Το περασμένο Σαββατοκύριακο, εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες διαδήλωσαν σε περισσότερες από 70 γαλλικές πόλεις εναντίον του νομοσχεδίου για την «Καθολική Ασφάλεια» που προωθεί η κυβέρνηση. Μόνο στο Παρίσι διαδήλωσαν 46.000 άνθρωποι σύμφωνα με την αστυνομία και 200.000 σύμφωνα με τους οργανωτές, στους οποίους περιλαμβάνονταν και όλες οι δημοσιογραφικές ενώσεις. Δείγμα της δεξιάς στροφής του Εμανουέλ Μακρόν σε θέματα νόμου και τάξης, το νομοσχέδιο προβλέπει φυλάκιση ενός χρόνου και πρόστιμο 45.000 ευρώ σε οποιονδήποτε δημοσιεύει φωτογραφίες ή βίντεο με αστυνομικούς να ασκούν βία σε πολίτες. Λάδι στη φωτιά έριξε η βίαιη διάλυση καταυλισμού προσφύγων από αστυνομικούς στο Παρίσι και το βίντεο με τέσσερις αστυνομικούς να γρονθοκοπούν επί ένα τέταρτο και να προσβάλλουν με ρατσιστικά σχόλια μαύρο μουσικό παραγωγό μέσα σε στούντιο, στο 17ο διαμέρισμα.
Υπό την πίεση των λαϊκών αντιδράσεων, η κυβέρνηση δεσμεύθηκε να αναθεωρήσει το επίμαχο άρθρο 24, αφήνοντας στη θέση τους άλλες ρυθμίσεις που προκαλούν τα δημοκρατικά αντανακλαστικά, όπως η χρήση drones για την παρακολούθηση διαδηλώσεων. Εντονες επικρίσεις όχι μόνον από την αριστερή αντιπολίτευση στη Γαλλία, αλλά και από ναυαρχίδες του αγγλοσαξονικού Τύπου όπως οι Financial Times και οι New York Times, προκαλεί και το άλλο αμφιλεγόμενο νομοσχέδιο περί «αποσχιστικού Ισλάμ». Οι επικριτές του Μακρόν υποστηρίζουν ότι, εκμεταλλευόμενος τη δικαιολογημένη αγανάκτηση για τη σφαγή του καθηγητή Σαμιέλ Πατί και τη δολοφονία τριών ανθρώπων σε εκκλησία της Νίκαιας από τζιχαντιστές, υιοθετεί φρασεολογία και μέτρα τα οποία στιγματίζουν όχι μόνο τους τρομοκράτες, αλλά συλλήβδην τα έξι εκατομμύρια των Γάλλων μουσουλμάνων, τη μεγαλύτερη μουσουλμανική κοινότητα στην Ευρώπη.
Για όλα αυτά ζητήσαμε τη γνώμη μιας σημαντικής μορφής της σύγχρονης γαλλικής δημοσιογραφίας, του Εντουί Πλενέλ. Διευθυντής σύνταξης της Le Monde επί σειράν ετών, ο Πλενέλ δημιούργησε το 2008 τη Mediapart, ενημερωτική ιστοσελίδα ερευνητικής δημοσιογραφίας, η οποία καταφέρνει όχι απλώς να επιβιώνει, αλλά και να είναι κερδοφόρα χάρη στους 140.000 συνδρομητές της. Είναι ενδεικτικό ότι ο ίδιος ο Μακρόν έδωσε την πρώτη και την τελευταία συνέντευξη της εκλογικής του εκστρατείας στη Mediapart, προκειμένου να απευθυνθεί στο δυναμικό –και μάλλον όχι τόσο φιλικά διακείμενο– κοινό της.
– Τι προβλήματα θέτει το νομοσχέδιο για την «Καθολική Ασφάλεια» και τι σημαίνει για την κυβέρνηση το εύρος της λαϊκής κινητοποίησης;
– Το συγκεκριμένο νομοσχέδιο, όπως και το προηγούμενο εναντίον του «αποσχιστικού Ισλάμ», θίγει θεμελιώδεις ελευθερίες. Η δημοκρατία, προτού ακόμη κατοχυρωθούν το εκλογικό δικαίωμα και ο κοινοβουλευτισμός, ήταν μια συλλογική κουλτούρα με τέσσερις πυλώνες: τα δικαιώματα της συλλογικής οργάνωσης, της έκφρασης, της διαδήλωσης και της πληροφόρησης. Μακρά και επίπονη, η κατάκτησή τους επέτρεψε την έλευση της δημοκρατίας. Η ύπαρξή τους είναι εκείνη που επιτρέπει την κατάκτηση καινούργιων δικαιωμάτων για τις γυναίκες-θύματα του σεξισμού, τις μειονότητες που υφίστανται διακρίσεις, τις κοινωνικά καταπιεζόμενες λαϊκές τάξεις. Να γιατί η διαμαρτυρία είναι τόσο μαζική στη Γαλλία: όλοι αντιλαμβάνονται ότι διακυβεύονται θεμελιώδη δικαιώματα και ότι η προεδρία Μακρόν εκτρέπεται προς τον αυταρχισμό.
– Πώς αντέδρασαν οι Γάλλοι δημοσιογράφοι σε αυτό το νομοσχέδιο;
– Τον πρώτο καιρό της Γαλλικής Επανάστασης, στις 13 Αυγούστου 1789, δηλαδή πριν από τη Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, υπήρξε ένα διάταγμα του δημάρχου του Παρισιού, ο οποίος έγινε και ο πρώτος πρόεδρος της Εθνοσυνέλευσης. Ελεγε: «Η δημοσιότητα είναι η προάσπιση του λαού». Αυτή η φράση έγινε σημαία του επαναστατικού Τύπου για την προάσπιση της νεαρής ελευθερίας και χαράχτηκε στα διακριτικά σήματα των εφημεριδοπωλών. Επομένως, προτού ακόμη υπάρξουν η δημοκρατία και οι εκλογές, το πρώτο, ζωτικής σημασίας δικαίωμα που διακηρύχτηκε ήταν η πληροφόρηση, το δικαίωμα άσκησης δημοκρατικού ελέγχου στο κράτος, στους κυβερνώντες και στη διοίκηση από τον κυρίαρχο λαό.
Το άρθρο 24, όπως και άλλες ρυθμίσεις του νομοσχεδίου περί «Καθολικής Ασφάλειας», συνιστά ριζική οπισθοδρόμηση, απαγορεύοντας την καταγραφή πράξεων παράνομης βίας από αστυνομικούς. Με μία φωνή, ο τόσο διαφορετικός στις απόψεις του δημοσιογραφικός κόσμος της Γαλλίας εξεγέρθηκε απέναντι σε αυτή την επίθεση. Ηταν ωστόσο οι ίδιοι οι πολίτες εκείνοι που ανησύχησαν περισσότερο, γιατί η ελευθερία του Τύπου δεν είναι συντεχνιακό προνόμιο, αλλά δημοκρατικό δικαίωμα όλων. Γιατί το μήνυμα αυτού του ελευθεροκτόνου νόμου συνοψίζεται ως εξής: «Το κράτος έχει δικαίωμα να σας επιβλέπει, αλλά εσείς, οι πολίτες, δεν έχετε δικαίωμα να επιβλέπετε το κράτος».
– Τι γνώμη έχετε για το άλλο αμφιλεγόμενο κυβερνητικό νομοσχέδιο περί «αποσχιστικού Ισλάμ»;
– Αυτό το νομοσχέδιο θίγει την ελευθερία της έκφρασης με πρόσχημα την τρομοκρατία. Επιχειρεί να ποινικοποιήσει τις απόψεις διαφωνούντων, που μπορεί να είναι ενοχλητικές ή προκλητικές. Επιπλέον, θίγει άλλους θεμελιώδεις νόμους της Γαλλικής Δημοκρατίας, όπως εκείνους για την εκπαίδευση, τις ενώσεις πολιτών και τον κοσμικό χαρακτήρα του κράτους. Είναι ένα δώρο στην πιο ακραία πτέρυγα της γαλλικής Δεξιάς και ιδεολογική νίκη της Ακροδεξιάς. Το γεγονός ότι φανατικοί τρομοκράτες, με μια ολοκληρωτική ιδεολογία που αναφέρεται στο Ισλάμ, διαπράττουν αποτρόπαια εγκλήματα δεν σημαίνει ότι πρέπει να επιτεθούμε στο ίδιο το Ισλάμ και στους μουσουλμάνους στο σύνολό τους, να τους καταστήσουμε υπόπτους και δακτυλοδεικτούμενους. Αντιθέτως, μια τέτοια λογική προσφέρει στους τρομοκράτες εκείνο που επιθυμούν: τον στιγματισμό των μουσουλμάνων, πάνω στον οποίο στηρίζουν την προπαγάνδα τους. Πέφτουμε έτσι στην παγίδα του πολέμου πολιτισμών. Η Γαλλία θα έπρεπε να στηριχτεί στην ποικιλία της πολυπολιτισμικότητας, την οποία καλλιέργησε η μακρά περίοδος της αποικιοκρατίας, για να καταπολεμήσει την τρομοκρατία των τζιχαντιστών με ένα ανώτερο φαντασιακό, ικανό να ενώνει και να κινητοποιεί, βασισμένο στην ισότητα και στους κοινούς στόχους. Το φαντασιακό των δημοκρατικών, κοινωνικών, οικολογικών, φεμινιστικών και άλλων αναγκών.
Εκτροπές εκλεγμένων κυβερνήσεων
– Μπορεί κανείς να πει ότι ο πρόεδρος Μακρόν επέλεξε τη στροφή προς τα δεξιά γιατί υπολογίζει ότι στις εκλογές του 2022 βασικός του αντίπαλος θα είναι η Μαρίν Λεπέν;
– Προφανώς, αυτός είναι ο παράλογος υπολογισμός του. Αφού εξελέγη το 2017 κόντρα στην Ακροδεξιά, ασπάζεται σήμερα την ιδεολογία της σκληροπυρηνικής Δεξιάς, τις εμμονές της για τα θέματα ασφαλείας, την ξενοφοβία της, με την ελπίδα ότι θα επανεκλεγεί χάρη στις ψήφους των συντηρητικών. Δεν θέλω να κάνω προβλέψεις, αλλά μου φαίνεται ότι πρόκειται για ένα πολύ επικίνδυνο παιχνίδι που μπορεί να φέρει στην εξουσία, με τη μία ή την άλλη μορφή, την εξτρεμιστική Δεξιά. Κυρίως, είναι ένα παιχνίδι που ήδη μετατρέπει τη Γαλλική Δημοκρατία σε ένα είδος αυταρχικής δημοκρατίας στην καρδιά της Ευρώπης, με μια εξουσία που προέκυψε από εκλογές για να επιτεθεί μεθοδικά σε θεμελιώδεις ελευθερίες.
– Πώς επηρεάζει η πανδημία τις ελευθερίες; Ελήφθησαν στη Γαλλία μέτρα εναντίον διαδηλώσεων και άλλων δημοκρατικών δικαιωμάτων στο όνομα της υγειονομικής κρίσης, όπως συμβαίνει σε πολλές χώρες της Ευρώπης;
– Σχεδόν σε όλον τον κόσμο, με διαφορετικούς τρόπους από χώρα σε χώρα, παρατηρούμε αυταρχικές εκτροπές από κυβερνήσεις που προέκυψαν από εκλογές. Εδώ έχουμε μία καινοτομία: δεν πρόκειται για νέες δικτατορίες, όπως εκείνη που γνωρίσατε στην Ελλάδα, αλλά την έλευση ενός «αυταρχικού φιλελευθερισμού», ο οποίος στην πραγματικότητα δεν υπερασπίζεται παρά μόνο την ελευθερία των κυρίαρχων οικονομικών και χρηματοπιστωτικών συμφερόντων, των κερδών και των προνομίων, και ο οποίος, παράλληλα, οικοδομεί ένα κράτος σε πόλεμο με την κοινωνία, περιορίζοντας τις ελευθερίες. Χρησιμοποιώντας ως πρόσχημα τους φόβους που θρέφουν οι αβεβαιότητες του σύγχρονου κόσμου (πανδημία, τρομοκρατία, κλίμα), αυτή η ροπή προς την καταστολή εκφράζει μυωπικούς πολιτικούς στην υπηρεσία μιας κοινωνικής μειοψηφίας. Φοβούνται για τις εξουσίες και τα προνόμιά τους, εξεγείρονται εναντίον της ζωτικότητας της κοινωνίας, εναντίον των αγώνων και των διεκδικήσεών της για να θωρακιστούν, λησμονώντας κάθε ανησυχία για το γενικό συμφέρον. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, μας οδηγούν σε αδιέξοδο, καθώς δεν απαντούν στις επείγουσες ανάγκες που μας αφορούν όλους και οι οποίες οξύνονται στην παρούσα υγειονομική κρίση. Σε παγκόσμια κλίμακα, πρόκειται για την παιδαγωγική του «καθένας για τον εαυτό του», με τους εθνικούς εγωισμούς και την εγκατάλειψη της αλληλεγγύης. Αυτή η παιδαγωγική αναγεννά τους χειρότερους εθνικισμούς, με τα ξενοφοβικά μίση και τις πολεμικές τρέλες, αντί να προωθήσει τη μόνη λογική και πρόσφορη απάντηση σε έναν κόσμο καθολικής αλληλεξάρτησης: την πολυμερή, διεθνή συνεργασία. Μπορούμε μόνο να προσδοκούμε την αντίδραση των κοινωνιών και των λαών, ώστε να ανακοπεί αυτή η πορεία προς την άβυσσο.