Οδοιπορικό της «Κ» στον Βόλο: Η δυσωδία έφυγε, ο φόβος παραμένει

Οδοιπορικό της «Κ» στον Βόλο: Η δυσωδία έφυγε, ο φόβος παραμένει

Αναπνέουν πάλι καθαρό αέρα «μετά το κακό που μας βρήκε με τα νεκρά ψάρια», ανησυχώντας για το χρονικό διάστημα που θα απαιτηθεί έως ότου η πόλη καταφέρει να επουλώσει τις πληγές από τα απανωτά χτυπήματα, ένα χρόνο μετά το σαρωτικό πέρασμα του «Daniel». Κάτοικοι και επαγγελματίες μιλούν στην «Κ».

11' 18" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τα τραπεζομάντιλα έχουν στρωθεί εδώ και ώρες – λευκά, μπεζ, ριγέ, στις αποχρώσεις του μπλε. Ενα σετ αλατοπίπερο, με χαρτοπετσέτες διπλωμένες προσεκτικά σε κάθε ένα από αυτά. Σε κάποιες ταβέρνες είναι τοποθετημένα στη δεξιά γωνιά, σε άλλες στο κέντρο, όλα τα τραπέζια στραμμένα προς τη θάλασσα, προς τον Παγασητικό κόλπο. Κάποτε ήταν μια θέα περιζήτητη. Αλλά αυτές τις μέρες μοιάζει να αποτελεί την πηγή των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι κάτοικοι του Βόλου.

Ο Δημήτρης Ιακωβάκης διατηρεί την ταβέρνα «Τα κύματα» σε κεντρικό σημείο της παραλίας της πόλης, τα τελευταία 25 χρόνια. «Δεν έχουμε ζήσει χειρότερη χρονιά», λέει στην «Κ», όσο ο «κράχτης» μπροστά από τα αδειανά τραπέζια βολιδοσκοπεί άσκοπα, με τα χέρια διπλωμένα πίσω από την πλάτη, τυχόν πελάτες…

«Ολα ξεκίνησαν από πέρυσι με τις κακοκαιρίεςDaniel” και “Elias”, πλημμυρίσαμε πάρα πολύ, έφτασε μέχρι εδώ το νερό», αναφέρει και δείχνει περίπου στο μισό του ύψους των ποδιών των τραπεζιών στο εσωτερικό του τσιπουράδικου. «Είχαμε πτώση του τζίρου περίπου 50% γιατί ο κόσμος απέφευγε όλη τη χρονιά να τρώει ψάρια και το καλοκαίρι δεν ήρθαν στα πέριξ του Βόλου για κολύμπι –ούτε εγώ έκανα μπάνιο, φοβόμουν ότι ήταν μολυσμένη η θάλασσα–, ύστερα μας βρήκε και αυτό με τα ψάρια», εξηγεί.

Οδοιπορικό της «Κ» στον Βόλο: Η δυσωδία έφυγε, ο φόβος παραμένει-1
«Ο Βόλος δεν είναι καταραμένος, από αμέλεια ανθρώπων έχουν γίνει όλα αυτά, επειδή υπάρχουν πολιτικοί ανίκανοι που δεν νοιάζονται για την πόλη. Δευτέρα ήρθαν τα νεκρά ψάρια και την Τρίτη οι εφοριακοί και γράφανε», λέει ο Δημήτρης Ιακωβάκης, ιδιοκτήτης του τσιπουράδικου «Τα κύματα». Το μαγαζί του βρίσκεται στο ίδιο σημείο τις τελευταίες δυόμισι δεκαετίες, εκείνος είναι στον χώρο 43 χρόνια. Ποτέ δεν έχει ξαναβιώσει χειρότερο καλοκαίρι από το φετινό, δηλώνει. [ΑΓΓΕΛΟΣ ΜΠΑΡΑΪ]

Μέχρι λίγες μέρες νωρίτερα, αναφέρει, δεν φαινόταν η θάλασσα μπροστά από το εστιατόριό του – μόνο νεκρά ψάρια που επέπλεαν έβλεπε το μάτι. Αν και δεν υπήρχε πελατεία, δεν έκλεισε το μαγαζί. «Εχω προσωπικό που έπρεπε να πληρωθεί», σημειώνει. Αλλά και αφότου μαζεύτηκαν όλα τα ψάρια και πέρασε η απαίσια οσμή, οι πελάτες δεν επέστρεψαν. «Εκεί που είχαμε 300 άτομα τη μέρα, τώρα έχουμε 25 με 30», δηλώνει.

Ο κόσμος δεν έχει συνέλθει

«Είμαστε 60%-70% κάτω σε σχέση με πέρυσι, ο κόσμος ακόμη δεν έχει συνέλθει για να έρθει στα μαγαζιά – είχαμε κλεισμένα γκρουπ αυτή την εποχή, όλοι ακύρωσαν», τονίζει στην «Κ» ο Αποστόλης Καπουράνης, ιδιοκτήτης του κοντινού εστιατορίου «Romeo». Ο Βόλος, λέει, κάποτε υπήρχε. Αλλά τον τελευταίο χρόνο έχει χτυπηθεί σφοδρά. Πρώτα ήταν οι πλημμύρες, το αποκορύφωμα όμως ήρθε με τα ψάρια. «Δεν μπορούσαν να καθίσουν οι τουρίστες, έφυγαν οι ξένοι, έφυγαν και οι Ελληνες, φτάσαμε σε σημείο να κλείνουν τα μαγαζιά ή να απολύουν το προσωπικό – εμείς για να μην απολύσουμε δίνουμε ρεπό, αντί για ένα τώρα δίνω τέσσερα την εβδομάδα», δηλώνει. «Είναι», συμπληρώνει, «μεγάλη δυσφήμηση για τον Βόλο».

Παρότι αυτή τη στιγμή η πόλη δεν αντιμετωπίζει κάποιο εμφανές πρόβλημα –ο Παγασητικός δεν μυρίζει, νεκρά ψάρια δεν μπορείς να διακρίνεις στη θάλασσα μπροστά από την παραλία–, οι Βολιώτες φοβούνται το άυλο πρόβλημα της «κακής φήμης» που έχει αποκτήσει τον τελευταίο χρόνο η πόλη τους λόγω των απανωτών πληγμάτων που δέχθηκε.

Η Ευαγγελία Διανελλάκη, πρόεδρος του συλλόγου Ιδιοκτητών Τουριστικών Καταλυμάτων Μαγνησίας, λέει στην «Κ» πως το φετινό καλοκαίρι είχαν έτσι κι αλλιώς πτώση περίπου 40% στη ζήτηση. Ο κόσμος φοβόταν να μπει στη θάλασσα. «Και φοβόταν να εμπιστευτεί τη Μαγνησία από άποψη υποδομών, μας έπαιρναν και μας ρωτούσαν, “μπορούμε να έρθουμε, είναι ανοιχτοί οι δρόμοι;”», τονίζει, στον απόηχο των περυσινών καταστροφών. «Ο Αύγουστος δούλεψε, όχι στο 100% αλλά καλύτερα από τον Ιούνιο και τον Ιούλιο, όμως ένας Αύγουστος δεν μπορεί να βγάλει τα έξοδα ενός ολόκληρου χρόνου», υποστηρίζει.

Κι ύστερα ήρθαν τα ψάρια. Σε όλη τη Μαγνησία, ακόμη και σε περιοχές που δεν υπήρχε πρόβλημα, τουλάχιστον το 70% των κρατήσεων για το τέλος του Αυγούστου και για όλο τον Σεπτέμβριο ακυρώθηκε, δηλώνει η ίδια. «Στον Παγασητικό ακυρώθηκαν ακόμη περισσότερες – η φήμη της πόλης, αλλά και όλης της Μαγνησίας, έχει πρόβλημα», υπογραμμίζει, «δεν ξέρω πώς θα την επαναφέρουμε, τα ψάρια ήταν το τελειωτικό χτύπημα».

«Δεν μπορούσαν να καθίσουν οι τουρίστες, έφυγαν οι ξένοι, έφυγαν και οι Ελληνες, φτάσαμε σε σημείο να κλείνουν τα μαγαζιά», λέει ιδιοκτήτης καταστήματος εστίασης στην παραλία του Βόλου.

Το καλοκαίρι που μόλις πέρασε ο τουρισμός στον Βόλο δεν επηρεάστηκε μόνο από τη λαβωμένη φήμη της πόλης. Λόγω της περυσινής κακοκαιρίας, φέτος δεν μπόρεσαν να δέσουν στο λιμάνι μεγάλα κρουαζιερόπλοια. «Ο “Daniel” μας επηρέασε διότι ήρθαν προσχώσεις μέσα στο λιμάνι, σε κάποια σημεία ανέβασαν τον πυθμένα ακόμη και δύο μέτρα, την εργολαβία για την απομάκρυνση τη χειρίζεται το ΤΑΙΠΕΔ και περιμένουμε δημοπράτηση του έργου», εξηγεί ο Σωκράτης Αναγνώστου, διευθύνων σύμβουλος του Οργανισμού Λιμένος Βόλου.

Οδοιπορικό της «Κ» στον Βόλο: Η δυσωδία έφυγε, ο φόβος παραμένει-2
«Τα ψάρια μαζεύτηκαν πολύ γρηγορότερα από ό,τι περίμενα, αλλά δεν είμαι αισιόδοξος για την πόλη. Δεν βλέπω αυτή τη στιγμή να αναπτύσσονται σοβαρές οικονομικές δραστηριότητες», αναφέρει ο Σωκράτης Αναγνώστου, διευθύνων σύμβουλος του Οργανισμού Λιμένος Βόλου. [ΑΓΓΕΛΟΣ ΜΠΑΡΑΪ]

Οποιο πλοίο έχει βύθισμα μεγαλύτερο από 7,5 μέτρα δεν μπορεί να προσεγγίσει, σημειώνει ο Παναγιώτης Φεύγας, προϊστάμενος στον εμπορικό λιμένα. «Τα περισσότερα κρουαζιερόπλοια ακύρωσαν και κάποια μεγάλα που ήρθαν κατέβασαν τον κόσμο με βάρκες», λέει. «Η πόλη έχει χάσει από τις μη αφίξεις κρουαζιερόπλοιων – μένει και μια προβλήτα ανενεργή», δηλώνει ο κ. Αναγνώστου, τονίζοντας επίσης πως μετά την περυσινή κακοκαιρία κάποιες βιομηχανίες ανέκοψαν τη δραστηριότητά τους και υπήρχε μείωση στη διακίνηση των κοντέινερ. «Κι αυτό επηρέασε το λιμάνι», αναφέρει.

Ο απόηχος

Στην παραλία του Βόλου ψαράδες πουλούν κάθε πρωί την ψαριά τους σε μια περιοχή που ονομάζουν «Βαρκάκια», μπροστά από τα καΐκια τους. Αλλά τώρα κανείς δεν αγοράζει. «Στην αρχή φοβήθηκαν από τον “Daniel”, επειδή έπεσαν φερτά υλικά στη θάλασσα – πάνω που τους συνεφέραμε, κατέβηκαν τα ψάρια από την Κάρλα», λέει χαρακτηριστικά στην «Κ» ο ψαράς Γιώργος Ζαχαράκης. Οι ψαράδες, τονίζει, είναι απελπισμένοι. «Είτε πας για δουλειά είτε όχι δεν έχει σημασία, γιατί δεν μπορείς να πουλήσεις ούτε πέντε κιλά ψάρια, δεν το έχουμε ξαναζήσει – περνάει ο κόσμος από μπροστά και δεν αγοράζει, ούτε οι ιχθυέμποροι, γιατί και στα τσιπουράδικα ρωτάει ο κόσμος, “από πού είναι τα ψάρια, από τον Παγασητικό;” και λένε ότι είναι από την Καβάλα ή από την Πάτρα για να μπορέσουν να πουλήσουν», αναφέρει. Πέρυσι το σπίτι του πλημμύρισε δυο φορές. Τώρα δεν έχει δουλειά. «Σίγουρα ανησυχώ», συμπληρώνει. «Αν ο κόσμος δεν κατεβαίνει να πάρει ψάρια, αν κλείνουν τα παραθαλάσσια μαγαζιά, αν φοβάται να παραγγείλει ψάρι στα τσιπουράδικα, εμείς πώς θα ζήσουμε;».

Ο Μετάι Τζουστάν, ο οποίος διατηρεί μίνι μάρκετ στην οδό Ιάσονος, έναν δρόμο παράλληλο στην παραλία, από το 2018, δηλώνει ότι η σεζόν πέρυσι ανακόπηκε πολύ νωρίς λόγω πλημμύρας, φέτος λόγω των ψαριών. «Είμαστε αρκετά κάτω σε έσοδα φέτος γιατί δουλεύουμε και με τον τουρισμό, με τα σκάφη. Φέτος είχε μειωμένο κόσμο, αλλά κι εμείς οι ίδιοι έχουμε επηρεαστεί ψυχολογικά», σημειώνει, τονίζοντας πως μην ξέροντας τι ισχύει, ούτε εκείνος έκανε φέτος μπάνιο στον Παγασητικό.

«Φέτος όλη τη χρονιά έχει πολύ λιγότερο κόσμο», λέει στην «Κ» η 42χρονη Λήδα, ιδιοκτήτρια περιπτέρου στο κέντρο του Βόλου. Το προηγούμενό της περίπτερο το έκλεισε πέρυσι μετά τις πλημμύρες λόγω της μεγάλης ζημιάς που είχε υποστεί. «Δεν έχουμε συμπληρώσει έναν χρόνο με τις πλημμύρες και έρχονται τα ψάρια». Επειτα από όσα έχουν περάσει από πέρυσι, φοβάται ότι τα δεινά της πόλης δεν έχουν παρέλθει ακόμη. «Εβρεξε τις προάλλες και πάλι το νερό ήρθε πάνω στο πεζοδρόμιο – πάλι τον χειμώνα θα έχουμε τον φόβο της πλημμύρας», λέει.

«Εδώ και έναν χρόνο η πόλη, αλλά και όλη η Θεσσαλία βιώνει κάτι το πρωτόγνωρο», δηλώνει στην «Κ» ο Δημήτρης Καρεκλίδης, διευθυντής και εκδότης της εφημερίδας «Μαγνησία». «Φυσικά φαινόμενα που είναι πρωτόγνωρα», συνεχίζει, «αλλά και διαχείριση που δεν αρκούσε για να αντιμετωπιστεί αυτό που είδαμε». Δόθηκαν υποσχέσεις, αναφέρει, για έργα, ξεκινώντας από το λιμάνι του Βόλου, του οποίου η ιδιωτικοποίηση εκκρεμεί – «δεν επέτρεψε να έρθουν κρουαζιερόπλοια, με αποτέλεσμα να στερηθεί η πόλη κομμάτι επισκεπτών». Υπήρξαν κι άλλες αμέλειες, υποστηρίζει. «Είχαν να κάνουν με τη δυσφήμηση της πόλης, οι φορείς του τουρισμού ζητούσαν μια καλή καμπάνια για την προβολή της, αλλά δεν έγινε, και το Thessaly Pass δεν λειτούργησε», σημειώνει. «Στο καπάκι ήρθε το πρόβλημα με την Κάρλα», αναφέρει για τα νεκρά ψάρια «και οι υπεύθυνοι ρίχνουν ο ένας στον άλλον τις ευθύνες».

Οδοιπορικό της «Κ» στον Βόλο: Η δυσωδία έφυγε, ο φόβος παραμένει-3
Ο Δημήτρης Καρεκλίδης λέει ότι ο κόσμος είναι αγανακτισμένος. «Οι συνέπειες αυτού που συνέβη δεν αγγίζουν μόνο τα μαγαζιά που επηρεάστηκαν άμεσα λόγω της δυσοσμίας, αλλά θα διαχυθούν σε όλη την πόλη. Δεν υπάρχει διάθεση και η οικονομία δουλεύει με βάση την ψυχολογία», σημειώνει. [ΑΓΓΕΛΟΣ ΜΠΑΡΑΪ]

Ο κόσμος, λέει ο κ. Καρεκλίδης στην «Κ» από το γραφείο του στο κέντρο της πόλης, είναι αγανακτισμένος και φοβισμένος. Τις προάλλες έβρεξε, κι ενώ σε άλλες περιοχές της Ελλάδας πολλοί χάρηκαν, λόγω του άνυδρου καλοκαιριού, στον Βόλο κοιτούσαν τον ουρανό με τρόμο. «Νιώθουμε ότι είμαστε στο μάτι του κυκλώνα και ότι θα συνεχίσουμε να είμαστε – είχαμε τον “Ιανό”, τον “Daniel”, τον “Elias”, αυτά τα φαινόμενα έχουν μια επανάληψη που δεν είναι ούτε κάθε χίλια χρόνια και σίγουρα αυτή τη στιγμή είμαστε εκτεθειμένοι. Παραδείγματος χάριν υπάρχουν σχολεία που είναι χτισμένα πάνω σε ρέματα και δεν γίνεται καμία διευθέτηση», εξηγεί.

Και δεν είναι αισιόδοξος για το μέλλον της πόλης. «Εναν χρόνο δεν έχει γίνει κάτι ουσιαστικό, ο τουρισμός δεν ενισχύθηκε, το voucher πάτωσε, ο κόσμος δεν προτίμησε τη Μαγνησία», αναφέρει, τονίζοντας ότι χρειάζεται να αλλάξει η εικόνα του Βόλου. «Να αλλάξει η φήμη της, να έρθουν δημοσιογράφοι να δουν την πραγματική εικόνα – έχουμε την τάση να δραματοποιούμε τα πράγματα, είναι και η φύση της δουλειάς», υποστηρίζει, «αλλά εδώ πέρα καταστρέφεται μια πόλη».

Ενα θέρετρο-φάντασμα με ναυαγοσώστη στις Αλυκές

Ομπρέλες, ξαπλώστρες και κλειστά καταστήματα

Η μειωμένη τουριστική κίνηση στην παραλία του Βόλου δεν συγκρίνεται με την απόκοσμη ερημιά που επικρατεί στις Αλυκές, ένα παραθαλάσσιο θέρετρο σε απόσταση περίπου 9 χιλιομέτρων από την πόλη. Σε αυτό το σκηνικό όλα είναι όπως τα άφησαν οι ιδιοκτήτες των κλειστών πια επιχειρήσεων, απομεινάρια μιας σεζόν που έμεινε στη μέση: οι κενές γαλάζιες ξαπλώστρες, τα λευκά σεντόνια των sunbeds που ανεμίζουν άσκοπα, οι ξύλινες ομπρέλες των ερειπωμένων beach bars, τα λευκά τραπεζοκαθίσματα στις άδειες, παραθαλάσσιες ταβέρνες, τα πλαστικά παιχνίδια που έχουν μείνει αναποδογυρισμένα από τον αέρα, τα έρημα μαγαζιά.

Στην αμμουδιά, μια ξύλινη επιγραφή μοιάζει σαν να σαρκάζει τους ελάχιστους περαστικούς και κατοίκους. «Αρχή Βραβευμένης Ακτής», γράφει, αλλά στην ακτή τώρα βρίσκεται μόνο ένας άνθρωπος, ο 25χρονος Γιάννης Πατσής, ένας ναυαγοσώστης που είναι εκεί για να αποτρέπει τον κόσμο από το να μπει στη θάλασσα. «Τους λέμε ότι υπάρχει απόφαση που απαγορεύει να μπαίνουν, και αν το κάνουν είναι με δική τους ευθύνη», λέει στην «Κ». Ηρθαν δύο παρέες ξένων, τους εξήγησε ότι δεν πρέπει να βουτήξουν –«για τη δική τους ατομική ασφάλεια», σημειώνει–, αλλά κάποιοι μπήκαν στη θάλασσα πάνω σε σανίδα SUP.

Οδοιπορικό της «Κ» στον Βόλο: Η δυσωδία έφυγε, ο φόβος παραμένει-4
Ο 25χρονος Γιάννης Πατσής επιβλέπει την παραλία Αλυκές, περίπου 9 χλμ. μακριά από τον Βόλο. Είναι βραβευμένη με Γαλάζια Σημαία, αλλά ο κ. Πατσής βρίσκεται εδώ από τις 10 το πρωί μέχρι τις 6 το απόγευμα για να αποτρέψει τυχόν λουομένους από το να μπουν στη θάλασσα, να ενημερώσει πως αν βουτήξουν, θα είναι με δική τους ευθύνη. «Μια κοπέλα από τη Βουλγαρία προσπαθούσε να μου εξηγήσει ότι τα νερά φαίνονται πεντακάθαρα», λέει ο ίδιος. [ΑΓΓΕΛΟΣ ΜΠΑΡΑΪ]

«Θα ήταν όλα τα μαγαζιά ανοιχτά, θα είχε ακόμα ανθρώπους στην παραλία να κάνουν μπάνιο, φέτος έκλεισαν όλα πρόωρα, κάποιοι ακόμα και πριν να έρθουν τα νεκρά ψάρια, γιατί δεν είχε κόσμο, έλεγαν ότι δεν είναι καθαρή η θάλασσα», αναφέρει στην «Κ» ο περιπτεράς Αχιλλέας Χατζηγιάννης. Διατηρεί το περίπτερό του στις Αλυκές τα τελευταία 35 χρόνια. «Φέτος ήταν ένα από τα χειρότερα καλοκαίρια που έχω ζήσει. Η φήμη της περιοχής, ειδικά μετά το συμβάν με τα ψάρια, θα αργήσει να επανέλθει», φοβάται.

«Φέτος ήταν ένα από τα χειρότερα καλοκαίρια που έχω ζήσει. Η φήμη της περιοχής, ειδικά μετά το συμβάν με τα ψάρια, θα αργήσει να επανέλθει», λέει στην «Κ» ιδιοκτήτης περιπτέρου στην παραλία Αλυκές.

Κάτοικοι και επαγγελματίες της περιοχής είναι απελπισμένοι με την όλη κατάσταση. «Εχει ζέστη», αναφέρει υπάλληλος ψητοπωλείου που δεν ήθελε να αναφερθεί το όνομά της, και πράγματι ο μεσημεριανός ήλιος του Σεπτεμβρίου κάνει την παραμονή στη σκιά αναγκαία. «Τώρα εδώ θα ήταν γεμάτο κόσμο», σημειώνει. «Ηταν μέρος γεμάτο ζωή», τονίζει ο Αχιλλέας Αργατζόπουλος, κάτοικος κοντινού οικισμού, «είμαστε όλοι οργισμένοι και ζητάμε να σταματήσει η ροή του Ξηριά προς τον Παγασητικό, και να φύγουν όλοι οι πολιτικοί, να μην ξαναζητήσουν ψήφους – έχει καταστραφεί η φήμη της περιοχής».

Πριν από περισσότερα από πενήντα χρόνια, όταν ο Κωνσταντίνος Σουίπας άνοιξε το εστιατόριό του στην περιοχή, χορεύτριες έκαναν σόου οριεντάλ, με φωτιές και τόξα που στόχευαν με τα άκρα των ποδιών τους. Τώρα η παραλία μπροστά τους ξέβρασε νεκρά ψάρια κι οι πελάτες είναι άφαντοι. «Είναι πρωτάκουστο – πολλά μαγαζιά στην περιοχή έκλεισαν, η ζημιά είναι μεγάλη», τονίζει. Εχει οκτώ ενοικιαζόμενα δωμάτια, τα οποία θα ήταν κατειλημμένα μέχρι τον Οκτώβριο – όλοι ακύρωσαν. Στο Markiz, το εστιατόριο του, είχαν προγραμματισμένες βαφτίσεις. Ακυρώθηκαν όλες. Το προηγούμενο Σάββατο, στο beach bar που διατηρεί λίγα μέτρα πιο κάτω θα έκαναν έναν γάμο. «Πληρώνουμε 33.000 ευρώ στον δήμο τον χρόνο για την πλαζ και δεν δουλέψαμε ούτε δύο μήνες φέτος», λέει στην «Κ».

Οδοιπορικό της «Κ» στον Βόλο: Η δυσωδία έφυγε, ο φόβος παραμένει-5
«Στα 80 μου χρόνια, πρώτη φορά βιώνω τέτοιο καλοκαίρι. Πολλά μαγαζιά στην περιοχή έκλεισαν, η ζημιά είναι μεγάλη. Πληρώνουμε 33.000 ευρώ στον δήμο τον χρόνο για την πλαζ και δεν δουλέψαμε ούτε δύο μήνες φέτος», λέει ο Κωνσταντίνος Σουίπας. [ΑΓΓΕΛΟΣ ΜΠΑΡΑΪ]

Τώρα, αντί για τις πατημασιές των καλεσμένων γάμων, μπροστά από το beach bar του κ. Σουίπα έχει μικρές στοίβες από νεκρά ψάρια. Κάποια χωρίς μάτια, άλλα είναι μισά, ορισμένα μικρά σαν σαρδέλες, άλλα μεγαλύτερα, με πλαστικά που έβγαλε η θάλασσα, αναμεμειγμένα όλα με φύκια, λάσπη, και μια οσμή κατάντιας. «Είναι πρωτόγνωρο», επαναλαμβάνει ο κ. Σουίπας, «στα 80 μου χρόνια, πρώτη φορά βιώνω τέτοιο καλοκαίρι».

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT