Ζουν και τη σκοτεινή όψη του μύθου

Ξέχειλοι κάδοι, νυχτερινή ηχορρύπανση, μικροκλοπές και «κυμαινόμενες» ταρίφες: αυτές είναι οι πιο συχνές «εκπλήξεις» που περιμένουν τους επισκέπτες των νέων –και πολυτελών– καταλυμάτων της Αθήνας. Η «Κ» ρώτησε τους υπευθύνους κεντρικών ξενοδοχείων για τα παράπονα που ακούν από τους πελάτες τους

7' 48" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Την περασμένη Κυριακή, μια φωτογραφία από την οδό Σοφοκλέους τράβηξε την προσοχή και είχε τα δικά της 15 δευτερόλεπτα διασημότητας στον ελληνικό διαδικτυακό μικρόκοσμο: μια συντροφιά ηλιοκαμένων πενηντάρηδων από κάποια χώρα του ευρωπαϊκού Βορρά διέσχιζε τον δρόμο στο ύψος του παλαιού Χρηματιστηρίου με φόντο μια σειρά κάδων απορριμμάτων που ναι μεν δεν φαίνονται ξέχειλοι από σκουπίδια, αλλά τριγύρω τους έχει σχηματιστεί μια μικρή χωματερή με οτιδήποτε μπορείς να βάλεις με τον νου σου.

Δεν είναι μια τόσο ασυνήθιστη εικόνα για τους αθηναϊκούς δρόμους: το απορριμματοφόρο περνάει, οι κάδοι αδειάζουν, αλλά υπολείμματα του περιεχομένου τους διαχέονται στην άσφαλτο ή στο πεζοδρόμιο εξαιτίας κάποιας περιστασιακής αστοχίας. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και ειδικότερα σελίδες αθηναϊκού ενδιαφέροντος είναι γεμάτες με παρόμοιες σκηνές αστικού αποτροπιασμού, που κάθε φορά μεγεθύνονται με την υπόμνηση ότι όλες αυτές οι τριτοκοσμικές ανορθογραφίες λαμβάνουν χώρα υπό το βλέμμα των διαρκώς αυξανόμενων επισκεπτών μας. Την ίδια στιγμή, τα ολοένα και περισσότερα ξενοδοχεία (την τελευταία δεκαετία καταγράφεται αύξηση 26% μόνο στο κέντρο της πόλης, χωρίς να υπολογίζουμε τις 14.000 ενεργές μονάδες βραχυχρόνιας μίσθωσης) παρουσιάζουν αξιοζήλευτη πληρότητα, ενώ συνολικά το 2023 αναδείχθηκε σε χρονιά-ρεκόρ για τον αθηναϊκό τουρισμό, με πάνω από 7 εκατ. διεθνείς αφίξεις μη κατοίκων στο «Ελευθέριος Βενιζέλος», από 6,4 εκατ. το 2019 (+10%).

«Δεν θα ξανάρθουμε γιατί…»

Μήπως, λοιπόν, όλα αυτά που κάνουν δύσκολη τη ζωή των ίδιων των Αθηναίων περνάνε εντελώς απαρατήρητα από τους ξένους επισκέπτες μας; «Δεν έχω ολόκληρη την εικόνα, αλλά από τους δικούς μας επισκέπτες σίγουρα δεν περνάνε», μου λέει σε γλυκόπικρο τόνο η Αναστασία Σγουμποπούλου, που μαζί με τα δύο αδέλφια της, Αλεξάνδρα και Κωνσταντίνο, μετέτρεψαν στα χρόνια της κρίσης μια στιβαρή μεσοπολεμική πολυκατοικία της πλατείας Αγίας Ειρήνης σε μονάδα φιλοξενίας υψηλών απαιτήσεων, τo Perianth Hotel, επίσημο μέλος των design hotels. «Σε εμάς το σοβαρότερο, με διαφορά, παράπονο που ακούμε από τους πελάτες μας έχει να κάνει με την ηχορρύπανση της πλατείας», λέει η κ. Σγουμποπούλου, η οποία πριν από λίγες εβδομάδες βρήκε στο προσωπικό της e-mail το παρακάτω μήνυμα: «Η αλήθεια είναι ότι λατρεύω το ξενοδοχείο σας, αλλά έχω συνδυάσει τις διακοπές με την ξεκούραση. Και όσο όμορφο και ευχάριστο κι αν είναι αυτό που έχετε φτιάξει, ο θόρυβος από τα μπαρ της πλατείας μού δυσκόλεψε τον ύπνο και δεν ξεκουράστηκα ιδιαίτερα. Αυτός είναι ο λόγος που την επόμενη φορά που θα θελήσω να επιστρέψω στην Αθήνα θα αποφύγω την πλατεία Αγίας Ειρήνης και δυστυχώς και το αγαπημένο μου ξενοδοχείο εκεί».

«Πελάτες γύρισαν περίλυποι ή εξαγριωμένοι ή και τα δύο μαζί γιατί τους έκλεψαν το πορτοφόλι ή το κινητό στο μετρό ή στον δρόμο».

Οι εμπνευστές και ιδιοκτήτες του Perianth Hotel αισθάνονται συχνά εγκαταλελειμμένοι από τις Αρχές της πόλης στην οποία επένδυσαν. «Προφανώς απευθυνόμαστε στον δήμο, ο δήμος κάνει κάποιες ενέργειες σε πρώτη φάση, το πρόβλημα μειώνεται αλλά δεν λύνεται, επανερχόμαστε εκ νέου και μετά ο δήμος θα μεταθέσει την ευθύνη σε κάποιον τρίτο φορέα και πάλι από την αρχή». Οταν τα πράγματα έφτασαν στο απροχώρητο και οι πελάτες διαμαρτύρονταν για τη φασαρία, έφεραν ειδικό επαγγελματία για να μετρήσει τον θόρυβο. «Τα ευρήματα επιβεβαίωσαν απολύτως τους ισχυρισμούς των πελατών μας. Και είναι ισχυρισμοί που “ταξιδεύουν” πολύ εύκολα πια μέσα από το Διαδίκτυο, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τις εξειδικευμένες σελίδες και προκαλούν πραγματική επιχειρηματική ζημιά». Προσπάθησαν να έρθουν οι ίδιοι σε συνεννόηση με τους ιδιοκτήτες των μπαρ με τη δυνατή μουσική. «Κι εμείς έχουμε ένα Σάββατο να δουλέψουμε», ήταν μια πολύ χαρακτηριστική δικαιολογία. Πέρα από τον θόρυβο, γίνονται δέκτες άλλων παραπόνων; «Ενα σχετικά συχνό θέμα είναι τα ταξί· πόσο δυσεύρετα είναι, αλλά και γιατί κάποιοι οδηγοί προσπαθούν να τους εξαπατήσουν με τις τιμές. Είχαμε, επίσης, πελάτες που γύρισαν περίλυποι ή εξαγριωμένοι ή και τα δύο μαζί γιατί τους έκλεψαν το πορτοφόλι ή το κινητό στο μετρό ή στον δρόμο».

Αν τελικά οι πελάτες των καλών, ακριβών, μπουτίκ ξενοδοχείων της ελληνικής πρωτεύουσας δεν τα βρίσκουν όλα τόσο καταπληκτικά, πώς προκύπτει ο ιδιαίτερα υψηλός βαθμός ικανοποίησης από τον αθηναϊκό προορισμό σε όλες τις σχετικές έρευνες; «Δεν είναι ακριβώς έτσι», μου εξηγεί υψηλόβαθμο στέλεχος της τουριστικής βιομηχανίας μας με μεγάλη εμπειρία στην αθηναϊκή αγορά. «Αν προσέξετε τα νούμερα, τις καλύτερες επιδόσεις της η Αθήνα, σε επίπεδα κοντά στο 90%, τις καταγράφει στον βαθμό ικανοποίησης από τα ξενοδοχεία, και δευτερευόντως από τα εστιατόρια. Αν δούμε τις μετρήσεις που αφορούν την εμπειρία του δημόσιου χώρου της πόλης, εκεί έχουμε απότομη πτώση. Καθαριότητα, προσβασιμότητα και κατάσταση σε πλατείες και πεζοδρόμια καταγράφουν βαθμούς ικανοποίησης στην περιοχή του 6% ή λίγο κάτω από το 7%, δηλαδή υπάρχει σοβαρή απόκλιση ανάμεσα στην εμπειρία του καταλύματος και στην εμπειρία της πόλης. Είναι σαν ο ιδιωτικός τομέας να κάνει μια υπερπροσπάθεια και ο δημόσιος να αδυνατεί να ακολουθήσει».

Ανισορροπία

Ο Κωστής Καρατζάς έχει συνδέσει το όνομά του με τα δύο ξενοδοχεία Modernist σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη και εκπροσωπεί εδώ και χρόνια μια (όχι τόσο πια) νέα φιλοσοφία φιλοξενίας βασισμένη στις αξίες της βιωσιμότητας, της αυθεντικότητας της εμπειρίας, του προσωπικού γούστου και της εντοπιότητας. Το προφίλ των πελατών του Modernist Athens είναι άνθρωποι από Αμερική και Δυτική Ευρώπη, 35-50 ετών, που έρχονται για διακοπές λίγων ημερών και το feedback που παίρνει ο ίδιος από τους πελάτες του είναι συνολικά πολύ θετικό για την πόλη. «Τους εντυπωσιάζει η συνολική αίσθηση, το ιδιαίτερο vibe της πόλης, με έμφαση στην ενδιαφέρουσα γαστρονομική εμπειρία, στη διασκέδαση και στα αξιοθέατα αρχαιολογικού ή πολιτιστικού ενδιαφέροντος. Οι αρνητικές κριτικές αφορούν κυρίως την καθαριότητα της πόλης, την εμπειρία τους στη μετακίνηση καθώς και το αίσθημα ανασφάλειας σε συγκεκριμένες περιοχές του κέντρου, όπως για παράδειγμα πέριξ της Ομόνοιας. Πρόσφατα έχουν πυκνώσει περιστατικά εκμετάλλευσής τους αλλά και διαμαρτυρίες που αφορούν κακές συμπεριφορές, συνήθως από οδηγούς ταξί, αλλά όχι μόνο. Δυστυχώς η εντύπωσή μου είναι ότι οι συνθήκες στην πόλη δεν βελτιώνονται για τους επισκέπτες τα τελευταία χρόνια, αλλά αντιθέτως σε κάποιες εκφάνσεις τους χειροτερεύουν. Αυτό διογκώνει διαρκώς την αναντιστοιχία μεταξύ της εμπειρίας τους εντός των ξενοδοχείων και έξω από αυτά. Φυσικά αυτό θα έχει σημαντικό αντίκτυπο μεσοπρόθεσμα και πιστεύω πως οφείλουμε να το αντιμετωπίσουμε συστηματικά και άμεσα».

Αλλο Κολωνάκι και άλλο Ομόνοια

Tο πέντε αστέρων και 45 δωματίων Xenodocheio Milos στην πλατεία Κολοκοτρώνη οφείλει το όνομά του στο διάσημο ελληνικό εστιατόριο που φιλοξενεί και απευθύνεται και αυτό σε μια κατηγορία πελατών με συγκεκριμένη οικονομική επιφάνεια και απαιτήσεις. Ακριβώς απέναντι, στη συμβολή της Σταδίου με την οδό Αμερικής, στέκονται ετοιμόρροπα δύο νεοκλασικά σπίτια σε άθλια κατάσταση. Είναι μια θέα που αντιστοιχεί σε ένα δωμάτιο που κοστολογείται 600 ευρώ τη βραδιά; Η κ. Ηρώ Ορρη, managing director της Epoque Collection που διαχειρίζεται το ξενοδοχείο, με διαβεβαιώνει ότι παρά τα πολύ υψηλά στάνταρ σε θέματα διαμονής και αισθητικής, έχει γίνει προσπάθεια να διατηρηθεί ένας οικογενειακός χαρακτήρας στη σχέση με τους πελάτες, επομένως υπάρχει ο δεσμός και η εμπιστοσύνη για να μεταφερθούν στον διευθυντή του Xenodocheio Milos. «Οχι, δεν μας έχουν ρωτήσει συγκεκριμένα για αυτά τα δύο κτίρια», λέει η κ. Ορρη, «αλλά σίγουρα μέσα από συζητήσεις με πελάτες προκύπτει μια απόσταση για το επίπεδο καθαριότητας που περιμένουν από μια ευρωπαϊκή πρωτεύουσα και από αυτό που συναντούν στην Αθήνα. Ωστόσο, η γενική εικόνα παραμένει πολύ θετική, η Αθήνα μέσα σε λίγα χρόνια έγινε αυτόνομος προορισμός γιατί αυτά που έχει να προσφέρει μπορούν άνετα να γεμίσουν τρεις ή τέσσερις ή και περισσότερες ημέρες. Το εύρος των επιλογών και των εμπειριών έχει πολλαπλασιαστεί, ενώ η γαστρονομική σκηνή της πόλης έχει κάνει πραγματικά άλματα. Εχει σημασία να σκεφτούμε ότι αυτό δεν ίσχυε μέχρι και πολύ πρόσφατα, ενώ υπάρχουν πελάτες με ταξιδιωτική εμπειρία και απαιτήσεις από τον προορισμό, που επιστρέφουν στην Αθήνα ξανά και ξανά. Κι αυτό κάτι δείχνει».

Μια διαφορετική πρόταση φιλοξενίας στο ρευστό ξενοδοχειακό περιβάλλον της κρίσης κόμισε και το The Foundry Hotel, μια καταπράσινη κιβωτός 12 διαμερισμάτων στην οδό Σαρρή, στις παρυφές του Ψυρρή, μιας γειτονιάς που φλερτάρει με όλα τα καινά δαιμόνια του υπερτουρισμού: ηχορρύπανση, πλεόνασμα χώρων εστίασης, φαντεζί τουριστικές παγίδες αμφιβόλου αισθητικής. «Κι όμως, οι πελάτες μας φαίνεται να εκτιμούν τη ζωντάνια της γειτονιάς», λέει στην «Κ» ο front office manager του ξενοδοχείου, Κωνσταντίνος Τζιλιάνος. Η μεγάλη πλειονότητα της πελατείας του The Foundry Hotel είναι μεσήλικοι, κυρίως ευκατάστατοι πενηντάρηδες και εξηντάρηδες από όλες τις προνομιούχες περιοχές του πλανήτη (ΗΠΑ, Καναδάς, Αυστραλία, Ευρώπη και Ισραήλ). Ο κ. Τζιλιάνος κάνει μια διάκριση ανάμεσα σε αυτούς που έρχονται για πρώτη φορά και σε αυτούς που θα επιστρέψουν. «Οσοι έρχονται για πρώτη φορά στην Αθήνα σού δίνουν την εντύπωση ότι πραγματοποιούν ένα όνειρο ζωής. Μπορεί να έχει να κάνει με το να δουν την Ακρόπολη από κοντά ή με το να επισκεφθούν ένα ελληνικό νησί. Υπάρχει κάτι “ιερό” σε αυτή την προσδοκία και πολύ δύσκολα θα επιτρέψουν “κάτι” να τους καταστρέψει αυτή την πολύ ιδιαίτερη συνθήκη. Και οι περισσότεροι ενθουσιάζονται, μοιάζουν πολύ ευχαριστημένοι». Αλλά υπάρχει μια ακόμη σημαντική μεταβλητή όσον αφορά την τελική εικόνα. «Είναι πολύ σημαντικό το πού βρίσκεται το ξενοδοχείο τους. Αν μένεις στο Κολωνάκι ή στο Σύνταγμα ή στην Πλάκα, η εικόνα που θα σχηματίσεις θα είναι συγκεκριμένη. Αν επιλέξεις κατάλυμα στην Ομόνοια ή στο Μεταξουργείο, θα έρθεις υποχρεωτικά σε επαφή με όψεις της πόλης που την εκθέτουν».

Αλήθεια, ποια είναι τα πιο συνηθισμένα παράπονα που φτάνουν στα αυτιά του; «Μικροκλοπές, ουρές στην Ακρόπολη, απόπειρες εξαπάτησης από οδηγούς ταξί και τελευταία η ζέστη». Αισθάνονται ασφαλείς στην Αθήνα; «Είναι μια ερώτηση που μου κάνουν σχεδόν όλοι. Αν θα πρέπει να αισθάνονται ασφαλείς στην πόλη ή αν πρέπει να αποφεύγουν συγκεκριμένες περιοχές. Τους απαντάω ότι, όπως σε όλες τις πόλεις του κόσμου, υπάρχουν περιοχές που πρέπει να είναι πιο προσεκτικοί. Για παράδειγμα, δεν θα τους συστήσω να πάνε για φαγητό ή για βόλτα στην Ομόνοια».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT