Δ. Σωτηρόπουλος: Πώς «πεθαίνουν» άραγε οι δικτατορίες;

Δ. Σωτηρόπουλος: Πώς «πεθαίνουν» άραγε οι δικτατορίες;

3' 45" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Πώς ανατρέπεται άραγε ένα δικτατορικό – αυταρχικό καθεστώς προκειμένου να εγκαθιδρυθεί (ή να παλινορθωθεί) η δημοκρατία; Το ερώτημα ανέκυψε και πάλι εξαιτίας των δραματικών γεγονότων στη Βενεζουέλα και της εκ νέου αμφισβήτησης του μαδουρικού ημι-δικτατορικού καθεστώτος το οποίο, παρότι έχει χάσει σε πολύ μεγάλο βαθμό την εσωτερική και εξωτερική νομιμοποίησή του, παραμένει στην εξουσία, αν και με άγνωστο το μέλλον του. Η ιστορική εμπειρία έχει δείξει τους εξής τρόπους με τους οποίους «πεθαίνει» μια δικτατορία:

1) Με αντι-πραξικόπημα από τη φιλελεύθερη αντιπολίτευση (απαιτεί συνδυασμό λαϊκής και ένοπλης δράσης, άρα κάποια συνεργασία με μονάδες του στρατού). Συμβαίνει όταν η απονομιμοποίηση του καθεστώτος είναι ευρύτατη αλλά δεν αρκεί αυτό. Εχει το πλεονέκτημα ότι τα αποτελέσματά του μπορεί να έχουν αμεσότερη ισχύ, αλλά και το μειονέκτημα ενός πιθανού εμφυλίου ανάλογα τις συνθήκες, το ποιος κατέχει και σε τι βαθμό τα μέσα ισχύος κ.λπ. Βεβαίως, σε περιπτώσεις όπως π.χ. της Αραβικής Ανοιξης είδαμε ότι σε ορισμένες χώρες τον ρόλο αυτό τον έπαιξαν εκτός των άλλων και οι ισλαμιστές, άρα δεν είναι δεδομένο ότι έναν αυταρχισμό δεν θα τον διαδεχθεί ένας άλλος.

2) Με εξωτερική διεθνή επέμβαση (αν η χώρα έχει γεωπολιτικό-γεωστρατηγικό ειδικό βάρος, όπως π.χ. στο Ιράκ, αλλιώς συνήθως ουδείς επεμβαίνει για λόγους αρχών και μόνο). Γενικώς, ένας διακρατικός πόλεμος και η τυχόν ήττα σε αυτόν οδηγεί στην κατάρρευση του καθεστώτος, ιδίως αν επακολουθήσει ξένη κατοχή και η ήττα το απονομιμοποιήσει πλήρως. Δεν μπορεί, ωστόσο, να το κάνει αυτό η δύναμη του ΟΗΕ που είναι ειρηνευτική κατά βάση, δεν επιβάλλει μάλλον καταστάσεις, όσο διαφυλάσσει ένα status quo.

3) Με κατάρρευση του καθεστώτος εξαιτίας των εσωτερικών του αντιφάσεων (σπανιότερο, αν και συνήθως οι αντιφάσεις αυτό που κάνουν είναι να φέρνουν στην εξουσία αντίρροπες ενδοκαθεστωτικές ομάδες).

4) Με σταδιακή «φιλελευθεροποίηση» του καθεστώτος, η οποία παίρνει συνήθως πολύ χρόνο, γίνεται υπό τον στενό έλεγχο των δικτατόρων, και δεν περιλαμβάνει την τιμωρία τους, αλλά κάποια τιμητική αποστρατεία τους – και είναι πάντα ένα ερώτημα πόσο βαθιά μπορεί να είναι η πολιτική αλλαγή.

Αυτοί είναι συνοπτικά οι τρόποι μέσω των οποίων ένα αυταρχικό καθεστώς μετατρέπεται σε (φιλελεύθερη) δημοκρατία. Κανένας, προφανώς, δεν είναι ιδανικός, πάντα αφήνει πληγές και οπωσδήποτε είναι σπανιότερες οι περιπτώσεις όπου η μετάβαση είναι βελούδινη και ταχεία.

Μην κρίνουμε, με άλλα λόγια, μόνο από την ελληνική περίπτωση του 1974, η «βελούδινη» μετάβαση της οποίας στη δημοκρατία αποτελεί μάλλον εξαίρεση στη διεθνή εμπειρία (είχε και τότε άλλωστε χαρακτηριστεί «ελληνικό θαύμα»), και βέβαια είχε ως προϋπόθεση το κυπριακό δράμα, άρα ένα πολύ υψηλό τίμημα. Η απριλιανή δικτατορία του 1967, επειδή ακριβώς ήταν στρατιωτική, δηλαδή παραδοσιακού τύπου, είχε δημιουργήσει μικρότερα ερείσματα στην κοινωνία και τους θεσμούς, έτσι ώστε η καταστροφική αποτυχία της στο Κυπριακό, να ανοίξει σχεδόν αυτόματα τον δρόμο στην κατάρρευσή της. Δεν συνέβη, για παράδειγμα, το ίδιο στην ισπανική και την πορτογαλική περίπτωση, την ίδια περίοδο, όπου η μετάβαση ήταν πιο μακρά και πιο επώδυνη. Ας θυμηθούμε απλώς ότι χωρίς την πίεση των εξωτερικών συνθηκών (και χωρίς την προηγούμενη πτώση του Παπαδόπουλου από τους «κανταφικούς» του Ιωαννίδη, με αφορμή το «Πολυτεχνείο»), το σχέδιο «φιλελευθεροποίησης» του Παπαδόπουλου αφορούσε τη μετατροπή του καθεστώτος κατ’ ουσίαν σε «προεδρικό», με τον ίδιο στον προεδρικό θώκο για μια 7ετία, δηλαδή έως τις αρχές της δεκαετίας του ’80, και με δυνατότητα ανανέωσης της θητείας του. Αν τα σχέδια ευοδώνονταν, αυτό σήμαινε ότι πρακτικά οι δικτάτορες θα παρέμεναν στην εξουσία σχεδόν μέχρι τη δεκαετία του ’90, και άρα η δημοκρατική μετάβαση θα έπαιρνε πάνω από δύο δεκαετίες, και πάλι χωρίς να εγγυάται κανείς τον πραγματικά φιλελεύθερο χαρακτήρα της.

Είναι δεδομένο ότι ουδείς δικτάτορας είναι διατεθειμένος να παραδώσει οικειοθελώς και εν λευκώ την εξουσία στους αμφισβητίες του. Θα πρέπει με κάποιον τρόπο να πιεστεί ασφυκτικά από τις καταστάσεις (εσωτερικές και εξωτερικές) για κάτι τέτοιο, να χάσει τα όποια στηρίγματά του (κυρίως στις δυνάμεις ασφαλείας, εφόσον εκεί στηρίζονται πρωτίστως τα αυταρχικά καθεστώτα), και να αναζητήσει έτσι αναγκαστικά τρόπους διαφυγής, ενδεχομένως και προσωπικής σωτηρίας. Οι δικτατορίες πέφτουν δύσκολα, δεν αρκούν τα ευχολόγια, ούτε η διεθνής καταδίκη, και η βία αναγκαστικά συμπεριλαμβάνεται στις όποιες λύσεις, όσο κι αν δοκιμάζει τις φιλελεύθερες ευαισθησίες μας και τη δυτική ευζωία μας που έχει (ευτυχώς) ξεχάσει τι σημαίνει να αγωνίζεσαι για τη δημοκρατία απέναντι στα τανκς. Το χειρότερο είναι ότι όσο παρατείνεται η ζωή τους, τόσο εμπεδώνεται στην κοινωνία μια αντιφιλελεύθερη πολιτική κουλτούρα που εστιάζει περισσότερο στα πρόσωπα παρά σε ισχυρούς και κυρίως ανοικτούς και ανεκτικούς θεσμούς. Και αυτή η κουλτούρα είναι που ξεριζώνεται δυσκολότερα – ιδίως η Λατινική Αμερική έχει να μας μάθει πολλά επ’ αυτού.

* Ο κ. Δημήτρης Π. Σωτηρόπουλος είναι καθηγητής Σύγχρονης Πολιτικής Ιστορίας και γραμματέας σύνταξης της «Νέας Εστίας».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT