Τα κητώδη (φάλαινες, δελφίνια, φώκαινες) των ευρωπαϊκών θαλασσών απειλούνται πολύ περισσότερο από όσο αντίστοιχα είδη σε άλλες περιοχές του πλανήτη. Την ίδια στιγμή, η Ευρώπη διαθέτει το πιο προχωρημένο και ολοκληρωμένο ρυθμιστικό πλαίσιο για την προστασία τους. Αυτό το παράδοξο διερευνά η τελευταία αναλυτική έκθεση με τίτλο «Υπό πίεση» που συνέταξε η διεθνής οργάνωση για την προστασία των θαλάσσιων οικοσυστημάτων Ocean Care.
Στο παρελθόν οι θάλασσες έσφυζαν από ζωή, κοπάδια πολλών εκατοντάδων δελφινιών παρουσιάζονταν τακτικά στους ναυτικούς, ήταν ορατά από τις ακτές και έβρισκαν τον δρόμο τους στις καλλιτεχνικές απεικονίσεις των αρχαίων πολιτισμών. Το πώς φθάσαμε από αυτή την εικόνα στη ζοφερή πραγματικότητα του να κινδυνεύει με εξαφάνιση ακόμη και το κοινό δελφίνι και κυρίως, το πού θα βρισκόμαστε σε λίγα χρόνια, αν δεν αλλάξει κάτι, είναι μία ιστορία που γεννά έντονους προβληματισμούς. Κάποιες από τις απειλές είναι εύκολα διαχειρίσιμες. Τη δεκαετία 2010-2020, φαλαινοθήρες στη Νορβηγία, τα Νησιά Φερόες, την Ισλανδία και τη Γροιλανδία σκότωσαν 52.966 κητώδη, μεταξύ άλλων κοινές φάλαινες, πτεροφάλαινες, σταχτοδέλφινα, φώκαινες, ναρβάλ, μπελούγκες, όρκες. Το κυνήγι έχει ξεφύγει από το πλαίσιο της παραδοσιακής δραστηριότητας που ήταν θεμελιώδης για την επιβίωση των κατοίκων του αρκτικού κύκλου και διεξάγεται κυρίως για εμπορικούς λόγους. Τα περισσότερα κητώδη εξάγονται στην Ιαπωνία, όπου υπάρχει ακόμη ζήτηση για το κρέας της φάλαινας, ή σερβίρονται στους τουρίστες, ενώ το λίπος τους και ο σκελετός τους γίνονται πρώτες ύλες για πολλές χρήσεις, ακόμα και για σουβενίρ. «Οι επιστημονικές έρευνες που θα εκτιμούσαν κατά πόσον αυτό το κυνήγι διεξάγεται με βιώσιμο τρόπο απουσιάζουν», αναφέρει η έρευνα της Ocean Care, η οποία πάντως υποστηρίζει ότι ο δραστικός περιορισμός του κυνηγιού των κητωδών είναι το πιο απλό από τα μέτρα που μπορούν να ληφθούν για την προστασία τους.
Σε άλλες περιπτώσεις, οι απειλές είναι πολύ πιο σύνθετες. Ο πιο αξιόπιστος οδηγός για την κατάσταση των ειδών εκπονείται από την IUCN, τη Διεθνή Ενωση για τη Βιολογία Διατήρησης των Ειδών. Σε τακτά χρονικά διαστήματα, επιστήμονες ειδικοί σε κάθε τομέα, εξετάζουν όλες τις διαθέσιμες μελέτες και κατατάσσουν τα είδη σε ένα φάσμα που κυμαίνεται από το «δεν μας ανησυχεί» ώς το «εξαφανίστηκε». Διατρέχοντας την κόκκινη λίστα της IUCN για τα κητώδη στην Ευρώπη, διαπιστώνουμε ότι κινδυνεύουν δεκάδες είδη, ενώ από τους τρεις πληθυσμούς και υποπληθυσμούς που βρίσκονται στο τελευταίο σκαλί, ένα βήμα πριν από την εξαφάνιση (Critically Endangered Status), ο ένας ζει στην Ελλάδα. Πρόκειται για το κοινό δελφίνι (delphinus delphis) του Κορινθιακού Κόλπου. Τα άλλα δύο είδη που διατρέχουν άμεσο κίνδυνο εξαφάνισης στην Ευρώπη είναι οι όρκες στα στενά του Γιβραλτάρ και οι φώκαινες (porpoise – μικρά κητώδη που συχνά συγχέονται με δελφίνια) στη Βαλτική θάλασσα.
Διαφορετικά είδη δελφινιών επιλέγουν άλλη τροφή και επιδεικνύουν διαφορετική συμπεριφορά. Ετσι, την ίδια στιγμή που στον Κορινθιακό Κόλπο υπάρχει ένας μεγάλος και υγιής πληθυσμός περίπου 1.300 ζωνοδέλφινων (και ένας μικρότερος πληθυσμός μετακινούμενων ρινοδέλφινων), δεν έχουν απομείνει παρά 22 κοινά δελφίνια, καθώς τα είδη αντιδρούν εντελώς διαφορετικά στις περιβαλλοντικές πιέσεις. Προκειμένου να επιβιώσουν, τα κοινά δελφίνια του Κορινθιακού έχουν εγκαταλείψει τα ρηχά, όπου κανονικά γευματίζουν με σαρδέλες και γάβρους, τροφή που έχει λιγοστέψει εξαιτίας της υπεραλίευσης. Αναγκάζονται να ζουν στα βαθιά, σχηματίζοντας κοινά κοπάδια με τα ζωνοδέλφινα και ζευγαρώνοντας μαζί τους. Το περίγραμμα του πτερυγίου κάθε δελφινιού και οι χρωματισμοί στο σώμα του διαφέρουν, έτσι αν κανείς περάσει αρκετό χρόνο παρατηρώντας και φωτογραφίζοντας όλα τα δελφίνια μιας περιοχής, μπορεί να τα αναγνωρίσει σχεδόν ένα προς ένα.
Ο επιστήμονας που το έκανε αυτό, αφιερώνοντας 21 χρόνια στην μελέτη των δελφινιών της Ελλάδας, πρώτα στο Ιόνιο και εν συνεχεία στον Κορινθιακό είναι ο Ιταλός θαλάσσιος βιολόγος Τζοβάνι Μπεάρτσι. Τα μοντέλα που προέκυψαν από τη δουλειά του Μπεάρτσι, της Νίνα Λουίζα Σαντοστάζι, ειδικής στη μελέτη πληθυσμών ζώων στο πανεπιστήμιο Σαπιέντσα της Ρώμης και του Γάλλου ειδικού στη δημογραφία ζώων, Ολιβιέ Ζιμενέ είναι άκρως ανησυχητικά. Στην τελευταία έρευνα (Santostazi et al, 2020 στην επιθεώρηση Ecological Modeling), οι επιστήμονες εκτιμούν ότι οι πιθανότητες εξαφάνισης του πληθυσμού των κοινών δελφινιών στον Κορινθιακό μέσα στα επόμενα 16 χρόνια είναι πολύ μεγάλες. Η εξαφάνιση θα προέλθει μέσα από την επικράτηση υβριδίων ζωνοδέλφινων-κοινών δελφινιών, ενώ ήδη τα υβρίδια είναι διπλάσια από τα εναπομείναντα κοινά δελφίνια. «Είναι πολύ πιθανό τα κοινά δελφίνια να εξαφανιστούν», εκτιμά ο Μπεάρτσι. «Τα υβρίδια δεν είναι κάτι καλό για ένα είδος, σίγουρα όχι στην έκταση που συμβαίνει».
Η επιστημονική πρόβλεψη ισχύει «αν δεν αλλάξει τίποτα». Συνολικά, ο Μπεάρτσι παρατηρεί με θλίψη ότι τα ζώα που επιβιώνουν είναι τελικά αυτά που προσαρμόζονται στον άνθρωπο, τα περιστέρια, οι αρουραίοι, οι αλεπούδες ή, αν μιλάμε για δελφίνια, τα ρινοδέλφινα, που έχουν την ευχέρεια να μπαινοβγαίνουν στον Κορινθιακό και να τρέφονται με ψάρια που ξεφεύγουν από τις ιχθυοκαλλιέργειες.
Η υπεραλίευση
Επειτα από επισταμένες προσπάθειες του Ινστιτούτου Κητολογικών Ερευνών «Πέλαγος» και άλλων οργανώσεων, ο Κορινθιακός κηρύχθηκε προστατευόμενη περιοχή «Natura 2000» το 2018, αλλά η υπεραλίευση από μηχανότρατες και γρι γρι δεν έχει σταματήσει. Ο διευθυντής του ινστιτούτου Αλέξανδρος Φραντζής επισημαίνει ότι, πέρα από τα κοινά δελφίνια του Κορινθιακού, σε κίνδυνο βρίσκονται οι φυσητήρες στην ελληνική τάφρο και οι φώκαινες στο Θρακικό πέλαγος. Πολύ πρόσφατα, η ελληνική πολιτεία αναγνώρισε επιτέλους ότι υπάρχει πρόβλημα πρόσκρουσης των φυσητήρων σε πλοία, χωρίς όμως να κάνει το απαραίτητο βήμα, που είναι να συστήσει στα πλοία την αποφυγή των περιοχών στις οποίες ζουν τα μεγάλα και εντυπωσιακά αυτά κητώδη. Αλλα μέτρα προστασίας κητωδών θα ήταν η μείωση του ανθρωπογενούς θορύβου, με τη ελάττωση της ταχύτητας των σκαφών, όπως προτείνεται αναλυτικά στην έκθεση της Ocean Care. Σε κάθε περίπτωση, τα μέτρα πρέπει να είναι ουσιαστικά, όχι θεωρητικά. «Η προστασία πρέπει να είναι τέτοια που να την αντιλαμβάνονται και τα δελφίνια», επισημαίνει ο Μπεάρτσι. Είναι έξυπνα ζώα, δεν τα κοροϊδεύει κανείς εύκολα.