«Πρόωρα ή όχι, η ζωή επιστρέφει σε κάποιου είδους κανονικότητα στις Ηνωμένες Πολιτείες, και η κανονικότητα αναπόφευκτα περιλαμβάνει τη δολοφονία ενός άοπλου, ακινητοποιημένου μαύρου από λευκούς αστυνομικούς, η οποία πυροδοτεί ταραχές στους δρόμους. Η χώρα μοιάζει πραγματικά να ξαναμπαίνει στο συνηθισμένο της αυλάκι».
Με αυτά τα γεμάτα πικρή ειρωνεία λόγια ξεκινούσε άρθρο στους New York Times, την Παρασκευή. Είχαν προηγηθεί τρεις νύχτες διαδηλώσεων, οδομαχιών και εμπρησμών στη Μινεάπολη, που ανάγκασαν τον κυβερνήτη της Μινεσότα, Τιμ Γουόλζ, να κηρύξει απαγόρευση νυχτερινής κυκλοφορίας και να κατεβάσει στους δρόμους την Εθνοφρουρά. Ρόλο πυροκροτητή έπαιξε η δολοφονία του 46χρονου μαύρου Τζορτζ Φλόιντ από λευκούς αστυνομικούς, οι οποίοι τον είχαν συλλάβει ως ύποπτο για χρήση πλαστών χαρτονομισμάτων, την περασμένη Δευτέρα.
Kατάστημα στη Μινεάπολη παραδομένο στις φλόγες. Οι ταραχές επεκτείνονται και σε άλλες αμερικανικές πόλεις. (REUTERS / ADAM BETTCHER )
Το βίντεο με τις τελευταίες στιγμές του Φλόιντ έκανε τον γύρο του κόσμου. Ακινητοποιημένος, ξαπλωμένος στον δρόμο, με το κεφάλι του δίπλα στον τροχό αυτοκινήτου και δεμένος με χειροπέδες, το θύμα είχε από πάνω του έναν αστυνομικό –με βαρύ ιστορικό βίαιων πράξεων– ο οποίος τον πίεζε με το γόνατο πάνω στον λαιμό. Επί εννέα λεπτά, ο Φλόιντ ψιθύριζε στους αστυνομικούς ότι δεν μπορούσε να αναπνεύσει και τους εκλιπαρούσε να μην τον σκοτώσουν. Μάταια.
Με καθυστέρηση τεσσάρων ημερών, ο αστυνομικός Ντέρεκ Σόβιν, που είχε ακινητοποιήσει τον Φλόιντ, τέθηκε υπό κράτηση, ενώ του απαγγέλθηκαν κατηγορίες για ανθρωποκτονία εξ αμελείας. Ωστόσο η κίνηση αυτή δεν στάθηκε ικανή να κατευνάσει τα πνεύματα. Το βράδυ της Παρασκευής προς Σάββατο, πλήθη διαδηλωτών αψήφισαν την απαγόρευση κυκλοφορίας και πλημμύρισαν τους δρόμους της Μινεάπολης. Αστυνομικά τμήματα βρέθηκαν υπό πολιορκία, 160 κτίρια παραδόθηκαν στις φλόγες και πολλά εμπορικά καταστήματα λεηλατήθηκαν.
Στιγμιότυπο από το σοκαριστικό βίντεο, στο οποίο φαίνεται ο αστυνομικός (με βαρύ ιστορικό βίαιων πράξεων) να πιέζει με το γόνατο στον λαιμό τον Τζορτζ Φλόιντ, ο οποίος τελικά ξεψύχησε. (REUTERS)
Στο μεταξύ, οι συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας και οι συγκρούσεις διαδηλωτών- αστυνομίας είχαν επεκταθεί σε δεκάδες πόλεις. Τη νύχτα της Παρασκευής οργισμένοι μαύροι, αλλά και λευκοι ακτιβιστές διαδήλωναν, μεταξύ άλλων, σε Νέα Υόρκη, Βοστώνη, Λος Άντζελες, Χιούστον, Ντάλας, Πόρτλαντ, Μέμφις, Ντιτρόιτ, Μιλγουόκι, Ντένβερ, Φοίνιξ, Νιούσβιλ και Ατλάντα. Υπό πολιορκία 2.000 διαδηλωτών βρέθηκε και ο Λευκός Οίκος, τον οποίο απέκλεισε για ώρες η Μυστική Υπηρεσία που είναι επιφορτισμένη με την ασφάλεια του Αμερικανού προέδρου, για να αποτραπούν τα χειρότερα. Χθες έγινε γνωστό ότι το Πεντάγωνο έθεσε σε επιφυλακή μονάδες των ενόπλων δυνάμεων ώστε να συνδράμουν την Εθνοφυλακή σε περίπτωση ανάγκης, βάσει νόμου του 1807 περί καταστολής εσωτερικών εξεγέρσεων. Με δυο λόγια, η Αμερική γνωρίζει το μεγαλύτερο κύμα φυλετικών ταραχών από τις εξεγέρσεις του 1968, μετά τη δολοφονία του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ.
Το προπατορικό αμάρτημα
Η μαύρη κοινότητα της Αμερικής είδε το κρούσμα της Μινεάπολης ως επανάληψη της δολοφονίας του Ερικ Γκάρνερ από αστυνομικούς της Νέας Υόρκης το 2014.Το περιστατικό εκείνο έγινε σημείο αναφοράς του κινήματος Black Lives Matter, που έφερε την Αμερική και πάλι αντιμέτωπη με το προπατορικό της αμάρτημα, τον ρατσισμό. Ενα στίγμα, που δεν κατόρθωσε να απαλείψει η εκλογή του Μπαράκ Ομπάμα, του πρώτου μαύρου προέδρου στην Ιστορία της.
Διαδηλωτές στο Λούισβιλ, όπου 26χρονη μαύρη τραυματίστηκε θανάσιμα από αστυνομικούς που εισέβαλαν στο σπίτι της σε έρευνα για ναρκωτικά, επιχειρούν να ανατρέψουν αστυνομικό όχημα. ( INSTAGRAM / THE STABLE GENIUS)
Η πανδημία της COVID-19 επιβάρυνε ακόμη περισσότερο την ατμόσφαιρα, καθώς η μαύρη κοινότητα δέχθηκε δυσανάλογα μεγάλο μερίδιο του πλήγματος. Πολύ περισσότεροι μαύροι από λευκούς πέθαναν από τη νόσο, καθώς ήταν πιο φτωχοί και ζούσαν σε πιο υποβαθμισμένες περιοχές. Υπήρξαν αρκετές περιπτώσεις Αφροαμερικανών με συμπτώματα COVID-19 οι οποίοι δεν έγιναν δεκτοί στα νοσοκομεία, καθώς οι γιατροί ή νοσοκόμοι που τους υποδέχθηκαν υποπτεύονταν ότι ψεύδονταν. Στη Νέα Υόρκη, το 93% των συλληφθέντων για παραβιάσεις της καραντίνας ήταν μαύροι.
Οι κλιμακούμενες ταραχές έφεραν το φυλετικό πρόβλημα στην καρδιά της πολιτικής αντιπαράθεσης, καθώς η χώρα, μαζί με τη χαλάρωση των περιοριστικών μέτρων, αρχίζει να μπαίνει σε προεκλογικούς ρυθμούς. Ο Ντόναλντ Τραμπ περιέγραψε το βίντεο με τις τελευταίες στιγμές του Φλόιντ ως «πολύ σοκαριστικό θέαμα» και τη δολοφονία του ως «εξαιρετικά θλιβερό γεγονός», ζητώντας από τις ομοσπονδιακές αρχές την πλήρη διερεύνηση της υπόθεσης και τον επιμερισμό ευθυνών.
Η απειλή φονικών πυρών
Αμέσως μετά, όμως, έσπευσε να επιτεθεί στον «ριζοσπάστη αριστερό», όπως τον χαρακτήρισε, δήμαρχο της Μινεάπολης Τζέικομπ Φρέι, κατηγορώντας τον ότι είναι «πολύ αδύναμος» ως προς την επιβολή του νόμου και της τάξης στην πόλη του. Ο Αμερικανός πρόεδρος στιγμάτισε ως «τραμπούκους» τους διαδηλωτές και τους απείλησε με φονικά πυρά. «Σε οποιαδήποτε δυσκολία, θα αναλάβουμε τον έλεγχο, αλλά όταν αρχίζουν οι λεηλασίες, αρχίζουν και τα πυρά», έγραψε ο Τραμπ στο Twitter, ρίχνοντας λάδι στη φωτιά. Κίνηση απίστευτης πολιτικής ανευθυνότητας, θα έλεγε κανείς, αν δεν προερχόταν από έναν ηγέτη που δεν εκπλήσσει πλέον κανένα και για τίποτα.
Καθώς ο Αμερικανός πρόεδρος είχε υπογράψει, λίγες ώρες νωρίτερα, το επίμαχο διάταγμα που απειλούσε με κυρώσεις τα μεγάλα μέσα κοινωνικής δικτύωσης (Facebook, Twitter, Google) γι’ αυτό που ο ίδιος θεωρούσε μεροληπτική συμπεριφορά εις βάρος των Ρεπουμπλικανών, τα απαντητικά πυρά δεν άργησαν να εκδηλωθούν. Η διοίκηση του Twitter τοποθέτησε κάτω από την ανάρτησή του ένδειξη αποδοκιμασίας, η οποία προειδοποιούσε τους χρήστες ότι το προεδρικό μήνυμα «εγκωμιάζει τη βία».
Στο μεταξύ, το ενδεχόμενο ανεξέλεγκτης κλιμάκωσης των ταραχών παραμένει ανοιχτό. Στη Λούισβιλ του Κεντάκι, τη νύχτα της Πέμπτης προς Παρασκευή, επτά διαδηλωτές τραυματίστηκαν από πυρά άγνωστης προέλευσης. Την επόμενη νύχτα 19χρονος διαδηλωτής πυροβολήθηκε θανάσιμα από αγνώστους στο Ντιτρόιτ. Ολα δείχνουν ότι οι επόμενες μέρες και κυρίως νύχτες θα είναι ανήσυχες σε αρκετές αμερικανικές πόλεις.
Ο Μπάιντεν
Ενώ ο Τραμπ στιγματίζει συλλήβδην ως «αγροίκους» τους μαύρους διαδηλωτές που θρηνούν για τη δολοφονία ενός άοπλου συμπολίτη τους, ήταν ο ίδιος που πρόσφατα εγκωμίαζε ως «πολύ καλούς ανθρώπους» τους λευκούς «αγανακτισμένους πολίτες», οι οποίοι εισέβαλαν, οπλισμένοι μέχρι τα δόντια, στο Καπιτώλιο του Μίτσιγκαν, απειλώντας εκλεγμένους αξιωματούχους των Δημοκρατικών για τα περιοριστικά μέτρα στην Πολιτεία τους. Τούτων δοθέντων, ορισμένοι έσπευσαν να προεξοφλήσουν ότι οι φυλετικές προκαταλήψεις του Τραμπ θα ενεργοποιήσουν τη μαύρη κοινότητα υπέρ των Δημοκρατικών στις εκλογές του Νοεμβρίου. Ο ίδιος ο Μπάιντεν φαίνεται να πιστεύει ότι, ως αντιπρόεδρος του Ομπάμα, έχει στην τσέπη του αυτό το κρίσιμο τμήμα των εκλογέων. Η υπερβολική αυτοπεποίθηση, όμως, είναι κακός σύμβουλος. Πρόσφατα, ο Μπάιντεν προκάλεσε αρνητικά σχόλια όταν δήλωσε ότι, όσοι μαύροι δεν τον ψηφίσουν δεν θα είναι πραγματικοί μαύροι. Το είπε σαν αστείο, αλλά πολλοί το πήραν ως ένδειξη αλαζονείας. Ανάλογη σιγουριά έδειχνε και η Χίλαρι Κλίντον το 2016, αλλά το γεγονός ότι έχασε 4,4 εκατ. ψηφοφόρους του Ομπάμα, μεταξύ των οποίων πολλούς μαύρους, οι οποίοι έμειναν σπίτι τους, υπήρξε ένας από τους βασικούς παράγοντες που την οδήγησαν σε ήττα.