Μπερνάρ Τσουμί: Παραδόξως, δεν θα άλλαζα τίποτα

Μπερνάρ Τσουμί: Παραδόξως, δεν θα άλλαζα τίποτα

Για πολλά χρόνια ο Μπερνάρ Τσουμί ήταν στην Ελλάδα ένα πρόσωπο οριακά ανεπιθύμητο· για όσους τουλάχιστον γνώριζαν το όνομά του και μπορούσαν να τον συνδέσουν με το πρώτο και πιο εμβληματικό δημόσιο κτίριο της Αθήνας του 21ου αιώνα. Το Μουσείο της Ακρόπολης, ένα από τα σημαντικότερα διεθνή πρότζεκτ του μαζί με το πάρκο της Villette στο Παρίσι, είχε δεχθεί αδυσώπητη κριτική, κυρίως εδώ στην Αθήνα

4' 40" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Για πολλά χρόνια ο Μπερνάρ Τσουμί ήταν στην Ελλάδα ένα πρόσωπο οριακά ανεπιθύμητο· για όσους τουλάχιστον γνώριζαν το όνομά του και μπορούσαν να τον συνδέσουν με το πρώτο και πιο εμβληματικό δημόσιο κτίριο της Αθήνας του 21ου αιώνα. Το Μουσείο της Ακρόπολης, ένα από τα σημαντικότερα διεθνή πρότζεκτ του μαζί με το πάρκο της Villette στο Παρίσι, είχε δεχθεί αδυσώπητη κριτική, κυρίως εδώ στην Αθήνα. Η στιβαρή κατασκευή από μέταλλο και γυαλί ανάμεσα στις ανασκαφές και το κτίριο Βάιλερ είχε κριθεί από μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης αλλά και από τμήμα της αρχιτεκτονικής κοινότητας ως «υπερφίαλη», «ασεβής» προς το τοπίο και «ανταγωνιστική» σε σχέση με τον Ιερό Βράχο και τον Παρθενώνα.

Δεκαπέντε χρόνια μετά τα εγκαίνια της 20ής Ιουνίου του 2009, όταν η μεταολυμπιακή Ελλάδα πάσχιζε να συντηρήσει λίγη από την απατηλή της λάμψη, ο σπουδαίος Ελβετογάλλος αρχιτέκτονας, θεωρητικός και ακαδημαϊκός, βρίσκεται ξανά στην Ελλάδα σε ένα πολύ διαφορετικό περιβάλλον: αύριο στις 7 το απόγευμα το Τμήμα Αρχιτεκτόνων του Πανεπιστημίου Πατρών θα τον αναγορεύσει σε επίτιμο διδάκτορα. Εχουν αλλάξει υπερβολικά πολλά ανάμεσα στην Ελλάδα του 2009 και του 2024, αλλά όσον αφορά τον Μπερνάρ Τσουμί η σημαντικότερη μεταβολή είχε να κάνει με την ταχύτατη ενσωμάτωση του Μουσείου της Ακρόπολης στον αστικό ιστό της Αθήνας. Οχι μόνο η ελληνική κοινωνία «χώνεψε» το κτίριο μέσα σε λίγους μήνες, αλλά ο συμβολικός του ρόλος ως κιβωτού του λαμπρότερου μνημείου της κλασικής αρχαιότητας το ανέδειξε στο δημοφιλέστερο ελληνικό μουσείο.

Εχοντας τη χαρά να μιλήσουμε μαζί του λίγες ημέρες πριν από το νέο του ελληνικό ταξίδι, δεν μπορώ να μην ξεκινήσω την κουβέντα από τις αθηναϊκές αναμνήσεις του όσο χτιζόταν το μουσείο. «Απίστευτος ενθουσιασμός και ανιδιοτελής αφοσίωση στον κοινό σκοπό. Ολοι ανταποκρίθηκαν στην πρόκληση, είτε ήταν αρχαιολόγοι, είτε αρχιτέκτονες, είτε εργάτες. Και ξέρετε, αυτό δεν είναι κάτι που το συναντάς κάθε μέρα, είναι πραγματικά σπάνιο». Στις επισκέψεις του στο Μουσείο μετά την έναρξη λειτουργίας του παρατήρησε πράγματα που θα είχε κάνει διαφορετικά; «Παραδόξως όχι!», λέει και χαμογελάει. «Συνέβη κάτι απίστευτο εδώ: πιστεύω ότι τα καταφέραμε με την πρώτη!».

Ο ερχομός του Μπερνάρ Τσουμί στην Αθήνα συμπίπτει χρονικά τόσο με τη συμπλήρωση 15 χρόνων λειτουργίας του Μουσείου όσο και με τα επικείμενα εγκαίνια (26 Ιουνίου) του Μουσείου της Ανασκαφής στην ανασκαμμένη έκταση των 4.000 τ.μ., πάνω στην οποία ακουμπάει η αρχιτεκτονική του σύλληψη. Αλήθεια, πόσο σημαντικός ήταν για τον ίδιο ο υπόγειος κόσμος των αρχαίων ευρημάτων κάτω από το μουσείο; Πώς αντιλαμβάνεται την αντιπαράθεση της Ιστορίας με ένα τόσο σύγχρονο κτίριο; «Ολόκληρο το Μουσείο της Ακρόπολης αφορά την υπέρθεση τριών επιπέδων: τις ανασκαφές, τον κεντρικό πυρήνα από σκυρόδεμα και τη γυάλινη Αίθουσα του Παρθενώνα. Με αυτόν τον τρόπο έγινε και η αρχική σύλληψη. Και ναι, σκέφτηκα ότι θα ήταν ωραίο να εφευρεθεί μια νέα τυπολογία κολόνας: η τριμερής κολόνα, η οποία επιτρέπει την προστασία των αρχαιοτήτων, διασφαλίζοντας παράλληλα τη σταθερότητα της νέας κατασκευής». Ολοκληρώνοντας τη θεματική ενότητα του Μουσείου της Ακρόπολης δεν μπορώ να μην του ζητήσω την άποψή του για το μέλλον του ελληνικού αιτήματος. «Νομίζω είναι πια θέμα χρόνου», αποφαίνεται.

«Φιλέλλην και μεσογειακός»

Ο αρχιτέκτων, καθηγητής και πρόεδρος του τμήματος Αρχιτεκτόνων του Πανεπιστημίου Πατρών Γιάννης Α. Αίσωπος εργάστηκε στο γραφείο του Τσουμί στη Νέα Υόρκη για τέσσερα χρόνια. Τι αναμνήσεις έχει; «Είναι μια ιδιαίτερα χαρισματική προσωπικότητα που σε σαγηνεύει στην επαφή και τη συνομιλία μαζί του, αυτή ήταν χωρίς αμφιβολία και η δική μου εντύπωση την πρώτη φορά που συναντηθήκαμε. Θα τον χαρακτήριζα “φιλέλληνα”, πνευματικά –αναγνωρίζοντας τον ρόλο και τη συμβολή του ελληνικού πολιτισμού στην παγκόσμια δημιουργία– αλλά και προσωπικά, ως άνθρωπος, είναι μεσογειακός: γλυκός, συναισθηματικός, γενναιόδωρος και παράλληλα πείσμων και εκρηκτικός. Το Μουσείο της Ακρόπολης και η εργασία του για χρόνια στην Αθήνα ενδυνάμωσαν αναμφίβολα την πτυχή αυτή της προσωπικότητάς του. Πιστεύω πως γνωρίζει ότι πρόκειται για το έργο με τον μεγαλύτερο αντίκτυπο, σε παγκόσμια κλίμακα, από όλα όσα έχει σχεδιάσει, λόγω της ανεκτίμητης αξίας της συλλογής που στεγάζει».

Στην αρχιτεκτονική, θεωρία και πράξη είναι αχώριστες. Είναι κάτι που ξέρουμε εδώ και 2.500 χρόνια και το χρωστάμε στην Ελλάδα· η αρχιτεκτονική επηρέασε τη φιλοσοφία όσο η φιλοσοφία την αρχιτεκτονική.

Κάτι που δεν είναι ευρύτερα γνωστό στην Ελλάδα είναι το τεράστιο ακαδημαϊκό εκτόπισμα του Τσουμί, που οφείλεται κυρίως στα 15 χρόνια θητείας του ως κοσμήτορος της Αρχιτεκτονικής Σχολής του Πανεπιστημίου Columbia της Νέας Υόρκης. Στα χρόνια του η σχολή εκτοξεύθηκε στον αφρό της ακαδημαϊκής πρωτοπορίας ως το πλέον δυναμικό κύτταρο παραγωγής αρχιτεκτονικής σκέψης στον κόσμο. Πώς στέκεται ο ίδιος ανάμεσα στις δύο ιδιότητες του θεωρητικού και του επαγγελματία αρχιτέκτονα; «Στην αρχιτεκτονική θεωρία και πράξη είναι αχώριστες. Είναι κάτι που ξέρουμε εδώ και 2.500 χρόνια και το χρωστάμε στην Ελλάδα· η αρχιτεκτονική επηρέασε τη φιλοσοφία όσο η φιλοσοφία επηρέασε την αρχιτεκτονική».

Η κλιματική κρίση

Παρά τις ισχυρές θεωρητικές του βάσεις, ο Τσουμί είχε πρωταγωνιστικό ρόλο στην πληθωρική εποχή των αρχιτεκτόνων-σταρ, μια εποχή που αποθέωσε τη φόρμα και τους υψηλούς προϋπολογισμούς και την οποία υποτίθεται αφήνουμε πίσω μας λόγω πανδημίας και κλιματικής κρίσης. Πώς εισπράττει ο ίδιος τη διαφαινόμενη αλλαγή παραδείγματος στην αρχιτεκτονική πράξη; «Στην αρχιτεκτονική υπάρχουν κύκλοι που συνήθως αποτυπώνουν τις εκάστοτε κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες. Θα πρέπει να θυμόμαστε ότι τη δεκαετία του 1970 υπήρχε λίγη δουλειά για τους νέους αρχιτέκτονες της εποχής, κάτι που τους έδωσε χρόνο να γίνουν πιο επινοητικοί. Κάποια στιγμή άρχισαν να χτίζουν, γιατί είχαμε τους αρχιτεκτονικούς διαγωνισμούς. Αυτοί έκαναν τη διαφορά. Σήμερα όμως γίνονται όλο και λιγότεροι».

Η απελευθέρωση από την «τυραννία» της μορφής δίνει χώρο σε νέες ιδέες; «Πιστεύω ότι η αρχιτεκτονική δεν αφορά απλώς τη γνώση των μορφών: αφορά τις έννοιες και τις ιδέες. Η κλιματική κρίση παρουσιάζει μια καλή ευκαιρία να εφεύρουμε το αδύνατο: νέες έννοιες που ξεπερνούν το ζήτημα της κλιματικής αλλαγής και το μετατρέπουν σε θετικό παράγοντα επινοητικότητας και καινοτομίας».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT