Τα ξημερώματα της Παρασκευής, 3.20 τοπική ώρα, έφτασαν στο αεροδρόμιο Ρίνα των Τιράνων οι πρώτοι Αφγανοί φιλοξενούμενοι σε χώρες των Βαλκανίων. Πρόκειται για 120 συνεργάτες των Αμερικανών, από συνολικά 4.000 που η αλβανική κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι θα δεχθεί προσωρινά(;) στην επικράτειά της, ενώ αναμένονται από ώρα σε ώρα 800 στη Βόρεια Μακεδονία και περισσότεροι από 1.000 στο Κόσοβο.
Η άφιξη στα Τίρανα έγινε μερικές ώρες μετά το αιματοκύλισμα του ISIS στο αεροδρόμιο της Καμπούλ, εφιάλτη που ωστόσο οι αφιχθέντες δεν έζησαν καθώς την προηγουμένη είχαν μεταφερθεί στην Τιφλίδα απ’ όπου πέταξαν για την Αλβανία.
Ράμα, Ζάεφ και η πρόεδρος του Κοσόβου, Βιόσα Οσμανι, δήλωσαν ότι ανοίγουν την «αγκαλιά» τους διακατεχόμενοι από βαθιά ανθρωπιστικά αισθήματα, αλλά –πέραν τούτου– οι πάντες γνωρίζουν ότι στις χώρες αυτές οι επιθυμίες των Αμερικανών είναι νόμος. Μένει να διευκρινιστεί –όχι πάντως σύντομα– πόσοι από τους φιλοξενουμένους θα λάβουν βίζα για τις ΗΠΑ και πόσοι θα παραμείνουν «άχρι καιρού», όπως έχει συμβεί σε προηγούμενες περιπτώσεις.
«Υπήρξαμε και εμείς Αφγανοί», δήλωσε ο Ράμα, υπονοώντας τη φυγή χιλιάδων Αλβανών για να γλιτώσουν από το καθεστώς Χότζα.
Τα Βαλκάνια υπήρξαν από τις αρχές της δεκαετίας του ’90 καταφύγιο ανθρώπινων «παράπλευρων απωλειών» των πολεμικών συγκρούσεων και θρησκευτικών διενέξεων της Μέσης και ευρύτερης Ανατολής, ή όπως το έθεσε η έγκυρη ιστοσελίδα του Κοσόβου gazetaexpress «χώρος υγειονομικής ταφής», όπου κάθε ισχυρός ρίχνει τα «απόβλητά» του, όταν μετά τη χρήση τους δεν τα έχει πλέον ανάγκη.
Η πρώην Γιουγκοσλαβία
Η αρχή έγινε με την αιματηρή κατάρρευση της Γιουγκοσλαβίας και την έλευση –προς ενίσχυση των μουσουλμάνων της Βοσνίας– φανατικών μουτζαχεντίν από το Αφγανιστάν, εκπαιδευμένων και καλά εξοπλισμένων από τους Αμερικανούς στον αντισοβιετικό τζιχάντ. Είναι μάλλον δύσκολο να προσεγγίσει κανείς τον ακριβή αριθμό τους αλλά με βάση τις εκτιμήσεις διεθνών οργανώσεων και ξένων μυστικών υπηρεσιών, θα πρέπει να πολέμησαν στη Βοσνία περισσότεροι από τρεις χιλιάδες Αφγανοί ή και άλλοι Αραβες, «μαχητές του Αλλάχ». Πολλοί εξ αυτών με τη λήξη του γιουγκοσλαβικού εμφυλίου παρέμειναν στην ασταθή και ετοιμόρροπη τότε χώρα, όπου δημιούργησαν οικογένειες και συνέβαλαν τα μέγιστα στη ριζοσπαστικοποίηση του παραδοσιακά ήπιου μουσουλμανικού στοιχείου. Ακόμα και σήμερα υπάρχουν στη Βοσνία «χωριά των μουτζαχεντίν», όπου εφαρμόζεται η σαρία και στα οποία ακόμα και η αστυνομία αποφεύγει να εισέλθει.
Δεκαετίες ’80 και ’90
Οι ΗΠΑ κατά τις δεκαετίες του ’80 και του ’90, τόσο στο Αφγανιστάν όσο και στον πόλεμο του Κόλπου, χρησιμοποίησαν εναντίον των αντιπάλων (Ρώσων, Χομεϊνί, Σαντάμ Χουσεΐν) ισλαμιστικές ομάδες και φατρίες. Μετά την αποχώρησή τους από τις εμπόλεμες περιοχές, έπρεπε να τις προστατεύσουν ή και να τις ανταμείψουν. Με την εκδίωξη των Σοβιετικών από το Αφγανιστάν εμπειροπόλεμοι μουτζαχεντίν, «άνεργοι» πλέον, άφησαν τα εκεί βουνά· με την υποκίνηση και ενίσχυση (όπλα και χρήμα) ισλαμικών χωρών όπως: Σαουδική Αραβία, Υεμένη, Κατάρ, Ιράν κ.ά., αλλά και τα «στραβά μάτια», στην αρχή τουλάχιστον, των Αμερικανών, κατέφθασαν στα δάση της Βοσνίας, για να συνεχίσουν τον τζιχάντ.
Εκπαίδευσαν εκεί τον υποτυπώδη, τότε, στρατό των Βόσνιων μουσουλμάνων του Ιζετμπέκοβιτς, και πήραν μέρος σε σκληρές μάχες συμβάλλοντας τα μέγιστα στην αναχαίτιση της προέλασης των σερβοβοσνιακών στρατευμάτων του Μλάντιτς. Δεν έλειψαν, ωστόσο, οι εκ μέρους τους αγριότητες εις βάρος του αλλόδοξου σερβικού στοιχείου.
Οταν όμως μετά τη λήξη των εχθροπραξιών (Ντέιτον, 1995) επιχειρήθηκε από τη διεθνή κοινότητα η συγκρότηση στη Βοσνία – Ερζεγοβίνη κράτους στα δυτικά πρότυπα, ο σπόρος του ριζοσπαστικού Ισλάμ είχε δέσει για τα καλά «καρπούς» στον μουσουλμανικό πληθυσμό με την καθοριστική συμβολή των ξένων μουτζαχεντίν. Οι τελευταίοι ρίζωσαν στην Ευρώπη απολαμβάνοντας δόξα και τιμές στη μουσουλμανική κοινωνία και δουλεύοντας για τον ακραίο ουαχαβιτισμό. Η δουλειά στη βάση υπέρ του ακραίου Ισλάμ δεν άργησε να φανεί. Μετά την 11η Σεπτεμβρίου η Βοσνία καταχωρίσθηκε στον παγκόσμιο χάρτη της τρομοκρατίας ως πηγή αναβλύζουσα φανατικούς ισλαμιστές.
Οι δυτικές μυστικές υπηρεσίες συνέδεσαν τους ακραίους μουσουλμάνους της Βοσνίας (πνευματικούς απογόνους των μουτζαχεντίν) με αιματηρές τρομοκρατικές ενέργειες (Παρίσι, κ.ά.), ενώ και ο μεγαλύτερος αριθμός των φανατικών Βαλκάνιων τζιχαντιστών –που πολέμησε μέσα από τις γραμμές του Ισλαμικού Κράτους– προερχόταν από τη Βοσνία.
Ουιγούροι μουσουλμάνοι της Κίνας από το Γκουαντάναμο με αναφορές και αυτοί στο Αφγανιστάν καθώς και Ιρανοί, «μουτζαχεντίν του λαού», βρήκαν στο –όχι μακρινό παρελθόν– στέγη και θαλπωρή στη γειτονική μας Αλβανία κατόπιν «αιτήματος» των ΗΠΑ και όχι χωρίς προβλήματα για την οικοδεσπότη.
Από το Γκουαντάναμο
Την Παρασκευή 5η Μαΐου του 2006 ένα στρατιωτικό αεροσκάφος προσγειώθηκε στο αεροδρόμιο Ρίνα των Τιράνων. Με το που πάτησε στο έδαφος κατευθύνθηκε στο τέλος του διαδρόμου όπου στάθμευσε χωρίς να σβήσει τις μηχανές.
Οι επιβάτες του δεν ήταν τυχαίοι. Επρόκειτο για κρατουμένους στις φυλακές του Γκουαντάναμο, ύποπτους για τρομοκρατική δράση στο Πακιστάν και στο Αφγανιστάν. Οι Αμερικανοί, αφού τους ανέκριναν και τους «ξεζούμισαν» επί τεσσεράμισι χρόνια, και αποφάνθηκαν ότι πλέον δεν αποτελούσαν απειλή για τις ΗΠΑ, τους μετέφεραν στην Αλβανία για να τους ξεφορτωθούν. Οι άνθρωποι αυτοί δεν είχαν ούτε διαβατήρια ούτε χρήματα, και μέχρι να πατήσουν το πόδι στο έδαφος δεν γνώριζαν καν πού τους πήγαιναν.
Κινεζική αντίδραση
Η κυβέρνηση Μπερίσα δέχθηκε να τους παραχωρήσει πολιτικό άσυλο, προκαλώντας την έντονη αντίδραση της Κίνας.
Ο πρεσβευτής του Πεκίνου στα Τίρανα, Τιάν Τανγκτσούν, ζήτησε την έκδοσή τους υποστηρίζοντας ότι προέρχονται από την αυτόνομη περιοχή Σιαντζίνγκ στα βορειοδυτικά της Κίνας και είναι ισλαμιστές –μέλη της τρομοκρατικής οργάνωσης «Ανατολικό Τουρκιστάν» που φέρεται από τους Κινέζους να συμμετέχει στο δίκτυο της Αλ Κάιντα– και πολέμησαν στο πλευρό των Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν.
«Δεν ξέρουμε αν πρέπει να χαιρόμαστε μετά τα όσα φοβερά περάσαμε στις φυλακές του Πακιστάν, του Αφγανιστάν και του Γκουντάναμο ή αν τα χειρότερα ήταν μπροστά μας», μου είχε πει ένας εξ αυτών, ο Αμπού Μπακέρ Κιαζίν, όταν με την «Κ» τους συναντήσαμε στα Τίρανα.
Τελικά η Αλβανία, χώρα πολύ μικρή και αδύναμη για να αντέξει τον θυμό ενός γεωπολιτικού γίγαντα, άρχισε σιγά σιγά να τους διασπείρει σε χώρες της Ευρώπης, με τη βοήθεια των ΗΠΑ φυσικά, για να γλιτώσει από τα «δόντια» του κινεζικού δράκου.
Οι μουτζαχεντίν από το Ιράν
Δεν έγινε όμως το ίδιο και με τους Ιρανούς «Μουτζαχεντίν του Λαού» (ΜΕΚ), που απολαμβάνουν μια ήσυχη ζωή σε δικό τους οικισμό, είκοσι χιλιόμετρα έξω από τα Τίρανα στον δρόμο προς το Δυρράχιο. Πρόκειται για τρεις χιλιάδες πολεμιστές με τις οικογένειές τους, οι οποίοι αντιτάχθηκαν ενόπλως στο θεοκρατικό καθεστώς του Χομεϊνί και στον πόλεμο Ιράν – Ιράκ συντάχθηκαν με τον Σαντάμ Χουσεΐν. Με τη λήξη της πολύχρονης αιματοχυσίας πέρασαν στο Ιράκ απ’ όπου συνέχισαν τις επιθέσεις τους εναντίον του ιρανικού καθεστώτος.
Στα τέλη της δεκαετίας του ’80 οι ΗΠΑ τους κατέταξαν στις τρομοκρατικές οργανώσεις, για να τους αποχαρακτηρίσουν το 2009 και να αναγκαστούν να τους μεταφέρουν για λόγους προστασίας, μετά το γκρέμισμα του Σαντάμ Χουσεΐν και την άνοδο στην εξουσία στο Ιράκ φιλοϊρανικής κυβέρνησης. Το 2012 η κυβέρνηση Μπερίσα συμφώνησε να τους φιλοξενήσει στην Αλβανία, προκαλώντας τη μήνι των μουλάδων που θεωρούν τους κοσμικούς αντικαθεστωτικούς ΜΕΚ τρομοκρατική οργάνωση, αλλά και κάποιων φανατικών ιμάμηδων στα Τίρανα.
Οι σχέσεις Τιράνων – Τεχεράνης έφτασαν στα όρια της πλήρους ρήξης τον Δεκέμβριο του 2018, όταν η αλβανική κυβέρνηση απέλασε τον πρέσβη του Ιράν και έναν ακόμα διπλωμάτη με την κατηγορία ότι σχεδίαζαν τρομοκρατικές ενέργειες εις βάρος των φιλοξενούμενων «μουτζαχεντίν του λαού». «…Δεν πρέπει να μας συγχέετε με τους μουτζαχεντίν του Αφγανιστάν. Εκείνοι χρησιμοποιούσαν τα όπλα για να επιβάλλουν τις απόψεις τους, εμείς πολεμάμε για τις ιδέες μας με όπλο τη δημοκρατία. Δεν είμαστε τρομοκράτες και πολεμοχαρείς», είχε δηλώσει στην «Κ» ο εξηντάχρονος μυστακοφόρος Σαχριέρ Κιαμανσέχ, κατά την επίσκεψή μας το 2016 στον πρώτο καταυλισμό τους στα Τίρανα.
Τώρα οι βαλκανικές χώρες ετοιμάζονται να υποδεχθούν και να φιλοξενήσουν μια νέα φουρνιά πολεμικών φυγάδων, ανθρώπων που στήριξαν το εγχείρημα της Δύσης για ένα νέο «δημοκρατικό Αφγανιστάν».
Οι έξωθεν «προστάτες»
Οι συνθήκες, όπως και οι περιπτώσεις των «φιλοξενουμένων», ασφαλώς και δεν είναι ίδιες. Το Ισλάμ στα Βαλκάνια δεν έχει πλέον τα κοσμοπολίτικα χαρακτηριστικά περασμένων εποχών. Η ακραία ερμηνεία του Κορανίου και δι’ αυτού ο θρησκευτικός φανατισμός, επελαύνει στους πληθυσμούς. Οι έξωθεν «προστάτες», με κορυφαίο τον Ερντογάν, εργάζονται μεθοδικά και με επιτυχία για τη χειραγώγηση και σταδιακή πρόσδεση των Βαλκάνιων «αδερφών» στο άρμα των γεωπολιτικών τους συμφερόντων.