Οι πόλεμοι της μνήμης για τις επετείους

Οι πόλεμοι της μνήμης για τις επετείους

Ποιος φταίει για τα Δεκεμβριανά; Το Πολυτεχνείο ή η Κύπρος έριξε τη χούντα; Καραμανλής ή Παπανδρέου; Τα «διασταυρούμενα» ιστορικά ορόσημα πυροδότησαν αντιπαραθέσεις στη δημόσια σφαίρα. Υπάρχει ουδέτερο παρελθόν; Τέσσερις ιστορικοί απαντούν

7' 12" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Θα μπορούσε κανείς να μείνει στο κλισέ ότι ως Eλληνες «παράγουμε περισσότερη Ιστορία από όση μπορούμε να καταναλώσουμε». Στην πραγματικότητα, όμως, η Ελλάδα του 21ου αιώνα διαμορφώθηκε στη μακρά διάρκεια από αλλεπάλληλα, σπουδαία ιστορικά γεγονότα. Κάποια από αυτά τα γεγονότα είναι περισσότερο συνθετικά, όπως για παράδειγμα η Επανάσταση του 1821. Aλλα, όπως, τα Δεκεμβριανά, ο Εμφύλιος ή το Πολυτεχνείο, συνεχίζουν να λειτουργούν –ακόμη έως σήμερα– διαιρετικά. Και μάλιστα σε βάθος. Πρόκειται πάντως για γεγονότα που, όπως και η Ιστορία εν συνόλω, παράγουν ιδεολογία και σμιλεύουν ταυτότητες. Εθνικές και όχι μόνο.

Μέσα σε πρωτόγνωρα μικρό χρονικό διάστημα, η χώρα γιόρτασε τέσσερις, σημαίνουσες, επετείους τέτοιων γεγονότων. Τα 200 χρόνια από την έναρξη του αγώνα της Εθνεγερσίας. Τα 100 από τη Μικρασιατική Καταστροφή. Τα 50 της Μεταπολίτευσης και λίγους μήνες πριν τα αντίστοιχα του Πολυτεχνείου. Το πρώτο συμπέρασμα αυτής της συμπυκνωμένης ανάκλησης του παρελθόντος είναι ότι οι Ελληνες έδειξαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την Ιστορία τους, επιχειρώντας ίσως να επινοήσουν ξανά τους εαυτούς τους.

«Πρόκειται για ασκήσεις συλλογικής αυτογνωσίας που επηρεάζονται καθοριστικά από τις αγωνίες και τις στοχεύσεις του εκάστοτε παρόντος, γι’ αυτό είναι άλλοτε αυτάρεσκες, άλλοτε μεμψίμοιρες και άλλοτε στοχαστικές», λέει στην «Κ» ο Χάρης Αθανασιάδης, καθηγητής στο τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου και συγγραφέας μαζί με τον Πολυμέρη Βόγλη του βιβλίου «Εθνικές επέτειοι. Μορφές διαχείρισης της μνήμης και της ιστορίας».

Η συλλογική ενασχόληση με την Ιστορία φαίνεται να είναι πιο έντονη όταν τα γεγονότα, άρα και η μνήμη, είναι «εν ζωή», μαζί με τους πρωταγωνιστές τους. «Το ενδιαφέρον ενισχύεται εάν πρόκειται για επέτειο που φέρει αντιθετικές ερμηνείες και προσλήψεις», επισημαίνει η ιστορικός, πρύτανης του Παντείου, Χριστίνα Κουλούρη, προσθέτοντας ότι αυτό «είναι σαφές στην περίπτωση του Πολυτεχνείου και της Μεταπολίτευσης. Ισχύει όμως και στην περίπτωση της Μικρασιατικής Καταστροφής, γιατί πρόκειται για ένα βαθύ εθνικό τραύμα, για ένα στίγμα στην εθνική ιστορία».

Οι πόλεμοι της μνήμης για τις επετείους-1

Διχαστικά ερωτήματα

Το δεύτερο, σαφώς πιο ενδιαφέρον, συμπέρασμα είναι ότι η Ελλάδα του 2024 γοητεύεται ακόμη από τον πόλεμο της μνήμης. Αρέσκεται στα αντιθετικά ερωτήματα ή ακόμη περισσότερο στα διαιρετικά σχήματα, τα οποία ανέβηκαν ξανά στην επιφάνεια λόγω των επετειακών εκδηλώσεων και της σχετικής πολιτισμικής παραγωγής. Ποιος φταίει για τα Δεκεμβριανά; Το Πολυτεχνείο ή η Κύπρος έριξε τη χούντα; Καραμανλής ή Παπανδρέου; Τελικά, τι ήταν η Μεταπολίτευση; Επίτευγμα ή διολίσθηση στο χάος;

«Εχετε δίκιο όταν παρατηρείτε ότι οι πρόσφατες επέτειοι προκαλούν ακόμη πολλές αντιπαραθέσεις και συγκρούσεις», σχολιάζει ο Βαγγέλης Καραμανωλάκης, αναπληρωτής καθηγητής Θεωρίας και Ιστορίας της Ιστοριογραφίας του Πανεπιστημίου Αθηνών. Και εξηγεί ότι αυτό δεν είναι παράλογο, διότι ουσιαστικά καμία επέτειος δεν αφορά το παρελθόν, αλλά το παρόν και το μέλλον. «Πάντα διαβάζουμε το χθες με τα μάτια του σήμερα, πάντα αναζητούμε γενεαλογίες, συνέχειες και τομές. Γιατί σήμερα κάποιοι διαβάζουν τη Μεταπολίτευση με όρους παρακμής; Διότι έχει μεσολαβήσει η οικονομική κρίση και η εμπειρία των μνημονίων», υποστηρίζει και προσθέτει ότι «μια κουβέντα για το εάν η Μεταπολίτευση οδήγησε στον λαϊκισμό δεν αφορά το 1974, αλλά το πώς, εν έτει 2024, αντιμετωπίζουμε τις διεκδικήσεις των εργαζομένων».

Αντίστοιχη είναι η προσέγγιση της κ. Κουλούρη, σύμφωνα με την οποία οι χρήσεις των επετείων εξαρτώνται από την εμπειρία του παρόντος. «Για παράδειγμα, η επέτειος του Πολυτεχνείου προσλάμβανε διαφορετικά νοήματα στη δεκαετία του 1980, άλλα σε αυτή του 1990 ή μετά το 2008, δίνοντας ένα πεδίο έκφρασης στην κοινωνική διαμαρτυρία», τονίζει. «Το Πολυτεχνείο καταξιώθηκε εξαρχής ως ο κατεξοχήν τόπος μνήμης αντίστασης και δημοκρατίας», προσθέτει ο Χάρης Αθανασιάδης, ο οποίος υποστηρίζει ότι εκείνες τις φθινοπωρινές ημέρες του 1973 ανακόπηκε το πείραμα του ελεγχόμενου δημοκρατισμού και ακυρώθηκε η εξοικείωση του λαού στην καχεκτική δημοκρατία, όπως χαρακτήρισε ο Ηλίας Νικολακόπουλος τη μετεμφυλιακή Ελλάδα. «Ακόμη και δίχως το Κυπριακό, η δικτατορία δεν είχε μέλλον», υπογραμμίζει και εκτιμά ότι «είναι οι ανατάσεις που ξαναδίνουν στις κοινωνίες αξιοπρέπεια και αυτοσεβασμό. Δίχως αυτά οι κοινωνίες μαραζώνουν, πεθαίνουν πνευματικά. Θα συμφωνήσουμε νομίζω πως η άκρα Δεξιά έχει πολλούς λόγους να αμφισβητεί και να απαξιώνει το Πολυτεχνείο».

Οι πόλεμοι της μνήμης για τις επετείους-2

Ο Βλάσης Βλασίδης, αναπληρωτής καθηγητής στο τμήμα Βαλκανικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, ο οποίος έχει επίσης ασχοληθεί με τα ζητήματα ταυτότητας αλλά και χρήσης της Ιστορίας στο σύγχρονο επικοινωνιακό τοπίο, δίνει μια διαφορετική οπτική, μιλώντας για «θεματοφύλακες» που διεκδικούν αποκλειστικό προνόμιο στους εκάστοτε εορτασμούς. «Οι εκδηλώσεις για τα 50 χρόνια από το Πολυτεχνείο και τη Μεταπολίτευση ή τα 100 χρόνια από τη Μικρασιατική Καταστροφή προκάλεσαν μεγάλη συζήτηση, καθώς υπάρχουν και σήμερα φορείς και άτομα που θεωρούν τον εαυτό τους θεματοφύλακα εκείνης της μνήμης και πλήθος ατόμων που είναι έτοιμα να δεχθούν ή να απορρίψουν το νόημα και το σύμβολο της κάθε εορτής».

«Δεν υπάρχει ουδέτερη διαχείριση. Oπως έγραψε ο γνωστός ιστορικός Μαρκ Φερό, “ο έλεγχος του παρελθόντος συνέβαλλε πάντα στον έλεγχο του παρόντος”».

Η μνήμη ως εργαλείο

Δεν είναι, όμως, μόνο η «αθώα» αντιπαράθεση στις παρέες, στα κοινωνικά δίκτυα ή μεταξύ των σωματείων που διεκδικούν, εκ καταγωγής, την κληρονομιά των γεγονότων. Σε ορισμένες περιπτώσεις, ο πόλεμος της μνήμης αποκτά διακριτή πολιτική διάσταση και η Ιστορία χρησιμοποιείται με στόχο τη διαμόρφωση της συλλογικής συνείδησης. Ετσι, κάθε επέτειος, πολύ δε περισσότερο οι στρογγυλές, λειτουργεί ως αφορμή για να εκφραστούν οι πολιτικές και οι κοινωνικές δυνάμεις.

«Ολοι επιθυμούν να συνδέσουν τον εορτασμό της επετείου με τη δική τους πολιτική. Να δείξουν ότι οι δικές τους επιλογές στο παρελθόν ήταν οι σωστές – άρα το κοινό θα πρέπει να ακολουθήσει τις δικές τους επιλογές στο παρόν και στο μέλλον», λέει ο κ. Βλασίδης, υπενθυμίζοντας ότι αφού τα κόμματα και οι κοινωνικοί φορείς λειτουργούν στη βάση της σύγκρουσης και όχι της σύνθεσης, «μεταφέρουν την αντιπαράθεση και στα ζητήματα του παρελθόντος». «Κάθε καθεστώς, αλλά και συλλογικοί φορείς, κόμματα, νεολαίες κ.λπ. επενδύουν στη συλλογική μνήμη, αναζητώντας συχνά σε αυτή τη νομιμοποίησή τους», συμπληρώνει ο κ. Καραμανωλάκης.

Οι πόλεμοι της μνήμης για τις επετείους-3

Αλλά και η Χριστίνα Κουλούρη πιστεύει ότι η διαχείριση της μνήμης εμπεριέχει πολιτική και ιδεολογική πτυχή. Αυτό συμβαίνει «για ποικίλους σκοπούς και ανάλογα με τους χρήστες», υπογραμμίζει. «Εν γένει στόχος μπορεί να είναι η νομιμοποίηση, η χειραγώγηση, η απόδειξη». Τα παραπάνω αποτυπώνονται πολύ ευκρινέστερα όταν βρισκόμαστε αντιμέτωποι με τα κατεξοχήν διαιρετικά γεγονότα, όπως είναι τα Δεκεμβριανά, από το ξέσπασμα των οποίων συμπληρώνονται φέτος 80 χρόνια. Ακόμη μία επέτειος ενόψει.

Μπορεί η ανάκληση τέτοιων γεγονότων να μη βοηθά στην εθνική ενότητα –τον εξ ορισμού στόχο μιας επετείου– ωστόσο, όπως τονίζει ο Χάρης Αθανασιάδης, η λήθη δεν είναι η πιο γόνιμη επιλογή για την κοινωνία. «Κατ’ αρχάς, διότι εξοικειώνει τους πολίτες να θεωρούν εθνικό το εξωραϊσμένο, όχι το αληθινό», υποστηρίζει και καλεί σε αντιμετώπιση του διαιρετικού παρελθόντος. «Oχι για να υποδαυλίζουμε το μίσος, αλλά για να το κατανοήσουμε, να το εξηγήσουμε και να μην το επαναλάβουμε».

«Το κοινό δεν κινητοποιείται στη λογική της συναίνεσης, αλλά της διαίρεσης», συμπεραίνει ο κ. Βλασίδης, υπενθυμίζοντας πάντως ότι αυτό δεν συμβαίνει μόνο στην Ελλάδα και δεν αφορά μόνο συγκεκριμένους φορείς. Αναφέρεται δε στο παράδειγμα του ισπανικού εμφυλίου, όπου οι βόρειες επαρχίες της χώρας βλέπουν έως σήμερα την Καταλωνία ως διασπαστικό στοιχείο. «Το ίδιο συμβαίνει με τους εορτασμούς για την εθνική ανεξαρτησία στις βαλτικές χώρες, που εμπλέκεται με τη σύμπραξη με τους ναζί στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο κατά των Σοβιετικών κατακτητών (1939-1944) στην Ουκρανία και αλλού».

Οι πόλεμοι της μνήμης για τις επετείους-4

Ο Βαγγέλης Καραμανωλάκης, βέβαια, συνδέει την έννοια του διαιρετικού γεγονότος με εκείνη του τραύματος. Και θέτει το καίριο ερώτημα: Ποιος ανακαλεί κάθε φορά την ιστορική μνήμη και τι θέλει να κάνει με αυτήν; «Δεν μπορεί σήμερα να μιλάμε για τον Εμφύλιο με όρους ενός ζωντανού τραύματος, τα δεινά που προκάλεσε έχουν περάσει προ πολλού. Αυτό που έχει σημασία είναι η ανάκληση της μνήμης του Εμφυλίου ως μέρους μιας πολιτικής ταυτότητας, ως στοιχείου διαχωρισμού στο σήμερα», απαντά.

Οταν η μνήμη πονάει

Από την άλλη πλευρά, είναι εξαιρετικά δύσκολο να φανταστεί κάποιος μια ουδέτερη διαχείριση της μνήμης. Ή καλύτερα: υπάρχουν γεγονότα πλαισιωμένα από τόσο αντιθετικά αφηγήματα και αντίστοιχες μαρτυρίες στην ελληνική ιστοριογραφία, που οποιαδήποτε προσπάθεια ιδεολογικής αποστείρωσης των σύγχρονων αντανακλάσεών τους είναι σχεδόν μάταιη.

«Ουδέτερη διαχείριση της ιστορικής μνήμης μπορεί να επιτευχθεί μόνον όταν κάποιος βρίσκεται εκτός δημόσιας σφαίρας», υποστηρίζει ο κ. Βλασίδης, αναδεικνύοντας το παράδειγμα του Μαρκ Μαζάουερ και το βιβλίο «Θεσσαλονίκη, η πόλη των φαντασμάτων». «Πώς μπορεί να υπάρξει ουδέτερη διαχείριση, όταν η μνήμη είναι γεμάτη συναισθήματα, πονάει, μας κάνει να χαιρόμαστε, να αισθανόμαστε περήφανοι, να ντρεπόμαστε;» αναρωτιέται ο Βαγγέλης Καραμανωλάκης.

Ανάλογες είναι οι σκέψεις της κ. Κουλούρη. «Δεν υπάρχει ουδέτερη διαχείριση», τονίζει. «Oπως έγραψε ο γνωστός ιστορικός Μαρκ Φερό, “ο έλεγχος του παρελθόντος συνέβαλλε πάντα στον έλεγχο του παρόντος”», προσθέτει. Μαζί με τη συζήτηση περί ουδετερότητας έρχεται στην επιφάνεια το αιώνιο ερώτημα: Τελικά, ποιος γράφει την Ιστορία; Η απάντηση, ειδικά στην εποχή της απόλυτης δικτύωσης και της αποθέωσης της στιγμής, είναι σχεδόν αυθόρμητη: Η Ιστορία γράφεται και από τα πάνω και από τα κάτω. Αφενός, δηλαδή, από τους επαγγελματίες ιστορικούς με την αρμόζουσα τεκμηρίωση, αφετέρου από τους ίδιους τους φορείς της μνήμης, δηλαδή τους πρωταγωνιστές των γεγονότων. Οι αλήθειες της κάθε πλευράς είναι πολλές φορές αλληλοσυγκρουόμενες.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT