Στάχτη για δεύτερη φορά σε διάστημα τριών ετών έγινε περιοχή στην Πάρνηθα από τη φωτιά που εκδηλώθηκε το Σάββατο (29/06) κοντά στο Κατσιμίδι με κατεύθυνση τα βασιλικά κτήματα.
Με τη φωτιά να βρίσκει «εμπόδιο» τις καμένες εκτάσεις του 2021 –στην περιοχή της αναγέννησης υπήρχε χαμηλή βλάστηση– η Πυροσβεστική κατάφερε και την έσβησε σε σύντομο χρονικό διάστημα εμποδίζοντας τις φλόγες να φτάσουν στο πλούσιο ελατοδάσος.
Κι ενώ σύμφωνα με πηγές της Πυροσβεστικής η καμένη έκταση από την πυρκαγιά του Σαββάτου φαίνεται να είναι σημαντικά μικρότερη από τα 42.000 στρέμματα δάσους που έγιναν στάχτη το 2021, δυσοίωνες είναι οι προβλέψεις των ειδικών για τη διπλοκαμένη περιοχή της Πάρνηθας. Στο μέρος αυτό η πλούσια βλάστηση από νεοφυή δέντρα, που δεν ξεπερνούσαν σε ύψος τo ένα μέτρο αλλά και θάμνους, ξανακάηκε σε διάστημα 3,5 ετών.
Οπως εξηγεί ο Νίκος Γεωργιάδης, υπεύθυνος χερσαίου προγράμματος της WWF Eλλάς στο σημείο που κάηκε ξανά μετά τη μεγάλη πυρκαγιά του 2021 δεν είχε χρειαστεί καμία παρέμβαση, καθώς η αναγέννηση ήταν σε πλήρη εξέλιξη.
Δύσκολα αναγεννάται μία διπλοκαμένη περιοχή
«Πριν η πυρκαγιά του 2021 σαρώσει τα πάντα, στο σημείο υπήρχε ένα «ώριμο δάσος». Από τα καμένα τότε είχε καταφέρει να ωριμάσει μεγάλος αριθμός από πευκάκια (Pinus halepensis) και πλατύφυλλα, μέρος των οποίων (περίπου 1.000 στρέμματα) κάηκε το περασμένο Σάββατο», εξηγεί ο κ. Γεωργιάδης.
Τα πεύκα χαμηλών υψομέτρων αναγεννώνται από τη σποροτράπεζα που διαθέτουν. Ο μηχανισμός αυτός οδήγησε στην αναβλάστηση μετά την πυρκαγιά του 2021. Ομως τώρα που η περιοχή της Πάρνηθας καίγεται για δεύτερη φορά σε σύντομο χρονικό διάστημα, δημιουργούνται σωρευτικά προβλήματα στην αναβλάστηση των ήδη καμένων εκτάσεων.
Για να μην υπάρξει φυσική βλάστηση σε ένα δάσος πρέπει να εκδηλωθούν τρεις μεσαίας εντάσεως πυρκαγιές σε διάστημα 20 ετών.
«Η πλειονότητα των καμένων για δεύτερη φορά ήταν πεύκα και γι’ αυτό θα υπάρχει πρόβλημα στην αναγέννησή τους, ενώ τα πλατύφυλλα αναμένεται να τα καταφέρουν παρά τη φετινή φωτιά. Σε κάθε περίπτωση πρέπει να περιμένουμε 1-2 βλαστικές περιόδους για να δούμε αν θα φυτρώσουν ξανά δέντρα εκεί», προσθέτει ο υπεύθυνος της WWF τονίζοντας πως η εμπειρία έχει δείξει πως δύσκολα αναγεννάται μία διπλοκαμένη περιοχή, αλλά δεν είναι απίθανο.
Ευκαιρία για αναγέννηση
Μιλώντας στην «Κ» ο Αλέξανδρος Δημητρακόπουλος, κοσμήτορας στη Σχολή Γεωπονίας, Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος του ΑΠΘ, επισημαίνει πως η συγκεκριμένη περιοχή στην Πάρνηθα θεωρητικά θα μπορούσε να έχει ακόμη μία ευκαιρία να αναγεννηθεί, καθώς συνήθως για να μην υπάρξει φυσική βλάστηση σε ένα δάσος πρέπει να εκδηλωθούν τρεις μεσαίας εντάσεως πυρκαγιές σε διάστημα 20 ετών.
![Πάρνηθα: Εκεί που κάποτε ήταν δάσος-1](https://www.kathimerini.gr/wp-content/uploads/2024/07/4317191-2.jpg?1719854221392)
«Ενα δάσος δεν αναγεννάται όταν αφενός εξαντλείται η τράπεζα των σπόρων στο έδαφος και αφετέρου τα καινούργια δέντρα που ξανακαίγονται δεν έχουν προλάβει να βγάλουν σπόρους», σημειώνει. Με άλλα λόγια η έλλειψη σπόρων στο έδαφος και στη βλάστηση οδηγεί σε καταστροφικές συνέπειες για ένα δάσος», σημειώνει ο κοσμήτορας.
Περιοχή υπό παρακολούθηση
Ο καθηγητής σημειώνει πως μία παρόμοια περίπτωση πευκοδάσους που κάηκε επανειλημμένα είναι οι εκτάσεις στην Νταού Πεντέλης όπου πλέον επικρατεί ένα θαμνώδες τοπίο. «Δυστυχώς με τη συγκεκριμένη πυρκαγιά μιλάμε για ένα ευτύχημα και ταυτόχρονα για ένα δυστύχημα. Ευτύχημα γιατί αν οι άνεμοι δεν άλλαζαν τη φορά της φωτιάς, ενδεχομένως να καιγόταν το παρθένο ελατοδάσος, το οποίο θα χρειαζόταν πολύ περισσότερο χρόνο για να αναγεννηθεί.
Δυστύχημα διότι υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να πρέπει να ξεχάσουμε αυτό το μέρος της Πάρνηθας, τουλάχιστον όπως το γνωρίζαμε», εξηγεί.
![Πάρνηθα: Εκεί που κάποτε ήταν δάσος-2](https://www.kathimerini.gr/wp-content/uploads/2024/07/4316626-1.jpg?1719854561555)
Υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να πρέπει να ξεχάσουμε αυτό το μέρος της Πάρνηθας, τουλάχιστον όπως το γνωρίζαμε.
Το μόνο σίγουρο είναι πως η διπλοκαμένη περιοχή μπαίνει υπό παρακολούθηση από MKO και αρμόδιους, ενώ δεν αποκλείεται να χρειαστεί και τεχνητή αναδάσωση στο μέλλον. Επίσης εκτός από τη χλωρίδα επηρεάζεται και η πανίδα, καθώς όπως σημειώνει ο κ. Γεωργιάδης «δημιουργείται ένα στρες για τα φυτοφάγα θηλαστικά τουλάχιστον μέχρι τις πρώτες βροχές που θα βγει ξανά το χορτάρι».
«Αν τελικά τα κωνοφόρα δέντρα αναγεννηθούν, τότε δασογενές περιβάλλον θα υπάρχει ξανά εκεί σε 15-20 χρόνια και για τα πλατύφυλλα δέντρα η αίσθηση του δάσους επιτυγχάνεται γρηγορότερα»,», καταλήγει ο κ. Γεωργιάδης.