Η Ελλάδα είναι μια κιβωτός βιοποικιλότητας, και μάλιστα με είδη δοκιμασμένα σε σχετικά ξηρές και θερμές κλιματικές καταστάσεις. Ταυτόχρονα όμως η χλωρίδα και η πανίδα της περιοχής πιέζονται ιδιαίτερα από την κλιματική αλλαγή με αποτέλεσμα είδη να απειλούνται με συρρίκνωση ή και εξαφάνιση. Ενα φυσικό όπλο για να αντέξουν στις κλιματικές πιέσεις είναι η γενετική ποικιλότητα σε γονίδια προσαρμογής.
Μια μεγάλη διεθνής μελέτη, που δημοσιεύθηκε πρόσφατα στο Nature Ecology & Evolution με συμμετοχή επιστημόνων από 60 πανεπιστήμια και ερευνητικά ιδρύματα 31 χωρών (από την Ελλάδα συμμετείχε το ΑΠΘ), κατέδειξε πως οι τρέχουσες προσπάθειες για την παρακολούθηση της γενετικής ποικιλότητας στην Ευρώπη είναι ελλιπείς και ανεπαρκείς. Μάλιστα ειδικά στη Βαλκανική και στην Ελλάδα, εκεί όπου απαιτείται η πιο έντονη προσπάθεια, παρουσιάζονται και τα περισσότερα κενά. «Προσδιορίστηκαν γεωγραφικές περιοχές που αντιστοιχούν σε συνθήκες κοντά στα ξηροθερμικά κλιματικά όρια ανοχής 147 ειδών φυτών και ζώων, που θεωρούνται τα σημαντικότερα για τις σημερινές και δυνητικά τις μελλοντικές δράσεις προστασίας και διατήρησης», λέει στην «Κ» ο κ. Φίλιππος Αραβανόπουλος, καθηγητής στο Τμήμα Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος του ΑΠΘ, που συμμετείχε στην έρευνα. Οι συγγραφείς χαρακτήρισαν κλιματικούς «οριακούς θώκους» περιοχές όπου βρίσκεται το 25% των φυσικών πληθυσμών. Τα είδη που απειλούνται παρέχουν ανεκτίμητες υπηρεσίες στο περιβάλλον και στην κοινωνία, όπως η επικονίαση των καλλιεργειών, ο έλεγχος παρασίτων, ο καθαρισμός του νερού και η ρύθμιση του κλίματος.
Ελλιπείς οι προσπάθειες για την παρακολούθηση της γενετικής ποικιλότητας στην Ευρώπη και ειδικότερα στην Ελλάδα.
«Οι περισσότερες περιοχές με οριακές καταστάσεις βρίσκονται στη Μεσόγειο και στη Βαλκανική. Αυτοί οι πληθυσμοί έχουν μια αντίφαση: Αφενός έχουν μεγαλύτερη δυνατότητα προσαρμογής, γιατί ήταν ήδη σε θερμά και ξηρά κλίματα για χιλιάδες χρόνια, άρα είναι πολύτιμοι για την ανταπόκριση στις νέες συνθήκες. Από την άλλη απειλούνται ιδιαίτερα καθώς η κλιματική αλλαγή εξελίσσεται πιο γρήγορα στην περιοχή τους», εξηγεί ο κ. Αραβανόπουλος. Σύμφωνα με τον καθηγητή της Δασολογίας, «η γενετική ποικιλότητα θα έπρεπε να παρακολουθείται με “check up” στο πεδίο σε κρίσιμα είδη. Στη Βόρεια Ευρώπη γίνεται, όχι όμως στη Βαλκανική, στην Ελλάδα και την Τουρκία».
«Η Ελλάδα έχει πολλά ενδημικά είδη, αρκετά από τα οποία απειλούνται, όπως η κεφαλληνιακή ελάτη και η υβριδογενής ελάτη», σημειώνει ο καθηγητής του ΑΠΘ. Είναι γνωστό πως μετά την καταστροφική πυρκαγιά στον δρυμό της Πάρνηθας υπήρξε μεγάλη δυσκολία για την επιστροφή της κεφαλληνιακής ελάτης στα εδάφη που ήταν πριν, καθώς οι κλιματικές συνθήκες έχουν αλλάξει. «Λόγω της κλιματικής αλλαγής θα πιεστούν τα δάση που βρίσκονται σε χαμηλό υψόμετρο, ειδικά σε περιοχές όπως η Κρήτη, η Πελοπόννησος κ.λπ.», σημειώνει ο κ. Αραβανόπουλος. Ο καθηγητής αναφέρεται σε μέτρα όπως αναδασώσεις, φυτεύσεις, κράτηση σπόρων από τις συγκεκριμένες περιοχές, άτομα σε απόθεμα. Αντίστοιχα, για τα πουλιά μπορεί να ενισχυθεί η φωλεοποίηση, δηλαδή η δημιουργία ξανά κατάλληλων φωλιών, σε περιοχές που έχουν καταστραφεί. Κάτι τέτοιο έγινε πρόσφατα στο δάσος της Δαδιάς για τα αρπακτικά. «Γενικά πρέπει να δώσουμε χώρο στη φύση. Οι περιοχές προστασίας, όπως του Δικτύου Natura 2000, να ελέγχονται ουσιαστικά και να μην είναι στα χαρτιά», συμπληρώνει.