Πολλές Αθήνες σε ένα δρόμο

Οι κάτοικοι συμβιώνουν με τους τουρίστες του Airbnb και οι έμποροι –παλιοί και νέοι– με τους εστιάτορες. Τι μας δείχνουν λίγα τετράγωνα μιας πιάτσας στο Παγκράτι για το μέλλον της πόλης

πολλές-αθήνες-σε-ένα-δρόμο-563281783

Το Παγκράτι δεν ήταν πάντα της μόδας. Ούτε η οδός Αρχελάου αλλά ούτε και οι διάσπαρτες, διάσημες σήμερα, μικρές πλατείες του έχαιραν ποτέ της δημοτικότητας που απολαμβάνουν σήμερα. Στα χρόνια μετά τον πόλεμο και σχεδόν μέχρι τη δύση του 20ού αιώνα, το κέντρο βάρους αυτής της πολύ κλασικής μεσοαστικής γειτονιάς της Αθήνας ήταν βορειότερα, εγγύτερα στον άξονα της λεωφόρου Υμηττού. Η οδός Ευτυχίδου με τα υποκαταστήματα τραπεζών, το πλήθος των εμπορικών μαγαζιών και τα εμβληματικά στέκια της εποχής, όπως ο θρυλικός «Λέντζος», ήταν ένα όριο που όριζε τον πυρήνα της κοινωνικής και οικονομικής ζωής της συνοικίας. Οτιδήποτε ξέφευγε από αυτό το στενό γεωγραφικό πλαίσιο ανοιγόταν προς ένα ελαφρώς διαφορετικό ανθρωπολογικό σύμπαν, πιο αστικό, πιο νεωτερικό και πιο ανοιχτό στις νέες τάσεις· η κατασκευή του ξενοδοχείου «Χίλτον» στις αρχές της δεκαετίας του ’60 είχε αποφασιστική συμβολή σε αυτές τις εσωτερικές ανακατατάξεις, καθώς ενθάρρυνε την οικοδομική δραστηριότητα στις παρυφές του Παγκρατίου με ορισμένες πολυκατοικίες υψηλών προδιαγραφών, προσελκύοντας αντίστοιχα και την ανάλογη πελατεία.

Η κρίση έδωσε ώθηση

Από αυτήν την άποψη, το γεγονός ότι η οδός Αρχελάου πρωταγωνιστεί σήμερα στην εκτόξευση του Παγκρατίου σε προορισμό διασκέδασης, ψυχαγωγίας, κατοικίας αλλά και τουρισμού (μέσω της επελαύνουσας βραχυχρόνιας μίσθωσης) μοιάζει παράδοξο σε όσους τη θυμούνται πριν από το 2010. Το Παγκράτι, και ειδικά αυτό το κάποτε νυσταλέο και εμπορικά άσημο πέρασμα που συνδέει τη Βασιλέως Γεωργίου Β΄ με το Αλσος του, ξαναμπήκε δυναμικά στον αθηναϊκό χάρτη λόγω της κρίσης. Νέοι, αρχικά φοιτητές και σε δεύτερη φάση επαγγελματίες από τον ευρύτερο δημιουργικό χώρο, που δεν μπορούσαν να αντέξουν τα ενοίκια του Κολωνακίου και αναζήτησαν στέγη εδώ, αποίκισαν στην ενδοχώρα της πλατείας Προσκόπων, τοποσήμου της περιοχής λόγω του «Μαγεμένου Αυλού» που είχε ταυτιστεί με τον Μάνο Χατζιδάκι, αλλάζοντας μέσα σε ελάχιστα χρόνια (ή μήπως σε μήνες;) τα δημογραφικά δεδομένα. «Ηρθαμε φοιτήτριες το 2012 από επαρχία», θυμάται η Αμαλία Μαούνη, «και μείναμε απέναντι από το Ohh Boy (σ.σ. το δημοφιλές σήμερα καφέ – pastry shop), που ήταν dvd club. Oλα τα καταστήματα δίπλα του κλειστά και ερειπωμένα, αλλά δίναμε 350 ευρώ για ένα τριάρι και ήταν όλα τόσο όμορφα και αυθεντικά. Αρχισε να χάνει σταδιακά τον χαρακτήρα του ο δρόμος με όλη αυτή την υπερβολή, αλλά δεν μπορούμε να φύγουμε, εδώ έχουμε μάθει».

Αλλάζοντας γενιά, «μετά τη δεκαετία του ’70 η Αρχελάου είχε μια σχεδόν γεροντική αύρα», μου αφηγείται μια παλαιά κάτοικος της περιοχής, καθώς οι οικογένειες άρχιζαν να εγκαταλείπουν το κέντρο της Αθήνας για τα προάστια. «Εμειναν πίσω κυρίως οι ηλικιωμένοι, οι γιαγιάδες και οι παππούδες, κάποιοι διπλωμάτες και δημοσιογράφοι λόγω της εγγύτητας με τα Ανάκτορα και το Κολωνάκι, γι’ αυτό και ο δρόμος έμεινε εμπορικά στάσιμος, με καταστήματα που θα μπορούσες να δεις ακόμα και το 1960. Επίσης, η θέα παιδιών να επιστρέφουν από το σχολείο ή να παίζουν στον δρόμο ήταν μάλλον σπάνια στην Αρχελάου».

«Ηρθαμε φοιτήτριες το 2012. Ηταν όλα τόσο όμορφα και αυθεντικά. Αρχισε να χάνει σταδιακά τον χαρακτήρα του ο δρόμος με όλη αυτή την υπερβολή».

Η κ. Ελπινίκη Στασινού μιλάει επί της ουσίας για το μισό Παγκράτι, το πιο «αστικό», το λιγότερο εμπορικό και θορυβώδες και το πιο βολικό για μετακινήσεις: μια μάλλον ήσυχη περιοχή αμιγούς, σχεδόν, κατοικίας πολύ κοντά πλέον στον σταθμό του μετρό «Ευαγγελισμός» και σε λογική απόσταση με τα πόδια από τα περισσότερα βασικά σημεία ενδιαφέροντος του κέντρου: Κολωνάκι, Σύνταγμα, Εθνικός Κήπος, πεζόδρομος Διονυσίου Αρεοπαγίτου και Ακρόπολη.

Αλλά η κρίση δεν «βοήθησε» μόνο με τα καταβαραθρωμένα ενοίκια που έφεραν τα πάνω κάτω στη σύνθεση του τοπικού πληθυσμού. Τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 2010 οι εμπορικοί δρόμοι τοπικού χαρακτήρα κατέρρευσαν σε όλες τις ελληνικές πόλεις. Πριν από την κρίση η Αρχελάου ήταν μια τυπική συνοικιακή «high street» της Αθήνας, με το καφενείο της, το παντοπωλείο, το ιχθυοπωλείο της, το οικογενειακό ζαχαροπλαστείο για τα μελομακάρονα και τη βασιλόπιτα της νέας χρονιάς, τον ηλεκτρολόγο, κάποια καταστήματα ένδυσης περιορισμένων φιλοδοξιών, κι αυτό ήταν όλο. Εξυπηρετούσε αποκλειστικά τη γειτονιά, κανένας Παγκρατιώτης από άλλες, πιο μακρινές περιοχές δεν κατέβαινε στην Αρχελάου για να ψωνίσει· πόσο μάλλον να φάει ή να πιει το ποτό του. Η παρακείμενη πλατεία Προσκόπων έφτανε και περίσσευε εκείνα τα όχι και τόσο μακρινά χρόνια.

Πολλές Αθήνες σε ένα δρόμο-1
«Οταν πρωτοήρθαμε, μιλάω για το 2011, γνωρίζαμε τους πελάτες μας, τους βλέπαμε στον δρόμο, στη γειτονιά. Τώρα με τόσο Airbnb και τόσο κόσμο από άλλες περιοχές της Αθήνας, τα πράγματα έχουν γίνει λίγο πιο απρόσωπα», λέει η Μαργαρίτα Ρουμάνου (δεξιά), της οικογενειακής επιχείρησης «Piggy-πόπουλο». [ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΖΑΒΟΣ]

Με το ξέσπασμα της κρίσης, η ούτως ή άλλως ασθενική εμπορική πιάτσα της Αρχελάου κλυδωνίζεται. Το 2010 ανοίγει στο ύψος της Αμύντα το «Τρίγωνο», ένα καφέ – μεζεδοπωλείο που γρήγορα γίνεται νεανικό στέκι. Εχει πάρει τη θέση του μανάβικου της γειτονιάς και η επιτυχία του (πρόσφατα επεκτάθηκε και σε διπλανό κατάστημα) βάζει σε πειρασμό και άλλους επιχειρηματίες της εστίασης. Μια από αυτούς είναι η Μαργαρίτα Ρουμάνου και η οικογένειά της από την Πάτρα, που ανοίγουν ένα χρόνο αργότερα το «Piggy-πόπουλο», ένα νεωτερικό σουβλατζίδικο που γίνεται αμέσως πολύ δημοφιλές. Αλήθεια, 13 χρόνια μετά, της λείπει κάτι από εκείνη την εποχή; «Τότε γνωρίζαμε τους πελάτες μας, τους βλέπαμε στον δρόμο, στη γειτονιά. Τώρα, με τόσο Airbnb και τόσο κόσμο από άλλες περιοχές της Αθήνας, τα πράγματα έχουν γίνει λίγο πιο απρόσωπα», μας λέει.

Πολλές Αθήνες σε ένα δρόμο-2
«Πληρώνουμε στον δήμο για κάθε τραπέζι που έχουμε στο πεζοδρόμιο, δεν έχουμε μουσική, τηρούμε ευλαβικά την υποχρέωσή μας να αφήνουμε ελάχιστο πλάτος 1,1 μ. για διέλευση πεζών και αμαξιδίων. Είναι προς το συμφέρον μας να έχουμε τη γειτονιά μαζί, όχι απέναντι», λέει ο Βαγγέλης Καραμιχάλης του «Tre Sorelle». [ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΖΑΒΟΣ]

Γαστρονομική πιάτσα

Ομως, αν υπάρχει ένα μαγαζί που κάνει την Αρχελάου γαστρονομική «πιάτσα», αυτό είναι το Tre Sorelle, μια μοντέρνα ιταλική πιτσαρία που παίρνει το 2018 τη θέση τριών συνοικιακών καταστημάτων: ενός στεγνοκαθαριστηρίου, ενός καταστήματος παιδικής ένδυσης κι ενός εργαστηρίου ραπτικής και μεταποίησης ρούχων. «Είχαν κλείσει και τα τρία λόγω της κρίσης», θυμάται ο Βαγγέλης Καραμιχάλης, ένας από τους εμπνευστές και ιδιοκτήτες αυτού του πολύ επιτυχημένου γαστρονομικού concept. Ο ίδιος είναι ζωντανός μάρτυρας της μεταμόρφωσης της Αρχελάου, αν και ξέρει πολύ καλά ότι ανήκει στους «κερδισμένους» της ιστορίας. «Οταν ήρθαμε εμείς, νοίκιαζες διαμέρισμα επί της Αρχελάου και με 250 ευρώ, και τώρα δεν βρίσκεις κάτω από 700», δίνει ένα μέτρο της «μετάλλαξης». Ναι, ακούει τα παράπονα για τα τραπεζοκαθίσματα, για την άνοδο των τιμών, για τον θόρυβο, αλλά πιστεύει ότι ο κόσμος δεν είναι επαρκώς ενημερωμένος. «Πληρώνουμε στον δήμο με τρεις διαφορετικούς τρόπους για κάθε τραπέζι που έχουμε στο πεζοδρόμιο, δεν έχουμε μουσική, τηρούμε ευλαβικά την υποχρέωσή μας να αφήνουμε ελάχιστο πλάτος ενός μέτρου και δέκα εκατοστών για διέλευση πεζών και αμαξιδίων και είναι προς το συμφέρον μας να έχουμε τη γειτονιά μαζί μας, όχι απέναντί μας».

Πολλές Αθήνες σε ένα δρόμο-3
«Τον αγαπώ αυτόν τον δρόμο, είναι σαν το δεύτερό μου σπίτι, αισθάνομαι οικειότητα εδώ, ακόμα και το “καλημέρα” που λες το πρωί έχει κάτι το διαφορετικό. Είναι ένας δρόμος γεμάτος ζωντάνια, με μοναδικό vibe, σημείο συνάντησης», λέει η Σοφία Καραγιάννη, ιδιοκτήτρια του «Sun Φλερτ». [ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΖΑΒΟΣ]

Ο Βαγγέλης Καραμιχάλης πιστεύει ότι ο δρόμος έχει ομορφύνει και ότι δεν υπάρχει κίνδυνος να γίνει η Αρχελάου «Γκάζι»: «Η πανδημία έβαλε ένα φρένο σε όλο αυτό και τώρα πια ανοίγουν, ευτυχώς, και άλλα καταστήματα που δεν είναι μόνο εστίαση, κι αυτό κάνει μόνο καλό». Ενα από αυτά είναι και το πολύ φωτεινό και χαρούμενο κατάστημα ρούχων και αξεσουάρ «Sun Φλερτ», δίπλα ακριβώς στην πιτσαρία. Ανοιξε το καλοκαίρι παίρνοντας τη θέση ενός δικηγορικού γραφείου. Δικηγόρος η ίδια και συνιδρύτρια του ελληνικού βιώσιμου brand Vathos Apparel, η Σοφία Καραγιάννη ζει στο Παγκράτι τα τελευταία 20 χρόνια από επιλογή. «Τον αγαπώ αυτόν τον δρόμο, είναι σαν το δεύτερο σπίτι μου, αισθάνομαι μια οικειότητα εδώ, ακόμα και το “καλημέρα” που λες το πρωί έχει κάτι διαφορετικό. Είναι ένας δρόμος γεμάτος ζωντάνια, με μοναδικό vibe, είναι σημείο συνάντησης, είναι βασικό πέρασμα και προσελκύει πολύ κόσμο κάθε μέρα».

Υπάρχουν τρεις κατηγορίες κατοίκων της Αρχελάου: οι «φρικαρισμένοι», οι «στωικοί» κι αυτοί που απολαμβάνουν χωρίς ενοχές τη νέα «φάση» της γειτονιάς τους. «Τη δική μου ζωή την έκανε καλύτερη», λέει η Σίλια Πιτυρίγκα που έχει εκεί το πατρικό της σπίτι και ανήκει προφανώς στην τελευταία κατηγορία. «Ολος αυτός ο κόσμος σου δίνει την αίσθηση της καλοπέρασης και των διακοπών. Παλιότερα ο δρόμος ήταν εντελώς έρημος, δεν είναι τόσο παλιά εκείνη η εποχή. Ακόμα και η μητέρα μου που είχε τη συνήθεια να κάθεται ώρες στο μπαλκόνι της και να παρακολουθεί τους ανθρώπους, δεν ένιωθε μοναξιά». 

Σε μια ενδιάμεση κατηγορία αλλά πλέον αποφασισμένη να φύγει το συντομότερο δυνατό είναι η Ειρήνη Βόλη. «Ηρθα στο Παγκράτι και στην Αρχελάου γιατί μου άρεσε η δυναμική της ευρύτερης γειτονιάς, υπήρχε μια ζωντάνια και ταυτόχρονα μια ισορροπία. Αυτό άλλαξε απότομα κάποια στιγμή μετά την πανδημία. Ενδιάμεσα έγινα μητέρα και πραγματικά η Αρχελάου δεν είναι ούτε για οικογένειες ούτε για ανθρώπους με παιδιά. Το ασταμάτητο βουητό από τις παρέες που τρώνε και πίνουν, ο θόρυβος από τα ροδάκια στις βαλίτσες των τουριστών, οι κομπανίες των μουσικών που μπορεί να περάσουν και στις 11 το βράδυ και να σηκώσουν τη γειτονιά στο πόδι, το μαρτύριο του πάρκινγκ, όλα αυτά μου λένε ότι εδώ στήνεται μια “ντίσνεϊλαντ” της διασκέδασης και ότι καλό είναι να τα μαζέψω και να φύγω. Αν είστε πάνω από 40, γονιός ή απλά αγαπάτε την ησυχία η Αρχελάου δεν είναι για σας».

Οχι πια λαχανικά

Ο κ. Σταύρος Μαστακούλης και η σύζυγός του Μαρία συντηρούν το μοναδικό παντοπωλείο του δρόμου. Κι έχει κυριολεκτικά τα πάντα. Ρεαλιστής ο κ. Μαστακούλης μας εξηγεί γιατί η Αρχελάου με το νέο της δημογραφικό προφίλ δεν μπορεί πλέον να υποστηρίξει παραδοσιακά καταστήματα γειτονιάς όπως το δικό του. «Ενώ παλιότερα τον τόνο έδιναν οι μεσήλικες και οι ηλικιωμένοι, σήμερα η πλειοψηφία είναι τριαντάρηδες, σαραντάρηδες, εργένηδες και τουρίστες. Οι νέοι άνθρωποι φαίνεται ότι δεν μαγειρεύουν, προτιμούν το delivery ή να τσιμπήσουν κάτι έξω. Το βλέπω γιατί δεν ψωνίζουν σχεδόν καθόλου μαναβική κι εν γένει προϊόντα που έχουν να κάνουν με μαγειρεμένο φαγητό. Επομένως ένα μανάβικο ή ένα ιχθυοπωλείο, όπως αυτό που υπήρχε στην Αρχελάου μέχρι πριν από λίγα χρόνια, τους είναι παντελώς άχρηστο. Αντιθέτως, η πιτσαρία, το μπεργκεράδικο και το καφέ αποτελούν κομμάτι της καθημερινότητάς τους. Θέλω να πω ότι η δημογραφική μεταβολή έφερε ραγδαία αλλαγή και στο καταναλωτικό προφίλ των ανθρώπων που επιλέγουν το Παγκράτι για μόνιμη ή για προσωρινή κατοικία».

Η κυρία Εριέττα Παπαϊωάννου μετακόμισε στην οδό Αρχελάου το 2018 αναζητώντας ένα καταφύγιο από τον θόρυβο της οδού Σκουφά στο Κολωνάκι όπου ζούσε για 25 ολόκληρα χρόνια. Πού να ήξερε… «Οταν ήρθα στην οδό Αρχελάου υπήρχε μόνο το γωνιακό καφέ-μεζεδοπωλείο, το “Τρίγωνο”, η πιτσαρία “Tre Sorelle”, και ένα μπαρ για το οποίο με διαβεβαίωσαν ότι δεν ενοχλεί. Εκτοτε ο δρόμος γέμισε, μπαρ, εστιατόρια, καφέ, και εξαφανίστηκαν τα τυπικά μαγαζιά μιας γειτονιάς. Την περίοδο της πανδημίας με άδεια του δήμου, τα τραπεζοκαθίσματα επεκτάθηκαν σε όλο το μήκος του δρόμου και όταν το 2023 έληξαν οι άδειες δεν επανήλθαν ποτέ στην οριοθετημένη από τον δήμο θέση. Δυστυχώς η ηχορρύπανση είναι αβίωτη. 

Πολλές Αθήνες σε ένα δρόμο-4
«Φρέσκο» το πεζοδρόμιο της οδού Αρχελάου, αλλά η ίδια «στριμωγμένη» αίσθηση για πεζούς και νέες μητέρες, καθώς τα καταστήματα εστίασης καταλαμβάνουν τουλάχιστον το μισό πλάτος τους έτσι όπως απλώνονται κατά μήκος αυτού του κάποτε σχεδόν υπναλέου δρόμου του Παγκρατίου. [ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΖΑΒΟΣ]

Τις βραδινές ώρες μέχρι τις 2 ή και τις 3 μετά τα μεσάνυχτα ο θόρυβος από τη μουσική, τις φωνές των θαμώνων, τα μηχανάκια κάνουν τη ζωή μας ανυπόφορη. Σε όλα τα παραπάνω προσθέστε την επιβάρυνση από τα σκουπίδια, τα απροσπέλαστα πεζοδρόμια και το μαρτύριο της αναζήτησης στάθμευσης και έχετε όλη την εικόνα. Δεν καταλαβαίνω γιατί σε άλλες γειτονιές όπως στο Κολωνάκι ή στην Κυψέλη υπάρχει ελεγχόμενη στάθμευση δίνοντας προτεραιότητα στον κάτοικο, και όχι στο Παγκράτι. 

Οι πεζοί, τα καρότσια, οι άνθρωποι με αναπηρία είναι εμφανώς και κραυγαλέα ανεπιθύμητοι». 
Το 2020, μια ομάδα μονίμων κατοίκων της Αρχελάου είχε υπογράψει και είχε υποβάλει στον δήμο διαμαρτυρία για τα προβλήματα του δρόμου. Το διάβημα έμεινε αναπάντητο. «Οι κάτοικοι δεν ξέρουν πώς να αντιδράσουν όταν επιπλέον υπάρχουν και απειλές από ιδιοκτήτες καταστημάτων εστίασης. Ενας δρόμος που ήταν περιοχή αμιγώς μόνιμης κατοικίας έχει γεμίσει Airbnb και έχει καταντήσει μόνο τόπος διασκέδασης και ηχορρύπανσης».

Πολλές Αθήνες σε ένα δρόμο-5
Διπλή σειρά τραπεζοκαθισμάτων σε δημοφιλές στέκι της οδού Αρχελάου με ένα ισχνό πέρασμα για πεζούς, καροτσάκια και αναπηρικά αμαξίδια. Ο περαστικός έχει την αίσθηση ότι περνάει μέσα από το κατάστημα, αν και βρίσκεται σε δημόσιο, θεωρητικά, χώρο. [ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΖΑΒΟΣ]

Η δημοσιογράφος, ραδιοφωνική παραγωγός στον Αθήνα 9,84 και κάτοικος της περιοχής Ελενα Χατζηιωάννου συνδέει την ανάδυση της Αρχελάου με τη λειτουργία του Skrow Theater που άνοιξε το 2012 και κατέβασε ρολά δέκα χρόνια μετά, καθώς υπάρχει σχέδιο κατεδάφισης του υπάρχοντος κτιρίου και ανέγερσης πολυκατοικίας. «Οι πρώτοι θεατές θα θυμούνται ότι δεν είχαν πολλές επιλογές για να πιουν ένα ποτό στα πέριξ, παρά μόνο σε ένα νεανικό καφέ-μπαρ ακριβώς απέναντι, που σήμερα δεν υπάρχει πλέον. Οι επιτυχημένες παραστάσεις του Βασίλη Μαυρογεωργίου και των συνεργατών του προσείλκυαν κόσμο από άλλες γειτονιές και δημιούργησαν την ανάγκη για νέους χώρους διασκέδασης. H Αρχελάου έγινε τρέντι, ήταν ωραίο που η γειτονιά απέκτησε κίνηση και συχνά μάς δημιουργείται η ψευδαίσθηση ότι βρισκόμαστε σε τόπο διακοπών. Αλλά μας πιάνει απελπισία ψάχνοντας θέση πάρκινγκ», καθήκον που μπορεί να φτάσει και τη μιάμιση ώρα, όπως μας εξομολογείται η καλή συνάδελφος.

Πολλές Αθήνες σε ένα δρόμο-6
Κλειστά καταστήματα με χρήσεις που δεν ταιριάζουν με το σημερινό προφίλ του δρόμου αναμένουν αξιοποίηση. Σήμερα, τα περισσότερα από τα μισά καταστήματα της οδού Αρχελάου σχετίζονται με τον κλάδο της εστίασης. [ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΖΑΒΟΣ]

«Ανήκω εδώ»

Η Νένα Μάγειρα ζει την Αρχελάου και με τις δύο ιδιότητες, και της κατοίκου και του επαγγελματία, καθώς πριν από λίγο καιρό άνοιξε εδώ ένα από τα πιο ατμοσφαιρικά ανθοπωλεία της Αθήνας, το λονδρέζικης αισθητικής «Abloom». «Μετακόμισα στο Παγκράτι το 2019 και συγκεκριμένα στην οδό Αρχελάου όπου βρίσκεται και το κατάστημά μου σήμερα. Ηταν στα τέλη Νοεμβρίου, λίγο πριν από την πανδημία, και επομένως εγώ πρωτογνώρισα ένα Παγκράτι ήσυχο, ήρεμο, με χαμογελαστούς, όμορφους και φιλόξενους ανθρώπους. Από την πρώτη στιγμή αισθάνθηκα ότι ανήκω εδώ, ότι αυτός είναι ο δρόμος μου, η γειτονιά μου, το σπίτι μου. 

Εδώ ερωτεύτηκα, εδώ έκανα τα πρώτα μου επαγγελματικά βήματα, εδώ μεγάλωσα, σαν να ενηλικιώθηκα κατά κάποιον τρόπο. Ηταν η μόνη επιλογή και ο μόνος δρόμος της Αθήνας όπου θα έκανα το μεγάλο βήμα για εμένα, να ανοίξω το δικό μου ανθοπωλείο». Την ενοχλεί η κατεύθυνση που έχει πάρει ο αγαπημένος της δρόμος; «Τα τραπεζοκαθίσματα στα πεζοδρόμια και η οχλαγωγία αρκετές φορές γίνονται ενοχλητικά. Επιπρόσθετα, με δυσαρεστεί ότι πολλοί πρώην ιδιοκτήτες λόγω της ραγδαίας αύξησης των ενοικίων αναγκάζονται να κλείσουν τα μαγαζιά τους και να πάνε σε άλλες περιοχές και να ξεφυτρώνουν αισθητικά ξένα για το μέρος μαγαζιά που δεν πρόκειται να αντέξουν στον χρόνο. 

Το Παγκράτι είναι μια ιστορική περιοχή της Αθήνας και κάθε αισθητική παρέμβαση θέλει ειδική προσοχή για να μη χαθεί αυτό που λέμε “γειτονιά”. Το καφενείο του κυρ Νίκου, παραδείγματος χάριν, που σέρβιρε καφέ “καραβίσιο” συνοδευόμενο από τα τραγούδια του, είναι κάτι που πιάνω τον εαυτό μου να νοσταλγεί πολλές φορές». 

Κεντρική φωτό: «Δεν με προβλημάτισε ο μεγάλος αριθμός καταστημάτων εστίασης. Χώρος υπάρχει για όλους, αν κάνεις κάτι σωστά. Ισως κάποιες στιγμές η οχλαγωγία στους δρόμους μπορεί να γίνει κουραστική. Και το γεγονός ότι σε ορισμένα σημεία πρέπει να περνάς εμπόδια για να φτάσεις στον προορισμό σου», επισημαίνει η Νένα Μάγειρα, ιδιοκτήτρια του «Αbloom». [ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΖΑΒΟΣ]

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT