Αντιμέτωπη με την κλιματική κρίση η γεωργία

Αντιμέτωπη με την κλιματική κρίση η γεωργία

Κρίνεται αναγκαία η προσαρμογή της παραγωγής στα νέα καιρικά δεδομένα

Οπωροφόρα δέντρα χωρίς καρπό μετά από έναν θερμό χειμώνα. Ελιές που χρειάζονται περισσότερο πότισμα ή βλέπουν τις ρίζες τους στον αέρα λόγω διάβρωσης του εδάφους. Αμπελώνες που δυσκολεύονται να προσαρμοστούν στη διαφοροποίηση των καιρικών συνθηκών. Οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στη γεωργία στη χώρα μας είναι πλέον εμφανείς, και η συζήτηση για τους τρόπους προσαρμογής είναι αναγκαία. Σε αυτόν τον σκοπό συνέβαλε το φόρουμ διαλόγου με θέμα «Κλιματική αλλαγή και επιπτώσεις στη γεωργία», που διοργάνωσαν στο Λασίθι το Πανεπιστήμιο Κρήτης, το Εθνικό Δίκτυο για την Κλιματική Αλλαγή (CLIMPACT), με την υποστήριξη της Ακαδημίας Αθηνών.

«Η Κρήτη είναι μια περιοχή που επηρεάζεται ιδιαίτερα από την κλιματική αλλαγή, καθώς και γεωγραφικά είναι στο κατώφλι των τροπικών περιοχών. Η θερμοκρασία στη νοτιοανατολική Μεσόγειο αυξάνεται δύο φορές πιο γρήγορα από ό,τι παγκοσμίως. Η ξηρασία επεκτείνεται, και όχι μόνο το καλοκαίρι, ενώ έχουμε απότομες βροχοπτώσεις που προκαλούν καταστροφές και πλημμύρες», λέει στην «Κ» η κ. Μαρία Κανακίδου, καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Κρήτης και συντονίστρια της συζήτησης. «Η Ελλάδα είναι διεθνώς γνωστή για διάφορα αγροτικά προϊόντα της, με λαμπρά παραδείγματα την καλλιέργεια της ελιάς, η οποία ευδοκιμεί σε μεσογειακού τύπου κλίμα, καθώς και για την ποικιλία βοτάνων. Ομως αυτά και άλλα προϊόντα του αγροτικού τομέα απειλούνται από την αλλαγή του κλίματος που βιώνουμε καθημερινά», συμπληρώνει.

«Δίνουμε τη μάχη και για τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής και για την προσαρμογή στις νέες συνθήκες. Τα προγνωστικά μοντέλα δείχνουν πως θα υπάρξει έντονη ξηρασία σε ανατολική Πελοπόννησο και ανατολική Κρήτη στο μέλλον, με συνέπεια και τη διάβρωση του εδάφους. Ολοι μας έχουμε δει ελαιόδεντρα με τις ρίζες τους έξω από το χώμα. Υπάρχουν λύσεις γι’ αυτό: εάν ανάμεσα στα ελαιόδεντρα καλλιεργήσουμε ψυχανθή (μπιζέλι, βίκο κ.ά.), αυτά εμπλουτίζουν το έδαφος και το συγκρατούν, το κάνουν πιο συνεκτικό», λέει στην «Κ» ο Σταύρος Σολωμός, ερευνητής στο Κέντρο Ερεύνης Φυσικής της Ατμόσφαιρας και Κλιματολογίας της Ακαδημίας Αθηνών, εκ των εισηγητών στο χθεσινό φόρουμ. Στο πλαίσιο του CLIMPACT, ερευνητές πραγματοποιούν πειραματικές εφαρμογές σε ελαιώνες της Μεσσηνίας, όπου βρέθηκε κατ’ αρχάς πως σε χωράφια που αναπτύχθηκαν φυτά κάλυψης αντί για ζιζανιοκτονία υπήρχε 30% μικρότερη απώλεια χώματος.

«Βάζουμε τις νέες τεχνολογίες μέσα στο χωράφι. Χρησιμοποιούμε drones, δορυφόρους, αισθητήρες κ.λπ., αλλά αξιοποιούμε και την εμπειρία και τις παραδοσιακές πρακτικές με σύγχρονους τρόπους», εξηγεί ο κ. Σολωμός. «Τα προβλήματα απαιτούν συγκεκριμένες λύσεις, βάσει δεδομένων. Το πιο σημαντικό πρόβλημα είναι το πώς θα εμπλακούν οι άνθρωποι του πρωτογενούς τομέα, οι γεωργοί κ.λπ. Η απουσία των συνεταιρισμών δυσκολεύει την επικοινωνία», σημειώνει.

Στη Βόρεια Ελλάδα

Τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν τα οπωροφόρα δέντρα της Βόρειας Ελλάδας μετέφερε η Παυλίνα Δρογούδη, ερευνήτρια του ομώνυμου τμήματος του Ινστιτούτου Γενετικής Βελτίωσης και Φυτογενετικών Πόρων του ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ. «Από τον χειμώνα του 2019-2020, που ήταν σημαντικά πιο θερμός στην περιοχή μας, αντιμετωπίσαμε μεγάλα προβλήματα ακαρπίας. Η παραγωγή μειώθηκε έως και 60% στα βερίκοκα, σε μικρότερο βαθμό στα αχλάδια, στα ροδάκινα, ειδικά στις ποικιλίες που πηγαίνουν για κονσερβοποίηση, αλλά και στα ακτινίδια. Αντίστοιχα θέματα είχαμε και πέρυσι, το 2022-23, ενώ φέτος πήγε κάπως καλύτερα η θερμοκρασία, αλλά είχαμε πρόβλημα με τις βροχοπτώσεις την περίοδο της ανθοφορίας», λέει στην «Κ» η κ. Δρογούδη.

«Βάζουμε τις νέες τεχνολογίες μέσα στο χωράφι. Αλλά πρέπει να εμπλακούν και οι άνθρωποι του πρωτογενούς τομέα», λέει ο Στ. Σολωμός, ερευνητής της Ακαδημίας Αθηνών.

«Το χειμερινό ψύχος είναι πολύ σημαντικό για την καρποφορία των οπωροφόρων δέντρων. Για να παράγουν κανονικά απαιτείται η έκθεσή τους σε χαμηλές θερμοκρασίες τον χειμώνα και κατόπιν σε υψηλές θερμοκρασίες, έχουν δηλαδή απαιτήσεις σε ψύχος και στη συνέχεια σε θέρμανση για να καρπίσουν. Κάθε είδος έχει διαμορφώσει τα δικά του στάνταρ, έχει εγκλιματιστεί στο συγκεκριμένο περιβάλλον», εξηγεί. «Εάν οι “μερίδες ψύχους” δεν είναι αρκετές και δεν εκδηλωθούν την κατάλληλη στιγμή στην ανάπτυξη του δέντρου, τότε υπάρχει πρόβλημα», εξηγεί η ερευνήτρια.

Στην περιοχή της Νάουσας έχει μετρηθεί από τους ερευνητές του ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ μείωση του χειμερινού ψύχους κατά 9%-10% και αύξηση της συσσώρευσης ζέστης κατά 44% την περίοδο ανθοφορίας στο διάβα των ετών από το 1967 στο 2024. Αντίστοιχες τάσεις καταγράφονται σε όλη την Ελλάδα (όπως στη Φθιώτιδα) αλλά και πανευρωπαϊκά.

«Στην Ελλάδα το πρώτο σήμα το πήραμε τον χειμώνα 1996-1997 στην Aρτα, όταν ο ζεστός χειμώνας προκάλεσε ακαρπία στα ακτινίδια, ένα φρούτο πολύ σημαντικό για τις εξαγωγές», λέει η κ. Δρογούδη. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια το πρόβλημα των ανεβασμένων θερμοκρασιών τον χειμώνα έχει πυκνώσει.

Τι μπορεί να γίνει; «Πρέπει να επιλέξουμε τις κατάλληλες ποικιλίες ανάλογα με το μέρος και τις νέες συνθήκες. Εμείς έχουμε μελετήσει μια μεγάλη γκάμα: 50 ποικιλίες βερίκοκου, 50 ποικιλίες ροδάκινου και νεκταρινιού, 18 ποικιλίες αμυγδάλου. Πρέπει να δούμε και τις καλλιεργητικές πρακτικές, πότε ψεκάζουμε, τι λιπάσματα χρησιμοποιούμε κ.λπ.», αναφέρει η κ. Δρογούδη.

«Eχουμε πολλά να μάθουμε. Η συνεισφορά του CLIMPACT και του πανεπιστημίου είναι στο άνοιγμα της συζήτησης και στο ότι φέρνουμε μαζί στο τραπέζι επιστήμονες από διάφορες ειδικότητες, παραγωγούς και εκπροσώπους της πολιτείας, σε ένα διάλογο που πρέπει να είναι συνεχής», σημειώνει η κ. Κανακίδου.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT