Τα ανέμελα παιδιά των ’80ς και ’90ς έγιναν αυστηροί γονείς

Τα ανέμελα παιδιά των ’80ς και ’90ς έγιναν αυστηροί γονείς

Ζητούν καθοδήγηση, σπάνε στερεότυπα

6' 33" χρόνος ανάγνωσης

Ποιος είναι ο πιο σωστός γονιός; Ο κουλ ή ο μονίμως στην… πρίζα; Αυτός που στηρίζεται στις οδηγίες των ειδικών ή στο ένστικτό του; Πότε ήταν καλύτερα να είσαι παιδί; Στην Ελλάδα της δεκαετίας του ’80 ή στη σημερινή; Τι στίγμα άφησαν πάνω μας οι παιδαγωγικές μέθοδοι των γονιών μας και τι θα έχουν να καταλογίσουν σε εμάς οι αυριανοί ενήλικοι;

Η «πάλη» των γενεών ουκ ολίγες φορές μεταφέρεται και στον γονεϊκό ρόλο. «Και εσύ που μεγάλωσες έτσι, τι έπαθες;». Πρόκειται για ένα πολύ συχνό επιχείρημα, μια ατάκα που βγαίνει αβίαστα από τους παππούδες προς τους γονείς, όταν οι δεύτεροι δίνουν αυστηρές οδηγίες για το πώς πρέπει να φέρονται όσο προσέχουν τα εγγόνια τους. «Να μην του δώσεις γλυκό, να μην ανοίξετε την τηλεόραση, να κοιμηθεί νωρίς». Αυτές είναι οι πιο συνηθισμένες εντολές των σύγχρονων γονέων, οι οποίοι τείνουν να αναζητούν όλο και περισσότερο καθοδήγηση σε θέματα γονεϊκότητας. Ενδεικτικά, πάνω από 300.000 άτομα έχουν αλληλεπιδράσει με την πλατφόρμα Project Parenting, από την ίδρυσή της το 2020 έως σήμερα. Οπως ήταν, λοιπόν, αναμενόμενο, η συμμετοχή των γονέων την προηγούμενη Δευτέρα και την Τρίτη στη διαδικτυακή ημερίδα με τίτλο «Σπάμε τα στερεότυπα», που διοργάνωσε η εν λόγω πλατφόρμα, ήταν μεγάλη.

«Η πρόθεση κάθε γενιάς είναι να διαφοροποιηθεί από την προηγούμενη, καθώς δεν θέλει τα παιδιά της να υποστούν καταστάσεις που αξιολογεί ως αρνητικές», σημειώνει στην «Κ» η Φωτεινή Μελετάκη, εκπαιδεύτρια γονέων στο project parenting, που ανέλαβε την εν λόγω θεματική της ημερίδας. Ο τρόπος ανατροφής των παιδιών τις δεκαετίες του ’80 και του ’90 και σήμερα απέχει έτη φωτός: η γενιά της Μεταπολίτευσης έκανε νεότερη οικογένεια, έχοντας περισσότερο φιλελεύθερες απόψεις από τους γονείς της και σαφώς καλύτερη οικονομική κατάσταση. Είχαν, ωστόσο, περιορισμένη πληροφόρηση για διατροφικά και περιβαλλοντικά ζητήματα, λίγοι διέθεταν γνώσεις παιδαγωγικής.

Οι millennials, λοιπόν, μεγάλωσαν με τηγανητές πατάτες και παγωτό, τηλεόραση, πολλές ώρες στον ήλιο και πού και πού καμιά… σφαλιάρα. «Ακόμα όσοι έχουν επίγνωση των αστοχιών των δικών τους γονιών, συχνά τις αναπαράγουν ασυναίσθητα, χωρίς να προλάβουν καν να το σκεφτούν· πρόκειται για τα περίφημα “τυφλά σημεία” της γονεϊκότητας, με τα οποία εμείς δουλεύουμε», σχολιάζει η κ. Μελετάκη. Κάποιος που μεγάλωσε με σωματική βία ως μέσο τιμωρίας, μπορεί να την αναπαραγάγει ως λεκτική ή ψυχολογική βία. Παιδιά που μεγάλωσαν με γονείς συναισθηματικά μη διαθέσιμους, που δεν είχαν χρόνο για εκείνα, σήμερα μπορεί οι ίδιοι να απορροφούνται σε άλλες ασχολίες, που ακόμα και αν γίνονται στον χώρο του σπιτιού, αποτρέπουν τη σύνδεση με το παιδί, όπως η ενασχόληση με τα social media.

Σύμφωνα με τη δρα Ζωή Μακά, ψυχολόγο – ψυχοθεραπεύτρια ενηλίκων – ζεύγους – οικογένειας, είναι ελπιδοφόρο ότι οι νέοι γονείς δεν διστάζουν να απευθυνθούν σε επαγγελματίες ψυχικής υγείας. «Εχει σπάσει το ταμπού που επικρατούσε παλαιότερα, οι γονείς ζητούν τη γνώμη μας πλέον για την ψυχοκοινωνική ανάπτυξη του παιδιού αλλά και για τις βέλτιστες παιδαγωγικές πρακτικές». Κάποιοι θεραπευόμενοί της έχουν συχνά την παρρησία να θίξουν παθολογικά μοτίβα που θέλουν να αποβάλουν. «Δουλεύω με γονείς που μου λένε ευθέως “έφαγα πολύ ξύλο από τους δικούς μου, δεν θέλω να γίνω τέτοιος πατέρας” ή “με υποτιμούσε συστηματικά η μητέρα μου, δεν θέλω να κάνω το ίδιο”», υπογραμμίζει. «Φυσικά το δείγμα δεν είναι αντιπροσωπευτικό, διότι για να φτάσεις να ξεκινήσεις ψυχοθεραπεία, το επίπεδο επίγνωσής σου είναι υψηλό, κάτι που δεν διαθέτουν πολλοί».

Ενεργοποίηση του πατέρα

Η σημαντικότερη κατάκτηση της σύγχρονης οικογένειας, σύμφωνα με τη δρα Μακά, είναι η ενεργοποίηση του πατέρα. «Τη δεκαετία του ’60 ο πατέρας ήταν μόνο κουβαλητής, αλλά και τις επόμενες δεκαετίες παρέμεινε λίγο-πολύ απών», σχολιάζει, «τώρα, δίνει παντού το “παρών”, αρκεί να ρίξουμε μια ματιά στις παιδικές χαρές, τα προαύλια των σχολείων, τα παιδικά πάρτι». Ετσι, χτίζεται ουσιαστική σχέση μεταξύ πατέρα και παιδιού, επιμερίζονται οι ευθύνες της γονεϊκότητας και η πατρική φιγούρα αποκτά σάρκα και οστά – παύει να είναι μια αόριστη έννοια.

Προσπαθούν να διαφοροποιηθούν από τις προηγούμενες γενιές, αποκτώντας περισσότερες γνώσεις πάνω σε παιδαγωγικά ζητήματα, ωστόσο ουκ ολίγες φορές υπερβάλλουν και οδηγούνται σε burn out.

Μέλημα των millennials, μαμάδων και μπαμπάδων, κατά την κ. Μελετάκη, είναι να προσφέρουν ποσοτικό και ποιοτικό χρόνο στα παιδιά. «Θα είναι σημαντική κατάκτηση να έχουν στιβαρή σχέση με τα παιδιά τους, καθώς οι κίνδυνοι που θα αντιμετωπίσουν τα παιδιά στην πορεία προς την ενηλικίωση είναι αόρατοι και συχνά μη προβλέψιμοι· η κοινωνία, στην οποία εμείς μεγαλώσαμε, δεν υφίσταται πια».

Η κ. Μελετάκη αναγνωρίζει ότι η γενιά της Μεταπολίτευσης «έσπασε» πολλά στερεότυπα από τη συμπεριφορά των δικών της γονιών, οι οποίοι διακατέχονταν από το κατοχικό σύνδρομο και ακολούθησαν αυστηρές παιδαγωγικές μεθόδους. «Το στοίχημα για τους σημερινούς γονείς είναι να καλλιεργήσουν τη συναισθηματική νοημοσύνη των παιδιών τους, η οποία τις προηγούμενες δεκαετίες παραμελήθηκε», σημειώνει. Φράσεις όπως «οι άνδρες δεν κλαίνε», «τα καλά κορίτσια δεν κλαίνε» είχαν καταντήσει «καραμέλα», τώρα όμως αφήνουμε στο παιδί χώρο να εκφράσει το συναίσθημά του. «Οι γονείς σήμερα έχουν δυσκολία να διαχειριστούν τα συναισθηματικά ξεσπάσματα των παιδιών τους, ειδικά σε δημόσιους χώρους, διότι δεν έχουν το ανάλογο βίωμα, στους ίδιους αυτό δεν επετράπη ποτέ».

Στην οικογενειακή ζωή τη δεκαετία του ’80, η δρ Μακά διέκρινε μια αίσθηση ανεμελιάς που είχε αναμφισβήτητα θετική επίδραση σε όλους. «Οι γονείς ήταν νεότεροι, με λιγότερο απαιτητικές δουλειές και ωράρια», υπενθυμίζει η ίδια, «όσοι μεγάλωσαν ειδικά εκτός Αθήνας απόλαυσαν μεγαλύτερη ελευθερία και παιχνίδι σε ανοιχτούς χώρους». Σήμερα, «υπάρχουν παιδιά που ξεκινούν φροντιστήρια από την Α΄ δημοτικού, ενώ σχεδόν όλα έχουν ένα υπερπλήρες πρόγραμμα δραστηριοτήτων· χάνουν πολύ νωρίς την παιδικότητά τους», επισημαίνει. Επίσης, πολλοί γονείς, στην προσπάθειά τους να ενισχύσουν γνωστικά το παιδί τους, αναλαμβάνουν τον ρόλο του δασκάλου το απόγευμα στο σπίτι. «Είναι όμως λάθος, γιατί πρόκειται για διαφορετικούς ρόλους, που δεν πρέπει να συγχέονται», σχολιάζει η δρ Μακά.

«Είναι σημαντικό, φυσικά, να δίνουμε ερεθίσματα και γνώσεις στα παιδιά, ωστόσο ο κενός χρόνος και το αδόμητο παιχνίδι, στο οποίο ορίζουν μόνα τους τους κανόνες χωρίς δική μας παρέμβαση, έχουν ευεργετική επιρροή στη διαμόρφωση της προσωπικότητάς τους· μαθαίνουν από μικρά την έννοια της αποτυχίας με παιγνιώδη τρόπο», συμπληρώνει η ίδια.

Εμπλοκή πολλών προσώπων

Τις προηγούμενες δεκαετίες η μορφή της οικογένειας ήταν πιο διευρυμένη. «Ειδικά στις μικρές κοινωνίες πολλά πρόσωπα εμπλέκονταν στο μεγάλωμα ενός παιδιού», παρατηρεί η κ. Μελετάκη. «Αυτό είχε θετικές και αρνητικές πτυχές: το παιδί μπορούσε να το τιμωρήσει ο δάσκαλος ή ο παπάς του χωριού για κάποια συμπεριφορά του εντός του σπιτιού, επομένως χανόταν η συνοχή στην παιδαγωγική γραμμή του γονιού». Ταυτόχρονα, όμως, η επαφή με πολλαπλές προσωπικότητες ωφελούσε τα παιδιά. «Οι ανήλικοι έχουν την τάση να προσκολλώνται στα θετικά πρότυπα, οπότε εκείνες τις εποχές είχαν τη δυνατότητα να ταυτιστούν και να παραδειγματιστούν από πρόσωπα κύρους, χωρίς απαραίτητα να πρόκειται για συγγενείς τους».

Δεν είναι λίγες οι φορές, πάντως, που οι νέοι γονείς υπερβάλλουν και οδηγούνται σε burn out ή δίνουν τα ηνία της οικογενειακής ζωής στα παιδιά τους. «Eπιδιώκουν το Σαββατοκύριακο να αναπληρώνουν τον χαμένο χρόνο απ’ όλη την εβδομάδα, “γεμίζοντάς” το με κοινές δραστηριότητες και εξόδους σε τέτοιο βαθμό, που συχνά φοβούνται να αφήσουν ένα “κενό” χρονικό διάστημα, στο οποίο να μείνουν εκείνοι με τα παιδιά τους απλώς σπίτι», συμπληρώνει η κ. Μελετάκη. Οι αγωνίες τους, τις οποίες εκφράζουν χωρίς αναστολές, «είναι συχνά ψευτοδιλήμματα, τα οποία όσο μεγαλώνει το παιδί επιλύονται αυτόματα». Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το ζήτημα του ύπνου. «Εχουν τύψεις επειδή το παιδί τους καταλήγει να κοιμάται στο κρεβάτι τους, καθώς το θεωρούν ότι θα δυσκολευτεί μελλοντικά να αυτονομηθεί». Αντί απάντησης, η κ. Μελετάκη συχνά τους κάνει απλώς μια αναδρομή στο παρελθόν. «Πριν από 50 χρόνια, σε αγροτικές περιοχές, ολόκληρη η πολυμελής οικογένεια κοιμόταν σε ένα δωμάτιο, τα παιδιά της δούλευαν από μικρή ηλικία, πολλά εξ αυτών μετανάστευσαν κρατώντας επικοινωνία με τη μητέρα τους μέσω μια αραιής αλληλογραφίας», υπενθυμίζει. «Το παιδί χρειάζεται χρόνο εγγύτητας, αν αυτό δεν καλύπτεται την ημέρα, θα γίνει τη νύχτα», αναφέρει μια από τις πιθανές ερμηνείες. «Οι σύγχρονοι γονείς και ειδικά οι μητέρες, που καταβάλλουν προσπάθεια για να αποβάλουν εμπεδωμένες πρακτικές από τα δικά τους παιδικά χρόνια, θα φτάσουν σε υπερβολές, μέχρις ότου κατορθώσουν να βρουν τη χρυσή τομή», καταλήγει.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT