Η τουρκική εισβολή στην Κύπρο ξεκίνησε τρεις μόλις εβδομάδες πριν από την παραίτηση του Ρίτσαρντ Νίξον, την πρώτη και μοναδική παραίτηση προέδρου των ΗΠΑ. Ως εκ τούτου η προεδρία των ΗΠΑ βρέθηκε να είναι ασυνήθιστα αδύναμη σε σχέση με το Κογκρέσο. Αυτό ίσχυε όχι μόνο στις τελευταίες εβδομάδες της προεδρίας Νίξον, αλλά και κατά την προεδρία του διαδόχου του, του Τζέραλντ Φορντ, του μη εκλεγμένου δεύτερου αντιπροέδρου του Νίξον που διαδέχθηκε τον Σπύρο Αγκνιου στην αντιπροεδρία στα τέλη του 1973 (ο Αγκνιου αναγκάστηκε να παραιτηθεί λόγω σκανδάλων που αφορούσαν τη θητεία του ως κυβερνήτη του Μέριλαντ πριν από το 1969).
Παραδοσιακά η εξωτερική πολιτική αποτελούσε ιδιαιτέρως προνομιακό πεδίο για τους προέδρους σε σχέση με το Κογκρέσο. Βέβαια, η Γερουσία επικυρώνει όλους τους διορισμούς υπουργών και πρέσβεων με απλή πλειοψηφία, καθώς και τις διεθνείς συνθήκες με αυξημένη πλειοψηφία δύο τρίτων. Επιπλέον, το Κογκρέσο κηρύττει πόλεμο, σύμφωνα με το Σύνταγμα. Ωστόσο μεταπολεμικά οι εμπλοκές των ΗΠΑ στην Κορέα και στο Βιετνάμ είχαν γίνει χωρίς κήρυξη πολέμου από το Κογκρέσο (με απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών στην Κορέα και με απλό ψήφισμα του Κογκρέσου στο Βιετνάμ).
Το 1973, στον απόηχο της αμερικανικής εμπλοκής στο Βιετνάμ, το Κογκρέσο πέρασε τον νόμο περί πολεμικών εξουσιών. Με αυτόν αναγνώριζε ότι στη σύγχρονη εποχή έπρεπε ο πρόεδρος να είναι σε θέση να χρησιμοποιήσει ένοπλη ισχύ κατά τη διάρκεια μιας ραγδαία εξελισσόμενης διεθνούς κρίσης, χωρίς να εξασφαλίσει εκ των προτέρων την ενδεχομένως χρονοβόρο κήρυξη πολέμου από το Κογκρέσο. Ο νέος νόμος ανάγκαζε όμως τον πρόεδρο να εξασφαλίσει τη θετική ψήφο του Κογκρέσου μέσα σε εξήντα ημέρες.
Επομένως το Κογκρέσο είχε εκδηλώσει την πρόθεσή του να αυξήσει την επιρροή του σε ζητήματα εξωτερικής πολιτικής αρκετούς μήνες πριν από την παραίτηση του Νίξον, που αποδυνάμωσε επιπλέον την προεδρία. Στην αντιπαράθεση της νομοθετικής με την εκτελεστική εξουσία κατά την περίοδο αυτή, συνέβαλε και το γεγονός ότι οι Δημοκρατικοί ήλεγχαν και τα δύο σώματα του Κογκρέσου, ενώ στον Λευκό Οίκο βρίσκονταν οι Ρεπουμπλικανοί πρόεδροι Νίξον και Φορντ.
Η κινητοποίηση των Ελληνοαμερικανών
Η τουρκική εισβολή στην Κύπρο προκάλεσε την πρώτη μεταπολεμική δραστηριοποίηση της ελληνοαμερικανικής κοινότητας υπέρ Ελλάδας και Κύπρου (το μόνο προηγούμενο ήταν η κινητοποίηση των Ελληνοαμερικανών υπέρ της Ελλάδας ενάντια στις δυνάμεις του άξονα το 1940-1941).
Αρχικά ο νέος πρόεδρος Φορντ, που ανέλαβε στις 9 Αυγούστου, νόμιζε ότι το Κογκρέσο δεν θα αναμειγνυόταν στη διαχείριση του Κυπριακού. Διαβεβαίωσε μάλιστα τον Χένρι Κίσινγκερ, που διατήρησε τα πόστα του υπουργού Εξωτερικών και συμβούλου Εθνικής Ασφάλειας του προέδρου, ότι η AHEPA (American Hellenic Educational Progressive Association), μακράν η σημαντικότερη κοσμική οργάνωση των Ελληνοαμερικανών, δεν είχε ποτέ στη μακρά σταδιοδρομία του Φορντ ως βουλευτή επιδιώξει να αναμειχθεί σε ζητήματα εξωτερικής πολιτικής.
Αυτό που δεν γνώριζε ακόμα ο πρόεδρος Φορντ στην αρχή της προεδρίας του ήταν, ότι την 1η Αυγούστου 1974 ο Τζιν Ρωσσίδης είχε ιδρύσει το American Hellenic Institute (AHI), που σε αντίθεση με την AHEPA είχε το απαραίτητο νομικό καθεστώς για να λειτουργήσει ως λόμπι επηρεασμού της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής. Ο Ρωσσίδης είχε υπηρετήσει ως γενικός γραμματέας (πολιτικό πόστο) του υπουργείου Οικονομικών επί Νίξον και ήταν καλά δικτυωμένος στην αμερικανική πρωτεύουσα. Το νέο ινστιτούτο του αποτέλεσε το όχημα για την έννομη δραστηριοποίηση της εντυπωσιακής οργάνωσης της AHEPA στο Κυπριακό.
Ο Ευγένιος Ρωσσίδης όταν ήταν γ.γ. του υπ. Οικονομικών.
Για να μην μπορεί να κατηγορηθεί ότι βάζει τα συμφέροντα δύο άλλων κρατών, δηλαδή της Ελλάδας και της Κύπρου, πάνω από τα συμφέροντα των ΗΠΑ, ο Ρωσσίδης ανέπτυξε το επιχείρημα ότι η τουρκική εισβολή και κατοχή στην Κύπρο παραβίαζε το εσωτερικό δίκαιο των ΗΠΑ.
Πιο συγκεκριμένα, ο Ρωσσίδης επικαλέστηκε κυρίως τον αμερικανικό νόμος περί εξωτερικής βοήθειας του 1961, που απαγόρευε τη χρήση αμερικανικών εξοπλισμών για επιθετικούς σκοπούς, όπως ήταν η παράνομη εισβολή και κατοχή μεγάλου μέρους της Κύπρου.
Τα δύο προεδρικά βέτο και η συμβιβαστική λύση
1.2.1975. Συνάντηση του υπουργού Εξωτερικών Χένρι Κίσινγκερ (στη μέση) με τους (από αριστερά) Μπέντζαμιν Ρόζενταλ, Τόμας Ιγκλετον, Τζον Μπραδήμας και Πολ Σαρμπάνης, σε μια προσπάθεια να τους πείσει να καθυστερήσει το εμπάργκο όπλων στην Τουρκία. (Φωτ. ASSOCIATED PRESS)
Το επιχείρημα περί παραβίασης του κράτους δικαίου των ΗΠΑ έπεισε πολλά μέλη του Κογκρέσου να υιοθετήσουν στάση ενάντια στην τουρκική εισβολή στην Κύπρο. Στα τέλη Σεπτεμβρίου, με πρωτοβουλία των Δημοκρατικών βουλευτών Μπεν Ρόζενθαλ (από τη Νέα Υόρκη, όπου ζούσαν πολλοί Ελληνοαμερικανοί) και των Ελληνοαμερικανών Πωλ Σαρμπάνης και Τζον Μπρεδίμας κατατέθηκε νομοσχέδιο στη Βουλή των Αντιπροσώπων για επιβολή εμπάργκο όπλων στην Τουρκία. Παράλληλα, κατατέθηκε αντίστοιχο νομοσχέδιο στη Γερουσία με πρωτοβουλία του γερουσιαστή Τόμας Ιγκελτον.
Η κυβέρνηση Φορντ αντιστάθηκε στις πρωτοβουλίες αυτές με το επιχείρημα ότι θα μπορούσαν να προκαλέσουν έξοδο της Τουρκίας από το ΝΑΤΟ ή, τουλάχιστον, να δυσχεράνουν τις αμερικανικές διπλωματικές προσπάθειες για επίλυση του Κυπριακού.
Ως εκ τούτου, ο πρόεδρος Φορντ άσκησε βέτο στις 14 Οκτωβρίου σε νομοθεσία του Κογκρέσου περί επιβολής εμπάργκο όπλων στην Τουρκία. Στη Βουλή των Αντιπροσώπων δεν υπήρχαν τα απαραίτητα δύο τρίτα για υπέρβαση του προεδρικού βέτο. Ο Φορντ άσκησε πάλι βέτο την επόμενη ημέρα.
Στις 17 Οκτωβρίου το Κογκρέσο πρότεινε μια συμβιβαστική λύση. Θα επιβαλλόταν μεν εμπάργκο όπλων στην Τουρκία, θα έμπαινε όμως σε ισχύ μονάχα στις 10 Δεκεμβρίου, ώστε η αμερικανική διπλωματία να έχει μια μικρή πίστωση χρόνου για να επιδιώξει λύση του Κυπριακού. Αυτή η πίστωση χρόνου παρατάθηκε στη συνέχεια έως τις 5 Φεβρουαρίου 1975.
Οταν επιβλήθηκε το αμερικανικό εμπάργκο όπλων στην Τουρκία, κατά την ημερομηνία αυτή, ο Κίσινγκερ είχε προγραμματίσει συνάντηση στις Βρυξέλλες με τους υπουργούς Εξωτερικών της Ελλάδας και της Τουρκίας. Η Αγκυρα αντέδρασε στο εμπάργκο ακυρώνοντας τη συμμετοχή της στη συνάντηση. Δεν υλοποίησε, βέβαια, την απειλή της να αποχωρήσει από το ΝΑΤΟ.
Η παραίτηση του Ρίτσαρντ Νίξον και η ανάληψη της προεδρίας από τον Τζέραλντ Φορντ αποδυνάμωσε τον Λευκό Οίκο σε σχέση με το Κογκρέσο. (Φωτ. ASSOCIATED PRESS)
Αρση το 1978
Το εμπάργκο του 1975 αποτέλεσε επικράτηση της ηθικής και νομικής προσέγγισης, που κυριάρχησε στο Κογκρέσο, έναντι των γεωπολιτικών επιταγών που υποστήριζαν ο Φορντ και ο Κίσινγκερ. Ηταν προϊόν της ασυνήθιστα έντονης επιρροής του Κογκρέσου σε ζητήματα εξωτερικής πολιτικής στον απόηχο του Βιετνάμ και του Ουότεργκεϊτ, που είχαν αποδυναμώσει πρόσκαιρα την προεδρία των ΗΠΑ στις θεσμικές ισορροπίες του αμερικανικού κράτους. Οι γεωπολιτικές επιταγές όμως παρέμειναν. Η Τουρκία συνόρευε άμεσα με τη Σοβιετική Ενωση και με σημαντικές χώρες της Μέσης Ανατολής.
5.2.1975. Η ενεργοποίηση του εμπάργκο όπλων στην Τουρκία στην πρώτη σελίδα της «Κ».
Κατά το πρώτο μισό του 1978 αυξήθηκε για τις ΗΠΑ η σημασία της Τουρκίας στη Μέση Ανατολή, όταν έλαβαν χώρα μεγάλης κλίμακας αντικαθεστωτικές διαδηλώσεις στο Ιράν, έναν κρίσιμο μεταπολεμικό σύμμαχο των ΗΠΑ. Τον Λευκό Οίκο κατείχε τότε ο Δημοκρατικός Τζίμι Κάρτερ, οπότε δεν υπήρχε το στοιχείο σύγκρουσης μεταξύ ενός Κογκρέσου υπό τον έλεγχο των Δημοκρατικών και της εκτελεστικής εξουσίας υπό Ρεπουμπλικανούς προέδρους. Ως εκ τούτου, ο Κάρτερ μπόρεσε να πείσει το Κογκρέσο να άρει το εμπάργκο όπλων στην Τουρκία στις αρχές Αυγούστου 1978. Στην απόφαση αυτή συνέβαλε το γεγονός ότι το εμπάργκο δεν είχε επιφέρει αλλαγή στην τουρκική πολιτική.
* Ο κ. Χαράλαμπος Παπασωτηρίου είναι καθηγητής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, πρόεδρος του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων.