«Περιμέναμε αυτή τη στιγμή. Εδώ και ένα μήνα περίπου δεν κοιμάμαι. Ανησυχώ για τους αμάχους που είναι μέσα, τις οικογένειες και τα παιδιά». Η φωνή της στο τηλέφωνο ακούγεται με μικρές παύσεις. Είναι Ελληνίδα παντρεμένη με Ιρακινό. Ζει μερικές δεκάδες χιλιόμετρα μακριά από τη Μοσούλη, την πόλη που επιχειρούν αυτές τις ημέρες να ανακτήσουν από τους τζιχαντιστές του Ισλαμικού Κράτους οι ιρακινές και κουρδικές δυνάμεις με την υποστήριξη των ΗΠΑ και των συμμάχων τους.
«Εδώ και 45 ημέρες το ISIS δεν επιτρέπει στους ντόπιους που ζουν στη Μοσούλη να επικοινωνήσουν τηλεφωνικά με τον έξω κόσμο. Είναι παγιδευμένοι εκεί και για εμάς είναι οδυνηρό να γνωρίζουμε ότι υπάρχουν πολίτες μέσα», λέει στην «Κ» η Ελληνίδα κάτοικος του βορείου Ιράκ εξηγώντας ότι ο σύζυγός της γνωρίζει αμάχους που έχουν εγκλωβιστεί εκεί. Γι’ αυτό τον λόγο και για να μη ρισκάρει την ασφάλειά τους ζητεί να μη δημοσιευθεί το όνομά της, αλλά ούτε η πόλη στην οποία κατοικεί.
Επιχειρηματίες
Περίπου 30 Ελληνες υπολογίζεται ότι ζουν σήμερα στο ιρακινό Κουρδιστάν, σε μια ακτίνα άνω των 80 χιλιομέτρων μακριά από τη Μοσούλη. Οι περισσότεροι είναι επιχειρηματίες που δραστηριοποιούνται στους κλάδους του εμπορίου δομικών υλικών, των κατασκευών και των τεχνικών έργων. Η «Κ» μίλησε τηλεφωνικά και μέσω email με έξι εξ αυτών, δύο γυναίκες και τέσσερις άντρες που κατοικούν σε διαφορετικές πόλεις.
Ολοι δηλώνουν ασφαλείς και προστατευμένοι. Αλλωστε οι πόλεις τους βρίσκονται εκτός της σφαίρας επιρροής των τζιχαντιστών και καμία σχετική οδηγία ασφαλείας δεν έχει εκδοθεί το τελευταίο διάστημα από τις κουρδικές αρχές.
Το 2014 όμως, κατά την επιδρομή του ISIS και τη σχεδόν αμαχητί κατάληψη της Μοσούλης, η εικόνα ήταν διαφορετική. Εκείνη την περίοδο τους είχε σταλεί email από τον τότε επικεφαλής του γραφείου Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών στο Αρμπίλ, με τη συμβουλή να αποφεύγουν τη Μοσούλη και το Κιρκούκ. Λίγους μήνες αργότερα έχοντας έρθει στην Ελλάδα για διακοπές, η Ελληνίδα μετανάστρια που μίλησε στην «Κ» σκεφτόταν να μην επιστρέψει στο ιρακινό Κουρδιστάν. «Τελικά αποφάσισα να γυρίσω, αλλά επί ενάμιση χρόνο είχα μέσα στο αυτοκίνητο όλα τα απαραίτητα και ήμουν έτοιμη ανά πάσα στιγμή να περάσω τα σύνορα για να φύγω γρήγορα από τη χώρα», λέει.
Η συρρίκνωση των Ελλήνων
Πριν από την εμφάνιση των τζιχαντιστών στην ευρύτερη περιοχή, οι Ελληνες που δραστηριοποιούνταν στο βόρειο Ιράκ έφταναν και ανά περιόδους ξεπερνούσαν τους 100. Οι εντυπωσιακοί ρυθμοί ανάπτυξης της περιοχής και τα μεγάλα φορολογικά κίνητρα τους είχαν οδηγήσει σε αυτή τη γωνιά της Μέσης Ανατολής. Τα τελευταία δύο χρόνια όμως ο αριθμός τους συρρικνώθηκε, ακολουθώντας τη ματαίωση εκατοντάδων επενδυτικών έργων.
Ο Σταύρος Σταυράκος, νυν επικεφαλής του γραφείου Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων του ΥΠΕΞ και μοναδικός Ελληνας αξιωματούχος στην περιοχή, εξηγεί ότι η ύφεση οφείλεται έως ένα βαθμό και στην εμφάνιση του ISIS. Οπως λέει στην «Κ», μεγάλο μέρος του προϋπολογισμού των Κούρδων τροφοδοτεί τους μαχητές Πεσμεργκά οι οποίοι είχαν ανοιχτό μέτωπο εκατοντάδων χιλιομέτρων με τους τζιχαντιστές.
Παράλληλα αναφέρει ότι η οικονομία έχει πληγεί και από την πτώση της τιμής του πετρελαίου.
«Το πρόβλημα της οικονομίας στο ιρακινό Κουρδιστάν είναι πολυπαραγοντικό» λέει στην «Κ» ο Θανάσης Μανής, κάτοικος Αρμπίλ από τον Οκτώβριο του 2014 και ερευνητής στο Middle East Reaserch Institute. «Η επέλαση του Ισλαμικού Κράτους ήρθε σε μια περίοδο ήδη τεταμένων σχέσεων μεταξύ Αρμπίλ και Βαγδάτης. Η κυβέρνηση του Νούρι Μαλίκι είχε ήδη σταματήσει από τις αρχές του 2014 να αποδίδει το 17% του ιρακινού προϋπολογισμού στην τοπική κυβέρνηση του Κουρδιστάν (KRG), όπως προβλέπει το ιρακινό Σύνταγμα ως αντάλλαγμα για τις εξαγωγές πετρελαίου από τις κουρδικές περιοχές».
Περιμένοντας τους πρόσφυγες
Πέρα από μια μεγαλύτερη κινητικότητα στρατιωτικών αεροπλάνων λόγω της επιχείρησης ανάκτησης της Μοσούλης, ο κ. Μανής δεν παρατηρεί κάποια αλλαγή στην καθημερινότητά του. Οι περισσότεροι από τους Ελληνες που έχουν απομείνει είτε στην πρωτεύουσα του ιρακινού Κουρδιστάν Αρμπίλ είτε σε άλλες γειτονικές πόλεις και μίλησαν στην «Κ», παρακολουθούν με ενδιαφέρον αλλά όχι ιδιαίτερη ανησυχία τις εξελίξεις στη Μοσούλη.
«Είναι οργανωμένοι σε θέματα ασφαλείας. Υπάρχουν πολλά σημεία ελέγχου και κάθε φορά που μας σταματούν με το αυτοκίνητο και ελέγχουν την άδεια παραμονής μου ρωτούν εάν είμαι καλά» λέει στην «Κ» δεύτερη Ελληνίδα παντρεμένη με ντόπιο.
Ασφαλής δηλώνει και ο Χρήστος Κοντούλης, μηχανικός που εργάζεται από τον Μάρτιο του 2014 σε μονάδα πώλησης μπετόν και αδρανών υλικών. Θυμάται ότι πριν από δύο χρόνια, κατά την κατάληψη της Μοσούλης, η Αρμπίλ είχε δεχθεί μεγάλο κύμα προσφύγων. Κάτι αντίστοιχο αναμένεται να συμβεί και τώρα. Οπως εξηγεί ο κ. Σταυράκος, οι τοπικές αρχές εκτιμούν ότι θα φτάσουν έως και 600.000 πρόσφυγες μετά την απελευθέρωση της ιρακινής πόλης από το Ισλαμικό Κράτος.
Αυτές τις αφίξεις σκέφτεται και η Ελληνίδα κάτοικος του ιρακινού Κουρδιστάν που μίλησε στην «Κ» με τον όρο της ανωνυμίας. «Το 2014 ήμουν επί δύο εβδομάδες στον δρόμο και τους υποδεχόμουν με νερό και σοκολάτες», λέει. Τότε μεταξύ των προσφύγων βρίσκονταν και μέλη της ιρακινής εθνοτικής μειονότητας των Γιαζίντι που προσπαθούσαν να ξεφύγουν από τις σφαγές των τζιχαντιστών. Τις τελευταίες ημέρες παρακολουθεί συνεχώς το CNN για να ενημερώνεται για τις εξελίξεις. «Είμαι καθηλωμένη στην τηλεόραση. Υπάρχει ένας πόλεμος κάτω από την πόρτα μας», τονίζει. «Με ενδιαφέρει να σωθεί ο αθώος κόσμος. Εχει υποφέρει πολύ αυτός ο λαός».