Μεγάλες είναι οι ευθύνες της Δύσης για τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, σύμφωνα με τον Νιλ Φέργκιουσον. Μιλώντας αποκλειστικά στην «Κ», ο διάσημος Βρετανός ιστορικός στηλιτεύει τις υποσχέσεις χωρίς αντίκρισμα του ΝΑΤΟ προς το Κίεβο, που το εξέθεσαν στις άγριες ορέξεις του Βλαντιμίρ Πούτιν. Ο Φέργκιουσον προέβλεψε την εισβολή σε στήλη του για το Bloomberg στις αρχές Ιανουαρίου. Στην πιο πρόσφατη στήλη του, ήταν ιδιαίτερα επικριτικός απέναντι στον Τζο Μπάιντεν, συγκρίνοντάς τον με τον Τζίμι Κάρτερ.
Δεν είναι άδικη αυτή η σύγκριση; Ο Μπάιντεν ένωσε τη δυτική συμμαχία, η οποία επέβαλε σφοδρότατες κυρώσεις στο ρωσικό καθεστώς. Η ρωσική οικονομία έχει κλονιστεί, το Κρεμλίνο είναι διπλωματικά απομονωμένο και το ΝΑΤΟ ανανεωμένο. Τι άλλο θα μπορούσε να είχε κάνει;
«Εχει ξεσπάσει ένας μείζων πόλεμος στην Ουκρανία και χιλιάδες άνθρωποι πεθαίνουν. Αυτό δεν είναι σπουδαία εξέλιξη», απαντά. «Ούτε είναι σπουδαία εξέλιξη να απομονωθεί η Ρωσία και να οδηγηθεί στην αγκαλιά της Κίνας. Το να θεωρήσουμε αυτό που συμβαίνει επιτυχία αφαιρεί κάθε νόημα από την έννοια της υψηλής στρατηγικής. Πρόκειται περί αποτυχίας. Η διοίκηση Μπάιντεν έκανε μια σειρά από λάθη που αύξησαν σημαντικά την πιθανότητα ενός πολέμου. Πρώτον, επιβράδυνε τη ροή των όπλων προς την Ουκρανία. Δεύτερον, προχώρησε σε άρση των κυρώσεων κατά του αγωγού Nord Stream 2. Και τρίτον, ξεκαθάρισε ότι θα επιβάλλονταν κυρώσεις στη Ρωσία μόνο αν ο Πούτιν δρούσε [κατά της Ουκρανίας]. Αυτές οι κινήσεις κατέστησαν την εισβολή περίπου αναπόφευκτη. Στη συνέχεια επιχείρησαν να τον σταματήσουν, αποκαλύπτοντας τις πληροφορίες που είχαν συλλέξει για τα σχέδιά του, το οποίο ήταν μια μορφή μαγικής σκέψης. Και η πιο ερασιτεχνική κίνηση όλων ήταν όταν επιχείρησαν να επιστρατεύσουν τους Κινέζους, ενώ ήταν σαφές ότι οι Κινέζοι είχαν δώσει στον Πούτιν το πράσινο φως».
Η σημερινή Ρωσία, τονίζει, «δεν είναι η Σοβιετική Ενωση. Η οικονομία της είναι ίσου μεγέθους με του Βελγίου συν της Ολλανδίας. Οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ είναι σαφώς ανώτεροι στρατιωτικά. Δυστυχώς αποτύχαμε να κάνουμε χρήση της ισχύος μας για να αποτρέψουμε την εισβολή».
Υπήρχαν δύο τρόποι σωστού χειρισμού της υπόθεσης, σύμφωνα με τον Φέργκιουσον. «Είτε οι ΗΠΑ έπρεπε να αποσύρουν από το τραπέζι την προοπτική ένταξής της στο ΝΑΤΟ και να γίνει η Ουκρανία μία ουδέτερη χώρα με εγγυήσεις ασφαλείας, κάτι που πρότεινε πριν από οκτώ χρόνια ο Χένρι Κίσινγκερ· είτε θα έπρεπε να φροντίσουν η Ουκρανία να μπορεί να υπερασπιστεί τον εαυτό της, ώστε να αποτρέψουν τη ρωσική εισβολή. Δεν έγινε κανένα από τα δύο. Αντ’ αυτού, είπαμε στην Ουκρανία ότι επί της αρχής μπορεί να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ, αφήνοντας να εννοηθεί ότι αυτό δεν θα γίνει ποτέ. Κι αυτό την άφησε σε εξαιρετικά αδύναμη θέση».
Ο Φέργκιουσον σημειώνει ότι, παρά την επιτυχημένη ενσωμάτωση πρώην σοβιετικών δημοκρατιών και πρώην μελών του Συμφώνου της Βαρσοβίας στο ΝΑΤΟ, η συμπερίληψη της Ουκρανίας και της Γεωργίας στη λίστα των εν δυνάμει μελών της Συμμαχίας «άγγιξε τον σκληρό πυρήνα της ρωσικής ασφάλειας, όπως την αντιλαμβάνεται ο Πούτιν. Το χειρότερο όμως είναι ότι δεν το εννοούσαμε. Το να δημιουργήσουμε αυτήν την πιθανότητα χωρίς τη βούληση να την κάνουμε πράξη ήταν τρομακτικά ανεύθυνο».
Η μόνη νίκη που θα μπορούσε να πετύχει πλέον ο Πούτιν είναι πύρρειος. Κάθε μέρα που περνάει τα πράγματα πηγαίνουν χειρότερα γι’ αυτόν.
Η αποτυχία της Δύσης, πάντως, όπως υπογραμμίζει, δεν μεταφράζεται σε επιτυχία του Ρώσου προέδρου. «Η μόνη νίκη που θα μπορούσε να πετύχει πλέον είναι πύρρειος. Με κάθε μέρα που περνάει τα πράγματα πηγαίνουν χειρότερα γι’ αυτόν: η αντίσταση των Ουκρανών είναι συγκλονιστική και οι επιδόσεις των ρωσικών δυνάμεων είναι ανεπαρκείς. Ο εφιάλτης του Πούτιν είναι ότι θα αποτύχει να κυριεύσει γρήγορα το Κίεβο και μετά θα πρέπει να καταφύγει σε καταστροφικούς βομβαρδισμούς που θα επιδεινώσουν περαιτέρω την ήδη δεινή θέση του διεθνώς».
Ο συσχετισμός στρατιωτικών δυνάμεων εξακολουθεί να ευνοεί τη Ρωσία, σημειώνει ο Βρετανός ιστορικός, senior fellow σήμερα στο ινστιτούτο Hoover του Πανεπιστημίου του Stanford. «Αλλά έχουν χάσει τη δυναμική τους και αυτό είναι πολύ σημαντικό. Αναδύεται η πιθανότητα ότι ο Πούτιν δεν θα πετύχει καν μία πύρρειο νίκη, θα εμπλακεί σε έναν παρατεταμένο πόλεμο με αβέβαιη έκβαση και θα πρέπει να αναζητήσει μία διπλωματική διέξοδο. Και αυτό πλέον έχει καταστεί πολύ δύσκολο».
Πόσο μόνιμη θα είναι η ζημιά στη φήμη της Ρωσίας στη Δύση από τον πόλεμο; «Θα έχει μεγάλη διάρκεια. Η Ευρώπη έχει μία μεγάλη παράδοση ρωσοφοβίας, από τον 19ο αιώνα, όταν παρουσιαζόταν ως η δεσποτική ανατολική αυτοκρατορία. Και ο Πούτιν μας παρέχει νέο υλικό για να αναβιώσει αυτή η οπτική».
Ο Φέργκιουσον είναι λιγότερο βέβαιος ότι θα είναι εξίσου μεγάλης διάρκειας οι αλλαγές πολιτικής που θα επιφέρει η εισβολή. «Η γερμανική κοινή γνώμη έχει κάποιες σπασμωδικές μεταπτώσεις, όπως η υποστήριξη για τους Σύρους πρόσφυγες το 2015, που δεν κράτησε πολύ. Αναρωτιέμαι λοιπόν αν οι πολιτικές που προκηρύσσονται σε συνθήκες ευρείας έκφρασης συμπάθειας για τον ουκρανικό λαό θα επιβιώσουν όταν έλθει ο λογαριασμός – το υψηλότερο κόστος ενέργειας και οι υψηλότεροι φόροι που θα χρηματοδοτήσουν τις νέες αμυντικές δαπάνες».
O παράγοντας Κίνα
Σχετικά με τον ρόλο που μπορεί να παίξει η Κίνα στην έκβαση της σύρραξης, ο Φέργκιουσον εκτιμά ότι θα επιχειρήσει να παίξει τον ρόλο του διαμεσολαβητή – «έναν ρόλο που θα έπρεπε οι ΗΠΑ να διαφυλάξουν για τον εαυτό τους». Για τον Πούτιν, σημειώνει, μία συμφωνία ειρήνης με κινεζική διαμεσολάβηση είναι «σαφώς προτιμότερη» από οτιδήποτε προκύψει με την εμπλοκή της Ουάσιγκτον.
«Είναι δύσκολο να φανταστώ ότι η Ρωσία και η Ουκρανία μπορούν να καταλήξουν σε συμφωνία ειρήνης υπό την αιγίδα της Κίνας», παραδέχεται. «Αλλά το 1905 η Ρωσία και η Ιαπωνία συμφώνησαν να τερματίσουν τις εχθροπραξίες υπό την αιγίδα των Αμερικανών. Δεν θα είναι το πιο περίεργο πράγμα που έχει συμβεί».
Το τέχνασμα
Παρότι προειδοποιεί ότι θα επηρεάσουν αρνητικά και τις οικονομίες της Δύσης, ο Φέργκιουσον δηλώνει εντυπωσιασμένος από τις κυρώσεις της Ε.Ε. κατά της Ρωσίας. «Σίγουρα δεν περίμενα τέτοια αλλαγή στον τόνο, αλλά και επί της ουσίας, από τη Γερμανία, όπως και την ταχύτητα με την οποία επιβλήθηκαν οι κυρώσεις», σημειώνει. «Νομίζω και ο Πούτιν εξεπλάγη. Η οικονομία του έχει γονατίσει. Το εύλογο επόμενο βήμα είναι να αποφασιστεί εμπάργκο κατά των εξαγωγών ορυκτών καυσίμων – ειδικά του πετρελαίου, που είναι η βασική πηγή εσόδων για τη Ρωσία. Η πιθανότητα να γίνει αυτό έχει αυξηθεί σημαντικά. Η τιμή του πετρελαίου δείχνει ότι η αγορά το έχει προεξοφλήσει». Ο Πούτιν έχει απειλήσει χώρες που στηρίζουν το Κίεβο, με ανυπολόγιστες συνέπειες, και έχει ανεβάσει τον βαθμό ετοιμότητας των πυρηνικών του δυνάμεων. Πόσο τον ανησυχεί το ενδεχόμενο ο πόλεμος να ξεφύγει από τα σύνορα της Ουκρανίας – ή να επεκταθεί σε μέσα πέραν των συμβατικών; «Σε κάποιο βαθμό έχει ξεφύγει από τα ουκρανικά σύνορα – τόσο στην οικονομία όσο και στον κυβερνοχώρο», λέει. «Η πιθανότητα ενός ευρύτερου συμβατικού πολέμου είναι πολύ μικρή, γιατί ο Πούτιν δεν έχει τη δυνατότητα για κάτι τέτοιο, ενώ καμία χώρα του ΝΑΤΟ δεν έχει τη διάθεση να στείλει στρατεύματα στην Ουκρανία. Η πιθανότητα μιας πυρηνικής επίθεσης είναι επίσης μικρή. Ο Πούτιν χρησιμοποιεί ένα παλιό ψυχροπολεμικό τέχνασμα: ανεβάζει το επίπεδο πυρηνικής απειλής ώστε να εκφοβίσει τον αντίπαλο. Μιλάει για την ιστορική ενότητα του ρωσικού και του ουκρανικού λαού· το μήνυμα αυτό αντικρούεται κάπως αν ρίξει πυρηνικά στο Κίεβο. Συνεπώς ήταν μπλόφα. Αλλά πέτυχε, γιατί οι Ευρωπαίοι άλλαξαν γνώμη σχετικά με το ενδεχόμενο να δανείσουν μαχητικά αεροσκάφη στην Ουκρανία, ενώ τερματίστηκε κάθε συζήτηση για ζώνη αεροπορικού αποκλεισμού».