Πάνω σε μια άμαξα με άλογα, η Δρ Βικτόρια Μάνιτς ταξιδεύει στους επαρχιακούς δρόμους για να μπορεί να φροντίσει τους ασθενείς της σε διάφορα χωριά των Καρπαθίων της δυτικής Ουκρανίας.
Η χώρα με πληθυσμό 42 εκατομμύρια έχει καταγράψει πάνω από 1,1 εκατ. κρούσματα της COVID-19 και περίπου 20.000 θανάτους. Η Μάνιτς, ετών 30, φοβάται ότι η μακρά περίοδος των εορτών, κατά την οποία οι Ουκρανοί πήγαιναν σε εστιατόρια και σε άλλα μέρη ψυχαγωγίας καθώς και σε γεμάτες εκκλησίες, θα πυροδοτήσει μια νέα έξαρση στα κρούσματα κορωνοϊού και θα κάνει τη δουλειά της ακόμα πιο δύσκολη.
Ξεκινώντας από την Παρασκευή, η Ουκρανία επέβαλε ένα ευρύ lockdown με στόχο τον περιορισμό αυτής της έξαρσης μολύνσεων, αλλά πολλοί εργαζόμενοι της Υγείας λένε ότι η απόφαση ελήφθη πολύ αργά.
Κατά τη διάρκεια των εορτών, οι δρόμοι των ουκρανικών πόλεων ήταν γεμάτοι από χαρούμενα πλήθη, ενώ χιλιάδες άνθρωποι πήγαιναν στις εκκλησίες για να παρακολουθήσουν τις χριστουγεννιάτικες λειτουργίες στη χώρα, όπου η πλειοψηφία των πολιτών είναι Ορθόδοξοι, χωρίς να τους ενδιαφέρει η τήρηση των αποστάσεων ή η χρήση μάσκας.
«Εάν είχαν επιβάλει το lockdown πριν από τις γιορτές, θα είχε θετικό αντίκτυπο σε ό,τι αφορά τον αριθμό κρουσμάτων», είπε η Μάνιτς, σημειώνοντας επίσης ότι στις γιορτές υπήρξε σημαντική διεύρυνση των κοινωνικών επαφών. «Ας δούμε τι θα γίνει μετά τις γιορτές».
Στο πλαίσιο του νέου lockdown, έχουν κλείσει τα σχολεία, η διασκέδαση, τα κέντρα εκδηλώσεων και οι χώροι εστίασης μέχρι τις 25 Ιανουαρίου. Κάποιες περιοχές, ωστόσο, δεν δέχθηκαν να υιοθετήσουν τα μέτρα. Οι δήμαρχοι του Τερνόπιλ και του Τσερκάσι – κάθε μια από τις οποίες έχει πληθυσμό 200.000 – δήλωσαν ότι οι πόλεις τους δεν θα επιβάλουν τους περιορισμούς.
Η Μάνιτς ανέφερε ότι πρέπει να επισκεφθεί 2.030 ασθενείς σε τρία χωριά, χωρίς όμως να διασαφηνίσει πόσοι από αυτούς έχουν COVID-19.
«Νιώθω να πανικοβάλλομαι μερικές φορές, αλλά προσπαθώ να παραμένω δραστήρια και να φροντίζω να επικρατεί η λογική», ανέφερε η ίδια. Εξέφρασε μάλιστα τη θλίψη της για την κατάσταση του εθνικού συστήματος Υγείας, το οποίο είναι εξασθενημένο και λαμβάνει ελλιπή χρηματοδότηση εξαιτίας μεταρρυθμίσεων που έχουν δεχθεί πολλές επικρίσεις.
Ο σύζυγος της Μάνιτς την πηγαίνει καμιά φορά στους ασθενείς της με το αυτοκίνητο ενώ σε άλλες περιπτώσεις πηγαίνει η ίδια με ποδήλατο ή άμαξα.
Δεν φοράει πλήρη προστατευτικό εξοπλισμό όταν επισκέπτεται ασθενείς με κορωνοϊό επειδή φοβάται ότι θα τρομάξει τους ντόπιους.
«Την πρώτη φορά που επισκεφθήκαμε έναν ασθενή για να του κάνουμε μοριακό τεστ και φορούσαμε προστατευτικές στολές, οι γείτονες σχεδόν μας επιτέθηκαν», αναφέρει.
Τόσο η Μάνιτς όσο και άλλοι γιατροί εναποθέτουν τις ελπίδες τους στους εμβολιασμούς, οι οποίοι αναμένονται να ξεκινήσουν τον Μάρτιο.
«Δεν μου μένει ούτε χρόνος ούτε άλλη ενέργεια», είπε η Μάνιτς, η οποία είναι αναγκασμένη να δουλεύει από το πρωί έως το βράδυ χωρίς ρεπό.
«Η οικογένειά μου δεν με βλέπει καθόλου».
Πηγή: Associated Press