Ο αργός, αόρατος «θάνατος» του αγρότη

Ο αργός, αόρατος «θάνατος» του αγρότη

Κρίσιμα ερωτήματα για το μέλλον της γεωργίας, με φόντο την κατάσταση στη Γαλλία όπου οι μικρές φάρμες εξαφανίζονται

8' 0" χρόνος ανάγνωσης

Η Γαλλία, η πρώτη χώρα στην Ευρώπη στην αγροτική παραγωγή, μετράει σήμερα 390.000 φάρμες έναντι 4 εκατομμυρίων εκατό χρόνια πριν. «Ποιος θα μας εξασφαλίζει την τροφή;» («Qui va nous nourrir?») διερωτάται η 45χρονη Γαλλίδα δημοσιογράφος Αμελί Πουανσό, ήδη από τον τίτλο του βιβλίου που κυκλοφόρησε πρόσφατα στη Γαλλία. Η μελέτη της βασίζεται σε πολύμηνη έρευνα –πάνω από 40 συνεντεύξεις αγροτών και επιστημόνων, στατιστικά από τις γαλλικές κρατικές υπηρεσίες– και θέτει υπαρξιακά ερωτήματα που μεταφέρουν νοητά τον αναγνώστη πολύ πέρα από τις φάρμες της Γαλλίας.

«Από το 2019 καλύπτω για τη Mediapart (σ.σ. διαδικτυακή συνδρομητική ανεξάρτητη εφημερίδα) το αγροτικό ρεπορτάζ», λέει στην «Κ» η κ. Πουανσό. Τη σεζόν 2018-19 ξεκινάει στις μικρές πόλεις της Γαλλίας το κίνημα των Κίτρινων Γιλέκων και εκείνη προτείνει στη Mediapart να στρέψουν περισσότερο το βλέμμα τους στη γαλλική περιφέρεια. Ετσι, μετά το πέρας της καραντίνας, η κ. Πουανσό αφήνει το γραφείο της στο Παρίσι και «οργώνει» τη Γαλλία. Εκεί διαπιστώνει ιδίοις όμμασι τον «θάνατο του αγρότη».

Στη Βρετάνη και τη Νορμανδία υπάρχουν φάρμες με γαλακτοπαραγωγικές αγελάδες, στην κεντρική Γαλλία εκτρέφονται αγελάδες για το κρέας τους, στη Βρετάνη γίνεται επίσης μαζική εκτροφή χοίρων και κοτόπουλων, σε όλη τη χώρα κτηνοτρόφοι ασχολούνται με κατσίκες και πρόβατα· σε μεγάλες εκτάσεις στον βορρά και νότια του Παρισιού καλλιεργούνται δημητριακά, πατάτες, κριθάρι και ζαχαρότευτλα, ενώ στον νότο οι γεωργοί έχουν οπωροφόρα δένδρα. Το υπουργείο Γεωργίας κάνει ανά δεκαετία καταμέτρηση των ενεργών αγροτών, γεωργών και κτηνοτρόφων. «Η δουλειά στη γη είναι επίπονη και ένας γεωργός κατά κανόνα έχει χαμηλότερες απολαβές από έναν υπάλληλο». Δεδομένης της κλιματικής αλλαγής και του ανταγωνισμού στην αγορά, ο σύγχρονος αγρότης οφείλει να έχει γνώσεις μετεωρολογίας, γεωπονικής, οικονομίας, μάρκετινγκ… Καθώς, λοιπόν, ο πήχυς ανεβαίνει ασταμάτητα, ακόμη και την τελευταία δεκαετία η «φυγή» είναι εντυπωσιακή: οι 490.000 αγροτικές εκμεταλλεύσεις το 2010 έγιναν 390.000 το 2020. Για κάθε 20.000 αγρότες που αποχωρούν λόγω συνταξιοδότησης, εισέρχονται μόλις 13.000 νεότεροι. Στο σύνολο του ενεργού οικονομικά πληθυσμού της Γαλλίας αναλογεί μόνο το 4% στους εργαζομένους στον πρωτογενή τομέα, γεωργούς και κτηνοτρόφους, ιδιοκτήτες και εργάτες γης. «Εως το 2030 οι μισοί θα έχουν συνταξιοδοτηθεί». Διαχρονικά, τα παιδιά των αγροτών και κυρίως οι κόρες επιθυμούν διακαώς να ακολουθήσουν μια διαφορετική πορεία. «Μεταπολεμικά, πολλές γυναίκες από αγροτικές οικογένειες έγιναν δασκάλες ή γραμματείς, μακριά από τις πατρογονικές τους εστίες». Η ύπαιθρος ερήμωσε από γυναίκες. «Και οι ίδιοι οι αγρότες ενθάρρυναν και στήριζαν ανέκαθεν τα παιδιά τους να σπουδάσουν για να φύγουν».

Η παραγωγή

Μια ματιά, ωστόσο, στις παραγόμενες ποσότητες, που είναι σταθερές ή και μεγαλύτερες χρόνο με τον χρόνο, δημιουργεί σύγχυση. «Μειώνεται ο αριθμός των αγροτικών εκμεταλλεύσεων και των αγροτών – ιδιοκτητών γης, αυξάνονται, όμως, τρομακτικά οι εκτάσεις του καθενός», διευκρινίζει η Γαλλίδα δημοσιογράφος. Μια μέση αγροτική εκμετάλλευση στη Γαλλία υπολογίζεται στα 690 στρέμματα. «Οι παραδοσιακά μικρές γαλλικές φάρμες τείνουν να αφανιστούν, όποιος κληρονομεί μια αγροτική εκμετάλλευση την πουλάει έναντι υψηλού αντιτίμου σε κάποιον που τελικά συγκεντρώνει μια πολύ μεγάλη έκταση». Κατά συνέπεια, «οι αγροτικές καλλιέργειες γίνονται με βιομηχανικό τρόπο, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το περιβάλλον». Στις φάρμες απασχολούνται εργάτες γης, οι οποίοι συχνά είναι αλλοδαποί, χωρίς δικαίωμα ψήφου ούτε γνώση γαλλικών, αλλά κυρίως χωρίς άποψη για τις καλλιεργητικές μεθόδους.

Για κάθε 20.000 Γάλλους αγρότες που αποχωρούν λόγω συνταξιοδότησης, εισέρχονται μόλις 13.000 νεότεροι.

Ο αγροτικός κόσμος, ως πληθυσμιακή ομάδα, γίνεται ορατός στην Ευρώπη –αλλά και στα καθ’ ημάς– όποτε διοργανώνει κινητοποιήσεις. Με την ισχύ των τρακτέρ και υπό τον φόβο διακοπής της κυκλοφορίας στις μεγάλες οδικές αρτηρίες ή της καταστροφής μέρους της σοδειάς, τραβάει τα φώτα της δημοσιότητας. «Τον Ιανουάριο οι διαμαρτυρίες ξεκίνησαν στα νοτιοδυτικά της Γαλλίας από μεμονωμένους αγρότες και κτηνοτρόφους με μικρά εισοδήματα και προβλήματα λόγω μιας νόσου των αγελάδων», θυμάται, «σταδιακά, οι φωνές τους ενώθηκαν με εκείνες των Γερμανών». Τα αιτήματά τους αφορούν το κόστος παραγωγής – αρχής γενομένης από την τιμή του πετρελαίου. Το κίνημα, σύμφωνα με την ίδια, γρήγορα θέτει υπό την «ομπρέλα» του το πανίσχυρο συνδικάτο της Γαλλίας FNSEA (Federation Nationale des Syndicats d’ Exploitants Agricoles), το οποίο εργαλειοποιεί την οργή των αγροτών. «Το FNSEA είναι σταθερά ενάντια σε κάθε μεταρρύθμιση, ως εκ τούτου πολέμησε όλες τις αλλαγές που προβλέπονταν στη νέα ΚΑΠ, μεταξύ των οποίων τη στροφή σε μείωση της χρήσης των χημικών στις καλλιέργειες και στη σύνδεση των επιδοτήσεων με τις καλλιεργητικές μεθόδους». Η πίεση αποδίδει. «Η γαλλική κυβέρνηση υποχώρησε αμέσως και εν συνεχεία σε ευρωπαϊκό επίπεδο υπήρξε “πάγωμα” των περισσότερων μεταρρυθμίσεων». Η ίδια κρίνει την εν λόγω εξέλιξη ως «πύρρειο νίκη», με σοβαρές μακροπρόθεσμες συνέπειες. «Δεν γίνεται να μην αλλάξει τίποτα, όταν το 23% των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα προέρχεται από τον πρωτογενή τομέα και ταυτόχρονα γνωρίζουμε πλέον τις επιπτώσεις από τη χρήση φυτοφαρμάκων στις καλλιέργειες και ορμονών στην εκτροφή των ζώων».

Ο αργός, αόρατος «θάνατος» του αγρότη-1

Τις ελπίδες της για τη συνέχιση της γεωργίας με όρους αειφορίας εναποθέτει στους «νέους αγρότες»: άνθρωποι που συνειδητά μεταπηδούν από άλλους κλάδους στη γεωργία. «Πολλοί νιώθουν εγκλωβισμένοι στον τρόπο ζωής τους: στην καθιστική εργασία, στην αυστηρή ιεραρχία και τα συχνά αφηρημένα πρότζεκτ, θέλουν να είναι κύριοι του εαυτού τους, να κοπιάζουν και να έχουν ένα απτό αποτέλεσμα, να ζουν στη φύση και να μεγαλώνουν εκεί τα παιδιά τους». Σε αυτή την επαναστατική «κινητικότητα» καθοριστικό ρόλο, βεβαίως, έπαιξε και η πανδημία.

Το όνειρό τους συναντάει, ωστόσο, σοβαρά προσκόμματα, καθώς καλούνται να αγοράσουν μεγάλης έκτασης αγροτεμάχια. Οι τιμές, όμως, είναι απαγορευτικές: κυμαίνονται στα 20.000 ευρώ τα δέκα στρέμματα στις πιο εύφορες περιοχές της χώρας. Το συνολικό κόστος της επένδυσης αυξάνεται έτι περαιτέρω με την αγορά μηχανημάτων, σπιτιού και ζώων. «Συνάντησα ανθρώπους που ένωσαν τις δυνάμεις τους τέσσερις μαζί, δανείστηκαν από την τράπεζα με ορίζοντα αποπληρωμής 30 ετών· γνώρισα άλλους που δεν κατάφεραν να βρουν μεγάλες διαθέσιμες εκτάσεις ή να πείσουν για τη φερεγγυότητά τους τις τράπεζες». Στην ισχύουσα ΚΑΠ προβλέπεται ενίσχυση για φερέλπιδες αγρότες, αλλά τίθεται το όριο ηλικίας των 40 ετών. «Η αλλαγή, όμως, καριέρας γίνεται συνήθως μετά τα 40». Η εν λόγω αδικία πλήττει περισσότερο τις γυναίκες. «Στη Γαλλία όλοι όσοι ασχολούνται με τον πρωτογενή τομέα οφείλουν να παρακολουθήσουν κάποια εκπαίδευση και να λάβουν πιστοποίηση· βάσει των στοιχείων το ενδιαφέρον των γυναικών είναι μεγάλο, ωστόσο συνήθως οι εκκολαπτόμενες αγρότισσες είναι άνω των 40».

Οικολογική ευαισθησία

Η νέα γενιά διακρίνεται για το μεράκι και την οικολογική της ευαισθησία. «Επιλέγουν καλλιέργειες που δεν απαιτούν πολύ νερό, εκτρέφουν μικρό αριθμό ζώων, τα οποία αφήνουν ελεύθερα στις φάρμες». Το αν θα επιτύχουν ή όχι, η κ. Πουανσό δεν μπορεί να το προεξοφλήσει. «Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις πρέπει να αναλογιστούν με σοβαρότητα πώς θα μπορέσουν να ενισχύσουν όσους θέλουν να δουλέψουν στον πρωτογενή τομέα, διότι αυτοί είναι που θα μας εξασφαλίσουν την τροφή του μέλλοντος».

Οι δυσκολίες επιστροφής στην ελληνική ύπαιθρο και τα παράδοξα

«Στην Ελλάδα, οι απασχολούμενοι στον αγροτικό τομέα, ως αγρότες και ιδιοκτήτες γης, ως μέλη της οικογένειας που βοηθούν, ως μισθωτοί εργαζόμενοι, εποχικοί και μόνιμοι, αντιστοιχούν σε 450.000-500.000 άτομα», διευκρινίζει ο Απόστολος Παπαδόπουλος, καθηγητής Γεωγραφίας στο Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο. «Αποτελούν το 10% του οικονομικά ενεργού πληθυσμού». Οπως συμβαίνει και στη Γαλλία, παρατηρείται τάση μείωσης της συγκεκριμένης πληθυσμιακής ομάδας.

Αυξάνεται και εδώ η έκταση των αγροτικών εκμεταλλεύσεων: από 40 τ.μ. σε 60 τ.μ. ανά αγρότη. Παρόμοιες είναι και οι τάσεις στον χώρο της κτηνοτροφίας: «Οι κτηνοτρόφοι μειώνονται, οι μέθοδοι εκτροφής των ζώων γίνονται πιο συγκεντρωτικές».

Σημειώνεται μια αργή και σταθερή γήρανση του πληθυσμού, με περίπου τους μισούς αγρότες (40%-45%) να είναι άνω των 55 ετών. «Οι γυναίκες, που στο παρελθόν εργάζονταν ως συμβοηθούντα και μη αμειβόμενα μέλη, σταδιακά έφυγαν και βρήκαν άλλα αντικείμενα απασχόλησης, καθώς ένιωθαν θύματα μιας εθιμικής κατάστασης». Στη χώρα μας, σε αντίθεση με τη Γαλλία, όσοι αποφασίσουν να ασχοληθούν με την αγροτική παραγωγή δεν υποχρεούνται να εκπαιδευτούν. «Στις έρευνες πεδίου που κάνουμε δηλώνουν κατά κανόνα εμπειρική γνώση», εξηγεί. «Μόνο όσοι εντάσσονται σε προγράμματα, όπως “Νέοι Αγρότες”, οφείλουν να παρακολουθήσουν σεμινάρια, που οργανώνει ο ΕΛΓΟ-Δήμητρα· πρόκειται συχνά για μια τυπική διαδικασία».

Στη χώρα μας, σε αντίθεση με τη Γαλλία, όσοι αποφασίσουν να ασχοληθούν με την αγροτική παραγωγή δεν υποχρεούνται να εκπαιδευτούν.

Τη δεδομένη στιγμή, βέβαια, αυτό που απασχολεί τις αγροτικές περιοχές είναι η φυγή των αλλοδαπών εργατών γης. «Η επιστροφή στην ελληνική ύπαιθρο και στο απαιτητικό επάγγελμα του αγρότη είναι μια ρομαντική ιδέα, όχι όμως πάντοτε ρεαλιστική», επισημαίνει ο κ. Παπαδόπουλος. Στη διάρκεια της οικονομικής κρίσης, άλλωστε, είχε διατυπωθεί αυτή η ιδέα ως βέλτιστη λύση για ανέργους και είχαν σχεδιαστεί ανάλογα προγράμματα. «Πολλοί εξ αυτών επέστρεψαν πάλι στα αστικά κέντρα», λέει ο κ. Παπαδόπουλος. «Πέτυχαν όσοι διέθεταν κτηματική περιουσία ή είχαν εύκολη πρόσβαση σε αυτή, δεδομένου ότι η αγορά αγροτεμαχίων δεν είναι εύκολη». Αλλες ιστορίες επιτυχίας αφορούν «όσους ασχολήθηκαν με την τυποποίηση τοπικών αγροτικών προϊόντων – γαλακτοκομικών, μελιού, κρασιού». Η ένταξη νέων επαγγελματιών σε κλειστές τοπικές κοινωνίες δεν είναι απρόσκοπτη ούτε αυτονόητη. «Χρειάζεται να παλέψουν για να γίνουν αποδεκτοί – σε αυτό βοηθά συνήθως μια έστω και μακρινή καταγωγή από έναν τόπο». Κυριαρχούν, όπως φαίνεται, διαφορετικές κοσμοθεωρίες στην ελληνική ύπαιθρο, που οδηγούν σε μια ιδιότυπη «αντιπαράθεση» μεταξύ των διαφορετικών «γενεών». «Οσοι επιλέγουν να ασχοληθούν τώρα με την αγροτική παραγωγή έχουν σπουδάσει και φιλοδοξούν να εφαρμόσουν καινοτόμες μεθόδους ή να δοκιμάσουν νέες καλλιέργειες». Οι αγρότες της «παλαιάς» γενιάς, σε όλη την Ευρώπη, ανθίστανται ως επί το πλείστον στη μείωση χρήσης φυτοφαρμάκων με τη λογική ότι αυτό συνδέεται με τη μείωση της παραγωγής. «Οφείλουμε τη βιολογική γεωργία, ως φιλοσοφία αλλά και ως πρακτική, στους αστούς», υπενθυμίζει ο κ. Παπαδόπουλος.

«Πρέπει να μας προβληματίσει η αριθμητική μείωση των αγροτών, όπως και οι πολλές ακαλλιέργητες εκτάσεις στην Ελλάδα». Σήμερα, πολλές εκτάσεις ανήκουν τυπικά σε γυναίκες, καθώς πέρασαν για φορολογικούς λόγους σε κόρες ή συζύγους αγροτών, ενώ παρατηρείται και έντονο ενδιαφέρον από γυναίκες. «Για πολλές είναι και ένας τρόπος χειραφέτησης σε ένα ανδροκρατούμενο περιβάλλον», σχολιάζει. «Θεωρώ πολύ πιθανό να επιτύχουν, δεδομένου ότι δείχνουν μεγαλύτερη ευαισθησία στα περιβαλλοντικά ζητήματα και τείνουν να βάζουν τάξη σε ό,τι καταπιάνονται», καταλήγει ο κ. Παπαδόπουλος.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT