Ανακήρυξη του Ιράν σε Ισλαμική Δημοκρατία

Ανακήρυξη του Ιράν σε Ισλαμική Δημοκρατία

Επιβολή σιιτικού θεοκρατικού καθεστώτος

7' 35" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Επειτα από πολλούς μήνες επαναστατικού αναβρασμού στο Ιράν και καθώς είχαν αποτύχει όλες οι απόπειρες καταστολής των διαδηλωτών ή συμβιβασμού με την ετερόκλητη αντιπολίτευση, ο σάχης Μoχάμετ Ρεζά Παχλεβί και η αυτοκρατορική οικογένεια εγκατέλειψαν «προσωρινά» το Ιράν στα μέσα Ιανουαρίου 1979. Την εξουσία είχε ήδη αναλάβει ένας μετριοπαθής ηγέτης της αντιπολίτευσης, ο Σαπούρ Μπαχτιάρ, ο οποίος, αφού σχημάτισε μεταβατική κυβέρνηση, ήλπιζε να του δοθεί η ευκαιρία και ο χρόνος ώστε να εξομαλυνθεί η πολιτική κατάσταση, να καταλαγιάσουν τα πάθη και ελεύθερα ο ιρανικός λαός να επιλέξει τη μορφή του πολιτεύματος που επιθυμούσε.

Δημοψήφισμα: Μοναρχία ή ισλαμικό κράτος;

Ο Μπαχτιάρ δεν είχε λαϊκά ερείσματα ούτε την υποστήριξη κάποιας οργανωμένης πολιτικής δύναμης. Ακόμη και οι ιρανικές ένοπλες δυνάμεις παρουσίαζαν σημάδια αποσύνθεσης και η ηγεσία τους αποδείχθηκε απρόθυμη να υπακούσει στην κυβέρνηση. Οταν την 1η Φεβρουαρίου 1979 ο Χομεϊνί επέστρεψε από την εξορία τυγχάνοντας θριαμβευτικής υποδοχής, άρχισε η αντίστροφη μέτρηση για την επιβολή θεοκρατικού καθεστώτος στο Ιράν. Ο Χομεϊνί και οι υποστηρικτές του, οργανωμένοι στο Ισλαμικό Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, αποτελούσαν την πιο καλά οργανωμένη ομάδα στο Ιράν ήδη πριν από τη φυγή του σάχη και γρήγορα επέβαλαν τις απόψεις τους, αρχικά παρακάμπτοντας και αργότερα συντρίβοντας κάθε αντίθετη φωνή.
Ετσι, η κατά βάσιν αστική επανάσταση που είχε ανατρέψει τον σάχη μετατράπηκε σε ισλαμική, που εγκαθίδρυσε ένα άτεγκτο σιιτικό θεοκρατικό καθεστώς. Μέσα σε λίγες ημέρες η μεταβατική κυβέρνηση Μπαχτιάρ αντικαταστάθηκε ντε φάκτο από μια νέα με πρωθυπουργό τον Μεχντί Μπαζαργκάν. Ωστόσο, ήδη μεγάλο μέρος της πραγματικής εξουσίας βρισκόταν στα χέρια ενός δεκαπενταμελούς Επαναστατικού Συμβουλίου. Ολα τα μέλη αυτού του οργάνου είχαν επιλεγεί από τον Χομεϊνί και η πλειοψηφία τους ήταν πιστοί σε εκείνον φονταμενταλιστές κληρικοί. Επίσης, ξεκίνησε και η διαδικασία εκφοβισμού όσων δεν συμφωνούσαν με την ιδεολογία και τους στόχους του Χομεϊνί. Σε πρώτη φάση, επιτροπές θρησκευτικού χαρακτήρα άρχισαν να πραγματοποιούν περιπολίες με σκοπό την επιβολή του ισλαμικού κώδικα συμπεριφοράς 
και εμφάνισης.

Στο δημοψήφισμα της 31ης Μαρτίου 1979 εγκρίθηκε το νέο πολίτευμα της χώρας. Οι ψηφοφόροι κλήθηκαν να ψηφίσουν είτε υπέρ της διατήρησης της μοναρχίας (κάτι που φάνταζε απίθανη προοπτική) είτε κατά της μοναρχίας με ταυτόχρονη εγκαθίδρυση ισλαμικού κράτους, δίχως να υπάρχει τρίτη επιλογή. Ο πρωθυπουργός Μπαζαργκάν, που δεν ήταν φανατικός ισλαμιστής, επιθυμούσε να υπάρχει ως επιλογή και η εγκαθίδρυση ενός μετριοπαθούς αβασίλευτου καθεστώτος, αλλά ο Χομεϊνί αρνήθηκε. Υπό αυτές τις συνθήκες, το Ιράν ανακηρύχθηκε Ισλαμική Δημοκρατία, όπου την ουσιαστική εποπτεία του καθεστώτος θα είχε ο πανίσχυρος Ανώτατος Ηγέτης της Επανάστασης (θέση που μέχρι τον θάνατό του το 1989 ανέλαβε ο Χομεϊνί). Το Σύνταγμα του νέου καθεστώτος θα καθοριζόταν μελλοντικά –αυτό αντικατόπτριζε και τις συνεχιζόμενες διαφωνίες Χομεϊνί και Μπαζαργκάν– από ένα συμβούλιο εμπειρογνωμόνων, όπου και πάλι πλειοψηφούσαν συνεργάτες του Χομεϊνί. Παράλληλα, τον Απρίλιο του 1979 ιδρύθηκε μια ανεπίσημη θρησκευτική πολιτοφυλακή –οι Φρουροί της Επανάστασης («Πασνταράν»)– που αποτέλεσαν τους «πραιτωριανούς» του νέου θεοκρατικού καθεστώτος και το κύριο όργανο της άγριας καταστολής των αντιφρονούντων. Ακόμη, άρχισαν να τίθενται σε εφαρμογή νέοι νόμοι, που πλέον δεν βασίζονταν στο κοσμικό δίκαιο αλλά στο Κοράνι: ενδεικτικά, οι γυναίκες όφειλαν να καλύπτουν το κεφάλι τους στους δημόσιους χώρους, το αλκοόλ απαγορεύτηκε, οι μη ισλαμικές επιρροές εκριζώθηκαν από την εκπαίδευση.

Ανακήρυξη του Ιράν σε Ισλαμική Δημοκρατία-1
31.3.1979. Οι συγκρούσεις την ημέρα του δημοψηφίσματος στο Ιράν στον τίτλο του πρωτοσέλιδου της «Κ».

Κατάληψη της αμερικανικής πρεσβείας

Την περίοδο αυτή παγιώθηκε και κλιμακώθηκε η αντιπαλότητα ανάμεσα στο θεοκρατικό Ιράν και στις ΗΠΑ. Αφορμή γι’ αυτό υπήρξε και το γεγονός ότι δόθηκε η άδεια στον –καρκινοπαθή– σάχη να εισέλθει στις ΗΠΑ και να νοσηλευθεί εκεί. Ετσι, στις 4 Νοεμβρίου 1979, νεαροί Ιρανοί σπουδαστές και φανατικοί υποστηρικτές του θεοκρατικού καθεστώτος εισέβαλαν στην αμερικανική πρεσβεία στην Τεχεράνη συλλαμβάνοντας δεκάδες Αμερικανούς διπλωμάτες και πολίτες ως ομήρους. Σε αυτή την ενέργεια δεν είχαν ανάμειξη οι ιρανικές αρχές, ενώ η κυβέρνηση Μπαζαργκάν παραιτήθηκε λίγες ημέρες μετά. Στην πραγματικότητα, ο Χομεϊνί είχε ενθαρρύνει και υποκινήσει τους καταληψίες της πρεσβείας προκειμένου να οδηγήσει στα άκρα τις σχέσεις Ιράν – ΗΠΑ και να συσπειρώσει τους Ιρανούς γύρω από την πολιτική του. Η ομηρία των Αμερικανών διπλωματών, κατά παράβαση κάθε κανόνα της διπλωματίας, προκάλεσε σοκ και οργή στην αμερικανική ηγεσία και κοινή γνώμη. Ακολούθησαν άκαρπες διαπραγματεύσεις, κατά τις οποίες οι Ιρανοί μάταια ζήτησαν την έκδοση του σάχη στο Ιράν ώστε να δικαστεί. Σε κάθε περίπτωση, ο έκπτωτος σάχης εγκατέλειψε τις ΗΠΑ τον Δεκέμβριο του 1979, μερικές εβδομάδες μετά την κατάληψη της αμερικανικής πρεσβείας, και κατέφυγε τελικά στην Αίγυπτο, όπου και πέθανε στα τέλη Ιουλίου του 1980.

Ωστόσο η κρίση στις σχέσεις των ΗΠΑ και του νέου ιρανικού καθεστώτος είχε λάβει πια τη δική της δυναμική και οι Ιρανοί δεν εμφανίζονταν διατεθειμένοι να απελευθερώσουν τους ομήρους. Το επεισόδιο έληξε οριστικά μόνο τον Ιανουάριο του 1981, αφού είχε προηγηθεί τον Απρίλιο του 1980 μια αποτυχημένη αμερικανική απόπειρα να απελευθερωθούν οι όμηροι με στρατιωτικά μέσα. Η επιδείνωση των σχέσεων με τις ΗΠΑ ευνόησε τη δημοφιλία του νέου καθεστώτος στο εσωτερικό του Ιράν, αλλά και σε μερίδα της μουσουλμανικής κοινής γνώμης ανά την υφήλιο. Επίσης, υπέρ του Χομεϊνί και της ενίσχυσης της θέσης του στο εσωτερικό λειτούργησε και η επίθεση του Ιράκ εναντίον του Ιράν τον Σεπτέμβριο του 1980, αφού ο ιρανικός λαός συσπειρώθηκε πέριξ της ηγεσίας του.

Ετσι, η Ιρανική Επανάσταση είχε μετατραπεί σε ισλαμική επανάσταση περνώντας στη ριζοσπαστική/ακραία φάση της. Ο Χομεϊνί και οι οπαδοί του αγωνίστηκαν για να παγιώσουν τη θέση τους εξαλείφοντας –πολιτικά ή φυσικά– τους αντιπάλους τους. Μεσούσης (και εν μέρει εξαιτίας) της κρίσης των ομήρων, ο Χομεϊνί επικράτησε έναντι του Μπαζαργκάν και στις αρχές Δεκεμβρίου του 1979 εξασφάλισε την υπερψήφιση (με 99%) του νέου συντάγματος του Ιράν. Κατά την επόμενη διετία, οι φονταμενταλιστές εξανάγκασαν σε παραίτηση και φυγή και τον πρόεδρο Μπάνι Σαντρ (είχε εκλεγεί από τον λαό τον Φεβρουάριο του 1980). Εξόντωσαν επίσης τις οργανώσεις των αντιπάλων του Χομεϊνί, από το κομμουνιστικό κόμμα Τουντέχ έως αντιφρονούντες ισλαμιστές.

Ανακήρυξη του Ιράν σε Ισλαμική Δημοκρατία-2
Διαδηλωτές μπροστά στην αμερικανική πρεσβεία στην Τεχεράνη, η οποία έχει ήδη καταληφθεί. Η κρίση των ομήρων διήρκεσε μέχρι τις αρχές του 1981. Φωτ. ASSOCIATED PRESS

Η θέση του νέου καθεστώτος στη διεθνή σκηνή

Στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής, ο Χομεϊνί διακήρυξε ότι το Ιράν δεν θα ακολουθούσε ούτε φιλοδυτική ούτε φιλοσοβιετική πολιτική, αλλά ανεξάρτητη «φιλο-ισλαμική», ενώ ως βασικός στόχος διακηρυσσόταν η ενίσχυση όλων των καταπιεσμένων εναντίον των ισχυρών σε όλο τον κόσμο. Ετσι, το νέο καθεστώς είχε συνδυάσει την ισλαμική θρησκεία με μια επαναστατική ιδεολογία και ρητορεία. Ο Χομεϊνί κλιμάκωσε τη βιτριολική ρητορική του έναντι των ΗΠΑ, τις οποίες αποκαλούσε «μεγάλο σατανά». Εύλογα, η ένταση που προκλήθηκε εξαιτίας της κρίσης των ομήρων προκάλεσε τη δραματική επιδείνωση των σχέσεων ΗΠΑ – Ιράν (η Ουάσιγκτον ουσιαστικά χαρακτήριζε πλέον το Ιράν ως κράτος-παρία της διεθνούς κοινότητας) και οι Αμερικανοί πρωτοστάτησαν στην επιβολή εμποροοικονομικών κυρώσεων από τη Δύση στο Ιράν.

Ενώ οι ΗΠΑ απώλεσαν, το 1979, τον σημαντικότερο περιφερειακό τους σύμμαχο στην περιοχή, το νέο καθεστώς του Ιράν υιοθέτησε και αντισοβιετική στάση. Ο Χομεϊνί και οι φανατικοί ισλαμιστές έβλεπαν με δυσπιστία και εχθρότητα και τους «άθεους» Σοβιετικούς και εν γένει τον κομμουνισμό, ιδίως έπειτα από τη σοβιετική εισβολή στο Αφγανιστάν στα τέλη του 1979. Ετσι, για τους Ιρανούς ισλαμιστές η Σοβιετική Ενωση υπήρξε «ο άλλος μεγάλος σατανάς», καθώς στην επικράτειά της διαβιούσαν εκατομμύρια μουσουλμάνοι που είχαν υποχρεωθεί σε αθεΐα.

Πρόκληση για τους σουνίτες

Ηδη από τότε, η Ιρανική Επανάσταση και κυρίως ο μετασχηματισμός του Ιράν σε σιιτικό θεοκρατικό καθεστώς αποτέλεσαν σημαντική πρόκληση προς τη Σαουδική Αραβία και τους ήσσονες εταίρους της στον Περσικό Κόλπο. Το νέο ιρανικό καθεστώς λειτουργούσε ευθέως ανταγωνιστικά στην απόπειρά τους να προωθήσουν το σουνιτικό πολιτικό Ισλάμ στη βάση του σαλαφισμού και του ουαχαμπισμού. Το θεοκρατικό Ιράν έθετε σοβαρά εμπόδια στην αξίωση ορισμένων αραβικών μοναρχιών του Περσικού Κόλπου να αποτελέσουν τον ηγέτη του παγκόσμιου Ισλάμ, όχι μόνον από γεωπολιτικής-γεωστρατηγικής σκοπιάς, αλλά και επειδή ο σιιτισμός υπερείχε έναντι του σουνιτισμού τόσο ως προς τον ενθουσιασμό που γεννάει στις λαϊκές μάζες, όσο και ως προς το ηρωικό-μαρτυρικό στοιχείο που περιλαμβάνει το εν λόγω δόγμα. Επίσης, τα καθεστώτα των «συντηρητικών» αραβικών κρατών κατηγορήθηκαν έκτοτε από το ιρανικό καθεστώς για απομάκρυνση από τις αληθινές ισλαμικές αξίες και διδαχές, για διαφθορά και για στενές σχέσεις με τις ΗΠΑ. Η ενεργός εμπλοκή των Σαουδαράβων (και όχι μόνον) στον πόλεμο του Αφγανιστάν του 1979-1989 συσχετίζεται σε σημαντικό βαθμό και με αυτή την πρόκληση που έθετε το θεοκρατικό Ιράν και ήρθε και ως αντίδραση σε αυτήν. Το ιρανικό θεοκρατικό καθεστώς αποτελούσε πρόκληση και για το γειτονικό Ιράκ και κυρίως το κοσμικό καθεστώς του τελευταίου, όπου την κυρίαρχη θέση είχε η σουνιτική μειοψηφία.

Ενδιαφέρον παρουσιάζει και η πολιτική του νέου ιρανικού καθεστώτος έναντι του Ισραήλ και η στάση του τελευταίου, τουλάχιστον κατά την περίοδο μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1990. Επί σάχη το Ιράν δεν είχε ταχθεί εναντίον του Ισραήλ κατά την αραβοϊσραηλινή διένεξη. Ο Χομεϊνί, αντιθέτως, είχε καταδικάσει τη δημιουργία του κράτους του Ισραήλ και θεωρούσε ότι η περιοχή της Παλαιστίνης αποτελούσε «γη του Ισλάμ», η οποία είχε καταληφθεί από απίστους και συνεπώς όφειλε να ανακαταληφθεί στο πλαίσιο του «ιερού πολέμου». Στην πράξη, ωστόσο, για αρκετά χρόνια οι σχέσεις Ισραήλ – Ιράν δεν διαταράχθηκαν ουσιωδώς, αλλά, αντιθέτως, υπήρξαν και περιπτώσεις συνεργασίας κατά τη διάρκεια του πολέμου Ιράν – Ιράκ. Και τούτο διότι εκείνη την περίοδο οι Ιρανοί ούτε επιθυμούσαν ούτε διέθεταν τα μέσα να απειλήσουν το Ισραήλ ή τα ζωτικά του συμφέροντα.
 
* Ο κ. Διονύσης Χουρχούλης είναι επίκουρος καθηγητής στο Τμήμα Ιστορίας του Ιονίου Πανεπιστημίου.

Επιμέλεια: Ευάνθης Χατζηβασιλείου

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT