«Γιατί δουλεύω σεζόν» – Νέοι εργαζόμενοι στον τουρισμό μιλούν στην «Κ»
γιατί-δουλεύω-σεζόν-νέοι-εργαζόμε-563134159

«Γιατί δουλεύω σεζόν» – Νέοι εργαζόμενοι στον τουρισμό μιλούν στην «Κ»

Νέοι και νέες που βιώνουν από πρώτο χέρι την καθημερινότητα του επαγγέλματος σκιαγραφούν τα κίνητρα, τις δυσκολίες, τα οικονομικά δεδομένα και τα χαρακτηριστικά της εποχικής εργασίας

Εικονογράφηση: Michael Kirki

Προς το τέλος της άνοιξης, εκατοντάδες νέοι εγκαταλείπουν τις πόλεις τους και κατευθύνονται προς ειδυλλιακούς προορισμούς της Ελλάδας. Οχι για διακοπές, αλλά για να εργαστούν ως σερβιτόροι, μπάρμαν ή μάγειρες κατά την περίοδο κλιμάκωσης της θερινής τουριστικής κίνησης. 

Οι λεγόμενοι εργαζόμενοι «σεζόν», όπως κωδικά αποκαλούνται, νέοι στην πλειοψηφία τους, αποτελούν μια ειδική κατηγορία της σύγχρονης ελληνικής εργασιακής πραγματικότητας. Εποχικοί εργαζόμενοι, άτομα που ενίοτε αφήνουν τις χειμερινές τους δουλειές για κάποιο επιπλέον εισόδημα το καλοκαίρι. Αλλοι αναζητητές μιας εναλλακτικής καλοκαιρινής προοπτικής ικανής να αποφέρει και οικονομικές «ανάσες» και ταυτόχρονα διαμονή σε ορισμένες από τις πιο όμορφες γωνιές της χώρας.

Η «Κ» συνομιλεί με νέες και νέους που βιώνουν από πρώτο χέρι την καθημερινότητα του επαγγέλματος και σκιαγραφούν τα κίνητρα, τις δυσκολίες, τα οικονομικά δεδομένα και τα χαρακτηριστικά της εποχικής εργασίας. 

«Μια φυγή από τη “θερινή κόλαση” της Θεσσαλονίκης»

Ο Αστέρης, 22 ετών, εργάζεται σε μπαρ ξενοδοχείου στη Χαλκιδική και δηλώνει καταρχάς ικανοποιημένος από «τη σωστή επιλογή εργοδότη» που έκανε φέτος το καλοκαίρι. Επέλεξε να δουλέψει σεζόν αφενός επειδή αναζητούσε μια φυγή από τη «θερινή κόλαση» της Θεσσαλονίκης, αφετέρου λόγω των εξόδων μετακόμισης που επωμίστηκε το προηγούμενο διάστημα. 

Αυτό στο οποίο στέκεται, μιλώντας στην «Κ», αφορά κυρίως τις συμπεριφορές πελατών με τις οποίες συχνά βρίσκεται αντιμέτωπος. «Το να υπάρχουν μεγάλες και πολλές παρέες με δυσκολεύει πολύ. Συχνά νομίζουν ότι τους ανήκει το μέρος. Αυτό το συναίσθημα το καταλαβαίνει μόνο ένας εργαζόμενος που έχει κάνει σεζόν», λέει χαρακτηριστικά, σχολιάζοντας ότι σε «κανονικές συνθήκες» δεν συναντά κανείς τόσο συχνά τέτοιες συμπεριφορές. 

Το να υπάρχουν μεγάλες και πολλές παρέες με δυσκολεύει πολύ. Συχνά νομίζουν ότι τους ανήκει το μέρος. Αυτό το συναίσθημα το καταλαβαίνει μόνο ένας εργαζόμενος που έχει κάνει σεζόν.

Οπως λέει ο Αστέρης «υπάρχει συχνά η κουλτούρα του “παίρνω ό,τι θέλω, κάνω ό,τι θέλω”». Αφηγείται, μάλιστα, ένα χαρακτηριστικό περιστατικό που είχε βιώσει ο ίδιος: «Δύο γονείς βγήκαν από το διαμέρισμά τους και μου ζήτησαν να τους βοηθήσω να βρουν τα παιδιά τους. Κάπου εκεί, ενώ ψάχναμε μέσα στο χάος, τους είδαμε να βγάζουν φωτογραφίες στο ηλιοβασίλεμα, χωρίς να έχουν ειδοποιήσει ολόκληρο το προσωπικό το οποίο είχε αναστατωθεί ότι τα παιδιά στο μεταξύ είχαν βρεθεί».

Στη συνέχεια, τον ρωτάμε αναφορικά με τις συνθήκες διαμονής των εργαζομένων. «Το δυσκολότερο πρόβλημα στη σεζόν αφορά τη διαμονή», εξηγεί, λέγοντας ότι «αποτελεί το πιο ευάλωτο κομμάτι» για έναν εργαζόμενο. Κι αυτό γιατί «στην κανονική ζωή έχεις πάντα την επιλογή να γυρίσεις σπίτι σου μετά τη δουλειά και να έχεις τον προσωπικό σου χώρο, εδώ δεν υπάρχει αυτή η επιλογή γιατί εκ των πραγμάτων θα μένεις στο δωμάτιο ενός ξενοδοχείου».

«Η σχέση με τους συναδέλφους είναι το νούμερο δύο ζόρι», συνεχίζει ο Αστέρης, κάνοντας τον εξής ενδιαφέροντα παραλληλισμό: «Οι σχέσεις στη σεζόν διαμορφώνονται όπως οι σχέσεις στον στρατό». 

«Κάτι σαν κατασκήνωση ή Εράσμους»

Η Επιστήμη 27 ετών, δικηγόρος από τη Θεσσαλονίκη, λέει στην «Κ» πως η επιλογή της «σεζόν» ήταν μια ιδανική ευκαιρία για να ξεφύγει από τις αρνητικές παραμέτρους που βίωνε στη δουλειά της και παράλληλα να μαζέψει χρήματα ώστε τον χειμώνα να μετακομίσει στην Αθήνα.

Κάπως έτσι, βρέθηκε να εργάζεται ως σερβιτόρα σε ένα καφενείο με ζωντανή μουσική στη Χώρα της Αμοργού. «Οι συνθήκες είναι αρκετά καλές σε επίπεδο σχέσεων με τους εργοδότες και όσον αφορά την τήρηση του ωραρίου», σημειώνει επισημαίνοντας, όμως, ότι «η βασική δυσκολία είναι η σωματική κούραση» και το γεγονός ότι δουλεύει κάθε μέρα χωρίς ρεπό. 

Παρά τις δυσκολίες, στέκεται στα θετικά: στο γεγονός ότι κατορθώνει να συνδυάζει την εργασία με ευχάριστο χρόνο στο νησί, στη συναναστροφή με «όμορφους» ανθρώπους και με άτομα κοντά στην ηλικία της. Η κοινωνικοποίηση και η επαφή με τους πελάτες αποτελούν για εκείνη μερικές από τις παραμέτρους που καθιστούν την θερινή της επιλογή πιο πλούσια, γεμάτη και ενδιαφέρουσα

Και το συνολικό αποτύπωμα για τη φετινή σεζόν; «Με βοήθησε να ξεφύγω. Αφησα για λίγο πίσω τη ζωή μου. Απομακρύνθηκα από πράγματα που δεν μου άρεσαν. Η σεζόν είναι κάτι σαν κατασκήνωση ή Εράσμους», απαντά, χωρίς να παραλείπει, φυσικά, τον οικονομικό παράγοντα που υπήρξε ένα από τα κίνητρα της απόφασής της. 

«Τη σωματική κούραση τη συνηθίζεις, η ψυχική είναι το θέμα»

Η M. είναι 23 ετών, φοιτήτρια, και φέτος εργάζεται σεζόν ως σερβιτόρα στην εστίαση για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά. «Πέρυσι είχα πάει στη Σχοινούσα, φέτος είμαι στα Κουφονήσια και σίγουρα είναι πολύ καλύτερα συγκριτικά με την πρώτη χρονιά. Η επιλογή μου πέρυσι είχε περισσότερο στόχο να βγω από το comfort zone μου», λέει η ίδια στην «Κ».

Για τη M. η πρώτη χρονιά στη Σχοινούσα στιγματίστηκε από μια σειρά δυσκολιών. «Ημουν τελείως μόνη, σε ένα εργασιακό περιβάλλον πάρα πολύ τοξικό. Δεν είχα κάποιον στο νησί να μοιραστώ όσα συνέβαιναν και όταν τελείωνα το 10ωρο, γύριζα σε έναν ξένο χώρο», αφηγείται, ενώ στη συνέχεια εξηγεί ότι κύρια πηγή των προβλημάτων ήταν η συμπεριφορά της εργοδοσίας. «Υπάρχει πάρα πολύ έντονη πίεση ότι πρέπει να είσαι πάντα παραγωγικός. Δεν έχεις ρεπό, δεν έχεις τη δυνατότητα να μη δουλέψεις μια ημέρα, να πάρεις μια ανάσα», εξηγεί. 

Αν και οι περισσότεροι κατανοούν ότι δουλεύεις σεζόν και σου δίνουν καλά φιλοδωρήματα, από την άλλη οι σεξιστικές συμπεριφορές ήταν σχεδόν καθημερινότητα.

Ρωτάμε τη M. για την επικοινωνία με τους πελάτες και τις συμπεριφορές τις οποίες αντιμετώπιζε. «Αν και οι περισσότεροι κατανοούν ότι δουλεύεις σεζόν και σου δίνουν καλά φιλοδωρήματα, από την άλλη οι σεξιστικές συμπεριφορές ήταν σχεδόν καθημερινότητα. Κάθε μέρα στη Σχοινούσα, θα είχα κάποιο σχόλιο “τι κοπέλα είσαι εσύ” ή “τι ωραία πόδια”».

Συνοψίζοντας την εμπειρία της, λέει χαρακτηριστικά: «Τη σωματική κούραση κάπως τη συνηθίζεις, η ψυχική είναι το θέμα. Αλλά σε ένα τέτοιο περιβάλλον την κούραση πρέπει να την “καταπίνεις”, ειδάλλως αυτό που θα ακούς είναι ότι “εσύ επέλεξες να έρθεις”. Τις άσχημες στιγμές δεν τις μοιραζόμουν με άλλους και όταν γύρισα συνειδητοποίησα πόσο άσχημα μου είχαν φερθεί. Ενιωσα να “σκάω”». Οσο για το αν μένει κάτι όμορφο… «Οι στιγμές στο νησί αφού σχολάς», απαντάει. «Και φυσικά το ότι μπορείς να ζήσεις μέχρι τον Φλεβάρη με τα λεφτά που έβγαλες». 

«Υπεύθυνη μπουτίκ, ρεσεψιόν και σέρβις»

Η Ευθυμία, πέρυσι το καλοκαίρι, σε ηλικία 23 ετών, πήρε την απόφαση να εργαστεί σεζόν στη Χαλκιδική ως υπεύθυνη μπουτίκ ξενοδοχείου, όμως κατά τη διαμονή της εκεί κλήθηκε να δουλέψει και στη ρεσεψιόν, αλλά και στο σέρβις. Οι λόγοι της απόφασής της, όπως λέει στην «Κ», ήταν «ξεκάθαρα οικονομικοί». 

«Ημασταν δηλωμένοι με τον κατώτατο μισθό για πενθήμερο. Τις υπόλοιπες ώρες τα χρήματα ήταν μαύρα», συμπληρώνει, ενώ, όπως λέει, εργαζόταν και τις επτά ημέρες της εβδομάδας, οκτάωρο ή ακόμη και δεκάωρο. «Μια φορά, όταν είχαν αποχωρήσει κάποιοι εργαζόμενοι, κλήθηκα να δουλέψω έξτρα δωδεκάωρο το οποίο δεν το πληρώθηκα ποτέ», επισημαίνει και περιγράφει ένα χαρακτηριστικό περιστατικό στο οποίο οι εργαζόμενοι έμειναν απλήρωτοι επειδή… εκείνη τη μέρα είχε βρέξει και άρα δεν είχε κόσμο στην περιοχή. 

Οσον αφορά τις συνθήκες διαβίωσης, η Ευθυμία περιγράφει: «Εμενα σε ένα μικρό δώμα στο πάνω μέρος του καταλύματος. Μοιραζόμουν το μπάνιο με άλλα άτομα. Οταν το πρωτοείδα έμοιαζε οριακά σαν κελί. Για έναν ύπνο, όμως, παλευόταν». Προβλήματα υπήρχαν όμως και στο θέμα της διατροφής. Σύμφωνα με την ίδια, οι εργαζόμενοι είχαν συμφωνήσει αρχικά ότι θα μπορούν να τρώνε ό,τι θέλουν από το ξενοδοχείο, όμως στη συνέχεια καλούνταν να πληρώσουν το μισό αντίτιμο. Θυμάται επίσης ένα περιστατικό στο οποίο της είχε ζητηθεί να δειγματίσει κοσμήματα στην κοντινή παραλία. 

Κενές θέσεις εργασίας

Πολλοί εργαζόμενοι, μιλώντας στην «Κ», έθιξαν άλλη μια πτυχή που διαμορφώνει καταλυτικά τις εργασιακές σχέσεις, ειδικά κατά τη φετινή σεζόν. Το ζήτημα αυτό αφορά τις πολλές κενές θέσεις εργασίας που καταγράφονται στον τουριστικό κλάδο γεγονός που –σύμφωνα με τον Αστέρη– οδηγεί συχνά σε φαινόμενα «ανακύκλωσης εργαζομένων» από επιχειρήσεις. 
 
Ειδικότερα, αξίζει να σημειωθεί ότι η φετινή σεζόν ξεκίνησε με 80.000 κενές θέσεις εργασίας σε ξενοδοχεία και εστίαση, γεγονός που προκάλεσε προβληματισμό σε εργαζόμενους και επιχειρήσεις. Σημειώνεται ότι από τις 80.000 κενές θέσεις, οι 53.000 αφορούσαν ξενοδοχεία και οι υπόλοιπες την εστίαση. 
 
«Αντιλαμβάνεται κανείς πως οι υπηρεσίες που θα παρέχουμε φέτος θα είναι δυσανάλογες με το αντίτιμο που θα πληρώσουν οι επισκέπτες μας», τόνιζε τον Μάιο η Πανελλήνια Ομοσπονδία Εργαζομένων στον Επισιτισμό – Τουρισμό, κρούοντας, παράλληλα, τον κώδωνα του κινδύνου για «δείγματα εργοδοτικής παραβατικότητας».

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT