Ελλιπής η δημόσια διαβούλευση – Της τελευταίας στιγμής μία στις τρεις ρυθμίσεις

Ελλιπής η δημόσια διαβούλευση – Της τελευταίας στιγμής μία στις τρεις ρυθμίσεις

Την περίοδο 2023-24, πάνω από 30% των άρθρων των νόμων ψηφίστηκαν χωρίς να προηγηθεί διάλογος

Από το 2021 μέχρι και σήμερα, το ποσοστό των νόμων που τίθενται σε δημόσια διαβούλευση στην Ελλάδα αυξάνεται σταθερά. Παρά τη σημαντική βελτίωση, όμως, η διαδικασία παραμένει ελλειμματική. Την περίοδο 2023-2024, περισσότερο από 30% των τελικών άρθρων των νόμων που ψηφίστηκαν δεν συμπεριελήφθησαν στη δημόσια διαβούλευση, σύμφωνα με μελέτη του Κέντρου Φιλελεύθερων Μελετών (ΚΕΦίΜ) που δημοσιεύεται σήμερα.

Τόσο το ΚΕΦίΜ όσο και η πρόσφατη έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το κράτος δικαίου στην Ελλάδα τονίζουν τη βελτίωση της δημόσιας διαβούλευσης στη χώρα. Εξετάζοντας τα διαθέσιμα στοιχεία του Δείκτη Ποιότητας Νομοθέτησης από τον Σεπτέμβριο του 2014 μέχρι τον Μάιο του 2024, το χαμηλότερο ποσοστό νόμων που τέθηκαν σε δημόσια διαβούλευση σημειώθηκε το 2018, όταν μόλις το 39% των νόμων που εντέλει ψηφίστηκαν είχαν συμπεριληφθεί στη διαδικασία. Το 2024, το συγκεκριμένο ποσοστό έφτασε το 87% – περισσότεροι από 8 στους 10 νόμους τέθηκαν σε δημόσια διαβούλευση, σύμφωνα με το ΚΕΦίΜ. «Ωστόσο, βάσει της ρητής υποχρέωσης για δημόσια διαβούλευση επί των προτάσεων νόμου, το ποσοστό πρέπει να αγγίζει το 100%, με ελάχιστες εξαιρέσεις», δηλώνει το Κέντρο.

Πολλά από τα άρθρα των νόμων που τελικά ψηφίζονται συνεχίζουν να μη συμπεριλαμβάνονται στη δημόσια διαβούλευση και να εμφανίζονται στις επιτροπές της Βουλής ή κατά την ψήφιση των νόμων, αναφέρει. «Την περίοδο 2014-2020, το ποσοστό των άρθρων ενός νόμου που υπήρξαν διαθέσιμα για δημόσια διαβούλευση κυμάνθηκε από 22% έως 49%, ενώ την περίοδο 2021-2024 σημειώθηκε σχετική βελτίωση», συμπληρώνει. Το 2023-2024, πάνω από το 30% των άρθρων δεν περιελήφθησαν στη δημόσια διαβούλευση, ενώ στους μισούς νόμους, λιγότερο από το 80% των τελικών άρθρων ήταν διαθέσιμο.

«Η δημόσια διαβούλευση είναι σημαντική γιατί είναι φυσικό να υπάρχουν λεπτομέρειες που ο νομοθέτης δεν τις έχει σκεφτεί – είναι καλό να ακούει τους ενδιαφερόμενους πολίτες και φορείς, ώστε να μπορεί να βελτιώσει τον νόμο», δηλώνει στην «Κ» ο Νίκος Ρώμπαπας, γενικός διευθυντής του ΚΕΦίΜ. Αλλά όταν δεν παρουσιάζονται τόσο πολλά από τα άρθρα των νόμων που εντέλει ψηφίζονται, η διαδικασία δεν ακολουθείται όπως θα έπρεπε. «Ενώ το τυπικό κομμάτι της δημόσιας διαβούλευσης φαίνεται να τηρείται, το ουσιαστικό κομμάτι επί του συνόλου των ρυθμίσεων δεν εφαρμόζεται», σημειώνει το Κέντρο. Αλλο θέμα που εντοπίζεται στην έκθεση αφορά τον χρόνο διαβούλευσης. Από το 2019, αυξήθηκε ο μέσος όρος ημερών για τις οποίες ένας νόμος είναι διαθέσιμος για δημόσια διαβούλευση από 8 σε 13 – το 2015 και το 2018, ο αντίστοιχος μέσος όρος ήταν μόλις πέντε ημέρες. Αλλά ο κ. Ρώμπαπας τονίζει στην «Κ» ότι και αυτός ο χρόνος δεν αρκεί. «Η προβλεπόμενη διάρκεια δημόσιας διαβούλευσης σήμερα είναι δύο εβδομάδες, αλλά οι ενδιαφερόμενοι είναι πολύ δύσκολο να διατυπώσουν τις απόψεις τους σε αυτό το χρονικό διάστημα», δηλώνει, τονίζοντας ότι συχνά βλέπουμε σχέδια νόμου να τίθενται σε διαβούλευση πριν από τις διακοπές του καλοκαιριού ή των Χριστουγέννων, με αποτέλεσμα ο χρόνος να μειώνεται ακόμη περισσότερο.

«Το τυπικό κομμάτι φαίνεται να τηρείται, το ουσιαστικό κομμάτι επί του συνόλου των ρυθμίσεων δεν εφαρμόζεται», σημειώνει σε έκθεση το ΚεΦίΜ.

Την περίοδο 2023-2024, σύμφωνα με το ΚΕΦίΜ, το 70% των νόμων ήταν διαθέσιμοι από 13 έως 17 ημέρες, ενώ ένας στους πέντε νόμους ήταν διαθέσιμος για δημόσια διαβούλευση μία εβδομάδα ή λιγότερο. Μόλις 2% των νόμων συμπεριελήφθησαν στη διαδικασία για πάνω από 17 μέρες. Σημειώνεται επίσης πως από το 2014 μέχρι το 2024, ο μέσος νόμος είχε έκταση 66 σελίδων και περιείχε 60 άρθρα – η επαρκής αξιολόγηση, επομένως, της νομοθετικής ύλης απαιτεί και τον αντίστοιχο χρόνο. «Οταν είναι μικρός ο χρόνος διαβούλευσης», συμπληρώνει ο κ. Ρώμπαπας, «και δεν προλαβαίνουν οι ενδιαφερόμενοι να διατυπώσουν τις απόψεις τους, τα προβλήματα των νόμων διαπιστώνονται αργότερα και αυτός είναι από τους λόγους για τους οποίους έχουμε πολλές τροπολογίες εκ των υστέρων».

Η Ελλάδα ανήκει στην ομάδα των χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης με τη δεύτερη χαμηλότερη προβλεπόμενη διάρκεια δημόσιας διαβούλευσης, ενώ στην ίδια ομάδα είναι και η Ουγγαρία, η Λετονία, η Λιθουανία και η Ισπανία, αναφέρει το ΚΕΦίΜ. Χαμηλότερα είναι μόνο η Ρουμανία, όπου ο αντίστοιχος χρόνος είναι μία εβδομάδα, ενώ στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες είναι από 4 εβδομάδες και πάνω, με κορυφαία τη Σουηδία, όπου ο χρόνος δημόσιας διαβούλευσης διαρκεί 12 εβδομάδες.

Οι προτάσεις

Το Κέντρο προτείνει τέσσερα μέτρα. Να διατίθενται όλα τα νομοσχέδια, συνοδευόμενα από ανάλυση συνεπειών ρύθμισης με ποσοτικά στοιχεία, σε δημόσια διαβούλευση. Να αυξηθεί ο χρόνος σε 4 εβδομάδες. Να είναι διαθέσιμα όλα τα άρθρα, με υποχρέωση αιτιολόγησης από τους εκάστοτε υπουργούς για τα άρθρα που εντέλει δεν συμπεριλήφθηκαν στη δημόσια διαβούλευση, και τέλος, κατά τη διάρκειά της, να διατίθεται και ποσοτική ανάλυση σχετικά με τις επιπτώσεις των ρυθμίσεων νόμου στην οικονομία, στον κρατικό προϋπολογισμό και στο περιβάλλον. «Η έλλειψη διαβούλευσης έχει ως συνέπεια να μην καταφέρνει ο νομοθέτης να εντοπίσει όλα τα προβλήματα που θα προκύψουν κατά την εφαρμογή ενός νόμου», λέει στην «Κ» ο κ. Ρώμπαπας, «γι’ αυτό είναι τόσο σημαντική».

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT