Πολύ σκληρός για να πεθάνει ο πληθωρισμός

Πολύ σκληρός για να πεθάνει ο πληθωρισμός

Παρά τη συνεχή άνοδο του κόστους δανεισμού, οι αυξήσεις τιμών είναι ακόμη επιθετικές, ιδίως σε τρόφιμα και είδη πρώτης ανάγκης

7' 30" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Εχει παρέλθει περίπου ενάμισης χρόνος μόνο από το φθινόπωρο του 2021 όταν η πρόεδρος της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ επέμενε ακόμα πως η εκτόξευση του πληθωρισμού είναι «παροδική» και οι τιμές θα αποκλιμακώνονταν μέσα στο 2022. Απέδιδε την «παροδική» άνοδο των τιμών στο έμφραγμα που προκάλεσε η πανδημία στις εφοδιαστικές αλυσίδες ανά τον κόσμο, στην ιλιγγιώδη ζήτηση που είχαν προκαλέσει τα lockdowns, όταν κλεισμένοι στα σπίτια τους οι καταναλωτές ζητούσαν με φρενήρη ρυθμό προϊόντα κάθε είδους, και στην ενεργειακή κρίση που μόλις είχε αρχίσει. Αργότερα γνωρίσαμε την ιλιγγιώδη άνοδο που σημείωσε το κόστος της ενέργειας, όταν η Ρωσία ελαχιστοποίησε την παροχή αερίου προς την Ευρώπη, εισέβαλε στην Ουκρανία και υπέστη κυρώσεις από την Ε.Ε.

Ως προς τη διάγνωση των αιτίων που προκάλεσαν τον πιο επιθετικό πληθωρισμό των τελευταίων 40 ετών, λίγοι θα διαφωνούσαν. Υπήρξε αναμφίβολα καθοριστικός παράγοντας η πανδημία με όσα προβλήματα προκάλεσε και προπαντός επειδή οδήγησε στον αποκλεισμό της Κίνας, του «εργοστασίου του κόσμου», όπως δικαιολογημένα έχει χαρακτηριστεί. Δεν ισχύει όμως το ίδιο για τις αισιόδοξες προβλέψεις στις οποίες επέμενε επί μακρόν η ΕΚΤ, στην αρχή και άλλες κεντρικές τράπεζες όπως η ομοσπονδιακή τράπεζα των ΗΠΑ, η Federal Reserve, αλλά και η Τράπεζα της Αγγλίας.

Διάψευση

Από το -0,5% στο οποίο βρίσκονταν τα επιτόκια πέρυσι τον Ιούλιο σήμερα κυμαίνονται στο 3,75%, αλλά ο πληθωρισμός της Ευρωζώνης βρίσκεται ακόμη στο 6,1%.

Οπως έχουμε όλοι αισθανθεί στις τσέπες μας, έχουν διαψευσθεί κατά κράτος οι αισιόδοξες εκτιμήσεις περί της αυτόματης υποχώρησης του πληθωρισμού και οι αυξήσεις των τιμών είναι ακόμη επιθετικές παρά τη βίαιη παρέμβαση των κεντρικών τραπεζών με τις αλλεπάλληλες αυξήσεις των επιτοκίων και όσα αυτές συνεπάγονται για στεγαστικά δάνεια, δανεισμό επιχειρήσεων, καταναλωτικά δάνεια και πολλά άλλα.

Οι κεντρικές τράπεζες, από την ΕΚΤ και τις σκανδιναβικές χώρες μέχρι τη Βρετανία, τις ΗΠΑ και το Ισραήλ, έχουν κυριολεκτικά αποδυθεί σε μια μάχη κατά του πληθωρισμού, την πλέον επιθετική από τη δεκαετία του 1980, που έως τώρα αποδεικνύεται αν όχι εντελώς ατελέσφορη σίγουρα όχι επιτυχής. Υπό την απειλή μιας ανεξέλεγκτης ανόδου των τιμών καταναλωτή, τόσο η ΕΚΤ όσο και οι κεντρικές τράπεζες των ΗΠΑ, της Αγγλίας και πολλές άλλες αυξάνουν διαρκώς το κόστος του δανεισμού, εντείνοντας όμως έτσι και την πίεση στις οικονομίες τους διακινδυνεύοντας μια ακόμη ύφεση. Και σε ό,τι αφορά ειδικότερα τα της Ευρωζώνης, η ύφεση είναι ήδη παρούσα καθώς το πρώτο τρίμηνο του έτους το ΑΕΠ της μειώθηκε κατά 0,1% μετά την επίσης κατά 0,1% μείωση που είχε σημειώσει τους τελευταίους τρεις μήνες του 2022.

Ο πληθωρισμός αποδεικνύεται όχι «παροδικός» αλλά πολύ σκληρός για να πεθάνει. Επειτα από οκτώ συναπτές αυξήσεις των επιτοκίων, αθροιστικά κατά 400 μονάδες βάσης από το -0,5% στο οποίο βρίσκονταν τα επιτόκια πέρυσι τον Ιούλιο στο 3,75% σήμερα, ο πληθωρισμός της Ευρωζώνης βρίσκεται ακόμη στο 6,1%, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία και με τον καλπασμό των τιμών να είναι πιο ηχηρός στις τιμές των τροφίμων και των ειδών πρώτης ανάγκης.

Ερχονται νέες αυξήσεις επιτοκίων

Αυτό που ουσιαστικά συμβαίνει εδώ και ένα έτος είναι ότι σε παγκόσμιο επίπεδο οι κεντρικές τράπεζες έχουν προχωρήσει στις πλέον επιθετικές αυξήσεις του κόστους δανεισμού των τελευταίων δεκαετιών –για την ΕΚΤ είναι οι πλέον επιθετικές στην ιστορία της– χωρίς να κατορθώνουν να τιθασεύσουν επαρκώς την εκτόξευση των τιμών. Τα επιτόκια βρίσκονται ήδη στα υψηλότερα επίπεδα από το 2008, πριν δηλαδή τη δραματική μείωσή τους που υπαγόρευσε η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση και η συνεπακόλουθη κρίση χρέους της Ευρωζώνης. Και η κ. Λαγκάρντ έχει ήδη προειδοποιήσει ότι επίκεινται περαιτέρω αυξήσεις του κόστους δανεισμού, καθώς ο πληθωρισμός παραμένει σε ανησυχητικά υψηλά επίπεδα. Εχει επίσης καταστήσει σαφές πως δεν προβλέπεται καν στην  Ευρώπη μια κίνηση αντίστοιχη με εκείνη της ομοσπονδιακής τράπεζας των ΗΠΑ, που προ ημερών έκανε τουλάχιστον ένα διάλειμμα και διατήρησε προς το παρόν αμετάβλητα τα επιτόκια του δολαρίου.

Η κατάσταση δεν είναι και πολύ διαφορετική στις ΗΠΑ, όπου η Federal Reserve έχει από τον Μάρτιο του περασμένου έτους εγκαινιάσει την πλέον επιθετική εκστρατεία αύξησης του κόστους δανεισμού και έχει προχωρήσει σε 10 συναπτές αυξήσεις των επιτοκίων. Εχει ήδη οδηγήσει σε επιβράδυνση τον ρυθμό ανάπτυξης της αμερικανικής οικονομίας χωρίς, ωστόσο, να έχει τιθασεύσει επαρκώς τον πληθωρισμό: ο πληθωρισμός στις ΗΠΑ μειώθηκε μεν στο 4% με τα στοιχεία του Μαΐου, αλλά παραμένει διπλάσιος από τον στόχο του 2% που έχει θέσει και η κεντρική τράπεζα της υπερδύναμης. Οπως, άλλωστε, κατέστησε σαφές ο πρόεδρός της, Τζερόμ Πάουελ, η ομοσπονδιακή τράπεζα των ΗΠΑ σχεδιάζει και άλλες αυξήσεις, καθώς «η διαδικασία για την επαναφορά του πληθωρισμού κοντά στον στόχο έχει ακόμη να διανύσει μακρά πορεία».

Μεσολάβησε, βέβαια, η προσωρινή παύση που ανακοίνωσε προ ημερών ο κ. Πάουελ, όταν αποφάσισε να διατηρήσει αμετάβλητα τα επιτόκια για να αποτιμήσει καλύτερα τα στοιχεία, αλλά προειδοποίησε ότι επίκεινται νέες αυξήσεις του κόστους δανεισμού, παρά τις αλλεπάλληλες κρούσεις οικονομολόγων για τον κίνδυνο της ύφεσης. Είναι ενδεικτικό της ανησυχίας που εμπνέει η επίμονη παραμονή του δείκτη σε υψηλά επίπεδα, το γεγονός ότι  η ομοσπονδιακή τράπεζα των ΗΠΑ δεν ανέστειλε την πορεία της προς το υψηλότερο κόστος δανεισμού ούτε την άνοιξη:  τον Μάιο προχώρησε σε περαιτέρω αύξηση, παρά τις τότε πρόσφατες πτωχεύσεις αμερικανικών τραπεζών, που έως έναν βαθμό αποδόθηκαν από οικονομολόγους στις αυξήσεις των επιτοκίων, καθώς οδηγούσαν σε πτώση της αξίας των ομολόγων στα χαρτοφυλάκια των τραπεζών.

Είναι μεν δεδομένη η εγγενής ισχύς της μεγαλύτερης οικονομίας στον κόσμο και την επιβεβαιώνουν τα στοιχεία, όμως η αμερικανική οικονομία εμφάνισε ήδη τα πρώτα σημάδια ραγδαίας επιβράδυνσης το πρώτο τρίμηνο του έτους, όταν ο ρυθμός ανάπτυξης περιορίστηκε στο 1,1%.

Σημάδια μείωσης των προσλήψεων στις ΗΠΑ

Των Ριτς Μίλερ και Χάνα Πεντόνε/ Bloomberg

Η ισορροπία δυνάμεων στην αγορά εργασίας επανέρχεται πάλι σε θέση υπέρ των εργοδοτών καθώς οι επιχειρήσεις αρχίζουν να είναι πιο επιλεκτικές στις προσλήψεις και οι εργαζόμενοι πιο προσεκτικοί σε ό,τι αφορά τις διαθέσεις τους να εγκαταλείψουν. Η αλλαγή δεν είναι ευχάριστη είδηση για τους υπαλλήλους. Ενώ οι αυξήσεις των μισθών έχουν κατά μέσον όρο αρχίσει να υπερκαλύπτουν τον πληθωρισμό, οι εργαζόμενοι δεν έχουν ακόμη καλύψει το έδαφος που έχασαν όταν άρχισαν να εκτοξεύονται οι τιμές μετά την άρση των μέτρων κατά της πανδημίας. Αποτελεί, ωστόσο, ευχάριστη είδηση για τον πρόεδρο της Fed, Τζερόμ Πάουελ, και τους συνεργάτες του που έχουν ανοικτά εκφράσει ανησυχίες για τις εκτεταμένες προσλήψεις και τις επιπτώσεις τους στο κόστος της εργασίας και στον πληθωρισμό. «Υπήρξε κάποια μείωση στις νέες θέσεις εργασίας», δήλωσε ο Πάουελ στις 14 Ιουνίου, μετά την απόφαση της ομοσπονδιακής τράπεζας να αφήσει αμετάβλητα τα επιτόκια για πρώτη φορά έπειτα από 11 συνεδριάσεις. Και προσέθεσε ότι «αυτό πρέπει να συνεχιστεί».

Στην ακρόασή του ενώπιον του Κογκρέσου, ο κ. Πάουελ εξέφρασε την ελπίδα ότι η μείωση των προσλήψεων και η αύξηση των ανθρώπων που αναζητούν εργασία θα επαναφέρουν καλύτερη ισορροπία στην αγορά εργασίας. «Διαπιστώνουμε κάποια μείωση στη ζήτηση για προσωπικό», επισημαίνει ο Τζιμ ΜακΚόι, αντιπρόεδρος της εταιρείας αναζήτησης προσωπικού ManpowerGroup. Οπως τονίζει, «οι εταιρείες βλέπουν τι συμβαίνει με τα επιτόκια, τι γίνεται με το κόστος του κεφαλαίου και προσαρμόζουν αναλόγως τις προσλήψεις τους». Το αποτέλεσμα είναι ότι μειώνονται οι διαθέσιμες θέσεις εργασίας για όσους αναζητούν εργασία, ενώ αυξάνεται η προσφορά εργασίας καθώς όλο και περισσότεροι Αμερικανοί επιστρέφουν στο ενεργό εργατικό δυναμικό της χώρας και αυξάνεται ο αριθμός των μεταναστών. Οπως, άλλωστε, επισημαίνει η Νέλα Ρίτσαρντσον, επικεφαλής των οικονομολόγων της εταιρείας διαχείρισης μισθολογίων Automatic Data Processing, «οι αυξήσεις των μισθών επιβραδύνονται σημαντικά και ο πληθωρισμός που προκαλούν δεν αποτελεί πλέον τόσο ισχυρό λόγο ανησυχίας για την οικονομία, μολονότι οι προσλήψεις βρίσκονται ακόμη σε υψηλά επίπεδα».

Δεν είναι, πάντως, μόνον τα επίπεδα των μισθών στα οποία φαίνεται ότι μειώνεται η διαπραγματευτική δύναμη των εργαζομένων. Σημαντικός αριθμός μεγάλων εταιρειών όπως οι BlackRock, Walt Disney και Chipotle Mexican Crill καλούν τους υπαλλήλους τους να επιστρέψουν στα γραφεία τους τέσσερις ημέρες την εβδομάδα αντί για τις δύο έως τρεις που ήταν μέχρι τώρα και εν ολίγοις η προ της πανδημίας κανονικότητα επανέρχεται σε πολλές μεγάλες επιχειρήσεις. Και βέβαια οι εργαζόμενοι το παρατηρούν. Η εικόνα που έχουν όσοι αναζητούν εργασία είναι σαφώς χειρότερη σε σύγκριση με το πώς ήταν στα μέσα του περασμένου έτους. Ως εκ τούτου η λεγόμενη «μεγάλη παραίτηση» φαίνεται πως φτάνει στο τέλος της.

Ο φόβος

Υπεραμυνόμενος της απότομης αύξησης των επιτοκίων της στερλίνας κατά 50 μ.β., ο πρόεδρος της Τράπεζας της Αγγλίας Αντριου Μπέιλι τόνισε πως «είναι πράγματι δύσκολο γιαπολλούς ανθρώπους με στεγαστικά δάνεια που θα ανησυχούν δικαιολογημένα για το τι σημαίνει γι’ αυτούς, αλλά αν δεν αυξήσουμε τώρα τα επιτόκια, αργότερα θα είναι χειρότερα».

7% υπολογίζεται ότι έφτασε τον Ιούνιο ο πληθωρισμός στη Γερμανία.

Μακρύς ο δρόμος

Στην ακρόασή του ενώπιον της Επιτροπής Χρηματοπιστωτικών της Βουλής των Αντιπροσώπων, ο επικεφαλής της ομοσπονδιακής τράπεζας των ΗΠΑ, Τζερόμ Πάουελ, τόνισε πως «η διαδικασία επαναφοράς του πληθωρισμού κοντά στον στόχο του 2% έχει μακρύ δρόμο να διανύσει ακόμα». Μία εβδομάδα νωρίτερα είχε διατηρήσει αμετάβλητα τα επιτόκια, αλλά είχε προειδοποιήσει ότι επίκεινται σύντομα νέες αυξήσεις.

13η συναπτή ήταν η αύξηση των επιτοκίων της Βρετανίας μέσα στην εβδομάδα.

Η αιτία 

Δικαιολογώντας την αύξηση του επιτοκίου της κατά 50 μονάδες βάσης, η επικεφαλής της Τράπεζας της Νορβηγίας, Ιντα Βόλντεν Μπάχε, τόνισε πως αν δεν προχωρούσε στην κίνηση αυτή, «τότε οι τιμές και οι μισθοί θα εξακολουθούσαν να κινούντο ανοδικά και τελικά ο πληθωρισμός θα ρίζωνε για τα καλά στην οικονομία».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT