθήμερη· τα ρούχα μου δεν με χωρούσαν πια, είχα ξεπεράσει τα εκατό κιλά. Οταν τελείωσα τις σπουδές μου, παντρεύτηκα και γέννησα το πρώτο μου παιδί, το… κοντέρ έδειχνε 130.
Τα επόμενα χρόνια είχα πολλές υποχρεώσεις στο σπίτι και στη δουλειά, αγχωνόμουν, ήταν αδύνατον να πειθαρχήσω σε οποιαδήποτε δίαιτα. Στα 29 μου είχα φτάσει τα 152 κιλά. Καταλαβαίνεις τι σημαίνει αυτό για μια γυναίκα με ύψος 1,60 μ. Παρά ταύτα δεν παραδεχόμουν πως είχα πρόβλημα. Δεν είχα, άλλωστε, κανένα θέμα υγείας, οι εξετάσεις μου ήταν εξαιρετικές. Και μια μέρα, ποτέ δεν θα την ξεχάσω, έγινε το “κλικ”. Ημουν καλεσμένη στην επίσημη πρεμιέρα μιας παράστασης, έφτασα στο θέατρο, μου έδειξαν τη θέση μου, αλλά δεν χωρούσα με κανένα τρόπο. Ζήτησα ένα σκαμπό και κάθησα στον διάδρομο. Ο απόλυτος εξευτελισμός… Αυτό ήταν, άλλο δεν πάει, είπα στον εαυτό μου. Αποφάσισα να καταφύγω στη λύση της βαριατρικής χειρουργικής. Ηταν δύσκολο και επικίνδυνο χειρουργείο, έγινε σε δημόσιο νοσοκομείο και ευτυχώς όλα πήγαν καλά. Σε ένα χρόνο έχασα ογδόντα κιλά. Ο γιατρός μου κατέρριψε και τον μύθο της καλής, τάχα, υγείας μου. “Ευτυχώς που το αποφάσισες. Σε μία δεκαετία θα είχες τεράστια προβλήματα με την καρδιά σου και θα χρειαζόσουν ινσουλίνη”, μου είπε.
Σήμερα, στο κατώφλι των 40 χρόνων μου, καμαρώνω που είχα τη γενναιότητα να διεκδικήσω μια πιο ποιοτική ζωή. Δεν ξέρω αν θα το είχα καταφέρει χωρίς τη στήριξη του άνδρα μου. Χωρίς να με έχει πιέσει καθόλου προηγουμένως, μοιράστηκε τη χαρά μου για τον καινούργιο μου εαυτό. Για τα παιδιά μου, δεν θα το κρύψω, αγχώνομαι. Εχω τύψεις όποτε τρώνε γλυκά, προσπαθώ να είμαι συνέχεια από πάνω τους, δεν θέλω να περάσουν τα ίδια με μένα. Δεν θυμούνται πώς ήμουν με τα πολλά κιλά, δεν με αναγνωρίζουν σε παλιές φωτογραφίες και βίντεο. Δεν θέλουν να με στενοχωρήσουν και γι’ αυτό συνήθως λένε: “Ομορφη ήσουν και τότε, μαμά, αλλά τώρα είσαι ομορφότερη”.
Δεν είναι εύκολο να είσαι παχύσαρκος στην Ελλάδα. Πρέπει να έχεις δυνατό χαρακτήρα για να μη μείνεις στα αποδοκιμαστικά βλέμματα, να μη σε λυγίσουν όσα θα ακούσεις, να αντέξεις τις απορρίψεις. Γιατί αυτό συμβαίνει: ξεκινάς τα πάντα με δεδομένο ότι θα σε απορρίψουν, ποτέ δεν στοχεύεις, για παράδειγμα, στο αγόρι που θέλεις, στη δουλειά που ονειρεύεσαι κ.ο.κ. Με ρωτούν συχνά αν έχω αλλάξει ως άνθρωπος από τότε που αδυνάτισα. Δεν ξέρω. Σίγουρα είμαι πιο υγιής κι αυτό από μόνο του είναι πολύ σημαντικό».
Το κουτί της Πανδώρας
«Αν εξαιρέσει κανείς τη φωτογραφία της βάφτισής μου, που δείχνει ένα μωρό μπαμπάτσικο, στα παιδικά μου χρόνια ήμουν αδύνατος. Το μυαλό μου ήταν στο ποδόσφαιρο και στο παιχνίδι, οι γονείς μου με κυνηγούσαν να φάω. Μεγαλώνοντας, όποτε έβαζα κάποια κιλά, τα έχανα σχετικά εύκολα, κάνοντας κάποια δίαιτα», αναφέρει ο Γρηγόρης Αρναούτογλου. «Από τα 45 μου χρόνια και μετά, αυτό άλλαξε. Παρά τις προσπάθειες και τις στερήσεις δεν έβλεπα αποτέλεσμα, είχε μπλοκάρει ο μεταβολισμός μου και δεν είχα το κουράγιο να επιμείνω. Αυτό δεν συμβαίνει συνήθως όταν θέλουμε να χάσουμε βάρος; Βιαζόμαστε. Αποφάσισα να κάνω λιποαναρρόφηση. Ο πλαστικός χειρουργός στον οποίο απευθύνθηκα μου εξήγησε ότι επειδή είχα πολύ σπλαχνικό λίπος, έπρεπε πριν από την επέμβαση να χάσω μερικά κιλά. “Μην ανησυχείς, θα σου δώσω χάπια που θα έχουν άμεσο αποτέλεσμα. Αλλά μην πεις πουθενά ότι τα πήρες από μένα”, μου είπε. Με παραξένεψε αυτή η μυστικοπάθεια, μια και το συγκεκριμένο φάρμακο ήταν ευρέως γνωστό, αλλά δεν το σκέφτηκα περισσότερο. Τα πήρα αμέσως και χωρίς να έχω διαβάσει τις αντενδείξεις και τις παρενέργειες. Το αποτέλεσμα ήταν πράγματι εντυπωσιακό. Μου έκοψαν την πείνα και άρχισα να αδυνατίζω. Πού να φανταστώ τι θα ακολουθούσε…
Αρχισε να αλλάζει η συμπεριφορά μου. Γινόμουν ολοένα και πιο επιθετικός. Οχι μόνο με τους άλλους, αλλά και απέναντι στον ίδιο μου τον εαυτό. Είχα αυτοκτονικές τάσεις. Λες και το φάρμακο «άνοιξε» κάποιους νευρώνες του εγκεφάλου μου που ήταν σαν το κουτί της Πανδώρας. Εγώ δεν καταλάβαινα την αλλαγή. Η σύντροφός μου, όμως, την είδε. Μια νύχτα γύρισε το μυαλό μου και παραλίγο να… Ευτυχώς, είμαι τώρα εδώ και σας μιλάω.
Τον τελευταίο καιρό ανεβοκατεβαίνω από τα 140 κιλά στα 150. Υπάρχουν στιγμές που δεν με πειράζει το πάχος μου κι άλλες που βλέπω τον εαυτό μου στον καθρέφτη και στενοχωριέμαι. Ολα είναι δύσκολα όταν είσαι παχύσαρκος: πώς θα κινηθείς, πώς θα κάνεις μπάνιο και θα βγεις από την μπανιέρα, πώς θα δέσεις τα κορδόνια των παπουτσιών σου. Πώς με αντιμετωπίζουν οι γύρω μου; Κάποιοι ακροατές και τηλεθεατές με αγάπη και νοιάξιμο. Μου στέλνουν μηνύματα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης: “Πρόσεξε την υγεία σου” και τα σχετικά. Αλλοι δεν έχουν φραγμό στην αγένεια. Μπορεί να οδηγώ και να ακούσω από το διπλανό αυτοκίνητο: “Πώς έγινες έτσι, ρε Αρναούτογλου, σαν ελέφαντας!”. Θα ήθελα όσοι διαβάσουν αυτό το κείμενο να θυμούνται ότι ο παχύσαρκος δεν θέλει να είναι έτσι».