Η πυρκαγιά έκαιγε για δεύτερη ημέρα ανεξέλεγκτα χθες στην Κορίνθια και οι κάτοικοι της Λυκοποριάς μόλις έμαθαν την τραγική είδηση προσπαθούσαν από το πρωί να εξηγήσουν πώς έχασαν τη ζωή τους οι δύο συντοπίτες τους στις φλόγες. Οι πληροφορίες ήταν ακόμη συγκεχυμένες, όλοι όμως έλεγαν ότι ο 35χρονος και ο 40χρονος έσπευσαν με τα μηχανάκια τους να βοηθήσουν στη φωτιά. «Ηξεραν τα μέρη, το κάθε δέντρο και τους δρόμους», ανέφερε μια συγχωριανή τους που τους γνώριζε. «Αλλά η φωτιά είναι απρόβλεπτη. Κάποια στιγμή, σε κάποιο σημείο, τους κύκλωσε».
Οι δύο σοροί εντοπίστηκαν απανθρακωμένες τα ξημερώματα της Δευτέρας από αστυνομικούς της Ομάδας Πρόληψης και Καταστολής Εγκλήματος κοντά στον οικισμό Ελληνικό, σε απόσταση περίπου 30 μέτρων μεταξύ τους. Προανάκριση για τις συνθήκες του θανάτου τους διενεργεί κλιμάκιο της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Εγκλημάτων Εμπρησμού της Πυροσβεστικής. «Δεν υπολόγισαν σωστά τη φωτιά και πρέπει να τους έκλεισε μέσα. Είχαν δηλωθεί ως αγνοούμενοι. Είναι τραγικό», λέει στην «Κ» ο Γιώργος Παπαμετζελόπουλος, πρόεδρος κοινότητας στη Λυκοποριά. «Η νύχτα της Κυριακής ήταν τρομερή. Ηταν σαν την κόλαση του Δάντη. Προσπαθήσαμε να βοηθήσουμε όσο μπορούσαμε για να μην μπει η φωτιά στα χωριά».
Οι αναζωπυρώσεις
Η πυρκαγιά ξέσπασε το πρωί της Κυριακής σε δασική έκταση με πυκνή βλάστηση στην περιοχή Ροζενά. Καθοδηγήθηκε από ενισχυμένους δυτικούς – βορειοδυτικούς ανέμους έντασης 5 έως 6 μποφόρ και εξαπλώθηκε προς το Ξυλόκαστρο. Απέκτησε μεγάλη περίμετρο κινούμενη ανεξέλεγκτα σε πευκοδάσος και χαράδρες. Χθες το βράδυ διεκόπη η κυκλοφορία στον αυτοκινητόδρομο Κορίνθου – Πατρών και στα δύο ρεύματα, καθώς η φωτιά είχε φθάσει στον παραλιακό οικισμό Λυγιά. Προηγουμένως ξεσπούσαν διαρκώς επικίνδυνες αναζωπυρώσεις, με αποτέλεσμα να απαιτούνται νέες εκκενώσεις οικισμών. Χωριά που είχαν απειληθεί προηγουμένως κινδύνευαν ξανά, όπως ο Πύργος Κορινθίας.
«Κατέβηκε η φωτιά χαμηλά, έκαψε δάσος και ελαιόδεντρα, κάηκαν και σπίτια. Τα ελικόπτερα πάλευαν», λέει στην «Κ» ο Σπύρος Ντρες, κάτοικος της περιοχής. Σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις, καταστροφές σπιτιών έχουν σημειωθεί στο Ανω Λουτρό και στο Ελληνικό. Πλήρης αποτίμηση των ζημιών θα γίνει μετά την ολοκλήρωση του έργου της κατάσβεσης.
Ο περιφερειάρχης Πελοποννήσου, Δημήτρης Πτωχός, επισήμανε ότι αυτή είναι η τρίτη καταστροφική φωτιά που σημειώνεται κατά τη φετινή αντιπυρική περίοδο στην Κορινθία. Στην περιοχή είχαν εκδηλωθεί και στο παρελθόν μεγάλες πυρκαγιές, όπως τον Ιούλιο του 2000, οι οποίες παρουσίασαν παρόμοια πορεία. Εκτιμάται ότι τις τελευταίες δύο ημέρες έχει καεί και μεγάλη αναγεννημένη δασική έκταση.
Στις προσπάθειες κατάσβεσης συμμετείχαν από την Κυριακή περισσότεροι από 300 πυροσβέστες, 14 ομάδες δασοκομάντος, 110 οχήματα και συνολικά 18 εναέρια μέσα επιχειρώντας ανά διαστήματα. Ενα πυροσβεστικό όχημα εγκλωβίστηκε σε αγροτικό δρόμο και κάηκε κοντά στα Ροζενά, ενώ στάλθηκαν μηνύματα μέσω του «112» για διαδοχικές εκκενώσεις χωριών. Χθες δινόταν μεγάλη μάχη με τις διάσπαρτες εστίες για να μην περάσει η φωτιά προς την Καρυά, τα Τρίκαλα Κορινθίας και άλλες περιοχές. Δύο πυροσβέστες τραυματίστηκαν ελαφρά κατά την επιχείρηση κατάσβεσης.
Ο Γιάννης Νικολακόπουλος, πρόεδρος κοινότητας στην Πιτσά Κορινθίας, ήταν ένας από τους ανθρώπους που είδαν τελευταίοι τους δύο άτυχους άνδρες το βράδυ της 29ης Σεπτεμβρίου. Οπως περιγράφει στην «Κ», βρίσκονταν στην Ανω Πιτσά, σε μια αλάνα κοντά σε ένα μαντρί, μαζί με πυροσβεστικές δυνάμεις. Οι δύο άνδρες επιχείρησαν αρχικά να φύγουν με τα μηχανάκια τους, αλλά επέστρεψαν άμεσα λέγοντας ότι η φωτιά έμπαινε στον δρόμο. Οσοι ήταν συγκεντρωμένοι εκεί αποφάσισαν να οπισθοχωρήσουν με το πυροσβεστικό όχημα για να προφυλαχθούν, τους προέτρεψαν να έρθουν μαζί τους, αλλά οι δύο άνδρες φαίνεται πως δεν ακολούθησαν την ίδια διαδρομή.
Στις 9.30 το βράδυ της Κυριακής δηλώθηκαν ως αγνοούμενοι από συγγενείς τους και εντοπίστηκαν νεκροί περίπου επτά ώρες αργότερα από τους αστυνομικούς που τους αναζήτησαν.
Το ένα θύμα είχε τρία παιδιά, ενώ η γυναίκα του άλλου θανόντος είναι έγκυος στο τρίτο τους παιδί. «Ηταν φιλότιμοι και εργατικοί, ο ένας είχε μηχανήματα έργων και τσάπες, δούλευε νύχτα με νύχτα, και ο άλλος είχε φανοποιείο αυτοκινήτων», δήλωσε στην «Κ» άλλη κάτοικος του χωριού. «Ηταν τρομερή η νύχτα, φλεγόταν το βουνό από την κορυφή μέχρι τους πρόποδες».