Το σκληρό ροκ της κλιματικής κρίσης με τα ΠΟΠ προϊόντα
το-σκληρό-ροκ-της-κλιματικής-κρίσης-με-563123374

Το σκληρό ροκ της κλιματικής κρίσης με τα ΠΟΠ προϊόντα

Αγρότες από τη Σαντορίνη, τη Χίο, το Νευροκόπι και την Αλεξανδρούπολη σχολιάζουν στην «Κ» το πώς η κλιματική κρίση έχει οδηγήσει σε μεγάλη μείωση της παραγωγής

Εικονογράφηση: Loukia Kattis
Ακούστε το άρθρο

«Εχουμε πειστεί όλοι μας ότι πάμε σε άλλες εποχές». Με αυτά τα λόγια περιγράφουν καλλιεργητές ΠΟΠ προϊόντων από διάφορα σημεία της χώρας, το πώς οι έντονοι καύσωνες, η ξηρασία και η λειψυδρία οδηγούν σε μεγάλη μείωση της παραγωγής. Η μαστίχα Χίου, η πατάτα Νευροκοπίου, το αμπέλι και το τοματάκι Σαντορίνης και η ελιά Μάκρης Αλεξανδρούπολης είναι ορισμένα μόνο από τα ΠΟΠ προϊόντα που έχουν γίνει θύματα της αλλαγής του κλίματος. Μπροστά σε αυτή τη νέα πραγματικότητα, οι αγρότες αναζητούν λύσεις, προκειμένου να συνεχίσουν να παρέχουν στις καλλιέργειές τους, όσα δεν μπορεί η φύση.

«30% λιγότερα τα καλλιεργήσιμα στρέμματα»

Πολύ δύσκολη είναι η κατάσταση φέτος αναφορικά με την παραγωγή πατάτας στο Νευροκόπι, εξαιτίας της πρωτοφανούς για την περιοχή λειψυδρίας. Σύμφωνα με όσα μετέφερε στην «Κ» ο Απόστολος Βέσμελης, πρόεδρος του Αγροτικού Συλλόγου Κάτω Νευροκοπίου, «φέτος έχουμε τεράστιο ζήτημα με το νερό. Είχαμε πολύ λιγότερες βροχοπτώσεις και χιονοπτώσεις. Σχεδόν όλοι οι αγρότες παίρνουμε νερό για να ποτίσουμε από το φράγμα Λευκογείων. Κάθε χρόνο χρειαζόμασταν από το φράγμα περίπου 7-8 εκατομμύρια κυβικά μέτρα νερού. Φέτος πήραμε μόλις 1,8 εκατομμύρια κυβικά μέτρα νερού. Χρησιμοποιούμε το φράγμα 25 χρόνια, αλλά πρώτη φορά είναι τόσο απελπιστική η κατάσταση».

 Κάθε χρόνο χρειαζόμασταν από το φράγμα περίπου 7-8 εκατομμύρια κυβικά μέτρα νερού. Φέτος πήραμε μόλις 1,8 εκατομμύρια κυβικά μέτρα νερού. Χρησιμοποιούμε το φράγμα 25 χρόνια, αλλά πρώτη φορά είναι τόσο απελπιστική η κατάσταση.

Ως αποτέλεσμα, τα στρέμματα που καλλιεργούνται φέτος, «μειώθηκαν σε σχέση με πέρσι, περίπου κατά 30%». Πολλοί αγρότες προκειμένου να αντιμετωπίσουν αυτήν την κατάσταση, «χρησιμοποιούν παλιές μεθόδους, όπως το σκάψιμο λάκκων και τη χρησιμοποίηση μικρών γεωτρήσεων. Ο καθένας προσπαθεί όπως μπορεί να καλύψει τις ανάγκες του».

Η ετήσια παραγωγή κυμαίνεται, σύμφωνα με τον κ. Βέσμελη, «περίπου στα 60-80 εκατομμύρια κιλά και ο μεγαλύτερος όγκος καταλήγει στην εγχώρια αγορά. Αναμένουμε να δούμε πώς θα πάει η φετινή συγκομιδή, που προβλέπεται ότι θα είναι χαμηλότερη». Αλλωστε, οι εκτιμήσεις δεν είναι ενθαρρυντικές, επειδή εκτός από τη λειψυδρία, τις τελευταίες εβδομάδες καταγράφονται έντονοι καύσωνες. «Δεν βλέπαμε εύκολα θερμοκρασία 39 βαθμών Κελσίου στο Νευροκόπι, αλλά φέτος είναι το κάτι άλλο. Εχουν μείνει πολύ πίσω οι πατάτες λόγω της ζέστης, σίγουρα θα καθυστερήσει η συγκομιδή».

Πλέον, οι αγρότες ευελπιστούν σύμφωνα με τον ίδιο, «να κατασκευαστεί το αντιπλημμυρικό φράγμα Βροντού που θα μας λύσει τα χέρια. Η περιοχή ζει από την πατάτα. Αν δεν μπορούμε να καλλιεργήσουμε, θα ερημώσει ο τόπος».

«Μείωση του τζίρου στη μαστίχα κατά περίπου 3 εκατ. ευρώ»

Τεράστια είναι τα προβλήματα και σε ό,τι αφορά την παραγωγή μαστίχας στη Χίο, η οποία όπως ανέφερε στην «Κ» ο πρόεδρος της Ενωσης Μαστιχοπαραγωγών Χίου, Γιώργος Τούμπος, «έχει επηρεαστεί πολύ από τους έντονους καύσωνες. Η σοδειά φέτος ανήλθε στους 197 τόνους. Πέρσι όμως έφτασε τους 213 τόνους και πρόπερσι τους 216 τόνους. Η μείωση καταγράφεται σε σχεδόν κάθε χωριό της Χίου».

Αυτή η μείωση θα σημάνει και μεγάλες οικονομικές απώλειες, καθώς «υπολογίζουμε ότι το 2024 ο τζίρος μας θα μειωθεί κατά περίπου 2,5-3 εκατομμύρια ευρώ».

Αυτή η μείωση καταγράφεται, μολονότι όπως επισήμανε «κάθε χρόνο, μπαίνουν στην παραγωγή χιλιάδες μαστιχόδεντρα. Οι καύσωνες όμως οδηγούν στο να μην μπορούν τα δέντρα να “στάξουν” μαστίχα. Το μαστιχόδεντρο, παρότι δεν χρειάζεται πολύ νερό και είναι ανθεκτικό στην ξηρασία, στρεσάρεται από τις υψηλές θερμοκρασίες που καταγράφονται. Σε αυτή τη συνθήκη, το δέντρο παράγει μια κίτρινη μαστίχα αντί για τη συνήθη λευκή, και χρειάζονται περίπου 10-15 ημέρες για να επανέλθει στη συνήθη του κατάσταση».  

 Υπολογίζουμε ότι το 2024 ο τζίρος μας θα μειωθεί κατά περίπου 2,5-3 εκατ. ευρώ. Η σοδειά φέτος ανήλθε στους 197 τόνους. Πέρσι όμως έφτασε τους 213 τόνους και πρόπερσι τους 216 τόνους. 

Προκειμένου να αντιμετωπιστεί αυτή η νέα συνθήκη, ο κ. Τούμπος σχολίασε ότι «σκεφτόμαστε την αγρανάπαυση, επειδή τα δέντρα είναι πιο ξεκούραστα, έχουν λιγότερο στρες στον καύσωνα. Προτείνουμε επίσης στα μέλη μας, όταν είναι ακραίες οι καιρικές συνθήκες να μην πραγματοποιούν το “κέντημα”, διαδικασία κατά την οποία χαράζεται το μαστιχόδεντρο και να περιμένουν να περάσει ο καύσωνας».  

Οι μαστιχοπαραγωγοί έχουν αντιμετωπίσει μεγάλα ζητήματα και από τις πυρκαγιές, από τις οποίες, «χάσαμε το 2012 και το 2016, συνολικά περίπου 300.000 μαστιχόδεντρα. Ταυτόχρονα, ο μεγάλος μας κίνδυνος είναι να μη βρέξει το καλοκαίρι, επειδή η μαστίχα μαυρίζει αν έρθει σε επαφή με νερό. Πρέπει να λειτουργήσουμε με καινούργιες καλλιεργητικές πρακτικές και να βάλουμε στο παιχνίδι την έξυπνη γεωργία, ώστε να δούμε ποιες κλιματολογικές συνθήκες ευνοούν περισσότερο την καλλιέργεια της μαστίχας σε αυτές τις συνθήκες». 

Σε στρες το Ασύρτικο Σαντορίνης

Πριν από δύο μήνες δημιουργήθηκε στη Σαντορίνη ο Σύνδεσμος Οινοποιών Σαντορίνης ΑΜΚΕ, με τη συμμετοχή 13 οινοποιητικών συνεταιρισμών που δραστηριοποιούνται στο νησί.

Κυρίαρχο μέλημα του συνδέσμου είναι η βιωσιμότητα του σαντορινιού αμπελώνα, ο οποίος όπως τονίζουν τα μέλη του, φθίνει αργά και σταθερά λόγω γήρανσης των πρέμνων, της αλόγιστης άναρχης δόμησης στο νησί αλλά και της κλιματικής αλλαγής.

Κι ενώ τα κρασιά ΠΟΠ Σαντορίνης, με κυρίαρχη ποικιλία το Ασύρτικο, έχουν καταφέρει να σκαρφαλώσουν στην κορυφή των ποιοτικότερων κρασιών του κόσμου, ο πρωτογενής τομέας πάνω στον οποίο στηρίζεται το οινοποιητικό οικοδόμημα, βαδίζει σύμφωνα με τους οινοπαραγωγούς σε τεντωμένο σχοινί. Παρά την προστασία του από την υπάρχουσα νομοθεσία, ο σαντορινιός αμπελώνας μειώνεται τόσο σε έκταση όσο και σε παραγωγικότητα.

 Η μείωση των βροχοπτώσεων στρεσάρει τα αμπέλια μας ολοένα και περισσότερο, με αποτέλεσμα να επηρεάζεται η ευρωστία τους και η παραγωγή.  

Η Σοφία Καράτσαλου, γεωπόνος και ιδιοκτήτρια μαζί με τον πατέρα της του οινοποιείου ΓΑΙΑ ΟΙΝΟΠΟΙΗΤΙΚΗ, ένα από τα μέλη του νεοσύστατου συνδέσμου, λέει στην «Κ» πως παρότι τα σαντορινιά αμπέλια είναι από τη φύση τους «σκληραγωγημένα» σε δύσκολες συνθήκες (ηφαιστειογενές έδαφος, έντονη ηλιοφάνεια, δυνατοί αέρηδες, περιορισμένες βροχοπτώσεις), τα τελευταία τρία χρόνια, η μείωση των βροχοπτώσεων και η επιδείνωση της ξηρασίας άρχισαν να δοκιμάζουν το Ασύρτικο. «Η μείωση των βροχοπτώσεων στρεσάρει τα αμπέλια μας ολοένα και περισσότερο, με αποτέλεσμα να επηρεάζεται η ευρωστία τους και η παραγωγή. Οι παραγωγοί δεν είμαστε εξοικειωμένοι με την άρδευση στη Σαντορίνη, που ούτως ή άλλως δεν είναι βιώσιμη λύση».

Ταυτόχρονα, η υπερδόμηση έχει αρχίσει, σύμφωνα με την κ. Καράτσαλου, να πιέζει τη ζώνη του αμπελώνα. Το αρνητικό αποτέλεσμα είναι ήδη χειροπιαστό, καθώς όπως σχολίασε, «η ποσότητα έχει αρχίσει ήδη να μειώνεται. Η περσινή και φετινή χρονιά ήταν δύσκολες. Οι απώλειες ξεπέρασαν το 20% και υπάρχει φόβος για το μέλλον».

Τα μέλη του συνδέσμου αναζητούν λύσεις στην εφαρμογή νέων τεχνολογιών στην αμπελοκαλλιέργεια και στην εφαρμογή έρευνας σε συνεργασία με πανεπιστημιακά και ερευνητικά ιδρύματα, σε ό,τι αφορά τη διαχείριση των κλιματολογικών συνθηκών. Οπως σχολίασε, «υπάρχει και η επιλογή της χρήσης ανθεκτικών υποκειμένων στην ξηρασία, έτσι ώστε τα αμπέλια να χρειάζονται λιγότερο νερό». Το οινοποιείο της κ. Καράτσαλου το δοκιμάζει ήδη με έναν νέο αμπελώνα στη Θηρασιά, όπου τα αμπέλια είναι εμβολιασμένα σε υποκείμενο με μεγάλη αντοχή στην ξηρασία.

«Η κλιματική αλλαγή στη Σαντορίνη δεν είναι θεωρία»

Από την πλευρά του, ο Ματθαίος Δημόπουλος, πρόεδρος της Ενωσης Συνεταιρισμών Θηραϊκών Προϊόντων, σχολίασε στην «Κ» ότι «η κλιματική αλλαγή στη Σαντορίνη δεν είναι θεωρία. Είναι πλέον εδώ κι αυτό δεν αφορά μόνο το αμπέλι αλλά και το τοματάκι και τη φάβα». Αναφορικά με το τοματάκι, ο ίδιος ανέφερε ότι «καλλιεργείται σε πολύ λιγότερα στρέμματα πλέον. Τα τελευταία χρόνια, το εργοστάσιο που μεταποιεί το τοματάκι έπαιρνε σταθερά 40-50 τόνους ετησίως. Πέρσι πήρε 20 τόνους και φέτος η παραγωγή είναι περίπου στα ίδια επίπεδα».

Οπως εξήγησε, «ναι μεν οι καλλιέργειες στη Σαντορίνη είναι διαχρονικά άνυδρες, αλλά πάντα έπαιρναν το φυσιολογικό νερό του χειμώνα. Πλέον, το χάσαμε κι αυτό. Φύγαμε από την κανονικότητα και οι καλλιέργειες υποφέρουν». Σε ό,τι αφορά τη φάβα, ο κ. Δημόπουλος σχολίασε ότι «η παραγωγή της είναι μηδαμινή. Η φάβα χρειάζεται 1-2 βροχές τον Μάρτιο. Δεν ήρθαν όμως ποτέ». Αναφορικά με το αμπέλι, ανέφερε πως «πέρσι είχαμε μείωση της παραγωγής κατά 65% σε σχέση με το 2022. Αυτή ήταν η μικρότερη σοδειά τα τελευταία 25 χρόνια. Φέτος όμως αναμένουμε ακόμη χειρότερα αποτελέσματα. Η οικονομική ζημιά είναι τεράστια».

 Πέρσι είχαμε μείωση της παραγωγής κατά 65% σε σχέση με το 2022. Αυτή ήταν η μικρότερη σοδειά τα τελευταία 25 χρόνια. Φέτος όμως αναμένουμε ακόμη χειρότερα αποτελέσματα. 

Πλέον, σύμφωνα με τον ίδιο, «έχουμε πειστεί όλοι μας ότι πάμε σε άλλες εποχές και προσπαθούμε να συμπληρώσουμε αυτό που δεν κάνει η φύση. Εφόσον λοιπόν δεν βρέχει τον χειμώνα, προσπαθούμε να βρούμε νερό για να ποτίσουμε».

Πρόκειται για ένα εγχείρημα που μόνο εύκολο δεν είναι. «Εχουμε επικεντρωθεί στο νερό που πάει χαμένο, δηλαδή αυτό των βιολογικών καθαρισμών από τις αφαλατώσεις, που καταλήγει στη θάλασσα. Εχουμε ξεκινήσει μια εκστρατεία με τον δήμο, ώστε να κατασκευαστούν οι κατάλληλες υποδομές, ώστε να έχουμε κατάλληλο νερό για άρδευση. Οι αγρότες, παρά την απογοήτευση, επιμένουν να καλλιεργούν. Πρέπει όμως να βρεθεί λύση, αλλιώς το νησί θα γίνει κρανίου τόπος. Η Σαντορίνη δεν μπορεί να γίνει όλο μπετόν».

Αρχαίοι ελαιώνες που παλεύουν με τις συνέπειες των καταστροφικών πυρκαγιών

Οι πολυήμερες περσινές πυρκαγιές στον νομό Εβρου οδήγησαν εκτός των άλλων, στην καταστροφή 140.000 αιωνόβιων ελαιόδεντρων –από τα συνολικά 250.000–που δίνουν την ΠΟΠ ποικιλία της Μάκρης, στην ομώνυμη περιοχή της Αλεξανδρούπολης. Κάτι που έγινε με δυσκολία, αφού όπως εξηγούν οι ελαιοπαραγωγοί, πάλεψαν επί επτά χρόνια, έως ότου το 2020 να κερδίσουν τον τίτλο ΠΟΠ.

Πρόκειται για έναν ελαιώνα που επιβιώνει από την αρχαιότητα, εντούτοις, όπως εξήγησε στην «Κ» ο Δημοσθένης Χατζηνικολάου, πρόεδρος του αγροτικού Ελαιουργικού Συνεταιρισμού της Μάκρης Αλεξανδρούπολης, «δυστυχώς οι επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης μας χτύπησαν από την αρχή της προσπάθειας για εξαγωγή του λαδιού μας». Σύμφωνα με τον ίδιο, τα τελευταία χρόνια η περιοχή έχει δοκιμαστεί εκτός από πυρκαγιές κι από την παγωνιά και την ακαρπία.

Οπως χαρακτηριστικά ανέφερε, «μετά το περσινό πολεμικό καλοκαίρι, η ζέστη που διαδέχθηκε τον χειμώνα που πέρασε δεν επέτρεψε στα δέντρα που απέμειναν να αποδώσουν μια ικανοποιητική παραγωγή. Δεν έχουμε βροχές. Tον χειμώνα που τα δέντρα πρέπει κανονικά να “κοιμηθούν”, να “ξεκουραστούν”, πιέζονται από τη ζέστη. Πιεζόμαστε πολύ και εμείς με τη σειρά μας, αφού οι αποζημιώσεις για τις ζημιές στα δέντρα έρχονται με το σταγονόμετρο και πολύ αργά. Είμαστε 220 παραγωγοί και κρατιόμαστε με τα νύχια και τα δόντια να μη βάλουμε νέες ποικιλίες. Ας ελπίσουμε να καρπίσουν τη σωστή στιγμή τα καινούργια δέντρα με ποικιλία Μάκρης που φυτεύουμε».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT