«Εμένα μου πήρε 40 χρόνια να φύγω»

«Μα γιατί κάποιες γυναίκες κάθονται και τρώνε ξύλο;», ρωτούν πολλοί. Δύο θύματα ενδοοικογενειακής βίας εξηγούν στην «Κ» πώς ο φόβος, η ντροπή και η ανασφάλεια εμποδίζουν τη χειραφέτηση. «Μη μας κρίνετε από τον καναπέ σας», λένε

8' 4" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Την Τετάρτη η Σοφία Σαράντη πήγε για μπάνιο. Κάθισε στη θάλασσα για ώρα μήπως ξεθυμώσει. Με αφορμή την υπόθεση Λύτρα, είχε έρθει αντιμέτωπη για άλλη μία φορά με την καχυποψία της κοινωνίας απέναντι στα θύματα. «Γιατί δεν φεύγουν;». «Γιατί μια γυναίκα να κάθεται να τις τρώει;», διάβαζε στο Facebook, άκουγε στην τηλεόραση ή στα διπλανά τραπέζια. «Γιατί φοβόμαστε, γι’ αυτό δεν φεύγουμε, μπορείτε να το καταλάβετε;», θα μου έλεγε λίγο αργότερα στο τηλέφωνο. «Εμένα μου πήρε 40 χρόνια να φύγω. Δεν ξέρετε την ιστορία μας, τον φόβο, την ντροπή, την ανασφάλεια. Μη μας κρίνετε από τον καναπέ σας. Παρακολουθώ αυτή την υπόθεση και είναι σαν να βλέπω copy paste ό,τι μου συνέβη. Οι ίδιες δικαιολογίες, τα ίδια “σ’ αγαπώ”, “δεν θα το ξανακάνω”. Θα το ξανακάνει. Και κάθε φορά θα είναι χειρότερη από την προηγούμενη».

Η Σοφία έφαγε το πρώτο χαστούκι πριν ακόμη αρραβωνιαστούν. «Πήρα τα πράγματά μου να φύγω, αλλά έπεσαν όλοι πάνω μου. Ηταν λάθος, δεν θα ξανασυμβεί, τα γνωστά». Πράγματι δεν συνέβη ξανά μέχρι τον γάμο τους, τέσσερα χρόνια αργότερα. «Συμπεριφερόταν σαν να είμαι κτήμα του. Μου απαγόρευε να τηλεφωνώ σε συγκεκριμένους ανθρώπους, έτσι το έλεγε, “σου απαγορεύω” (σ.σ. η Σοφία Πολυζωγοπούλου δέχθηκε επίθεση από τον Απόστολο Λύτρα στο εστιατόριο γιατί κοιτούσε το κινητό της). Ή έλεγε “για τόλμα να γυρίσεις μετά τις 10 και θα δεις”». Τη μείωνε, ακόμη και μπροστά σε τρίτους. «Δεν ήξερα πώς να το διαχειριστώ. Εργαζόμουν, είχαμε δύο παιδιά. Εκανα υπερπροσπάθεια να μη μιλήσω, να μη γίνουμε ρεζίλι. Δεν ήθελα να το πω στους γονείς μου, ο πατέρας μου είχε την καρδιά του. Φυσικά όλα τα χρήματα πήγαιναν σε εκείνον, εγώ κρατούσα ένα πολύ μικρό ποσό για τα προσωπικά μου».

Πίσω από κάθε σκέψη για διαζύγιο καιροφυλακτούσε ο φόβος. Πώς θα συντηρεί σπίτι και δύο παιδιά με ένα μισθό; «Θα δουλεύω δύο δουλειές», σκεφτόταν. Και αμέσως μετά: «Ο ένας μισθός θα φεύγει μόνο σε κυρία για φύλαξη». «Αν μια γυναίκα, παρά τον πόνο, δεν είναι μέσα της έτοιμη να φύγει, δεν θα φύγει. Θα πάρει χρόνια και πολλά βήματα να το αποφασίσει. Ας είναι τυχερή μέσα στην ατυχία της να έχει επιζήσει έως τότε και να μην έχει σακατευτεί».

Τελικά, ύστερα από έναν ξυλοδαρμό έρχεται το διαζύγιο. Ο πρώην άνδρας της καταδικάζεται πρωτόδικα αλλά και στο εφετείο. «Εφυγα χωρίς να πάρω σεντ. Τα παιδιά ήταν φοιτητές, φοβόμουν μη σταματήσει να τα συντηρεί».

Ηταν το πρώτο διαζύγιο, θα ακολουθούσε κι άλλο. «Μετά από επτά χρόνια με πλησιάζει εκ νέου. “Χαλάσαμε τη ζωή μας, ούτε εγώ ούτε εσύ έχουμε ξαναπαντρευτεί. Δεν μπόρεσα γιατί σ’ αγαπώ. Ελα να τα ξαναβρούμε”, μου είπε. Του απάντησα ότι φοβάμαι. “Μα τι λες, είναι δυνατόν να ξανασηκώσω χέρι; Είμαι σε δεύτερο βαθμό καταδικασμένος!”, απάντησε. Αυτοί οι άνθρωποι, όπως ο κάθε Λύτρας, έχουν πειθώ, λέγειν. Ετσι έκανα το δεύτερο λάθος. Οχι, μην πεις καλά να πάθω. Είναι μια βαθιά και πολύ αργή διεργασία. Ενα βήμα μπρος, δύο πίσω».

«Οι γυναίκες επιστρέφουν σε αυτές τις σχέσεις όταν βλέπουν έναν άνδρα να κλαίει και να ωρύεται. Νομίζουμε ότι πια έχουμε εμείς το πάνω χέρι και θα αλλάξει», λέει η Κ.Ζ.

Επρεπε να βρεθεί κοντά στον θάνατο, ο Α3 επί του Α4 σπονδύλου στον αυχένα να πάθει προσθιολίσθηση, από το κεφάλι της που έβρισκε τοίχο ξανά και ξανά, για να βρει η Σοφία τη δύναμη να φύγει. Να μιλήσει, να πάρει βοήθεια, να καταλάβει γιατί έζησε ό,τι έζησε. «Ακόμη και τότε, όταν δεν είχα χρήματα για το νοίκι μου, σκεφτόμουν “πού πας;”. Μόνο εγώ μπορώ να καταλάβω τη γυναίκα που δεν φεύγει».

«Αλλη μία ευκαιρία»

Αυτές τις ημέρες και η Κ.Ζ. παρακολουθεί τις εξελίξεις στην υπόθεση Λύτρα στην τηλεόραση. Τα τραύματα της Πολυζωγοπούλου ήταν κάποτε –όχι πολύ παλιά– και δικά της. «Και ο Λύτρας μου θυμίζει τον άνδρα μου πολύ, έτσι νάρκισσος ήταν και εκείνος. Και με έσπασε στο ξύλο». Πρώτη φορά σήκωσε χέρι πάνω της δέκα χρόνια πριν, όταν ήταν επτά μηνών έγκυος στο πρώτο τους παιδί. «Με κλείδωσε έξω από την κρεβατοκάμαρα. Ενα μήνα αφού γέννησα με ξανάσπασε στο ξύλο. Με κράτησε όμηρο και με απειλούσε ότι θα κάνει κακό στον πατέρα και στη μητέρα μου». Κατάφερε να ξεφύγει και να βγει καταφύγιο στο πατρικό της. «Εβαλα μπροστά τις διαδικασίες για διαζύγιο, αλλά ήρθε κλαίγοντας. Σ’ αγαπάω, συγγνώμη, σκέψου το παιδί. Τα γνωστά. Του έδωσα έτσι άλλη μία ευκαιρία».

Από τότε τη χτυπούσε μία φορά τον χρόνο. Σαν κάποιου είδους γραμμάτιο. Αφορμή από το ότι δεν υπήρχε κόκα κόλα λάιτ στο ψυγείο μέχρι ένα βλέμμα που δεν του άρεσε. «Φυσικά χειροτέρευε σε ένταση. Μια φορά μου έβαλε το κεφάλι στη λεκάνη της τουαλέτας. Αλλη φορά με έριξε σε πισίνα και δεν με άφηνε να βγω». Η συγγνώμη ήταν η μόνιμη επωδός. Η συγγνώμη και τα κλάματα. «Γι’ αυτό οι γυναίκες επιστρέφουν σε αυτές τις σχέσεις όταν βλέπουν έναν άνδρα να κλαίει και να ωρύεται. Νομίζουμε ότι πια έχουμε εμείς το πάνω χέρι και θα αλλάξει».

Επτά χρόνια πέρασαν έτσι, ώσπου η Κ.Ζ. μια μέρα είπε το «ώς εδώ» και το εννοούσε. «Επρεπε να ζητήσουμε μετοίκηση, να φύγει ο σύζυγος από το σπίτι, κάτι το οποίο παίρνει ένα μήνα. Τότε έγινε το έλα να δεις. Τότε έζησα τον μεγαλύτερο φόβο που έχω ζήσει ποτέ. Να κοιμούνται τα παιδιά και να τα παίρνει από τα κρεβάτια και να τα πετάει στον αέρα. Να με γεμίζει αφρό ξυρίσματος. Να πηγαίνω στο αστυνομικό τμήμα, να λέω κοιτάξτε με πώς είμαι και να μου λένε “δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα αν δεν έχει γίνει η μετοίκηση”».

Κάποια στιγμή βγαίνει η απόφαση, φεύγει από το σπίτι. Ξαφνικά, ησυχία. Οι καθημερινές απειλές ότι θα σκοτώσει τη γυναίκα του, θα σκοτώσει τους δικούς της ανθρώπους, κοπάζουν. «Οταν πήρα τα μέτρα μου αποδείχθηκε ότι ήταν θρασύδειλος. Εχει εξαφανιστεί. Ούτε τα παιδιά δεν βλέπει». Οσο για την ίδια, συνεχίζει να ζει. «Οταν τελειώνει η υπερένταση στην οποία ζεις τόσα χρόνια, χαλαρώνει ο οργανισμός σου και παθαίνεις κρίσεις πανικού. Ολοι μου έλεγαν γιατί δεν έφευγα. Είχα δύο παιδιά, φοβόμουν για το πώς θα είναι η ζωή μου μετά. Φοβόμουν για τη ζωή μου».

«Η βία δεν θα σταματήσει από τον θύτη, αλλά από το θύμα»

Στις 16 Ιουνίου είχαν περάσει 77 ημέρες από την άγρια δολοφονία της Κυριακής Γρίβα έξω από το Αστυνομικό Τμήμα Αγίων Αναργύρων. Κατά μέσον όρο, κάθε ημέρα αυτές τις 77 ημέρες, το 100 δέχθηκε 133 κλήσεις για ενδοοικογενειακή βία, η Αστυνομία διαχειρίστηκε 80 περιστατικά, έκανε 49 συλλήψεις, χορήγησε 11 panic button και μετέφερε δύο θύματα σε δομές.

Σε 77 ημέρες η Αστυνομία διαχειρίστηκε 6.154 περιστατικά έμφυλης βίας, αριθμός ιλιγγιώδης, που παραμένει πάντως η κορυφή του παγόβουνου. Για κάθε μία γυναίκα που βγαίνει μπροστά να καταγγείλει τον κακοποιητή της, δεκάδες άλλες παραμένουν στη σιωπή, παράλυτες από τον φόβο. Τι θα κάνει; Πώς θα αντιδράσει; Τι θα γίνουν τα παιδιά; Θα τα πειράξει; «Ο φόβος είναι τόσο έντονος που οι γυναίκες που επικοινωνούν μαζί μας ανώνυμα δεν επιθυμούν να αναφέρουν καν την περιφέρεια στην οποία ζουν», λέει στην «Κ» η Δέσποινα Καβύρη, διευθύντρια της εφαρμογής OLGA (olgaforall.gr), που δημιούργησε ο οργανισμός «Πράξη Αγάπης» και στην οποία μια γυναίκα μπορεί να στείλει γραπτό μήνυμα και να επικοινωνήσει σε πραγματικό χρόνο με ψυχολόγο και κοινωνικό λειτουργό. «Στη λίστα με τις περιφέρειες επιλέγουν “άλλη”, σε μια προσπάθεια να μην προδοθούν. Να πούμε βέβαια ότι ο φόβος δεν είναι αδικαιολόγητος. Πολύ συχνά, σύμφωνα με έρευνες, όταν το θύμα τρέπεται σε φυγή ή αντιστέκεται, φτάνει να κινδυνεύει η ζωή του».

Η Κική Πετρουλάκη, ψυχολόγος και πρόεδρος του Δ.Σ. του Ευρωπαϊκού Δικτύου κατά της Βίας, συμφωνεί: «Οι γυναίκες που τόλμησαν να καταγγείλουν τη βία που υφίσταντο και δεν προστατεύτηκαν, έφτασαν να δέχονται χειρότερη κακοποίηση από ό,τι πριν και να ζουν σε ακόμη μεγαλύτερο φόβο. Αν μια γυναίκα έχει κάνει δύο και τρεις μηνύσεις, ο δράστης συνεχίζει να είναι μέσα στο σπίτι της και εκείνη έχει αναγκαστεί να κάνει ποινικές διαμεσολαβήσεις απειλούμενη, αυτή η γυναίκα δύσκολα θα ξανακαταγγείλει τον δράστη». Η φοβέρα του ότι «δεν μπορείς να μου κάνεις τίποτα» έχει βγει αληθινή.

«Αν μια γυναίκα έχει κάνει δύο και τρεις μηνύσεις, ο δράστης συνεχίζει να είναι μέσα στο σπίτι της και εκείνη έχει αναγκαστεί να κάνει ποινικές διαμεσολαβήσεις απειλούμενη, δύσκολα θα ξανακαταγγείλει τον δράστη», λέει η ψυχολόγος Κική Πετρουλάκη.

Ο φόβος λοιπόν είναι αυτός που τις κρατάει στην κακοποιητική σχέση, αλλά και αυτός ταυτόχρονα που τις προφυλάσσει. «Ο φόβος είναι πολύ χρήσιμο συναίσθημα και είναι το μοναδικό που τις κρατάει ασφαλείς», λέει η κ. Πετρουλάκη. «Καμιά φορά μπορεί να μην τον αξιολογήσουν πολύ επειδή έχει ανεβεί η ανοχή τους στη βία, και είναι το σημείο που συμβαίνουν οι γυναικοκτονίες». Οπως λέει, μια γυναικοκτονία μπορεί να γίνει χωρίς να έχει προηγηθεί βία. «Οι δράστες δεν ξεκινάνε δέρνοντας. Για τη δική τους προστασία δεν θα δείρουν ποτέ αν δεν τους είναι απαραίτητο για να διατηρήσουν τον έλεγχο. Θα προσθέσουν τη βία στις άλλες μεθόδους, αν δεν είναι αποτελεσματικές, και τη βλέπουν να φεύγει». Αν σε μια σχέση χωρίς βία, αλλά με ακραίο έλεγχο, η γυναίκα επιχειρήσει να απεμπλακεί, μπορεί να το πληρώσει ακόμη και με τη ζωή της.

«Ο φόβος είναι η πυξίδα της. Ο,τι κι αν πούμε εμείς, η γυναίκα ξέρει πότε κινδυνεύει. Κάθε επιλογή που θα κάνει, θα φέρει συνέπειες που θα υποστούν η ίδια και τα παιδιά της, όχι εμείς. Οπότε δεν τη συμβουλεύουμε τι να κάνει, γιατί στην πραγματικότητα θα είναι σαν να της λέμε πώς να ζήσει τη ζωή της. Αυτό το κάνει ο δράστης. Αυτό που εμείς κάνουμε είναι να της περιγράψουμε αντικειμενικά την κατάσταση και να την αφήσουμε να πάρει εκείνη την απόφαση».

Γι’ αυτό η έμφαση πρέπει να δοθεί στην πρόληψη, σύμφωνα με την κ. Καβύρη. «Η πρόληψη δεν είναι κρατική υπόθεση, είναι βασική δυναμική για μια υγιή κοινωνία. Μας παίρνουν γυναίκες που δεν είναι σίγουρες αν αυτό που βιώνουν είναι βία. Η βία δεν θα σταματήσει από τον θύτη, θα σταματήσει από το θύμα».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT