Η Γερμανία θα λάβει δάνεια και θα χρηματοδοτήσει μια «οικονομική αμυντική ασπίδα» ύψους έως και 200 δισεκατομμυρίων ευρώ για την αντιμετώπιση της ανόδου των τιμών ενέργειας, δήλωσε ο καγκελάριος Όλαφ Σολτς. Το μέτρο κρίνεται απαραίτητο «για να ξεπεράσουμε αυτή τη δύσκολη στιγμή», είπε σε συνέντευξη Τύπου στο Βερολίνο, το μεσημέρι της Πέμπτης.
Ο κ. Σολτς περιέγραψε ως «διπλό μπαμ» το σχέδιο περιορισμού των συνεπειών των υψηλών τιμών ενέργειας για τους καταναλωτές, ανακοινώνοντας την εισαγωγή ανώτατου ορίου στην τιμή του φυσικού αερίου – σχέδιο κόστους έως και 200 δισεκατομμυρίων ευρώ.
«Το διπλό μπαμ θα βοηθήσει ώστε οι τιμές ενέργειας να πέσουν γρήγορα γρήγορα και να το αντιληφθούν όλοι. Κανείς λοιπόν δεν θα πρέπει να ανησυχεί σκεπτόμενος το φθινόπωρο και τον χειμώνα ή τα Χριστούγεννα και την επόμενη χρονιά ή τους λογαριασμούς. Τα ποσά θα πρέπει και πάλι να μειωθούν», δήλωσε ο κ. Σολτς.
Τα νέα μέτρα ανακούφισης των καταναλωτών, τα οποία θα είναι σε ισχύ έως την άνοιξη του 2024, περιλαμβάνουν ανώτατο όριο τιμής αερίου που θα χρηματοδοτηθεί με κεφάλαια ύψους 150-200 δισεκατομμυρίων ευρώ από το Ταμείο Οικονομικής Σταθεροποίησης (WSF), το οποίο αρχικά δημιουργήθηκε για την αντιμετώπιση των οικονομικών συνεπειών της πανδημίας του κορονοϊού. Το μέτρο έρχεται να αντικαταστήσει την «εισφορά φυσικού αερίου» που είχε ανακοινωθεί πριν από λίγες εβδομάδες και θα επιβάρυνε τους πελάτες των παρόχων ενέργειας κατά 2,4 σεντ/kWh.
Χάμπεκ: Κίνδυνος οικονομικής και κοινωνικής κρίσης
Από την πλευρά του, ο υπουργός Οικονομίας της Γερμανίας Ρόμπερτ Χάμπεκ δήλωσε ότι οι γερμανικές επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά πρέπει να μειώσουν περαιτέρω την κατανάλωση φυσικού αερίου καθώς βρίσκεται σε εξέλιξη ένας οικονομικός πόλεμος με τη Ρωσία. «Η ενεργειακή κρίση που βιώνουμε στην Ευρώπη κινδυνεύει να εξελιχθεί σε οικονομική αλλά και κοινωνική κρίση», είπε ο υπουργός Οικονομίας της Γερμανίας.
Ο κ. Χάμπεκ χαρακτήρισε «συνολικότερο, απλούστερο και γρηγορότερο» το νέο σχέδιο και μίλησε για «βελτίωση» από το μέτρο της εισφοράς αερίου, του οποίου υπήρξε εμπνευστής. «Η εισφορά ήταν ένα εργαλείο για τη σταθεροποίηση της αγοράς ενέργειας, με τη μετακύλιση του αυξημένου κόστους των εταιριών ενέργειας στους πελάτες τους. Τώρα έχουμε ένα άλλο εργαλείο, τον οικονομικό όγκο», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Χάμπεκ, ο οποίος ωστόσο τόνισε εμφατικά την ανάγκη όλοι να εξοικονομήσουν ενέργεια τον χειμώνα που έρχεται. Τάχθηκε μάλιστα υπέρ της εισαγωγής κινήτρων για αυτόν τον σκοπό.
Ο υπουργός Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ από την πλευρά του δήλωσε ότι βρισκόμαστε σε «ενεργειακό πόλεμο» και επισήμανε ότι μετά τα σαμποτάζ στους αγωγούς Nord Stream 1 και 2 εκμηδενίστηκε η πιθανότητα προμήθειας ενέργειας από τη Ρωσία. «Αυτό που κάνουμε είναι ένα μορατόριουμ της επιβάρυνσης των πολιτών», δήλωσε ο κ. Λίντνερ, ο οποίος είχε και τις σημαντικότερες αντιρρήσεις για το μέτρο και τη χρηματοδότησή του, καθώς επιμένει στην επαναφορά του «φρένου χρέους» από το 2023. «Όταν υπάρχει ανάγκη, όπως τώρα, κινητοποιούμε την οικονομική μας ισχύ», δήλωσε σχετικά και τόνισε ότι το μέτρο δεν αναμένεται να πυροδοτήσει άνοδο του πληθωρισμού, όπως εκτιμούν πολλοί οικονομολόγοι.
Νοικοκυριά και μικρές επιχειρήσεις δεν μειώνουν την κατανάλωση
Η κατανάλωση φυσικού αερίου από νοικοκυριά και επιχειρήσεις ήταν την τελευταία εβδομάδα «σημαντικά πάνω από τη μέση κατανάλωση των προηγούμενων ετών», δήλωσε νωρίτερα ο επικεφαλής της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Δικτύων Κλάους Μιούλερ και κάνει λόγο για «απογοητευτική κατάσταση».
«Χωρίς σημαντική εξοικονόμηση -και στον ιδιωτικό τομέα -, ακόμη και όσο η θερμοκρασία συνεχίσει να πέφτει, θα είναι δύσκολο να αποφευχθεί η έλλειψη φυσικού αερίου τον χειμώνα», προειδοποίησε ο κ. Μιούλερ με δηλώσεις του στην Handelsblatt. Ο επικεφαλής της ρυθμιστικής αρχής επεσήμανε πάντως ότι η Γερμανία, δεδομένης της πληρότητας των αποθηκών της, η οποία έχει ξεπεράσει το 91%, θα μπορούσε να περάσει ομαλά τον χειμώνα, υπό τρεις προϋποθέσεις:
- να υλοποιηθούν τα έργα που έχουν ξεκινήσει για την αύξηση των εισαγωγών φυσικού αερίου,
- να παραμείνει σταθερή η παροχή φυσικού αερίου από τις γειτονικές χώρες,
- να γίνει οικονομία στην κατανάλωση, ακόμη και αν έχουμε έναν πιο κρύο χειμώνα.
«Εξαρτάται από τον καθένα μας ξεχωριστά», είπε χαρακτηριστικά.
Με πληροφορίες από REUTERS, ΑΠΕ-ΜΠΕ
Ακολουθήστε το kathimerini.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο kathimerini.gr