Πολλοί από εκείνους που ήταν παρόντες θυμούνται τη «θανάσιμη σιωπή», που τύλιξε το ακροατήριο. Ηταν το απόγευμα της 25ης Φεβρουαρίου του 1956. Χωρίς να το περιμένουν, οι συμμετέχοντες στο 20ό συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ενωσης είχαν οδηγηθεί σε μια κεκλεισμένων των θυρών συνεδρίαση στο αρχηγείο της Κεντρικής Επιτροπής στη Μόσχα. Οταν ο Σοβιετικός ηγέτης ανέβηκε στο βήμα και άρχισε να μιλάει, μερικοί λιποθύμησαν. Αλλοι τράβαγαν τα μαλλιά τους με απόγνωση. Οι περισσότεροι δεν μπορούσαν να πιστέψουν στ’ αυτιά τους.
Χωρις προειδοποίηση, ο Νικίτα Χρουστσόφ εξαπέλυσε δριμύτατη κριτική κατά του προκατόχου του, Ιωσήφ Στάλιν. Ο μεγάλος αρχηγός, που είχε ηγηθεί της χώρας στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και είχε πεθάνει προ τριετίας με τιμές, ήταν «ένας δεσποτικός χαρακτήρας, γεμάτος βίτσια», σύμφωνα με τα λόγια του Χρουστσόφ.
Μ’ ένα τετράωρο κατηγορητήριο, καταδίκασε τον Στάλιν για τη θεοποίησή του και για τη χρήση «κτηνώδους βίας» εναντίον οποιουδήποτε βρισκόταν εμπόδιο στον δρόμο του.
Αυτή ήταν η «κρυφή ομιλία» που εξεφώνησε ο Χρουστσόφ πριν από 50 χρόνια ακριβώς. Μια εκρηκτική καταδίκη του σταλινισμού που θα ξεδιπλωνόταν σε ολόκληρο τον κόσμο – η αρχή της αλλαγής και το τέλος του τρόμου σε μια χώρα όπου χιλιάδες άτομα είχαν εκτελεστεί ή σταλεί στα γκουλάγκ.
Στη Δύση, η ομιλία ερμηνεύτηκε ως τολμηρό βήμα, που άλλαξε τη μοίρα της χώρας. Στις αρχές του περασμένου μήνα, η εγγονή του Χρουστσόφ, Νίνα -λέκτορας στις ΗΠΑ- έπλεξε το εγκώμιο του παππού της στην «Ουάσινγκτον Ποστ», περιγράφοντας την ομιλία, που όπως έγραψε, «αποκάλυψε το τέρας Στάλιν».
«Κυνικό τέχνασμα»
Στη Ρωσία, όμως, εν μέσω σιωπηλών εορτασμών της επετείου, πληθαίνουν οι ενδείξεις πως η εν λόγω ομιλία του Χρουστσόφ υπήρξε ένα κυνικό τέχνασμα για να σωθεί ο ίδιος και οι άνθρωποί του στο κόμμα. «Ο Χρουστσόφ προσπαθούσε να ρίξει όλες τις ευθύνες στον Στάλιν, ενώ και τα δικά του χέρια ήταν ποτισμένα με αίμα», λέει ο Γιούρι Ζούκοφ, ιστορικός της Ρωσικής Ακαδημίας Επιστημών, ο οποίος και μελέτησε τα κλειστά έως πρότινος αρχεία για τη συγκεκριμένη περίοδο.
Η επανεκτίμηση των γεγονότων συμπίπτει με τη δριμεία κριτική κατά του σημερινού ηγέτη της Ρωσίας, Βλαντιμίρ Πούτιν, ο οποίος κατηγορείται για αυταρχική διακυβέρνηση, ανάλογη εκείνης των ισχυρών κομμουνιστών που κυριάρχησαν στην ΕΣΣΔ τον 20ό αιώνα. Μεταξύ των νέων μέτρων που επέβαλε ο τελευταίος είναι ο αυξημένος κρατικός έλεγχος στα ΜΜΕ και η αντικατάσταση των εκλεγμένων κυβερνητών της περιφέρειας από διορισμένους.
Παρότι δε προωθείται ενεργά από το Κρεμλίνο, η δημοτικότητα του Στάλιν είναι υψηλή και μάλιστα υψηλότερη από αυτή του Χρουστσόφ. Ελάχιστοι πολιτικοί τολμούν να επικρίνουν την κληρονομιά του Στάλιν, παρά τις σχετικές εκκλήσεις των θυμάτων της διακυβέρνησής του.
Δημοσκόπηση του Ρωσικού Ινστιτούτου Μελετών για την Κοινή Γνώμη έδειξε ότι το 50% των πολιτών πιστεύει ότι ο Στάλιν έπαιξε θετικό ρόλο, ποσοστό που το 2003 ήταν κατά τέσσερις μονάδες μικρότερο.
Η ομιλία του Χρουστσόφ το 1956 αποτέλεσε σίγουρα σημείο-σταθμό. Ο Στάλιν, είπε, διέπραξε «σοβαρές παραβιάσεις και διαστρεβλώσεις των κομματικών αρχών». Το 1937 και το 1938, 98 εκ των 139 μελών της Κεντρικής Επιτροπής εκτελέστηκαν με διαταγή του, αποκάλυψε ο Χρουστσόφ. Πολλοί από τους 1.400 συμμετέχοντες στο συνέδριο είχαν ακούσει μόνο φήμες γι’ αυτά τα γεγονότα και το σοκ που υπέστησαν ήταν μεγάλο – όπως και η οργή των υποστηρικτών του Στάλιν. «Η εντύπωσή μου ήταν πολύ αρνητική. Σε σύγκριση με τον Στάλιν, ο Χρουστσόφ ήταν ένα μηδενικό», λέει ο Νικολάι Μπαϊμπάκοφ, 94 ετών, τότε επικεφαλής της σοβιετικής κεντρικής υπηρεσίας σχεδιασμού, Γκοσπλάν.
Πολλοί εκ των συνέδρων έπεσαν σε βαθιά κατάθλιψη· δύο αυτοκτόνησαν μέσα σε λίγες εβδομάδες. Οι αλλαγές άρχισαν σχεδόν αμέσως. Πολιτικοί κρατούμενοι δικαιώθηκαν, ο Τύπος απέκτησε περιορισμένη ελευθερία και οι σχέσεις με ξένες δυνάμεις, όπως η Γαλλία και οι Ηνωμένες Πολιτείες, αποκαταστάθηκαν. Οι πολιτικοί εχθροί του Χρουστσόφ παραγκωνίστηκαν, αλλά γλίτωσαν τη θανατική καταδίκη που θα ήταν βέβαιη επί Στάλιν. Στο εξωτερικό, η ομιλία προσείλκυσε το ενδιαφέρον όταν διέρρευσε από ξένους κομμουνιστές.
Η πραγματική εικόνα
Αλλά, παρότι ο Χρουστσόφ ήταν αυτός που πυροδότησε τις αλλαγές, οι ειδικοί λένε ότι ήθελε να συγκαλύψει τον δικό του ρόλο στην αιματηρή καταστολή.
Η πραγματική εικόνα της συνενοχής του στα εγκλήματα του Στάλιν δεν έγινε ορατή παρά μόνο κατά τη διάρκεια της τελευταίας πενταετίας. Τηλεγράφημα που ανακάλυψε στα αρχεία του Πολιτικού Γραφείου ο κ. Ζούκοφ, δείχνει ότι ο Χρουστσόφ είχε ζητήσει από τη Μόσχα την εκτέλεση ή φυλάκιση 30.000 ατόμων όταν ανέλαβε την ηγεσία της Ουκρανίας, το 1938.
Σύντομα, ακολούθησε μια βάναυση δίωξη διανοουμένων και «εχθρικών στοιχείων». Τον προηγούμενο χρόνο, όταν ήταν επικεφαλής του κόμματος στη Μόσχα, ο Χρουστσόφ είχε ζητήσει άδεια για την εκτέλεση 8.500 αντισοβιετικών «προδοτών» και έστειλε περίπου 33.000 άλλους σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. «Αυτές οι διώξεις ήταν πραγματικές και εκτελέστηκαν με διαταγή του Χρουστσόφ», βεβαιώνει ο κ. Ζούκοφ.
Εισβολή στην Ουγγαρία
Ο Ντίμα Μπίκοφ, ένας νέος Ρώσος διανοούμενος, περιγράφει τον Χρουστσόφ ως έναν πρόθυμο υπηρέτη του Στάλιν. «Οταν ήμουν καθηγητής εξήγησα στους μαθητές μου τα όσα συνέβησαν στο 20ό συνέδριο, χρησιμοποιώντας ένα απλό παράδειγμα. «Φανταστείτε τον Χίμλερ να εκφωνεί αντιφασιστική ομιλία στο συνέδριο των ναζί μετά τον θάνατο του Χίτλερ»»
Τα όρια της αλλαγής του Χρουστσόφ έγιναν εμφανή λίγους μήνες μετά την ομιλία, όταν έστειλε σοβιετικά τανκς να συντρίψουν την επανάσταση στην Ουγγαρία. Και παρότι επέτρεψε στον Αλεξάντρ Σολτζενίτσιν να δημοσιεύσει μια νουβέλα για τα γκουλάγκ, απαγόρευσε τον «Δόκτορα Ζιβάγκο» του Μπόρις Πάστερνακ.
Ο Νικίτα Χρουστσόφ, 46 ετών, δημοσιογράφος, ο οποίος πήρε το όνομα του παππού του, αναγνωρίζει ότι ο Σοβιετικός ηγέτης δεν υπήρξε ο ήρωας που πολλοί πιστεύουν. «Φυσικά ο παππούς συμμετείχε στις διώξεις. Φυσικά, μπορείτε να δείτε την υπογραφή του στους καταλόγους όσων έπρεπε να τακτοποιηθούν. Και φυσικά πολλά έγγραφα των αρχείων δεν έχουν ακόμη αποκαλυφθεί.
Αλλά το γεγονός ότι τόλμησε να καταγγείλει τον Στάλιν αποτέλεσε το δικό του τολμηρό βήμα. Σήμαινε ότι είχε ξεπεράσει τη δική του σταλινική πλευρά».
Ο κ. Μπίκοφ λέει ότι ο Χρουστσόφ ήταν ένας γενναίος άνδρας που αναγνώρισε τα λάθη του και επιχείρησε τη μεταρρύθμιση, αλλά δεν διέθετε τη βούληση για να συνθλίψει ολοκληρωτικά το σύστημα. «Ο Χρουστσόφ ήταν μισός δικτάτορας, μισός φιλελεύθερος», δηλώνει. «Ο Πούτιν είναι ακριβώς το ίδιο. Η διαφορά είναι ότι την εποχή του Χρουστσόφ το κυρίως ρεύμα κατευθυνόταν προς την ελευθερία. Ενώ τώρα πάει ανάποδα».