Οι εκμυστηρεύσεις του δικαστή του Λος Αντζελες, που έκρινε το 1977 την υπόθεση συνεύρεσης του διάσημου σκηνοθέτη Ρομάν Πολάνσκι με ανήλικη, στον δικηγόρο που εκπροσωπούσε τον κατηγορούμενο ήταν η αιτία που ο σκηνοθέτης διέφυγε από τις ΗΠΑ στην Ευρώπη. Ο δικαστής είχε δηλώσει ότι θα υπαναχωρούσε των δεσμεύσεών του και θα έστελνε τον Πολάνσκι στη φυλακή.
Αυτό είχε καταθέσει σε διαβαθμισμένο έγγραφο ο, συνταξιούχος πια, πρώην αναπληρωτής περιφερειακός εισαγγελέας Ρότζερ Γκάνσον. Τα νέα δεδομένα ενισχύουν την αρχική τοποθέτηση του φυγόδικου σκηνοθέτη ότι αποφάσισε να διαφύγει από τις ΗΠΑ επειδή δεν είχε τύχει δίκαιης δίκης.
Σε κατάθεση που έδωσε το 2010, κεκλεισμένων των θυρών, ο Γκάνσον τόνισε ότι ο δικαστής αθέτησε την υπόσχεση που είχε δώσει στον Πολάνσκι να τον αφήσει ελεύθερο, μετά τη σχετική πραγματογνωμοσύνη αξιωματούχων των φυλακών της πολιτείας. «Ο δικαστής τού το είχε υποσχεθεί δύο φορές και μετά υπαναχώρησε», κατέθεσε ο Γκάνσον. «Εμένα δεν με εξέπληξε το γεγονός ότι μόλις έμαθε ότι θα μπει στη φυλακή έπαψε να εμπιστεύεται τον δικαστή».
Νέα δεδομένα ενισχύουν την τοποθέτηση του φυγόδικου σκηνοθέτη, ο οποίος αποφάσισε να διαφύγει από τις ΗΠΑ στην Ευρώπη επειδή δεν εμπιστευόταν τον δικαστή.
Ο Χάρλαντ Μπράουν, δικηγόρος υπεράσπισης του σκηνοθέτη, την Παρασκευή, εν αναμονή της δημοσιοποίησης των διαβαθμισμένων καταθέσεων, δήλωσε ότι η εξέλιξη θα ανανεώσει τις προσπάθειές του να δικαστεί ο Πολάνσκι ερήμην, ώστε να μη θεωρείται πλέον φυγόδικος.
Δημοσιοποίηση εγγράφων
Η δημοσιοποίηση των εγγράφων, η οποία έγινε μετά την απόφαση του εφετείου της Καλιφόρνιας επειδή ο νέος περιφερειακός εισαγγελέας Τζορτζ Γκασκόν σταμάτησε να εκφέρει αντιρρήσεις για αυτό, όπως έπρατταν οι προκάτοχοί του, ενισχύει τους ισχυρισμούς του σκηνοθέτη ότι κρίθηκε από έναν διεφθαρμένο δικαστή. Ο δικαστής Λόρενς Ρίτερμπραντ, που έχει αποβιώσει, επηρεάστηκε από τη δημοσιότητα που είχε λάβει η υπόθεση και αμφιταλαντευόταν μέχρι την τελευταία στιγμή σχετικά με την ποινή που θα βάρυνε τον σκηνοθέτη. Ο Ρίτερμπραντ διέταξε τον εγκλεισμό του στο σωφρονιστικό κατάστημα προκειμένου να αξιολογηθεί ποια είναι η ποινή που του προσήκει. Τότε του είχε υποσχεθεί ότι αν η εμπειρογνωμοσύνη ήταν θετική, δεν θα χρειαζόταν επιπρόσθετος εγκλεισμός του. Μετά την παραμονή του στις φυλακές επί έξι εβδομάδες, ο Πολάνσκι αφέθηκε ελεύθερος με την πρόταση να τεθεί υπό επιτήρηση, δήλωσε ο Μπράουν. Ομως, όπως κατέθεσε ο Γκάνσον, ο δικαστής θεώρησε ότι η αξιολόγηση των υπευθύνων των φυλακών και η πρόταση επιτήρησης ήταν πρόχειρες και επιφανειακές και συνιστούσαν απόπειρα συγκάλυψης. Στη συνέχεια ο Ρίτερμπραντ παραδέχθηκε τόσο στον Γκάνσον όσο και στον δικηγόρο του κατηγορουμένου ότι θα έπρεπε να τηρήσει σκληρότερη στάση εξαιτίας της έντονης κριτικής που του ασκούσαν τα ΜΜΕ, αποκαλύπτοντας ότι επρόκειτο να καταδικάσει τον σκηνοθέτη σε μεγαλύτερη ποινή, αλλά θα φρόντιζε να αφεθεί ελεύθερος μετά 120 ημέρες. Ο Πολάνσκι, αδυνατώντας να εμπιστευθεί ένα δικαστή που του είχε πει δύο φορές ψέματα, διέφυγε στην Ευρώπη. Το θύμα του, Σαμάνθα Γκέιμερ, έχει επανειλημμένως ζητήσει να τεθεί στο αρχείο η υπόθεση ή να δικαστεί ερήμην ο σκηνοθέτης. O Πολάνσκι άλλωστε συμφώνησε να καταβάλει στη γυναίκα 600.000 ευρώ, εξωδικαστικά, προκειμένου να μη φτάσει στο δικαστήριο η αγωγή που είχε καταθέσει.