Άρθρο του Γιάσα Μουνκ στην «Κ»: Ηταν οι εκλογές το τέλος της εποχής των άκρων;

Άρθρο του Γιάσα Μουνκ στην «Κ»: Ηταν οι εκλογές το τέλος της εποχής των άκρων;

Οι αμερικανικές ενδιάμεσες εκλογές μάς δίδαξαν δύο πράγματα: η μετριοπάθεια μπορεί να αποφέρει μεγάλα εκλογικά οφέλη και ο Ντόναλντ Τραμπ έχει καταστεί βαρίδι για το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα. Είναι αλήθεια ότι πολλοί εξτρεμιστές υποψήφιοι εξελέγησαν

4' 7" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Οι αμερικανικές ενδιάμεσες εκλογές μάς δίδαξαν δύο πράγματα: η μετριοπάθεια μπορεί να αποφέρει μεγάλα εκλογικά οφέλη και ο Ντόναλντ Τραμπ έχει καταστεί βαρίδι για το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα. Είναι αλήθεια ότι πολλοί εξτρεμιστές υποψήφιοι εξελέγησαν. Σύμφωνα με τους Times της Νέας Υόρκης, περισσότεροι από 200 Ρεπουμπλικανοί υποψήφιοι, οι οποίοι αρνούνταν να αποδεχθούν το αποτέλεσμα των προεδρικών εκλογών του 2020, αναδείχθηκαν σε θέσεις ευθύνης σε τοπικό ή ομοσπονδιακό επίπεδο. Οι εξτρεμιστές συνεχίζουν να ασκούν επιρροή.

Σε σχεδόν κάθε πολιτεία, όμως, όπου οι Ρεπουμπλικανοί ψηφοφόροι είχαν να επιλέξουν μεταξύ ακραίου και μετριοπαθούς υποψηφίου, οι συντηρητικοί πολίτες επέλεξαν την οδό της ιδεολογικής μετριοπάθειας. Ολοένα και περισσότεροι ψηφοφόροι επιλέγουν υποψηφίους και από τα δύο κόμματα, προτιμώντας τους μετριοπαθείς Ρεπουμπλικανούς και τιμωρώντας όσους προσέγγισαν το κίνημα του Τραμπ.

Η εκλογική βάση του Τραμπ συνεχίζει, ωστόσο, να διαθέτει μεγάλη ισχύ στο κόμμα της αντιπολίτευσης. Ο εξτρεμισμός ορισμένων Ρεπουμπλικανών υποψηφίων, όμως, και η μετριοπάθεια Δημοκρατικών υποψηφίων σε κρίσιμες αναμετρήσεις, βρίσκονται πίσω από την αποτυχία του «κόκκινου κύματος» υπέρ του κόμματος.

Στην Τζόρτζια, ο κυβερνήτης Μπράιαν Κεμπ αντιστάθηκε γενναία στις πιέσεις για ακύρωση του αποτελέσματος των προεδρικών εκλογών του 2020. Επέζησε βίαιων πολιτικών επιθέσεων από μέρους του Τραμπ και αντιμετώπισε δύσκολη μάχη για το χρίσμα της επανεκλογής του. Ο Κεμπ κυριάρχησε τελικά στην κάλπη επί της αριστερής αντιπάλου του, Στέισι Εϊμπραμς. Αντιθέτως, ο Ρεπουμπλικανός υποψήφιος για τη Γερουσία από την Τζόρτζια, Χέρσελ Ουόκερ, εξασφάλισε το χρίσμα χάρη στη στήριξη του Τραμπ. Σε κάθε ευκαιρία, επανέλαβε και στήριξε τις θεωρίες συνωμοσίας του Τραμπ για τις εκλογές του 2020. Ο Ουόκερ ισοψήφησε με τον Δημοκρατικό αντίπαλό του, Ράφαελ Ουόρνοκ, με την έδρα να αναμένεται να κριθεί σε επαναληπτικές εκλογές.

Η αντίθεση αυτή ήταν ακόμη πιο εμφανής στην Πενσιλβάνια. Ο Τουρκοαμερικανός γιατρός Μεχμέτ Οζ, υποψήφιος για τη Γερουσία με τους Ρεπουμπλικανούς, και ο υποψήφιος κυβερνήτης Νταγκ Μαστριάνο στηρίχθηκαν από τον Τραμπ και ηττήθηκαν. Ο Οζ, που εμφανίζεται ως πιο μετριοπαθής, ηττήθηκε με μικρή διαφορά από τον Δημοκρατικό αντίπαλό του, ενώ ο σκληροπυρηνικός Μαστριάνο έχασε με διαφορά 13 μονάδων.

Οι ιδεολογικές διαφορές μεταξύ του Ουόρνοκ και της Εϊμπραμς έπαιξαν και αυτές ρόλο στην καλή εμφάνιση του πρώτου και στην ήττα της δεύτερης. Ο Ουόρνοκ στήριξε πιστά τις πρωτοβουλίες Μπάιντεν και υπήρξε παραδοσιακός υπέρμαχος των δικαιωμάτων μειονοτήτων. Συνδύασε, όμως, τις θέσεις του αυτές παραμένοντας επίμονα μετριοπαθής και πρόθυμος να συνδιαλλαγεί με τους πολιτικούς του αντιπάλους. Ως πρώην πάστορας και Αφροαμερικανός, προτιμά να μιλάει για την πίστη του και έχει εργασθεί σκληρά προκειμένου να προσεγγίσει λευκούς ψηφοφόρους από τα εύπορα προάστια της Ατλάντας.

Δημοκρατικοί και Ρεπουμπλικανοί, για να αυξήσουν τις πιθανότητες νίκης το 2024, πρέπει να επιλέξουν μετριοπαθή υποψήφιο, ικανό να προσελκύσει ψηφοφόρους πέραν της κομματικής δεξαμενής.

Η Εϊμπραμς επέλεξε εντελώς διαφορετική τακτική, εκτιμώντας ότι οι αριστερές θέσεις ήταν αυτές που θα εξασφάλιζαν τη νίκη χάρη στη διεύρυνση της εκλογικής βάσης των Δημοκρατικών μεταξύ των μειονοτήτων. Οταν οι δημοσκοπήσεις έδειξαν ότι η δημοτικότητά της μεταξύ των Αφροαμερικανών στην Τζόρτζια υποχωρούσε, απέρριψε όσους την καλούσαν να μετριάσει τις μαξιμαλιστικές θέσεις της. Αντιθέτως, επέρριψε τις ευθύνες στην τάση των Αφροαμερικανών να επηρεάζονται από την προπαγάνδα της αντιπολίτευσης.

Δημοκρατικοί υποψήφιοι, οι οποίοι εστίασαν στο θέμα της οικονομίας, απέφυγαν να ταυτιστούν με την αριστερή πτέρυγα του κόμματος και προσέγγισαν τους μετριοπαθείς Ρεπουμπλικανούς, σημείωσαν καλά ποσοστά και σε άλλες πολιτείες. Στο Οχάιο, ο Τιμ Ράιαν ηττήθηκε με μικρή διαφορά από τον συνωμοσιολόγο συγγραφέα Τζ. Ντ. Βανς, ενώ στο Ουισκόνσιν, ο κυβερνήτης Τόνι Εβερς επανεξελέγη, έχοντας αποστασιοποιηθεί από τους αριστερούς υποψηφίους του κόμματός του. «Κάποιοι με αποκαλούν “πληκτικό”. Στο Ουισκόνσιν, όμως, η πλήξη νίκησε», είπε ο Εβερς.

Ο συντηρητικός –αλλά αντι-τραμπικός– σχολιαστής Ντέιβιντ Φρεντς είπε μιλώντας για το δίδαγμα των εκλογών της Τρίτης: «Η εκλογική βάση των Ρεπουμπλικανών έδειξε ότι επιθυμούσε ορισμένα διασπαστικά και ακραία στελέχη να βρεθούν μακριά από το κόμμα». Ο κανόνας ήταν ότι όσο πιο κοντά βρέθηκαν οι υποψήφιοι στον «γαλαξία Τραμπ» και στο κίνημα του τέως προέδρου, τόσο χειρότερα ήταν τα ποσοστά τους στις κάλπες. Το πρόβλημα, ωστόσο, αφορά τον πραγματικό έρωτα που νιώθει η ακτιβιστική πτέρυγα του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος για τον Τραμπ, συναίσθημα που την καθιστά ανίκανη να διδαχθεί από τα σφάλματά της. Οσο απεχθείς είναι οι πολιτικοί αυτοί στη χώρα, τόσο οι εξτρεμιστές υποψήφιοι θα μπορούν να υπολογίζουν στη φανατική στήριξη σημαντικής μερίδας ψηφοφόρων των Ρεπουμπλικανών.

Η ενίσχυση της διακομματικής ψήφου (όπου οι ψηφοφόροι μπορούν να ψηφίσουν υποψηφίους και από τα δύο κόμματα για διαφορετικούς τοπικούς θώκους) δείχνει ότι οι Αμερικανοί επιθυμούν την παρουσία περισσότερων μετριοπαθών υποψηφίων στα ψηφοδέλτια. Η παρούσα μέθοδος επιλογής υποψηφίων και στα δύο κόμματα μας κάνει να πιστεύουμε ότι αυτό δεν θα καταστεί δυνατό για τις επερχόμενες κρίσιμες προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου 2024.

Οι ενδιάμεσες εκλογές έστειλαν σαφές μήνυμα σε Δημοκρατικούς και Ρεπουμπλικανούς. Προκειμένου να αυξήσουν τις πιθανότητές τους για νίκη το 2024, πρέπει να επιλέξουν μετριοπαθή υποψήφιο, ικανό να προσελκύσει ψηφοφόρους πέρα από την παραδοσιακή κομματική δεξαμενή ψήφων τους. Αν κανένα από τα δύο κόμματα δεν ακολουθήσει τη συμβουλή αυτή, όλα θα είναι πιθανά, ακόμη και μία δεύτερη θητεία για τον Ντόναλντ Τραμπ.

* Ο κ. Γιάσα Μουνκ είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Τζονς Χόπκινς.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT