Από αμέλεια, κατά την εκτέλεση αγροτικών εργασιών σε ένα χωράφι που περικλείεται από δασική έκταση, φέρεται να ξεκίνησε την περασμένη Κυριακή η μεγάλη φωτιά στην Κορινθία, η οποία έκαιγε και χθες απτόητη για τρίτη ημέρα, με τραγικό απολογισμό μέχρι στιγμής δύο θανάτους και τουλάχιστον 50.000 κατεστραμμένα στρέμματα.
Οι δυνάμεις της Πυροσβεστικής αντιμετώπιζαν και χθες διάσπαρτες εστίες σε όλη την περίμετρο της πυρκαγιάς, σε μήκος δεκάδων χιλιομέτρων, ενώ κύριο μέλημα παρέμενε να μην περάσουν οι φλόγες προς την Καρυά και τα Τρίκαλα Κορινθίας. Το ένα κομμάτι στο οποίο είχε εστιάσει η επιχείρηση κατάσβεσης βρισκόταν μεταξύ Σοφιανών και Σπαρτιναίικων, νοτιοδυτικά της πυρκαγιάς. Το δεύτερο κομμάτι βρισκόταν προς Ξανθοχώρι και Πελλήνη στα νοτιοανατολικά. Προβλήματα υπήρχαν και στο οροπέδιο μεταξύ Ευρωστίνας και Μαύρου Ορους.
Ο υπουργός Πολιτικής Προστασίας Βασίλης Κικίλιας ανέφερε χθες σε συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε ότι επιχειρησιακά οι δυνάμεις αντιμετώπιζαν πολλές δυσκολίες και ότι γινόταν προσπάθεια να οριστεί η περίμετρος της πυρκαγιάς με δασοκομάντος που είχαν απλωθεί στην περιοχή. «Προφανώς δεν περιμέναμε ότι σε αυτή τη χρονική περίοδο στο τέλος Σεπτεμβρίου, αρχές Οκτωβρίου θα είχαμε τόσες πολλές ενάρξεις και πυρκαγιές – και δύσκολες πυρκαγιές», δήλωσε ο κ. Κικίλιας. «Αλλά η δουλειά μας και η υποχρέωση που έχουμε είναι να αντιμετωπίζουμε το κάθε περιστατικό με ψυχραιμία, να το βλέπουμε επιχειρησιακά».
Οπως περιέγραψε ο ίδιος, το πρώτο περιπολικό της Πυροσβεστικής έφτασε σύντομα στο σημείο της αρχικής εστίας και το ακολούθησε μια υδροφόρα, όμως δεν κατέστη δυνατή η πρόσβαση προς το επίμαχο χωράφι μέσα από ένα χωμάτινο μονοπάτι. Ο υπουργός Πολιτικής Προστασίας χαρακτήρισε το συγκεκριμένο χωράφι «αχαρτογράφητο», σημειώνοντας ότι δεν θα έπρεπε να βρίσκεται μέσα σε δασική έκταση.
Κάτοικοι και παράγοντες της τοπικής αυτοδιοίκησης μιλώντας στην «Κ» απέδιδαν την έναρξη της φωτιάς σε εκτέλεση εργασιών στο χωράφι. Μια εκδοχή προς την οποία έχουν στραφεί και οι έρευνες της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Εγκλημάτων Εμπρησμού της Πυροσβεστικής. Αναμένεται το σχετικό πόρισμα για την αιτία πρόκλησης της μεγάλης πυρκαγιάς.
Η φωτιά εκδηλώθηκε το πρωί της 29ης Σεπτεμβρίου στην περιοχή Ροζενά.
Ο κ. Κικίλιας ανέφερε ακόμη ότι δεν κατέστη δυνατό να χρησιμοποιηθεί στην περιοχή σε δεύτερο χρόνο μια μπουλντόζα για να ανοίξει δίοδο και να προσεγγίσουν στο σημείο περίπου 30 πυροσβεστικά οχήματα που είχαν φτάσει. Ωστόσο, σύμφωνα με την περιγραφή του, επιχείρησαν παράλληλα μετά την έναρξη της φωτιάς τα πρώτα ελικόπτερα και ένας τράκτορας. Ενα δεύτερο αεροσκάφος τύπου Air Tractor που έφτασε στο σημείο δεν μπόρεσε να πραγματοποιήσει υδροληψία και να συμμετάσχει στην κατάσβεση. Ακολούθησε κλιμάκωση των δυνάμεων στην περιοχή, καθώς στάλθηκαν επιπλέον εναέρια μέσα από την Πελοπόννησο και από την Αθήνα.
Συνολικά, σύμφωνα με τα στοιχεία που παρέθεσε ο κ. Κικίλιας, είχαν αναπτυχθεί μέχρι και χθες στην περιοχή 406 πυροσβέστες, 16 ομάδες δασοκομάντος, 22 εναέρια μέσα, εκ των οποίων το ένα για επιτήρηση και 123 οχήματα.
Οσο περνούσε η ώρα ακολούθησε επιπλέον ενίσχυσή τους. Επειτα από αίτημα της Ελλάδας το Κέντρο Συντονισμού Αντιμετώπισης Εκτακτης Ανάγκης της Ε.Ε. κινητοποίησε τρία πυροσβεστικά αεροσκάφη από τον μηχανισμό rescEU για να συνδράμουν τις ελληνικές δυνάμεις.
«Η κατάσταση είναι σοβαρή και έχει και μια κρισιμότητα καθότι θα πρέπει να δει κανείς αν σε όλο αυτό το κομμάτι των 50.000 στρεμμάτων μπορεί να ελεγχθεί μέτρο μέτρο η πυρκαγιά αυτή τη στιγμή. Γιατί; Γιατί όταν υπάρχει υγρασία το βράδυ –κάποιες στιγμές φτάνει και το 60%, 67%– παρουσιάζει ύφεση και μετά καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας παρουσιάζει αναζωπυρώσεις και προβλήματα», δήλωσε ο υπουργός Πολιτικής Προστασίας. «Την πρώτη μέρα έφευγε με μεγάλη ταχύτητα και έντονα προς τα ανατολικά η πυρκαγιά και τελικά ανεκόπη, για να μπορέσουμε να τη χειριζόμαστε εντός της περιμέτρου και αυτή η προσπάθεια γίνεται, να την κρατήσουμε εκεί».
Η περιοχή ήταν γνωστή και στην Πυροσβεστική για την επικινδυνότητά της. Οχι μόνο λόγω του επιπέδου συναγερμού που ίσχυε κατά την ημέρα εκδήλωσης της πυρκαγιάς, αλλά και γιατί στο παρελθόν η Κορινθία έχει αντιμετωπίσει καταστροφικές φωτιές, ενώ η Πελοπόννησος είχε ταλαιπωρηθεί και νωρίτερα φέτος κατά την αντιπυρική περίοδο.