Την Τρίτη 8 Νοεμβρίου, οι Αμερικανοί θα προσέλθουν στις κάλπες για τις ενδιάμεσες εκλογές, τα αποτελέσματα των οποίων αναμένονται να επηρεάσουν σημαντικά τα επόμενα δύο χρόνια της θητείας του Αμερικανού προέδρου Τζο Μπάιντεν και όχι μόνο.
Ο ίδιος ο Μπάιντεν δεν θα βρίσκεται στο ψηφοδέλτιο, αλλά οι υποψήφιοι που θα εκλεγούν στο Κογκρέσο καθώς και σε πολιτειακά ή τοπικά αξιώματα, πρόκειται να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο τόσο στο υπόλοιπο της πρώτης θητείας του όσο και στην πορεία της χώρας μέχρι το 2024.
Αυτές οι εκλογές ονομάζονται «ενδιάμεσες» καθώς λαμβάνουν χώρα ακριβώς στο μέσο της τετραετίας. Ποιες είναι λοιπόν οι πιο σημαντικές πτυχές αυτής της επικείμενης αναμέτρησης και πώς θα μπορούσαν να επηρεάσουν τις επόμενες προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ;
Ποιους αφορά η αναμέτρηση;
Αυτές οι εκλογές αφορούν το Κογκρέσο, το οποίο αποτελείται από δύο σώματα – τη Βουλή των Αντιπροσώπων και τη Γερουσία.
Το Κογκρέσο θεσπίζει νόμους που ισχύουν σε ομοσπονδιακό επίπεδο. Η Βουλή αποφασίζει ποιοι νόμοι ψηφίζονται, ενώ η Γερουσία μπορεί να τους μπλοκάρει ή να τους εγκρίνει. Επιπλέον, μπορεί να επικυρώσει μεταρρυθμίσεις που αποφασίζει ο πρόεδρος και – πιο σπάνια – να πραγματοποιεί έρευνες σε βάρος του.
Κάθε πολιτεία έχει δύο γερουσιαστές με εξαετή θητεία. Οι βουλευτές διατηρούν το αξίωμά τους για δύο χρόνια και εκπροσωπούν μικρότερες περιφέρειες.
Οι ενδιάμεσες εκλογές θα καθορίσουν την κατανομή όλων των εδρών της Βουλής των Αντιπροσώπων, καθώς και του ενός τρίτου των 100 εδρών της Γερουσίας.
Πολλές μεγάλες πολιτείες θα εκλέξουν επίσης τους κυβερνήτες τους καθώς και τοπικούς αξιωματούχους.
Στο πλαίσιο των ενδιάμεσων εκλογών, τίθενται επίσης προς ψήφιση διάφορες πρωτοβουλίες που στοχεύουν στην αλλαγή πολιτικής για ζητήματα όπως π.χ. οι αμβλώσεις.
Τι αναφέρουν οι προβλέψεις;
Οι Ρεπουμπλικανοί έχουν σημαντικές πιθανότητες να κερδίσουν την πλειοψηφία στη Βουλή των Αντιπροσώπων, ενώ οι Δημοκρατικοί διατηρούν μια μικρή ελπίδα να κρατήσουν την πλειοψηφία στη Γερουσία.
Επισημαίνεται ότι τα δύο τελευταία χρόνια, οι Δημοκρατικοί είχαν την πλειοψηφία τόσο της Βουλής των Αντιπροσώπων όσο και της Γερουσίας, κάτι που βοηθούσε τον Μπάιντεν να περνάει τους νόμους που επιθυμούσε.
Συνεπώς, αν ο έλεγχος της Βουλής των Αντιπροσώπων ή της Γερουσίας περάσει στους Ρεπουμπλικανούς, αυτό θα είναι αρκετό για να εκτροχιάσει το μεγαλύτερο μέρος των νομοθετικών μεταρρυθμίσεων που σχεδιάζουν Μπάιντεν και Δημοκρατικοί, ενώ θα μπορούσε να πυροδοτήσει σειρά ερευνών στο Κογκρέσο με επίκεντρο το κυβερνητικό έργο.
Μάχη στήθος με στήθος
Οι Δημοκρατικοί έχουν την πλειοψηφία στα δύο σώματα, αλλά με μικρή διαφορά από τους Ρεπουμπλικανούς. Σύμφωνα με τις προβλέψεις, η μάχη στις ενδιάμεσες εκλογές αναμένεται σκληρή.
Τόσο οι Ρεπουμπλικανοί όσο και οι Δημοκρατικοί έχουν εξασφαλισμένες τις περισσότερες από τις 435 έδρες της Βουλής των Αντιπροσώπων, με μόλις 30 από αυτές να «διεκδικούνται» και από τα δύο κόμματα. Τα προάστια πόλεων όπως η Πενσιλβάνια, η Καλιφόρνια, το Οχάιο και η Βόρεια Καρολίνα αναμένονται να παίξουν σημαντικό ρόλο.
Σε ό,τι αφορά τη Γερουσία, φαίνεται πως τέσσερις από τις έδρες που είναι υπό διεκδίκηση, θα μπορούσαν να περάσουν σε οποιοδήποτε από τα δύο κόμματα. Οι κρίσιμες αναμετρήσεις στην προκειμένη περίπτωση αναμένονται στη Νεβάδα, την Αριζόνα, την Τζόρτζια και την Πενσιλβάνια.
Τα βασικά ζητήματα
Λίγες ημέρες πριν ανοίξουν οι καλπες, τα βασικότερα θέματα που φαίνεται να απασχολούν τους Αμερικανούς, είναι τα εξής:
- Η οικονομία
Παρά την υποχώρηση των τιμών πετρελαίου τον Αύγουστο και τη μείωση των ποσοστών ανεργίας, η αμερικανική οικονομία εξακολουθεί να πλήττεται από τη ραγδαία αύξηση του πληθωρισμού, που είχε ως αποτέλεσμα να βρεθούν τα νοικοκυριά αντιμέτωπα με μεγαλύτερες τιμές στα τρόφιμα και την ενέργεια.
Σύμφωνα, μάλιστα, με δημοσκοπήσεις των Reuters/Ipsos και άλλων οργανισμών, η οικονομία είναι η βασικότερη ανησυχία των Αμερικανών. Ακολουθούν η εγκληματικότητα, η μετανάστευση, οι αμβλώσεις και το περιβάλλον.
Οι Δημοκρατικοί έχουν υποστηρίξει ότι ένα πακέτο μεταρρυθμίσεων για την κλιματική αλλαγή και την Υγεία, το οποίο ενέκρινε το Κογκρέσο τον Αύγουστο, θα βοηθήσει στη μείωση του πληθωρισμού, καθιστώντας – μεταξύ άλλων – πιο προσβάσιμες τις τιμές των συνταγογραφούμενων φαρμάκων και μειώνοντας το κόστος της υγειονομικής περίθαλψης.
Οι Ρεπουμπλικανοί, από την άλλη, υποστηρίζουν ότι οι μεταρρυθμίσεις των Δημοκρατικών για το κλίμα και την οικονομία, έχουν επιδεινώσει την αύξηση του πληθωρισμού, ο οποίος – μαζί με τον φόβο της ύφεσης – βρίσκεται ψηλά στην ατζέντα του ρεπουμπλικανικού κόμματος εδώ και εβδομάδες.
- Οι αμβλώσεις
Μετά την ανατροπή της απόφασης Roe v. Wade του Ανώτατου Δικαστηρίου το 1973, πολλές συντηρητικές πολιτείες έχουν περάσει νόμους που περιορίζουν το δικαίωμα στην άμβλωση, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις τις απαγορεύουν σχεδόν πλήρως.
Από την πλευρά τους, οι Δημοκρατικοί έχουν προσπαθήσει να περάσουν έναν ομοσπονδιακό νόμο που προστατεύει το δικαίωμα στην άμβλωση, αλλά επί του παρόντος, δεν έχουν αρκετές έδρες στη Γερουσία για να το επιτύχουν. Ειδικότερα, μετρούν 48 έδρες, ενώ η νομοθετική διαδικασία που είναι γνωστή και ως “filibuster” απαιτεί τουλάχιστον 60 ψήφους.
Ο Μπάιντεν και άλλοι ανώτατοι αξιωματούχοι των Δημοκρατικών τονίζουν ότι αν διατηρήσουν τον έλεγχο της Βουλής και αυξήσουν την πλειοψηφία τους στη Γερουσία, θα θέσουν σε ισχύ μια εξαίρεση σε ό,τι αφορά την παραπάνω διαδικασία.
- Η Μετανάστευση
Με τον αριθμό των μεταναστών και των αιτούντων άσυλο που διασχίζουν τα νότια σύνορα, να έχει αυξηθεί σε επίπεδα ρεκόρ κατά το τρέχον έτος, οι Ρεπουμπλικανοί στρέφονται ενάντια στις πολιτικές της κυβέρνησης Μπάιντεν σε ό,τι αφορά το εν λόγω ζήτημα.
Οι Ρεπουμπλικανοί κατηγορούν τον Μπάιντεν – ο οποίος ανέτρεψε κάποιες από τις πολιτικές του προκατόχου του, Ντόναλντ Τραμπ – για τις εισροές μεταναστών, υποστηρίζοντας ότι η κυβέρνησή του αποτυγχάνει στην προάσπιση της ασφάλειας των συνόρων με το Μεξικό.
- Η Δημοκρατία
Οι Δημοκρατικοί κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, υποστηρίζοντας ότι η ρεπουμπλικανική βάση του Τραμπ γίνεται όλο και πιο αυταρχική – ή όπως το έθεσε ο Μπάιντεν «σχεδόν φασιστική».
Οι υποψήφιοι των Δημοκρατικών εκτιμούν ότι μια επιστροφή των Ρεπουμπλικανών στην εξουσία θα μπορούσε να βλάψει σημαντικά το σύστημα διακυβέρνησης της χώρας, καθώς οι υποψήφιοι του κόμματος στις ενδιάμεσες εκλογές είναι αρνητές του εκλογικού αποτελέσματος του 2020.
Υπενθυμίζεται ότι ο Τραμπ είχε ασκήσει πιέσεις για την ανατροπή του αποτελέσματος των προεδρικών εκλογών, ενώ τον περασμένο μήνα ζήτησε να επανέλθει στο αξίωμα του προέδρου.
Ποια θα είναι η βαρύτητα των αποτελεσμάτων;
Οι ενδιάμεσες εκλογές λειτουργούν μεταξύ άλλων και ως ένα δημοψήφισμα για το έργο του προέδρου και η φετινή αναμέτρηση, έρχεται σε μια περίοδο κατά την οποία το κυβερνών κόμμα φαίνεται να χάνει έδαφος.
Ειδικότερα, λιγότεροι από τους μισούς Αμερικανούς (40%) εγκρίνουν τις πολιτικές Μπάιντεν, σύμφωνα με δημοσκόπηση που πραγματοποιήθηκε από τις 31 Οκτωβρίου έως την 1η Νοεμβρίου. Η ίδια δημοσκόπηση έδειξε ότι οι Αμερικανοί πιστεύουν πως η χώρα βρίσκεται σε λάθος δρόμο, ενώ στον αντίποδα, μόλις το 18% των ερωτηθέντων θεωρεί ότι πηγαίνει προς τη σωστή κατεύθυνση.
Αυτό αποτελεί λόγο ανησυχίας για τον Τζο Μπάιντεν, καθώς τα ποσοστά δημοτικότητάς του είναι χαμηλότερα του 50% ήδη από τα τέλη Αυγούστου.
Εάν, παρ’ όλα αυτά, οι Δημοκρατικοί διατηρήσουν τον έλεγχο του Κογκρέσου, ο Μπάιντεν θα μπορέσει να συνεχίσει τις προσπάθειές του για μεταρρυθμίσεις που αφορούν την κλιματική αλλαγή, την επέκταση των κυβερνητικών προγραμμάτων υγειονομικής περίθαλψης, την προστασία των δικαιωμάτων στην άμβλωση και την αυστηροποίηση των ελέγχων για την οπλοκατοχή.
Εάν όμως οι Ρεπουμπλικανοί πάρουν τον έλεγχο της Βουλής των Αντιπροσώπων ή/και της Γερουσίας, τότε θα βάλουν «φρένο» στα εν λόγω σχέδια.
Στον δρόμο προς τις προεδρικές εκλογές του 2024
Οι ενδιάμεσες εκλογές θα μπορούσαν να αποτελέσουν και μία ένδειξη σχετικά με το ποιος θα μπορούσε να είναι ο υποψήφιος των Ρεπουμπλικανών στις προεδρικές εκλογές του 2024.
Ο Τραμπ, όπως και ο Μπάιντεν, δεν είναι στο ψηφοδέλτιο των ενδιάμεσων εκλογών, αλλά ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ έχει υποστηρίξει μια σειρά από υποψηφίους που έχουν παρόμοιες θέσεις με τον ίδιο, καθώς προσπαθεί να παραμείνει ο de facto ηγέτης του κόμματός του ενόψει μιας πιθανής υποψηφιότητάς του το 2024.
Εάν όμως οι υποψήφιοι που υποστηρίζει ο Τραμπ δεν τα καταφέρουν στις ενδιάμεσες εκλογές, είναι λιγότερο πιθανό να τον υποστηρίξει το ρεπουμπλικανικό κόμμα ώστε να είναι ξανά υποψήφιος για την προεδρία το 2024.
Παράλληλα, στη Φλόριντα και το Τέξας, οι Ρεπουμπλικανοί κυβερνήτες Ρον ΝτεΣάντις και Γκρεγκ Άμποτ ευελπιστούν ότι μια επανεκλογή θα τους ανοίξει τον δρόμο για τον Λευκό Οίκο.
Στο αντίπαλο στρατόπεδο, εάν οι Δημοκρατικοί επικρατήσουν στο Μίσιγκαν, το Ουισκόνσιν και την Πενσιλβάνια, αυτό θα τους δώσει μια σημαντική ώθηση για τις προεδρικές εκλογές του 2024.
Ακολουθήστε το kathimerini.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο kathimerini.gr