Την πρότασή του για την καθετοποίηση της ελληνικής παραγωγής βάμβακος ώστε να συνεχιστεί η καλλιέργεια στον κάμπο παρουσιάζει ο περιφερειάρχης Θεσσαλίας. Ο κ. Δημήτρης Κουρέτας, απαντώντας σε όσα ανέφερε στη συνέντευξή του στην «Κ» (φύλλο 13ης Μαρτίου) ο διευθύνων σύμβουλος της HVA International Μίλτος Γκουζούρης, επικεφαλής της ομάδας των Ολλανδών ειδικών που έχουν εκπονήσει το master plan για την περιοχή μετά τις καταστροφικές πλημμύρες, τονίζει ότι η εκ νέου ανάπτυξη της κλωστοϋφαντουργίας στην Ελλάδα θα δώσει προστιθέμενη αξία για το ελληνικό βαμβάκι, θα δημιουργήσει θέσεις εργασίας και θα φέρει έσοδα για την τοπική οικονομία αλλά και για την εθνική οικονομία.
«Η παραγωγή από το χωράφι στο ράφι απαιτεί εφτά στάδια, με ανεξάρτητα κέντρα κόστους και υψηλή προστιθέμενη αξία καθώς το σύσπορο βαμβάκι που συγκομίζεται και πωλείται με 0,70 ευρώ το κιλό μετατρέπεται σε τελικό προϊόν αξίας 40 ευρώ το κιλό», τονίζει. Ο κ. Κουρέτας υπενθυμίζει ότι το ελληνικό βαμβάκι λαμβάνει συνδεδεμένη με το προϊόν επιδότηση 200 εκατ. ευρώ ανά έτος από την Ευρωπαϊκή Ενωση, ενώ στον πρωτογενή τομέα της καλλιέργειας απασχολούνται 40.000 αγροτικές οικογένειες. Κατά συνέπεια, η βιομηχανία που θα αναπτυχθεί θα έχει 100% πρώτη ύλη ελληνικό προϊόν, άμεσα. Προτείνει μάλιστα να γίνει «διασπορά βιομηχανικών εγκαταστάσεων στο σύνολο της χώρας κυρίως σε αγροτικές περιοχές».
Οπως εξηγεί, «το βαμβάκι θα παράγεται με βιώσιμο οικολογικό τρόπο με βάση συστήματα agro και σύμφωνα με τις προδιαγραφές της Ευρωπαϊκής Ενωσης. «Καθώς η πρώτη ύλη θα είναι βαμβάκι το οποίο έχει παραχθεί στην Ε.Ε., με συγκεκριμένες προδιαγραφές, τα ρούχα που θα παράγονται θα έχουν ταυτότητα eu cotton. Η αποπαγκοσμιοποίηση σε συνδυασμό με τη διατάραξη των εφοδιαστικών αλυσίδων αναγκάζει τις ευρωπαϊκές εταιρείες μόδας να στρέφονται σε τοπικούς παραγωγούς για ασφάλεια παραδόσεων και εναρμόνιση με τους ευρωπαϊκούς κανόνες αποτυπώματος άνθρακα», επισημαίνει.
Αλλωστε, σύμφωνα πάντα με τον περιφερειάρχη Θεσσαλίας, «η απαίτηση της Ε.Ε. για μείωση των απόβλητων κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων δημιουργεί μια νέα τάση αγοράς στους καταναλωτές της Ευρώπης. Προτιμώνται λιγότερα και ποιοτικά ρούχα, με αποτέλεσμα να έχουν πλεονέκτημα τα ευρωπαϊκής προέλευσης προϊόντα ακόμη και αν η τιμή τους είναι αυξημένη λόγω της αντοχής τους και της ελεγχόμενης φιλικής προς το περιβάλλον παραγωγής τους».
Η νέα παραγωγική δραστηριότητα αναμένεται να φέρει θέσεις εργασίας στην περιφέρεια, οι οποίες «απασχολούν κυρίως γυναίκες και άτομα που δεν έχουν ιδιαίτερο γνωστικό επίπεδο». Παράλληλα, για την ανάπτυξη των νέων επιχειρήσεων θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν υπάρχοντα άδεια κτίρια –πρώην εργοστάσια– που βρίσκονται στην περιφέρεια, προτείνει. Μάλιστα ως παράπλευρη συνέπεια προσθέτει την «απασχόληση μεταναστών σε οργανωμένους χώρους παραγωγής για γρήγορη ενσωμάτωσή τους στην τοπική κοινωνία».
Ο κ. Δημήτρης Κουρέτας αναφέρει ότι «η ελληνική παραγωγή κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων θα μειώσει τις εισαγωγές για τον Ελληνα καταναλωτή και παράλληλα θα αυξήσει τις εξαγωγές φέρνοντας συνάλλαγμα στη χώρα». Σήμερα εξάγεται εκκοκκισμένο βαμβάκι σε τρίτες χώρες προς μεταποίηση αξίας 500 εκατ. ευρώ ετησίως. «Η μισή ποσότητα να μεταποιηθεί στη χώρα (περίπου αυτή που παράγει η Θεσσαλία) και να εξαχθεί ως βασικό ρούχο ευρείας κατανάλωσης θα αποφέρει συνάλλαγμα αξίας 3.500 εκατ. ευρώ ετησίως». Οσον αφορά τις επενδύσεις, «θα απαιτηθούν 1,3 έως 1,5 δισ. ευρώ με χρόνο ζωής των επενδύσεων αυτών τα 10 χρόνια», αναφέρει με βάση την έρευνα που έχει πραγματοποιήσει σχετικά. «Δηλαδή με 1,5 δισ. ευρώ εξοπλισμό στη δεκαετία θα έχουμε 40 δισ. ευρώ εξαγωγές και εισοδήματα περίπου 4,5 δισ. ευρώ στην τοπική κοινωνία».
Παράλληλα, προσθέτει ότι η ανάπτυξη της μεταποίησης «θα δημιουργήσει περίπου 15.000 μόνιμες θέσεις εργασίας και τουλάχιστον 5.000 θέσεις έμμεσης απασχόλησης, αποφέροντας τουλάχιστον 450 εκατ. ευρώ σε μισθούς και αντίστοιχες εισφορές στα ασφαλιστικά ταμεία».