Η Μαρίνα παίζει με την κούκλα της στην αυλή του σπιτιού της· τη χτενίζει, της μιλάει. Είναι οκτώ ετών, η μικρότερη από τα οκτώ παιδιά της οικογένειας Παπαδέλια. Η μητέρα της βγαίνει στο κατώφλι και μας καλησπερίζει. Μας μιλάει για τα άλλα της παιδιά, για τη Σαββίνα που ονειρεύεται να γίνει δασκάλα χορού και τη μεγάλη, τη δεκαεξάχρονη Φιλίτσα, που θέλει να σπουδάσει Βιολογία· είναι καλή μαθήτρια, κάνει την προσπάθειά της χωρίς καμιά βοήθεια, χωρίς φροντιστήριο και ιδιαίτερα μαθήματα. Πώς τα φέρνει βόλτα η ίδια με τόσα παιδιά; «Ε, δεν είναι και πολλά. Η προγιαγιά του άντρα μου είχε γεννήσει 24!»
H Βαρβάρα είναι η νεότερη δημότις Λειψών. Γεννήθηκε πριν από λίγους μήνες, στις 30 Μαΐου, και πήρε το όνομα της Αγίας που στο νησί θεωρείται προστάτις των μωρών. Η μητέρα της, Μαρία Κλάψη, κατάγεται από την Κάλυμνο. Είχε συγγενείς στους Λειψούς, σε ένα από τα ταξίδια της γνώρισε τον εργολάβο Χαράλαμπο Μακρή, ερωτεύτηκαν, παντρεύτηκαν και από Καλύμνια έγινε Λειψωτίνα. «Είναι το πρώτο μας παιδί, αλλά θα κάνουμε κι άλλα, το έχουμε αποφασίσει – τουλάχιστον τρία», λέει γελώντας η 24χρονη κοπέλα. «Αν αυτός ο τόπος δεν είναι ιδανικός για μια πολυμελή οικογένεια, τότε ποιος είναι; Και μη μου πείτε κι εσείς αυτά που ακούμε από πολλούς, ότι το χειμώνα το νησί μας είναι ερημιά και δεν αντέχεται. Τότε είναι καλύτερα! Μαζευόμαστε τα βράδια στα σπίτια, ψήνουμε, τραγουδάμε, νυχτερεύουμε. Μια τέτοια ζωή, ήρεμη και υγιή, θέλω να έχουν και τα παιδιά μου».
Ο Στράτος παρατηρεί και ανακαλύπτει τον κόσμο από την αγκαλιά της μαμάς του, Ειρήνης Πονήρη. Πέντε μηνών βρέφος, ποζάρει με άνεση στο φακό του φωτογράφου μας – κάνει σκέρτσα, του γελά. «Είναι ωραίο να μεγαλώνεις παιδιά εδώ», λέει η Ειρήνη. «Μέχρι τη στιγμή που κάποιο πρόβλημα θα προκύψει. Αν τύχει και αρρωστήσει ο μικρός, θα πρέπει να ναυλώσουμε καΐκι για να τον πάμε σε νοσοκομείο. Κι αν είναι κάλμα ο καιρός, θα το αντιμετωπίσουμε. Αν όχι, τι γίνεται;»
Το πρώτο πράγμα που μου έκανε εντύπωση στους Λειψούς ήταν τα πιτσιρίκια. Είναι πολλά! Τα βλέπεις να παίζουν στα σοκάκια, στο λιμάνι, στο Πάρκο (έτσι λένε οι ντόπιοι την κεντρική πλατεία που φτιάχτηκε με τη συνδρομή των εν Αμερική και Αυστραλία αποδήμων συντοπιτών τους), στο προαύλιο της επιβλητικής Παναγιάς του Χάρου. Και μάλιστα χωρίς φωνές, χωρίς παλιόλογα (τα συνήθη της ηλικίας), χωρίς… χαλάσματα. Την ώρα που η Ελλάδα (μαζί με την Ιταλία και τη Γερμανία) εμφανίζει τα πιο χαμηλά ποσοστά σε γεννήσεις στην Ευρωπαϊκή Ενωση (8,5 ανά 1.000 κατοίκους), το μικρό νησί των Δωδεκανήσων ακολουθεί αντίστροφη πορεία: κάτοικοι 784 (βάσει της απογραφής του 2011), παιδιά (έως 18 ετών) 200!
Τι συμβαίνει, λοιπόν; «Δύσκολα θα βρείτε εδώ ζευγάρι που να έχει λιγότερα από τρία παιδιά», λέει ο νέος δήμαρχος Λειψών, Φώτης Μάγγος. Ο ίδιος και η σύζυγός του, Πελαγία Τσαλίκη, έχουν τέσσερα. «Δεν μπορώ να σας δώσω συγκεκριμένη εξήγηση, μόνο εξ ιδίων να μιλήσω. Είναι πιο εύκολη η ζωή σε έναν τόπο όπως ο δικός μας. Ολα είναι λιγότερο πολύπλοκα. Καθόλου δεν υστερούμε σε σχέση με την Αθήνα και άλλες μεγάλες πόλεις. Και που υπάρχουν εκεί περισσότερες ευκαιρίες για μόρφωση και ψυχαγωγία, μήπως μπορούν να τις χαρούν οι άνθρωποι με την κρίση; Σε πολλές οικογένειες δεν περισσεύουν χρήματα ούτε για ένα σινεμά. Τα παιδιά πάνω απ’ όλα χρειάζονται τους γονείς τους. Εγώ ξέρω πως, αν συμβεί κάτι, σε πέντε λεπτά θα είμαι κοντά τους. Και αν θέλετε να μιλήσουμε για ποιότητα ζωής, δεν αλλάζω με τίποτα το γεγονός ότι με την οικογένειά μου μπορούμε να απολαμβάνουμε τη θάλασσα 160 μέρες το χρόνο…»
Αναφέρω το θέμα της απουσίας γιατρού – μόνιμης πηγής άγχους για τις οικογένειες του νησιού. «Αυτό είναι μεγάλο αγκάθι», λέει ο κ. Μάγγος. «Τα τελευταία χρόνια πολλές ειδικότητες πέρασαν: αναισθησιολόγος, ΩΡΛ, ακόμη και γυναικολόγος. Αλλά παθολόγος όχι. Κι ένας που ήρθε, δεν άντεξε, υπέβαλε παραίτηση σε λίγους μήνες. Ποιος θα δεχτεί να εφημερεύει, στην πραγματικότητα, 365 μέρες το χρόνο, όλο το 24ωρο, με 700 ευρώ μισθό; Η Λέρος, που διαθέτει μεγάλο νοσοκομείο και αεροδρόμιο, έχει προκηρύξει 9 θέσεις αγροτικών γιατρών και δεν έχει ενδιαφερθεί κανείς. Θα έρθουν στους Λειψούς;»
«Δεν εγκαταλείπουμε τον τόπο μας»
Η Αλεξάνδρα Γαμπιέρη, μαθήτρια της Β΄ Δημοτικού, είναι πολύ ικανοποιημένη αυτό το απόγευμα. Πρώτον, γιατί τα έβαλε με δυο γαϊδάρους, που είχαν μπει στο μποστάνι της γιαγιάς της και μασουλούσαν τα ζαρζαβατικά της. «Κατάφερα και τους έδιωξα!» μας ανακοινώνει με υπερηφάνεια. Δεύτερη αιτία της χαράς της είναι ότι βλέπει από κοντά πώς είναι ένα εικαστικό ατελιέ. Περιεργάζεται τα πινέλα, τα σωληνάρια με τις μπογιές, τους καμβάδες και στέκεται εκστασιασμένη μπροστά σε έναν μεγάλο πίνακα με έντονα χρώματα. «Είναι σαν ζωντανός! Αυτήν τη μέρα θα τη θυμάμαι σε όλη μου τη ζωή», λέει. Βρισκόμαστε στο Γυμνάσιο – Λύκειο Λειψών. Σ’ αυτό το μεγάλο κτίριο που βλέπει τη θάλασσα, «κρυμμένο» σ’ ένα δωματιάκι βρίσκεται το εργαστήριο της Σοφίας Χάιτα, διευθύντριας του σχολείου και ζωγράφου. Το έστησε εδώ για να διερευνούν οι μαθητές τα… μυστήρια της καλλιτεχνικής δημιουργίας.
Η γλυκιά Σοφία δεν κατάγεται από το νησί. Γεννήθηκε από Ελληνες γονείς στο Γιοχάνεσμπουργκ της Νότιας Αφρικής και ήρθε εδώ πριν από δεκαέξι χρόνια. Για λίγο – έτσι νόμιζε. «Αλλά έγινα Λειψωτίνα από επιλογή», λέει. Δεν είναι η μοναδική. Παρόμοια ήταν και η πορεία της Σερραίας Ελένης Γερμανίδου, διευθύντριας του Δημοτικού Σχολείου. «Τα πρώτα χρόνια που διορίστηκα στους Λειψούς ήταν δύσκολα. Εμπαινε ο χειμώνας και πνιγόμουν», παραδέχεται. «Τώρα πια έχω βρει τις ισορροπίες μου. Απολαμβάνω και τη ζωή μου εδώ, και τη δουλειά μου. Τα περισσότερα παιδιά είναι πανέξυπνα – έχουν εξαιρετικό μυαλό. Και είναι πολύ δεμένα με τον τόπο τους. Στην ελληνική επαρχία κάτι τέτοιο δεν είναι καθόλου δεδομένο». Πράγματι. Η δεύτερη μεγάλη έκπληξη που μου επεφύλαξε το νησί ήταν όταν συνειδητοποίησα ότι οι νέοι του θέλουν να φύγουν από τον τόπο τους, να μορφωθούν, να αποκτήσουν δεξιότητες και εμπειρίες – μόνο και μόνο για να επιστρέψουν και να δημιουργήσουν κάτι δικό τους.
Στο ουζερί-εστιατόριο «Καλυψώ» μάς σερβίρει η Ισιδώρα Γρύλλη: έτσι μαζεύει χρήματα για το χειμώνα, καθώς σπουδάζει τοπογράφος στην Αθήνα. Δεν ήταν κάτι που ανέκαθεν ήθελε να κάνει. Αλλά στο νησί δεν υπάρχει τοπογράφος. Κι εκείνη αποφάσισε να δώσει προτεραιότητα στην επαγγελματική της αποκατάσταση. Ποτέ δεν της πέρασε από το μυαλό να ζήσει κάπου αλλού; «Οχι», απαντά χωρίς να το σκεφτεί. «Πρέπει να στηρίξουμε τον τόπο μας. Αν τον εγκαταλείψουμε στην τύχη του, θα μας αφήσει κι αυτός». Την επόμενη μέρα, συναντώ την Ευαγγελία Γρύλλη. Ο πατέρας της, με τον συνεταίρο του Μανώλη Βαβουλά, είναι ιδιοκτήτες του μοναδικού οινοποιείου του νησιού. Φέτος, η Ευαγγελία θα φύγει για σπουδές στο ΤΕΙ Οινολογίας, ώστε με το πτυχίο πια στα χέρια της να γυρίσει και να αναλάβει δράση στην οικογενειακή επιχείρηση.
«Να μας ξαναθυμηθείτε…»
Τελευταίο βράδυ του ταξιδιού μας, σούρουπο. Μαζί με δεκάδες Λειψιώτες κάθε ηλικίας ανηφορίζουμε προς το Δημοτικό Σχολείο. Στο υπαίθριο θεατράκι του θα γίνει η παρουσίαση του βιβλίου «Μύθος, λατρεία, ταυτότητες: στο νησί της Καλυψώς» της Μαριλένας Παπαχριστοφόρου, επίκουρης καθηγήτριας στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων. Η κυκλοφορία του έδωσε μεγάλη χαρά στους ντόπιους, καθώς είναι η πρώτη εκτεταμένη επιστημονική έρευνα που δημοσιεύεται για το νησί τους (εκδόσεις Παπαζήση). Αφηγείται την ιστορία του από το 1088 μ.Χ., έτος κατά το οποίο παραχωρήθηκε από τον Βυζαντινό αυτοκράτορα Αλέξιο Α΄ Κομνηνό στον όσιο Χριστόδουλο, ιδρυτή της Μονής Πάτμου, έως σήμερα. Με τις ρίζες της αφήγησης να φτάνουν πολύ πιο μακριά: στη μυθική Ωγυγία, την επικράτεια της θεάς Καλυψώς, η οποία σύμφωνα με το μύθο ζούσε εκεί…
Μετά το τέλος της παρουσίασης, μια μικρή γιορτή στήνεται. Με παραδοσιακούς χορούς από τα παιδικά συγκροτήματα, με φιλικά πηγαδάκια, γέλια και μπόλικο γλυκό κόκκινο κρασί – από Φωκιανό, την κυρίαρχη ποικιλία των Λειψών. Χωρίς να ξέρω καλά-καλά γιατί, αισθάνομαι συγκινημένη. Νιώθω τον παλμό ενός τόπου τον οποίο μέχρι πρότινος δεν γνώριζα και των ανθρώπων του· που σε μεγάλο βαθμό κρατούν τις παραδόσεις και την πίστη τους, που αγωνίζονται να επιβιώσουν σε δύσκολες συγκυρίες, που ακόμα ονειρεύονται. Μια μαυροντυμένη γριούλα με πλησιάζει. Είναι η Θεολογία Πετράντη, σχεδόν 80 ετών. Παίρνει τα χέρια μου και τα κρατάει σφιχτά ανάμεσα στα δικά της. «Να είσαι καλά, κόρη μου. Ευχαριστούμε που ήρθατε στο νησί μας. Να μας ξαναθυμηθείτε…».
Τι έχουν, τι τους λείπει
Η οικονομία των Λειψών είναι μεικτή. Οι περισσότεροι κάτοικοι έχουν δωμάτια που νοικιάζουν το καλοκαίρι ή εργάζονται σε τουριστικές επιχειρήσεις. Παράλληλα, έχουν μια βάρκα και ψαρεύουν, εκτρέφουν αιγοπρόβατα για γάλα και κρέας, καλλιεργούν τα κτήματά τους για λάδι και λαχανικά. Οι δημόσιοι υπάλληλοι, μαζί με τους δημοτικούς, δεν ξεπερνούν τους 45.
Το νησί ευτύχησε, επί 28 χρόνια, να έχει δήμαρχο τον Μπενέτο Σπύρου, έναν άνθρωπο που μότο του έχει το «Δεν υπάρχουν άγονα νησιά, αλλά άγονα μυαλά» και έχει πολλάκις εκφράσει την αντίθεσή του «στη μονοκαλλιέργεια του τουρισμού». Στόχος του ήταν ο τόπος να αναπτυχθεί χωρίς να χάσει το χαρακτήρα του. Πολλοί ίσως απορούν που σε καμία παραλία δεν επιτρέπονται ομπρέλες, ξαπλώστρες και καντίνες. Ηταν μια επιλογή του που δικαιώθηκε. Αυτό που εκτιμά ο επισκέπτης στους Λειψούς είναι η διαφορετική προσέγγιση στο «τουριστικό πακέτο», η αυθεντικότητα. «Δεν ζηλεύουμε κανέναν, δεν θέλουμε να μοιάσουμε σε κανέναν, επιδιώκουμε να αναδείξουμε το δικό μας πρόσωπο, επιζητούμε ανάπτυξη και οικονομία που να βασίζονται στην ιστορία της παραγωγής του νησιού μας», λέει ο κ. Μπενέτος.
Με τον ίδιο επικεφαλής της δημοτικής αρχής, οι Λειψοί κατάφεραν να έχουν καλύψει σε υποδομές το 80% των βασικών τους αναγκών. Διαθέτουν λιμνοδεξαμενή, πλήρες αποχετευτικό δίκτυο, ασφαλτοστρωμένους δρόμους που εξασφαλίζουν πρόσβαση στις βασικές παραλίες, μαρίνα, σύστημα διαχείρισης στερεών και υγρών αποβλήτων με βιολογικό καθαρισμό και χώρο υγειονομικής ταφής υπολειμμάτων, καθώς και ανακύκλωση (συγκαταλέγονται, μάλιστα, ανάμεσα στους πέντε δήμους της χώρας με τα μεγαλύτερα ποσοστά ανακύκλωσης: γύρω στο 80%).
Ομως, δεν είναι όλα ρόδινα. Η οικονομική κρίση και η παράλογη συχνά νομοθεσία βάζουν τις δικές τους τρικλοποδιές… «Μετά τον “Καλλικράτη”, όταν η χρηματοδότηση από το κράτος έπεσε στο 1/3, άρχισαν τα προβλήματα», λέει ο νέος δήμαρχος, Φώτης Μάγγος. «Ο βιολογικός καθαρισμός χρειάζεται συντήρηση. Και η ανακύκλωση ανθρώπους που θα συγκεντρώσουν τα ανακυκλώσιμα υλικά και θα τα στείλουν εκεί που πρέπει. Το κόστος για όλα αυτά είναι μεγάλο. Και εκτός από την έλλειψη χρημάτων, αντιμετωπίζουμε και τις αγκυλώσεις ενός κράτους που δεν μπορεί να καταλάβει ότι μικρά νησιά όπως το δικό μας χρειάζονται ειδική μεταχείριση. Εδώ και χρόνια διαθέτουμε δημοτική συγκοινωνία. Αλλά, σύμφωνα με το νόμο, δεν μπορεί το ίδιο άτομο να υπογράψει δεύτερη δίμηνη σύμβαση σε μία χρονιά. Στους Λειψούς, δίπλωμα Δ΄ Κατηγορίας έχουν μόνο δύο άνθρωποι. Και πρόσφατα ο ένας έφυγε, γιατί βρήκε αλλού δουλειά. Τι θα κάνουμε, λοιπόν; Θα κυκλοφορεί το λεωφορειάκι μας μόνο δύο μήνες το χρόνο;»