Τα κεντροαριστερά κόμματα αναδείχθηκαν οι μεγαλύτεροι νικητές των γερμανικών εκλογών. Τόσο το SPD όσο και οι Πράσινοι κέρδισαν περισσότερο από 5% σε σύγκριση με τα αποτελέσματά τους στις τελευταίες ομοσπονδιακές εκλογές το 2017.
Το συντηρητικό μπλοκ υπέστη μεγάλες απώλειες καθώς η εποχή της Άγκελα Μέρκελ τελειώνει. Σημείωσε πτώση μεγαλύτερη από 8% σε σχέση με τις προηγούμενες εκλογές, καταγράφοντας το χειρότερο αποτέλεσμά του από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Συγκεκριμένα, το SPD συγκεντρώνει το 25,7% των ψήφων, το καλύτερο αποτέλεσμα που έχει καταγράψει εδώ και πολλά χρόνια, ενώ τα CDU/CSU έλαβαν 24,1% (-8,9% σε σύγκριση με τις προηγούμενες εκλογές), σημείωσαν με άλλα λόγια τη χειρότερη επίδοση στην ιστορία τους, καθώς, όπως αναφέρει ο Guardian, το χαμηλότερο ποσοστό που το κόμμα της Άγκελα Μέρκελ, του Χέλμουτ Κολ και του Κόνραντ Αντενάουερ είχε ποτέ εξασφαλίσει ήταν 31% το 1949.
Σε έναν τόσο σφιχτό αγώνα, οι δυνατότητες συνασπισμού παραμένουν ασαφείς.
Σύμφωνα με τα προκαταρκτικά αποτελέσματα, μία επιλογή είναι η συνέχεια του «μεγάλου συνασπισμού» του συντηρητικού μπλοκ CDU/CSU και του SPD που κυβερνά τη Γερμανία από το 2013.
Ωστόσο, με τα δύο μεγαλύτερα κόμματα να δεσμεύονται να δημιουργήσουν την επόμενη κυβέρνηση, η Γερμανία θα μπορούσε να οδηγηθεί σε έναν τριμερή συνασπισμό για πρώτη φορά από τη δεκαετία του 1960 σε ομοσπονδιακό επίπεδο.
Οι επιλογές περιλαμβάνουν έναν συνασπισμό μεταξύ του CDU/CSU, των Πρασίνων και του FDP.
Εναλλακτικά, το SPD θα μπορούσε επίσης να επιδιώξει να συνεργαστεί με τους Πράσινους και το FDP.
Όλα τα κόμματα έχουν αποκλείσει τη σύναψη συνασπισμού με το AfD.
Ο Σολτς γιόρτασε τα εκλογικά αποτελέσματα στα κεντρικά γραφεία του SPD στο Βερολίνο, λέγοντας σε ένα πλήθος ενθουσιωδών υποστηρικτών ότι οι ψηφοφόροι κατέστησαν σαφές ότι θέλουν να είναι αυτός ο «επόμενος καγκελάριος».
«Έχουμε ό, τι χρειάζεται για να κυβερνήσουμε μια χώρα», είπε. «Ας περιμένουμε τα τελικά αποτελέσματα, αλλά μετά θα αρχίσουμε να δουλεύουμε».
Ο υποψήφιος των Χριστιανοδημοκρατών, Αρμιν Λάσετ, είπε ότι το συντηρητικό μπλοκ θα κάνει «ό ,τι μπορεί για να σχηματίσει μια νέα κυβέρνηση, παρά την εκλογική πτώση».
«Δεν μπορούμε να είμαστε ικανοποιημένοι με τα αποτελέσματα των εκλογών”, είπε ο Λασκέτ στους υποστηρικτές του.
«Θα κάνουμε ό, τι μπορούμε για να οικοδομήσουμε μια κυβέρνηση υπό τους συντηρητικούς, επειδή οι Γερμανοί χρειάζονται τώρα έναν συνασπισμό που να εκσυγχρονίσει τη χώρα μας», είπε. «Πιθανότατα θα είναι η πρώτη φορά που θα έχουμε κυβέρνηση με τρεις εταίρους».
Η υποψήφια των Πρασίνων, Αναλένα Μπέρμποκ, παραδέχτηκε ότι το κόμμα της δεν απέδωσε τόσο καλά όσο αναμενόταν, παρά το γεγονός ότι κέρδισε περισσότερες ψήφους από ό, τι στις τελευταίες ομοσπονδιακές εκλογές.
«Θέλαμε περισσότερα. Δεν το πετύχαμε, εν μέρει λόγω των λαθών που κάναμε στην αρχή της καμπάνιας – λαθών που έγιναν από εμένα προσωπικά», είπε στους υποστηρικτές της.
Ο σχηματισμός κυβέρνησης
Η διαδικασία σχηματισμού μπορεί να διαρκέσει εβδομάδες, ή και μήνες.
Οι διαπραγματεύσεις συνασπισμού το 2017 ήταν οι μεγαλύτερες σε διάρκεια στη γερμανική ιστορία, αφήνοντας τη χώρα χωρίς κυβέρνηση για σχεδόν έξι μήνες. Αυτό συμβαίνει επειδή το FDP αποχώρησε από τις συνομιλίες μεταξύ του CDU και του κόμματος των Πρασίνων μετά από έναν μήνα διαπραγματεύσεων. Τα τελευταία οκτώ χρόνια, τα δύο μεγαλύτερα κόμματα, το CDU και το SPD, κυβέρνησαν μαζί με την Άγκελα Μέρκελ ως καγκελάριο.
Μένει πλέον να δούμε αν η διαδικασία θα προχωρήσει πιο γρήγορα αυτή τη φορά – ειδικά αν οι πολιτικές προτεραιότητες των εταίρων ευθυγραμμιστούν περισσότερο.
Πηγή: Deutsche Welle