Από αυτή τη βιβλιοθήκη, τι κρατάτε;

Η «Κ» παρουσιάζει τη λίστα με τα 21 βιβλία τα οποία θα διανέμονται στους μαθητές όχι ως υποχρεωτική ύλη, αλλά ως αναγνωστικά ερεθίσματα. Τι εγκρίνουν και τι απορρίπτουν από τις επιλογές του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής έξι γνωστοί συγγραφείς

16' 40" χρόνος ανάγνωσης

Εχετε διαβάσει το «1984» του Οργουελ; Τον «Βάνκα» του Τσέχοφ; Ποια η απάντησή σας για το «Περηφάνεια και προκατάληψη» της Οστιν; Οσοι γονείς δεν έχουν διαβάσει τα βιβλία αυτά, θα μπορούν να τα «δανειστούν» από τη βιβλιοθήκη του παιδιού τους, το οποίο θα τα πάρει μέσα στη σχολική χρονιά. Είναι τρία από τα συνολικά 21 λογοτεχνικά βιβλία που θα δοθούν στους μαθητές νηπιαγωγείου, δημοτικού, γυμνασίου και λυκείου της χώρας όχι για να τα αποστηθίσουν, αλλά για να τα χαρούν. Φυσικά και θα συζητήσουν με τους δασκάλους τους πώς τους φάνηκε κάθε βιβλίο, ποια συναισθήματα και σκέψεις τούς προκάλεσε. Αλλά ώς εκεί! Στόχος του υπουργείου Παιδείας είναι να εξοικειώσει τους μαθητές με τη λογοτεχνία, χωρίς να έχουν τον βραχνά της εξέτασής τους σε ένα λογοτεχνικό απόσπασμα την επόμενη ημέρα. Η προσπάθεια θα συνδυαστεί με αναβάθμιση της λειτουργίας των σχολικών βιβλιοθηκών. Ενδεικτικά, θα ανανεωθεί ο κατάλογος των βιβλίων, οι βιβλιοθήκες θα ανοίγουν συγκεκριμένες ώρες και στην τοπική κοινωνία, θα λειτουργήσουν και ως λέσχες ανάγνωσης, θα φιλοξενούν συγγραφείς, ενώ θα οργανωθούν και διαγωνισμοί δημιουργικής γραφής.

Σήμερα η «Κ» παρουσιάζει τη λίστα με τα 21 βιβλία –έχουν επιλεγεί βεβαίως διαφορετικά για νηπιαγωγείο, δημοτικό, γυμνάσιο, λύκειο, με κριτήριο την ηλικία των παιδιών–, λίστα την οποία έχει εισηγηθεί το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΙΕΠ) στην ηγεσία του υπουργείου Παιδείας.

«Εγώ ξεκίνησα με βιβλία όπως ο “Aρχοντας των Δαχτυλιδιών”, το “Dune”, το “Foundation” και τα βιβλία του Ουμπέρτο Eκο», λέει στην «Κ» ο υπουργός Κυριάκος Πιερρακάκης, τονίζοντας ότι «έπαιξαν σημαντικό ρόλο για να αγαπήσω τότε τα βιβλία».

Ποια η δική σας άποψη για τα 21 βιβλία; Ποια θα βγάζατε, ποια θα κρατούσατε, ποια θα προσθέτατε; Η «Κ» απηύθυνε τα ερωτήματα σε έξι συγγραφείς.

Από αυτή τη βιβλιοθήκη, τι κρατάτε;-1
Από αυτή τη βιβλιοθήκη, τι κρατάτε;-2

Με κριτήριο μυητικό

Του Σταύρου Ζουμπουλάκη 

Πριν από σχεδόν σαράντα χρόνια είχα πάρει την πρωτοβουλία να διδάξω στο γυμνάσιο, στο μάθημα της λογοτεχνίας, ολόκληρα βιβλία: τέσσερα σε κάθε τάξη. Το πρόγραμμα είχε κάποια επιτυχία, αν κρίνω από όσα μου έχουν πει μαθητές εκ των υστέρων, πολλά χρόνια μετά την αποφοίτησή τους. Και τα δώδεκα βιβλία που είχα προτείνει ήταν από τη νεοελληνική λογοτεχνία, τα περισσότερα μυθιστορήματα, αλλά υπήρχαν και συλλογές διηγημάτων και ποιητικές συλλογές ή μεγάλες ποιητικές συνθέσεις. Σκεφτόμουν τότε ότι, τελειώνοντας ένα παιδί το γυμνάσιο, θα είχε με αυτόν τον τρόπο διαβάσει δώδεκα καλά νεοελληνικά έργα. Αν το ξανάκανα τώρα, θα συγκροτούσα την πρότασή μου με κριτήριο λιγότερο γραμματολογικό, αντιπροσωπευτικό και αξιολογικό, και περισσότερο μυητικό: ποια βιβλία είναι πρόσφορα, και ας μην είναι τα μεγάλα αριστουργήματα, να συγκινήσουν τους μαθητές και να τους γαντζώσουν στη μαγεία της λογοτεχνίας, ώστε να συνεχίσουν κάποιοι –λίγοι– και μόνοι τους. Χαίρομαι πολύ λοιπόν που το υπουργείο Παιδείας εισάγει σήμερα για όλους τους μαθητές της χώρας ένα τέτοιο πρόγραμμα και εύχομαι να μακροημερεύσει.

Ενας ευσυνείδητος δάσκαλος ή καθηγητής μπορεί να διδάξει με επάρκεια γραμματική ή Ιστορία, αν μελετήσει, λογοτεχνία όμως γοητευτικά μπορεί να διδάξει μόνο όποιος την αγαπάει. Σταύρος Ζουμπουλάκης

Στο τι θα αφαιρούσα και τι θα πρόσθετα στην προταθείσα λίστα, η οποία, όπως φαίνεται, έχει συγκροτηθεί με βιβλία ελεύθερα δικαιωμάτων, θα περιοριστώ στο λύκειο. Ολες οι επιλογές είναι καλές. Χαίρομαι ιδιαίτερα για «Τα ρόδιν’ ακρογιάλια», που είναι πράγματι η καλύτερη εισαγωγή στον Παπαδιαμάντη για έναν έφηβο. Η λίστα αυτή δεν χρειάζεται να παγιωθεί, ας πάρουμε αντιδράσεις από τη διδασκαλία της και ας την αναθεωρούμε κάθε τόσο. Θα έπρεπε πάντως να αφήνεται περιθώριο στα σχολεία να επιλέγουν ορισμένα έργα ανάλογα με τα ειδικά χαρακτηριστικά των μαθητών τους και την κουλτούρα του τόπου. Είναι δυνατό στα σχολεία της Ηπείρου να μη διδάσκεται το «Τέλος της μικρής μας πόλης» του Χατζή; Δεν τολμώ να αφαιρέσω κανένα βιβλίο από τη λίστα, όσο και αν βρίσκω το «1984» βαρετό, παρά τον απέραντο θαυμασμό που τρέφω για τον συγγραφέα του. Θα ήθελα πάντως να συμπεριλαμβάνονταν δύο βιβλία: η «Eroica» του Κοσμά Πολίτη, το καλύτερο ελληνικό μυθιστόρημα για την εφηβεία, με τους αποτυχημένους έρωτες και την καθοριστική εμπειρία του θανάτου, και ο «Φύλακας στη σίκαλη» (ή Στη σίκαλη, στα στάχυα, ο πιάστης) του Σάλιντζερ, στην έξοχη μετάφραση της Τζένης Μαστοράκη. Επειδή σιγά σιγά πρέπει να φτάσουμε σε μια πρόταση αρκετά μεγάλη και ευρύχωρη, από την οποία να διαλέγει τελικά ο δάσκαλος, θα προσθέσω ακόμη δύο μυθιστορήματα: «Τα σταφύλια της οργής» του Στάινμπεκ και τον «Καπνοπώλη» του Ρόμπερτ Ζέεταλερ. Υπάρχει, βεβαίως, το μεγάλο ζήτημα ποιος και πώς θα τα διδάξει όλα αυτά. Ενας ευσυνείδητος δάσκαλος ή καθηγητής μπορεί να διδάξει με επάρκεια τη γραμματική ή την Ιστορία, αν καθίσει να μελετήσει, λογοτεχνία όμως γοητευτικά μπορεί να διδάξει μόνο όποιος την αγαπάει και έχει διαβάσει χιλιάδες σελίδες λογοτεχνίας στη ζωή του και εξακολουθεί να το κάνει. Εδώ σηκώνω τα χέρια ψηλά.

Υγεία, αλλά όχι τόλμη

Της Λένας Διβάνη 

Αρχικά να δηλώσω ότι αναγνωρίζω πόσο επικίνδυνο είναι να προτείνεις οτιδήποτε την εποχή που οι σύλλογοι γονέων, το διδακτικό προσωπικό και τα παιδιά έχουν ζωστεί τα άρματα. Οπότε μπράβο στον υπουργό και στην επιτροπή.

Τα μυαλά είναι στα κάγκελα, πέφτουν μπουνίδια, πέφτουν όνειρα στα αζήτητα – τι να φτάσει η «Περηφάνια και προκατάληψη»; Λένα Διβάνη

1. Οι προτάσεις για τα νήπια ακούγονται αναμενόμενες, αλλά θα μπορούσαν να καταλήξουν πρωτοποριακές. Εξαρτάται ποια εκδοχή θα τους δοθεί: Η πιο σκοτεινή εκδοχή της Γοργόνας του Αντερσεν, λ.χ., που πέθανε γιατί ήταν «διαφορετική»; ΄Η η πιο σαμπανιζέ του Ντίσνεϊ, όπου η αγάπη όλα τα ξεπερνάει; Σημειώνω πάντως πως κάτι γοργόνες, κάτι βασίλισσες των πάγων, κάτι ασχημόπαπα, κάτι κοριτσάκια με σπίρτα μοιάζουν σήμερα ανατριχιαστικά επίκαιρα. Εξαρτάται πόσο μακριά θα μπορέσει να το πάει το διδακτικό προσωπικό.

2. Οι προτάσεις για το δημοτικό καλές επίσης και υγιεινές για τους δασκάλους. Κανένας γονιός δεν θα έρθει κραδαίνοντας την ελληνική σημαία να ζητήσει κάψιμο της Δέλτα ή του Καζαντζάκη. Οι πιο εναλλακτικοί (και διακριτικοί) γονείς θα εκτιμήσουν Σαιν Εξυπερύ και Βερν. Για όλους έχει ο μπαξές.

3. Στο γυμνάσιο αρχίζουν τα δύσκολα. Κατανοώ, λοιπόν, γιατί Σέρλοκ Χολμς: Είναι φαν, αλλά με ολίγη βία και πολλή ίντριγκα για δόλωμα. Στον Καρκαβίτσα θα μείνω λίγο παραπάνω και θα βάλω και τον Παλαμά παρέα του. Disclaimer: Τους έχω ψηλά. Τα γραπτά τους ήταν γοητευτικά για τα μεταπολεμικά εφηβάκια, αλλά για τα σημερινά είναι; Αμφιβάλλω. Το λέω γιατί –κατά τη γνώμη μου– δολώματα ρίχνουμε, δεν πάμε να τους κάνουμε κριτικούς λογοτεχνίας. Η στόχευση είναι να «κολλήσουν» τα παιδιά σε ένα βιβλίο με τη δική τους εμπειρία, τη δική τους αγωνία, να διαπιστώσουν τι παρηγοριά είναι να βρίσκει κάποιος λόγια γι’ αυτά που μας καίνε βουβά.

4. Στο λύκειο, όμως, περίμενα τόλμη! ∆ιαλέξατε κλασικά αριστουργήματα, αλλά αναρωτιέμαι: Τα μυαλά είναι στα κάγκελα, πέφτουν μπουνίδια, πέφτουν όνειρα στα αζήτητα – τι να φτάσει η «Περηφάνεια και προκατάληψη»; Βάλτε τη «Φόνισσα» και τον «Γυάλινο κώδωνα» της Πλαθ, καλή μου επιτροπή, να αναρωτηθούν τα κορίτσια. Βάλτε τον «Φύλακα στη σίκαλη», να ταυτιστούν τα αγόρια. Βάλε τον «Ντέμιαν» του Εσε, που δεν μπορούσε να ξεχωρίσει το καλό από το κακό.

Μην πετάξεις τίποτα

Της Βίβιαν Στεργίου 

Σε μια ανέμπνευστη αλλά ορθή και καθυστερημένη προσπάθεια, το υπουργείο δίνει μια λίστα αναγνωσμάτων στα παιδιά και τα καλεί –ορθότατα– να διαβάσουν όλο το έργο. Οταν πήγαινα εγώ σχολείο (έως το 2010) είχαμε κάποια αποσπάσματα κειμένων, κυρίως από πληκτικούς άνδρες συγγραφείς μιας κάποιας άλλης εποχής. Υπήρχαν ευχάριστες εξαιρέσεις. Κάποιοι ήταν τόσο θεοί (Παπαδιαμάντης) που αναζήτησα μετά το έργο τους στη δημοτική βιβλιοθήκη. Η λογική «διάβασε όλο το έργο» είναι σωστή. Η λίστα, όμως, θα έπρεπε να είναι ενδεικτική και να συνοδεύεται από ένα αληθινό όραμα για τη δημόσια εκπαίδευση με ενίσχυση των δημοτικών και σχολικών βιβλιοθηκών και με μαθήματα θεάτρου, επιχειρηματολογίας κ.λπ. Η λίστα δείχνει μια δυσπιστία προς τη σχολική κοινότητα και την ικανότητά της να διαλέγει ωραία έργα – αυτό δεν είναι απαραιτήτως εσφαλμένη εντύπωση, αλλά αδικεί αρκετούς καλούς εκπαιδευτικούς.

Τι θα έβαζα στη λίστα; Θα έβαζα το «Οχι πια άνθρωπος», το μυθιστόρημα, αλλά και το μάνγκα! Θα έβαζα εφηβική λογοτεχνία από τα αμέτρητα ευπώλητα που απευθύνονται στα 12+ και έχουν κοινωνικό μήνυμα, π.χ. το «HeartStopper», με δύο αγόρια που ερωτεύονται (σπάει ταμεία στα βιβλιοπωλεία διεθνώς), την «Καλύβα του μπαρμπα-Θωμά», το «Δεν είμαι ο νέγρος σου» κ.ά. Στις μικρότερες ηλικίες, το προφανές εδώ και αιώνες: Οδύσσεια και Ιλιάδα, δεν υπάρχει τίποτα καλύτερο. Υστερα, αδελφές Μπροντέ, Αλκη Ζέη (είναι εκπληκτική η απουσία γυναικών Ελληνίδων συγγραφέων από τη λίστα!). Μια Λαϊνά για το λύκειο, που του πάει η νταρκίλα. Λίγη Μάρω Δούκα; «Το υπόγειο»; Ορισμένα σύγχρονα θεατρικά έργα απ’ αυτά που συνήθως πυροδοτούν συζητήσεις και εμπνεύσεις εκ μέρους των παιδιών – δραστηριότητα που ιδανικά θα συνοδευόταν με μία επίσκεψη στο θέατρο και από περαιτέρω συζητήσεις.

Α, τουλάχιστον η λίστα έχει μέσα το «Αμάρτημα της μητρός μου», το αριστούργημα του Βιζυηνού – το λάτρευα αυτό το διήγημα, μ’ έκανε να θέλω να γράφω και να υπάρχω. Ελπίζω, επίσης, πως ακόμη διδάσκουν Παπαδιαμάντη, ώστε τα παιδιά να ξέρουν ότι η ελληνική λογοτεχνία είναι μεγάλη και μπορεί να επιτύχει σπουδαία πράγματα σε μια γλώσσα που τη μιλάνε λίγοι. Θα έβαζα Χρήστο Οικονόμου, για τους ίδιους λόγους. Ισως λίγο Παπαγιώργη, πάλι για λόγους γλώσσας. Μπουκάλα για τους ίδιους λόγους.

Πλάι στο ορθότατα διδακτέο «1984» θα έβαζα και το «Φαρενάιτ 451», τη «Φάρμα των ζώων», τον «Αρχοντα των μυγών» που είναι μια αλληγορία για τη βία και τις ομάδες, τον Λάβκραφτ και κλασικά αριστουργήματα τρόμου – ιδανικά με το αντίστοιχο γκράφικ νόβελ τους ώστε τα παιδιά να πωρωθούν. Θα διάλεγα λίγο Φίλιπ Ροθ, γιατί σε κάνει να νιώθεις κουλ στη Γ΄ Λυκείου κι έχει ευτυχήσει μεταφραστικά, άρα οι νέοι ενήλικοι θα μπορούσαν να μάθουν να μιλάνε σαν άνθρωποι. Τέλος, τον Γιώργο Σεφέρη, που είναι ο καλύτερος τρόπος να είσαι ψαγμένος, ερωτευμένος και μελαγχολικός στα 16.

Από τη λίστα δεν θα έβγαζα τίποτα. Δεν μπορώ να βρω μισό καλό λόγο για να μη διαβάσεις κάτι που κάπως την παλεύει, ειδικά όταν είσαι μικρή.

Ενας ευσυνείδητος δάσκαλος ή καθηγητής μπορεί να διδάξει με επάρκεια γραμματική ή Ιστορία, αν μελετήσει, λογοτεχνία όμως γοητευτικά μπορεί να διδάξει μόνο όποιος την αγαπάει. Σταύρος Ζουμπουλάκης

Τα μυαλά είναι στα κάγκελα, πέφτουν μπουνίδια, πέφτουν όνειρα στα αζήτητα – τι να φτάσει η «Περηφάνια και προκατάληψη»; Λένα Διβάνη

Η λίστα του υπουργείου Παιδείας είναι σίγουρα πλήρης νοήματος, αλλά της λείπει το δόλωμα. Αρης Αλεξανδρής Αν στόχος σου είναι να δημιουργήσεις μια νέα γενιά αναγνωστών, το να τους δώσεις αποκλειστικά και μόνο τα βιβλία που διάβαζαν οι παππούδες τους δεν φαίνεται πολύ έξυπνο. Χρίστος Κυθρεώτης Η λίστα θα έπρεπε να είναι ενδεικτική και να συνοδεύεται από ένα αληθινό όραμα για τη δημόσια εκπαίδευση. Βίβιαν Στεργίου

Μακάρι να γίνει η λογοτεχνία εφαλτήριο για μια συνολική σχολική μεταρρύθμιση. Μήπως κάποτε έρθει η μέρα που τα παιδιά θα αδημονούν να τρέξουν στο σχολείο. Σωτήρης Δημητρίου

Το πρώτο θρανίο και η γαλαρία

Του Σωτήρη Δημητρίου

 Όλα τα παιδιά δημιουργούν καθημερινώς υψηλή προφορική λογοτεχνία. Κάποιος λαθρακουστής μένει έκπληκτος απ’ τον παραστατικό, αστείο, παράτολμο, μεταφορικό και θεσπεσίως βωμολοχικό τρόπο τους.

Αν δε σε μία τάξη ρωτήσεις ποιο παιδί αφηγείται ωραία, ένα ανέκδοτο ας πούμε, αυτομάτως τα βλέμματα επισημαίνουν δύο – τρία κεφάλια, στην γαλαρία συνήθως. Είναι οι μάγοι της τάξεως. Ξέρουν πολύ καλά τα παιδιά να εκτιμούν τον έξυπνο λόγο.

Σε οποιονδήποτε δε διάλογο μιας εφηβικής παρέας, δεν μπορείς παρά να θαυμάσεις την αφαιρετικότητα του λόγου τους, την ζωντάνια, την λιτότητα, το απρόσμενο, την υπαινικτικότητα. Θα προσέθετα και την εντιμότητα κι ας είναι ηθική ιδιότητα. Κατά κάποιον τρόπο μαζί με την νεανική ντομπροσύνη μετέχει κι αυτή στην προφορική ευφροσύνη.

Στους δε κώδικές τους η λοξή ποίηση απογειώνει τον λόγο, ιδίως στα σχολεία παραγκωνισμένων περιοχών.

Τι συμβαίνει λοιπόν και το μαθητικό χέρι τρέμει στο χαρτί και μετά βίας γράφει μισή σελίδα κοινοτοπιών που ουδέποτε το παιδί θα καταδεχτεί να εκστομίσει; 

Κατά την γνώμη μας του επιβάλλεται να φορέσει στο κείμενο, κυριακάτικα σιδερωμένα πουκάμισα. Η πρωτοκαθεδρία στην εκπαίδευση του γραπτού λόγου που, εν παρόδω, δημιουργεί μουγκούς ενήλικες στην παραμικρή δημόσια παρουσία. 

Όμως ενώ ο προφορικός λόγος πνέει ελεύθερο αεράκι πλαγιάς, ο γραπτός, καίτη γραπτός, είναι αχνός, αβέβαιος, ομοιόμορφος – σχεδόν περίγραμμα οθόνης. Μην πούμε πως είναι κάποια υποδιαίρεση του προφορικού, ολιστικού λόγου. Πόσες και πόσες φορές δεν ζήλεψα την τρομερή εκφραστική δεινότητα των γραιών του χωριού μου. Και όχι μόνον την αφήγηση τους αλλά και την γνώση. Απολύτως αλληλένδετες – νύχι και κριάση κατά την έκφραση τους. Έλαμπε η διάνοια τους. Μα δεν μιλάμε για εθνικό χέρι, μιλάμε για εθνική γλώσσα. 

Δεκαετίες τώρα γίνεται ένας βάναυσος διαχωρισμός. Από εδώ οι εγγράμματοι και ευυπόληπτοι, από εκεί οι αγράμματοι και η πλέμπα. Από εδώ οι καλοί – και συνήθως τόσο  πληκτικοί – μαθητές, από εκεί η γαλαρία. 

Η πανομοιότυπη στοίχιση του σχολείου ευνουχίζει την παιδική ψυχή, την τόσο πρόσφορη, εν εκπλήξει, στην φυσική και γλωσσική περιπλάνηση. Οι δε φαιδρές δραστηριότητες, όπως τις ονομάζουν, δίνουν την χαριστική βολή. Πολύ περισσότερα θα μάθαινε για την γλώσσα και την ζωή το παιδί στο φυσικό περιβάλλον με τα δικά του παιχνίδια και τα δικά του αλαμπουρνέζικα, παρά στην τάξη. 

Και βέβαια κοντά στα ξερά καίγονται και τα χλωρά. Μαζί με την απέχθεια για τον γραπτό λόγο τα παιδιά αποστρέφονται και το λογοτεχνικό βιβλίο. Το βιβλίο που είναι ο φυσικός σύμμαχος τους στην περιπέτεια της ζωής. 

Μιας όμως και δεν μπορούμε να αποφύγουμε τις αίθουσες ας μεταφέρουμε κάποιες συνθήκες της προφορικότητος σ’ αυτές. Με αφετηρία αυτήν την πολύ καλή εκπαιδευτική πρωτοβουλία, ας οδηγηθούμε σε νέους σχολικούς τρόπους. Να γίνει η λογοτεχνία ένας φωτεινός δρόμος για μαγικές περιπλανήσεις έξω απ’ την νομοτέλεια, την βαρύτητα και το πεπερασμένο. 

Τι ποιο ωραίο να διαβάζουν τα παιδιά ολόκληρα τα βιβλία και όχι βεβαίως να τα διδάσκονται. Να τα διαβάζουν δε χωρίς να αξιολογούνται – όλοι οι μαθητές στην γλώσσα είναι άριστοι. Να τα διαβάζουν επίσης χωρίς τον κατακερματισμό της κεντρικής ιδέας, της περίληψης, του νοήματος, των καλολογικών στοιχείων. Μα ποιος σοβαρός συγγραφέας γράφει έχοντας στον νου του κάποιο νόημα; 

Και μακάρι να γίνει η λογοτεχνία εφαλτήριο για μια συνολική σχολική μεταρρύθμιση. Μήπως κάποτε έρθει η μέρα που τα παιδιά θα αδημονούν να ξημερώσει για να τρέξουν στο σχολείο.

Ανάγνωση μόνον για τη χαρά της αναγνώσεως. Ακόμα καλύτερα, αφού τα παιδιά διαβάσουν κατά μόνας το βιβλίο, κατόπι μία ώρα την εβδομάδα καθ’ ένα παιδί να διαβάζει το αναλογούν μέρος του, ούτως ώστε το βιβλίο να ακουστεί κιόλας με διαφορετικές φωνές και τρόπους. Αν δε, θέλουν τα παιδιά το τέλος του βιβλίου να τους το διαβάσει κάποιος συγγραφέας. Αυτή η μέρα – τέλος ανοίξεως αρχές καλοκαιριού – θα είναι αφιερωμένη στο βιβλίο της χρονιάς. Να τους διαβάσει ο συγγραφέας στο αίθριο του σχολείου ή σε κάποιον κήπο και κατόπι μέχρι το μεσημέρι να μιλούν γι’ αυτό.

Τώρα να προτείνω κι εγώ τα βιβλία που θυμάμαι από εκείνες τις ηλικίες. Για το Δημοτικό μια ανθολογία διηγημάτων του Χρήστου Χρηστοβασίλη για να δουν τα παιδιά τι σημαίνει ευφορικός λόγος. Για την έκτη Δημοτικού τους Πειρατές του Αιγαίου του Ιουλίου Βερν. Για το Γυμνάσιο τον Φύλακα στη Σίκαλη του Σάλιτζερ και τα Μυστικά του Βάλτου της Πηνελόπης Δέλτα. Ίσως κι έναν τόμο με δεμένα τεύχη του Μικρού Ήρωα – να απολαύσουν τον θαυμάσιο λόγο του Στέλιου Ανεμοδουρά. Και για το Λύκειο μια ανθολογία διηγημάτων του Γιώργου Ιωάννου και το Κάστρο του Κρόνιν για να δώσει κάποια διέξοδο στα συναισθηματικά πλαντάγματά τους. 

Και ποιος το ξέρει; Αν η φυτειά, όπως έλεγαν στο χωριό μου τους νέους, αγαπήσει την λογοτεχνία, ίσως βρει έναν άλλο βηματισμό. Ίσως πάψει να χειραγωγείται από τηλεοράσεις και διαδίκτυα, ίσως στρέψει τα νώτα στην εμετική κολακεία των πάντων προς την νεότητα, ίσως σωθεί απ’ την στρεβλή αγάπη των γονιών τους, ίσως ξαναακουστεί η γλώσσα με συμπαθητικό ήχο.

Η λίστα του υπουργείου Παιδείας είναι σίγουρα πλήρης νοήματος, αλλά της λείπει το δόλωμα. Αρης Αλεξανδρής

Ασφάλεια και χασμουρητά

Του Αρη Αλεξανδρή 

Λένε πως από τους κλασικούς μόνο κερδισμένος μπορείς να βγεις. Ορθώς λοιπόν περιλαμβάνονται στη σχολική λίστα των λογοτεχνικών βιβλίων προς ανάγνωση ονόματα όπως η Πηνελόπη ∆έλτα, η Τζέιν Οστιν, ο Γεώργιος Βιζυηνός και ο Αντον Τσέχωφ. Ακόμη και αν τα παιδιά δεν καταλάβουν πλήρως αυτό που διαβάζουν, ακόμη και αν δεν τα αφορά ιδιαίτερα, ο σπόρος θα πέσει εκεί που πρέπει και ίσως αργότερα φυτρώσει κάτι. Ούτως ή άλλως, ένα πείραμα είναι η συνάντηση με τη λογοτεχνία, που δεν πετυχαίνει πάντα, ούτε το κάνουμε για να πετύχει αμέσως. Το κλασικό όμως δεν θα έπρεπε να ταυτίζεται με το μη οικείο. Αυτό είναι ένα σοβαρό πρόβλημα της λίστας του υπουργείου Παιδείας: είναι σίγουρα πλήρης νοήματος, αλλά της λείπει το δόλωμα· το στοιχείο εκείνο που θα «τραβήξει» τους μαθητές στο σπορ της ανάγνωσης και στη συνέχεια στο σύμπαν της λογοτεχνίας, με πιο εύληπτους όρους. Και ο «Φύλακας στη σίκαλη» είναι κλασικός και το «Ενα δέντρο μεγαλώνει στο Μπρούκλιν» επίσης. Ωστόσο, και τα δύο αποδίδουν νεανικά και μητροπολιτικά βιώματα, αλλά και την ευρύτερη φιλοσοφική διάθεση της λογοτεχνίας, με πιο κατάλληλο –για τα ηλικιακά και πολιτισμικά δεδομένα των μαθητών– τρόπο απ’ ό,τι «Τα λόγια της πλώρης», για παράδειγμα.

Λείπουν επίσης από τη λίστα οι σύγχρονοι συγγραφείς, σαν από φόβο ότι στερούνται κύρους ή ότι τα θέματά τους μπορεί να ερεθίσουν συνειδήσεις αλλεργικές στον νεωτερισμό. Η «Καρδερίνα» της Ντόνα Ταρτ, ακόμη και ως αντικείμενο αποσπασματικής ανάγνωσης, θα ήταν ένα έξοχο λογοτεχνικό εργαλείο για να εξερευνήσουν οι έφηβοι την εννοιολογική και βιωματική ποικιλία καταστάσεων όπως η οικογένεια, η φιλία και η απώλεια. Μέσα από το «Εργοστάσιο των μολυβιών» της Σώτης Τριανταφύλλου θα μπορούσαν να ρίξουν μια συναρπαστική ματιά στην Ιστορία και να μάθουν ότι η τελευταία δεν αποτελείται μόνο από αίμα αλλά και χιούμορ. Κυριαρχεί στα ελληνικά εκπαιδευτικά πράγματα η συντηρητική αντίληψη πως τα παιδιά δεν πρέπει να εκτίθενται σε ερεθίσματα που «ακουμπάνε» ενήλικα ταμπού· ένα είδος ηλικιακού ρατσισμού δηλαδή, «για το καλό τους». Δεν υπάρχει όμως ασφαλέστερος τρόπος για τη σταδιακή μετάβασή τους στον ενήλικο κόσμο από τη λογοτεχνία, κι ας αγγίζει περίεργες χορδές. Η ίδια η ζωή είναι περίεργη – όσο πιο νωρίς το καταλάβουν οι μαθητές, τόσο το καλύτερο γι’ αυτούς.

Δημιουργώντας νέους αναγνώστες στην Ελλάδα του ’50

Του Χρίστου Κυθρεώτη 

Η εισαγωγή της διδασκαλίας ολόκληρου λογοτεχνικού έργου είναι σίγουρα μια θετική πρωτοβουλία που έρχεται να καλύψει ένα μακροχρόνιο κενό στην εκπαίδευση. Ωστόσο, η λίστα με τα βιβλία που θα διανεμηθούν στους μαθητές εγείρει ορισμένους προβληματισμούς, και αυτό όχι βέβαια γιατί τα έργα που περιλαμβάνει δεν είναι σημαντικά, αλλά γιατί η επιλογή τους μοιάζει να έχει γίνει χωρίς επίγνωση του βασικού προβλήματος στη διδασκαλία της λογοτεχνίας σήμερα: του γεγονότος δηλαδή ότι προσφέρεται στους μαθητές σαν μια περιήγηση σε μουσείο, όπου πρέπει να κάνεις ησυχία και να μην αγγίζεις τίποτα, και όπου ό,τι βλέπεις είναι μάλλον άσχετο με τη δική σου ζωή και τους δικούς σου κώδικες.

Η συγκεκριμένη λίστα, παρά την αναμφίβολα μεγάλη αξία των βιβλίων που περιέχει, ελάχιστα φαίνεται να αμφισβητεί αυτή την προσέγγιση. Φέρνει μάλιστα κάποια μελαγχολία η σκέψη πως θα μπορούσε να είναι ακριβώς η ίδια το 1955, καθώς σχεδόν όλα τα επιλεγμένα βιβλία έχουν γραφτεί πριν από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Δεν παραγνωρίζω τον διαχρονικό χαρακτήρα της λογοτεχνίας και την αξία των κλασικών έργων, το θέμα εδώ όμως δεν είναι η διαχρονικότητα. Αν στόχος σου είναι να δημιουργήσεις μια νέα γενιά αναγνωστών και να προσελκύσεις παιδιά που διαφορετικά δεν θα γίνονταν συστηματικοί αναγνώστες, το να τους δώσεις αποκλειστικά και μόνο τα βιβλία που διάβαζαν οι παππούδες τους δεν φαίνεται πολύ έξυπνο. Πιο λογικό θα ήταν να εμπλουτιστεί η λίστα με έργα που συνδυάζουν υψηλή στάθμη και ένα πλαίσιο αναφοράς (θεματικό ή άλλο) ικανό να κεντρίσει τους μαθητές πιο άμεσα. Και ακόμη πιο λογικό θα ήταν να δοθεί πολύ μεγαλύτερη ευελιξία σε μαθητές και εκπαιδευτικούς ως προς την επιλογή των βιβλίων, με έναν ευρύτερο κατάλογο ενδεικτικά προτεινόμενων έργων.

Ορισμένες από τις άλλες ελλείψεις της συγκεκριμένης λίστας, όπως η υποαντιπροσώπευση των γυναικών συγγραφέων ή η παντελής απουσία βιβλίων από χώρες προέλευσης δεύτερης γενιάς μεταναστών, όπως η Αλβανία, μοιάζουν άσχετες με το ζήτημα που θίγεται πιο πάνω, όμως πιθανότατα δεν είναι. Οταν περιορίζεις τη δεξαμενή σου σε ένα λογοτεχνικό παρελθόν που, όσο ένδοξο και αν είναι, αναφέρεται σε μια Ελλάδα ουσιωδώς διαφορετική από τη σημερινή και σε έναν πλανήτη επίσης διαφορετικό, τότε επόμενο είναι η λίστα που παρουσιάζεις να δίνει την εντύπωση πως αγνοεί τις πραγματικότητες του σημερινού κόσμου και τις σύνθετες όψεις της νεοελληνικής ταυτότητας.

Κεντρική φωτό: Κάθε ταξίδι αρχίζει με ένα μικρό βήμα. Με τη διανομή λογοτεχνικών βιβλίων σε όλα τα παιδιά, το υπουργείο Παιδείας ουσιαστικά τα προτρέπει να κάνουν αυτό το πρώτο μικρό βήμα στον δρόμο που οδηγεί στον υπέροχο κόσμο της ανάγνωσης. Χωρίς τον βραχνά της εξέτασης και το άγχος του βαθμού. Φωτ. Getty Images/Ideal Image AFP/visualhellas.gr

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT