Σήμερα, Πέμπτη, στη 10η πιο ισχυρή χώρα και τέταρτη μεγαλύτερη στρατιωτική δύναμη στον κόσμο, συμπληρώνεται μία εβδομάδα από την ορκωμοσία της νέας κυβέρνησης συνεργασίας υπό τον Μπέντζαμιν Νετανιάχου, κυβέρνηση που έχει ήδη χαρακτηριστεί η πιο δεξιά στην Ιστορία του Ισραήλ και έχει δημιουργήσει αναταράξεις εντός της χώρας και διεθνώς.
Ο συνασπισμός του δεξιού Λικούντ του πρωθυπουργού με τα ούλτρα συντηρητικά, υπερ-ορθόδοξα και εθνικιστικά κόμματα Εβραϊκή Δύναμη του Ιταμάρ Μπεν-Γκβιρ (που κάποτε είχε καταδικαστεί για υποκίνηση σε ρατσισμό και υποστήριξη τρομοκρατικής οργάνωσης – υπουργός Εθνικής Ασφαλείας), Θρησκευτικός Σιωνισμός του Μπεζαλέλ Σμότριτς (έποικος της Δυτικής Όχθης που πιστεύει ότι το Ισραήλ πρέπει να προσαρτήσει τα κατεχόμενα εδάφη – νέος υπουργός Οικονομικών) και ένα μικρό θρησκευτικό, αντι-ΛΟΑΤΚΙ+ κίνημα του Αβί Μαόζ (υπουργός Παιδείας) έχει δείξει τις προθέσεις του, για τις οποίες είχε ήδη προετοιμάσει το εθνικό και διεθνές κοινό όταν διαμορφωνόταν η προγραμματική συμφωνία των κομμάτων.
Πάντως, οι New York Times, σε μακροσκελές editorial πριν από 20 ημέρες, είχαν εκφράσει ήδη τους φόβους τους ότι «η ακροδεξιά κυβέρνηση που θα πάρει σύντομα την εξουσία, με επικεφαλής τον Μπέντζαμιν Νετανιάχου, σηματοδοτεί μια ποιοτική και ανησυχητική ρήξη με όλες τις άλλες κυβερνήσεις στην 75χρονη ιστορία του Ισραήλ. Ενώ ο κ. Νετανιάχου έχει ξεκάθαρα την υποστήριξη του ισραηλινού εκλογικού σώματος, η νίκη του συνασπισμού του ήταν περιορισμένη και δεν μπορεί να θεωρηθεί ευρεία εντολή για παραχωρήσεις σε υπερ-θρησκευτικά και υπερ-εθνικιστικά κόμματα που θέτουν σε κίνδυνο το ιδεώδες ενός δημοκρατικού εβραϊκού κράτους».
Η ανησυχία του Στρατού
Παραμονές της ορκωμοσίας της νέας κυβέρνησης, σε μία πρωτόγνωρη κίνηση, ο αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων του Ισραήλ, αντιστράτηγος Αβίβ Κοχάβι, απηύθυνε επιστολή προς τον Μπέντζαμιν Νετανιάχου ενόψει της ανάληψης των καθηκόντων του, όπως διέρρευσε στα ισραηλινά μέσα. Σύμφωνα με τη Haaretz, στην επιστολή ο ανώτατος στρατιωτικός εξέφραζε, αφενός, τις ανησυχίες του για τα σχέδια αναδιάρθρωσης του Στρατού, όπως καταρτίστηκαν στην προγραμματική συμφωνία του κυβερνητικού συνασπισμού.
«Οι συμφωνημένες αλλαγές σπάνε την ιεραρχία και υπονομεύουν την κυριαρχία του στρατηγού της Κεντρικής Διοίκησης και την ευθύνη των Ισραηλινών Αμυντικών Δυνάμεων στη Δυτική Όχθη», ανέφερε ο Κοχάβι.
Μεταξύ άλλων, όπως αναφέρει το ίδιο δημοσίευμα, δύο κρίσιμες αλλαγές που δέχθηκε ο Νετανιάχου για να κατευνάσει τους εξτρεμιστές συμμάχους του φαίνεται να απασχολούν περισσότερο τον Στρατό. Η πρώτη σχετίζεται με τον τρόπο με τον οποίο η κατεχόμενη Δυτική Όχθη θα εποπτεύεται από τον ισραηλινό Στρατό –όπου θα δημιουργηθεί μία υβριδική πολιτική-στρατιωτική διοίκηση– και η δεύτερη υπολογίζεται ότι θα επηρεάσει τις λειτουργίες των ισραηλινών αστυνομικών δυνάμεων στον παλαιστινιακό θύλακο, καθώς πολιτικός προϊστάμενος για τη συγκεκριμένη δύναμη ορίζεται ο Ιταμάρ Μπεν-Γκβιρ.
Φήμες πάντως θέλουν τον στρατηγό, του οποίου η θητεία λήγει εντός μηνός, να προβαίνει σε αυτή την κίνηση διότι επιθυμεί να ασχοληθεί με την πολιτική, κάτι που δεν είναι διόλου πρωτοφανές στα ισραηλινά χρονικά: οι πρώην πρωθυπουργοί Αριέλ Σαρόν και Γιτζάκ Σαμίρ προέρχονται επίσης από τον Στρατό.
Η ανησυχία των διπλωματών
Περισσότεροι από 100 πρώην Ισραηλινοί διπλωμάτες απηύθυναν επίσης επιστολή στον νέο πρωθυπουργό, προειδοποιώντας τον ότι οι εξτρεμιστικές πολιτικές της κυβέρνησής του θα βλάψουν τις εξωτερικές σχέσεις του Ισραήλ, σύμφωνα με ρεπορτάζ του Middle East Monitor.
Οι υπογράφοντες, συμπεριλαμβανομένων των πρώην πρέσβεων στη Γαλλία, την Ινδία και την Τουρκία, εξέφρασαν «βαθιά ανησυχία για τη σοβαρή ζημιά στις εξωτερικές σχέσεις του Ισραήλ, τη διεθνή του θέση και τα βασικά του συμφέροντα στο εξωτερικό που προκύπτουν από την πολιτική της επερχόμενης κυβέρνησης. Αυτή η ανησυχία εντείνεται από δημόσιες δηλώσεις που γίνονται από πιθανούς ανώτερους αξιωματούχους στην κυβέρνηση και την Κνεσέτ, από αναφορές αναμενόμενων αλλαγών στην ισραηλινή πολιτική στη Δυτική Όχθη, από ορισμένους πιθανόν ακραίους και μεροληπτικούς νόμους που θα καταπιέσους τις μειονότητες», ανέφεραν μεταξύ άλλων.
Οι ανησυχίες των πολιτών και των πολιτικών
Την ημέρα της ψήφου εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση και ενώ ο Μπέντζαμιν Νετανιάχου μιλούσε από του βήματος της Κνεσέτ, εκατοντάδες πολίτες διαδήλωναν έξω από το ισραηλινό Κοινοβούλιο. Σύμφωνα με τους Times of Israel, οι διαδηλωτές δήλωναν ότι δεν θα υποχωρήσουν ούτε στιγμή ενώπιον «αντιδημοκρατικών νόμων», καθιστώντας σαφές ότι «ο Μπίμπι, ο Μπεν-Γκβιρ και ο Σμότριτς καταστρέφουν τα θεμέλια της δημοκρατίας του Ισραήλ».
«Αυτή η κυβέρνηση πραγματοποιεί πραξικόπημα στο Ισραήλ μπροστά στα μάτια μας, με τον ρατσισμό, τη διαφθορά, την εξουδετέρωση του δικαστικού συστήματος, την πολιτικοποίηση της Αστυνομίας και την υπονόμευση της διοίκησης στις Ισραηλινές Αμυντικές Δυνάμεις», δήλωσε, μάλιστα, ο πρώην πρωθυπουργός Εχούντ Μπάρακ. Αναφερόμενος στο γεγονός ότι ο Νετανιάχου αντιμετωπίζει ποινικές διώξεις, πρόσθεσε: «Εκείνοι που επιδιώκουν να γλιτώσουν ποινικές δίκες ένωσαν τις δυνάμεις τους με ρατσιστές που διαστρεβλώνουν τον ιουδαϊσμό, τον σιωνισμό και την ανθρωπότητα. Καταρρίπτουν από κοινού τη δημοκρατία».
Σε διαδήλωση που διοργάνωσε το Κίνημα για την Ποιοτική Κυβέρνηση στο Ισραήλ, ο Μοσέ Γιαλόν, πρώην υπουργός Άμυνας του Νετανιάχου και πρώην μέλος του κόμματός του, Λικούντ, προειδοποίησε ότι η κυβέρνηση θα χάσει την «ηθική νομιμότητα» και θα μετατρέψει το Ισραήλ σε «παρία» στη διεθνή κοινότητα, οδηγώντας στην ταχεία κατάρρευσή της «αλλά όχι πριν προκαλέσει ζημιά στην οικονομία και την ασφάλεια. Βλέπουμε μια κυβέρνηση γεμάτη εγκληματίες, με επικεφαλής ένα άτομο που πολεμά το δικαστικό σύστημα λόγω της εμπλοκής του σε κατηγορίες διαφθοράς. Όλες οι συμφωνίες του συνασπισμού είναι επαίσχυντες. Αυτό πραγματικά βλάπτει την εικόνα μας στον κόσμο, καθώς όλοι βλέπουν με ύποπτο τρόπο τι κάνει ο Νετανιάχου».
Οι ανησυχίες για τις αλλαγές στο δικαστικό σύστημα
Όπως έχει ήδη γράψει η «Κ», η νέα κυβέρνηση συνασπισμού παρουσίασε το σχέδιό της για τη μεταρρύθμιση του Ανωτάτου Δικαστηρίου του Ισραήλ, στην οποία περιλαμβάνεται η σύσταση μιας νέας επιτροπής που θα εξετάζει τις υποψηφιότητες αλλά και η δυνατότητα του Κοινοβουλίου να ανατρέπει τις αποφάσεις.
«Οι μεταρρυθμίσεις αυτές θα ενδυναμώσουν το δικαστικό σύστημα και θα αποκαταστήσουν την εμπιστοσύνη των πολιτών», είπε ο υπουργός Δικαιοσύνης Γιαρίβ Λεβίν. «Άνθρωποι τους οποίους δεν ψηφίσαμε αποφασίζουν για εμάς. Αυτό δεν είναι δημοκρατία», πρόσθεσε ο ίδιος.
Στο Ισραήλ, όπως διαβάζουμε στον Guardian, οι δικαστές του Ανωτάτου Δικαστηρίου διορίζονται και απολύονται από επιτροπή που αποτελείται από νομικούς, νομοθέτες και δικαστές. Ο Λεβίν θέλει να δώσει στους νομοθέτες την πλειοψηφία στην επιτροπή, με τους περισσότερους να προέρχονται από τον κυβερνητικό συνασπισμό.
Η παρέμβαση της γενικής εισαγγελέως
Η γενική εισαγγελέας του Ισραήλ ενημέρωσε χθες, Τετάρτη, το Ανώτατο Δικαστήριο ότι αντιτίθεται στον διορισμό του Άρι Ντέρι ως υπουργού λόγω των καταδικαστικών αποφάσεων εναντίον του για φοροδιαφυγή, σύμφωνα με ρεπορτάζ της Haaretz.
Η απόφαση της γενικής εισαγγελέως έρχεται μετά τις αναφορές ότι θα δυσκολευτεί να υπερασπιστεί ορισμένα από τα προτεινόμενα νομοσχέδια της νέας κυβέρνησης και αποφάσεις του υπουργικού συμβουλίου, αναφερόμενη κυρίως στις αλλαγές στον τρόπο ορισμού των μελών του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Η Γκάλι Μπαχαράβ-Μιάρα απάντησε στις εκκλήσεις προς τη Γενική Εισαγγελία που αμφισβητούσαν τον λεγόμενο «νόμο Ντέρι», ο οποίος θα επιτρέψει στον σύμμαχο του Νετανιάχου, Άριε Ντέρι, να διοριστεί υπουργός Εσωτερικών της κυβέρνησης παρά το ποινικό του μητρώο.
Οι ανησυχίες των Παλαιστινίων
Η επίσκεψη του υπουργού Εθνικής Ασφαλείας Ιταμάρ Μπεν-Γκβιρ στο συγκρότημα του τεμένους Αλ-Άκσα στην Ιερουσαλήμ, που αποτελεί κοινό ιερό τόπο για μουσουλμάνους και Εβραίους, με τους δεύτερους ωστόσο να απαγορεύεται να προσευχηθούν, ήταν ένα από τα πρώτα φιτίλια που άναψαν στην περιοχή. Εξάλλου, παρόμοια επίσκεψη του Αριέλ Σαρόν το 2000, όταν ήταν επικεφαλής της δεξιάς αντιπολίτευσης, είχε ευρέως θεωρηθεί παράγοντας που έδωσε το έναυσμα για τη δεύτερη παλαιστινιακή Ιντιφάντα.
Μάλιστα, ο Ράζα Σεντάντεχ, Παλαιστίνιος δικηγόρος και ακτιβιστής, σε μία συνέντευξη στον Ισαάκ Χότινερ του New Yorker, αναφέρει χαρακτηριστικά ότι η νέα κυβέρνηση θα επηρεάσει περισσότερο και θα έχει επιζήμια επίδραση το Ισραήλ παρά τη Δυτική Όχθη και τους Παλαιστινίους. Ωστόσο, για τους Παλαιστινίους της Γάζας, λέει ότι «το χειρότερο είναι ότι αυτή η κυβέρνηση μπορεί να κάνει πόλεμο – ή είναι πολύ πιθανό να κάνει πόλεμο».
Για εκείνους του Ισραήλ, αναφέρει ότι «το αποτέλεσμα θα είναι σφοδρό διότι θα υποστούν πιο ρατσιστικές συμπεριφορές. Η κυβέρνηση σχεδιάζει ήδη να καταφέρει να έχει περισσότερους Εβραίους εποίκους στη Γαλιλαία και λιγότερους Παλαιστινίους. Οι Παλαιστίνιοι μπορεί επίσης να επηρεαστούν από τα κονδύλια του προϋπολογισμού των τοπικών τους συμβουλίων».
Όσον αφορά τη Δυτική Όχθη, σύμφωνα με τον Ράζα Σεντάντεχ, «η κατάσταση είναι, νομίζω, λιγότερο διαρθρωτική και περισσότερο θέμα κλίμακας, διότι είχαμε ήδη από το 1979 αλλαγές στις δομές της κυβέρνησης της περιοχής, όπου οι έποικοι έχουν διαχωριστεί από τους Παλαιστινίους και έχουν τεθεί υπό διαφορετικό καθεστώς, ενώ προσαρτήθηκαν στο Ισραήλ ουσιαστικά».
Ο ίδιος, μάλιστα, θεωρεί ότι «θα μπορούσε να υπάρξει άλλη Ιντιφάντα. Ο κόσμος δείχνει διαρκώς ανοχή, εκτός κι αν δει όλες τους δρόμους κλειστούς και καμία διέξοδο. Αυτή η κυβέρνηση δεν φαίνεται να ανησυχεί για τις αναταραχές, και έτσι, κατά κάποιον τρόπο, δεν υπάρχουν πολλά για να την αποτρέψουν. Δεν φαίνεται να ενδιαφέρεται για το τι σκέφτεται η Δύση. Ανακοινώνουν ανοιχτά τις ρατσιστικές πολιτικές τους».
Πάντως, την περασμένη Δευτέρα, ακόμα δύο Παλαιστίνιοι σκοτώθηκαν κατά τη διάρκεια επιχείρησης του ισραηλινού στρατού κοντά στην πόλη Τζενίν της Δυτικής Όχθης, σύμφωνα με ανακοίνωση το παλαιστινιακού υπουργείου Υγείας.
Οι ανησυχίες του ευρύτερου αραβικού κόσμου
Στην τηλεφωνική επικοινωνία του για να συγχαρεί τον Νετανιάχου για την επιστροφή του στην πρωθυπουργία, ο Αιγύπτιος πρόεδρος Αμπντέλ Φατάχ αλ-Σίσι, σύμφωνα με ρεπορτάζ του CNN, «τόνισε την ανάγκη να αποφευχθούν τυχόν μέτρα που θα οδηγούσαν σε ένταση και θα περιέπλεκαν την περιφερειακή κατάσταση».
Ο βασιλιάς της Ιορδανίας Αμπντουλάχ ΙΙ προειδοποίησε σε συνέντευξή του στο CNN τον περασμένο μήνα ότι η χώρα του ήταν «έτοιμη» για σύγκρουση σε περίπτωση που αλλάξει η κατάσταση στο τέμενος Αλ-Άκσα της Ιερουσαλήμ, του οποίου είναι ο θεματοφύλακας.
Την Παρασκευή, τέσσερα αραβικά μέλη –ΗΑΕ, Ιορδανία, Σαουδική Αραβία, Παλαιστινιακή Αρχή– συνέχισαν την παράδοση υποστήριξης των Παλαιστινίων στα Ηνωμένα Έθνη, ψηφίζοντας στη Γενική Συνέλευση για να ζητήσουν τη γνώμη του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου σχετικά με τις νομικές συνέπειες της κατοχής των παλαιστινιακών εδαφών από το Ισραήλ. Ο Νετανιάχου χαρακτήρισε την ψηφοφορία «ελεεινή».
Τα ισραηλινά μέσα, πάντως, ανέφεραν, σύμφωνα με το ίδιο ρεπορτάζ, ότι στα παρασκήνια, τα Εμιράτα στέλνουν μηνύματα ανησυχίας στον Νετανιάχου σχετικά «με την ένταξη εξτρεμιστών στην κυβέρνησή του». Μάλιστα, προ των ισραηλινών εκλογών, ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΑΕ, Αμπντουλάχ Μπιν Ζαΐντ αλ Ναχιά, προειδοποίησε τον Νετανιάχου να μη συμπεριλάβει τους Μπεν-Γκβιρ και Σμότριτς στην κυβέρνησή του, όπως ανέφεραν οι Times of Israel, επικαλούμενοι ανώτερο αξιωματούχο.
Από την άλλη όμως, σύμφωνα με αναλυτές, «όσο δυσαρεστημένα κι αν είναι το Μπαχρέιν και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα για την ανάδυση της πιο δεξιάς κυβέρνησης στην ιστορία του Ισραήλ, είναι σαφές ότι επέλεξαν να εκφράσουν αυτές τις ανησυχίες ιδιωτικά και δεν επέτρεψαν να σταθούν εμπόδιο σε μία, όπως θεωρούν, σημαντική στρατηγική σχέση».
Οι ανησυχίες των ΗΠΑ
Μέσα στον Ιανουάριο, όπως έχει ανακοινωθεί, ο Τζέικ Σάλιβαν, σύμβουλος εθνικής ασφαλείας του Αμερικανού προέδρου, θα επισκεφθεί το Ισραήλ, στη «σκιά» της κλιμάκωσης της έντασης στην περιοχή. Ο Τζο Μπάιντεν, σύμφωνα με το CNN, επιδιώκει να βρει κοινό τόπο με τη νέα κυβέρνηση του Ισραήλ όσον αφορά τις διαπραγματεύσεις για τα πυρηνικά του Ιράν, που βρίσκονται σε απόλυτο αδιέξοδο, ενώ επανεξετάζει τη συμμαχία με τη Σαουδική Αραβία.
Μάλιστα, ο Αμερικανός πρόεδρος είπε προ ημερών πως αδημονεί μεν να συνεργαστεί με τον Μπέντζαμιν Νετανιάχου, σημειώνοντας πως είναι «φίλος μου εδώ και δεκαετίες», ταυτόχρονα όμως δεσμεύτηκε «να υποστηρίξει τη λύση δύο κρατών» στο Μεσανατολικό και να «εναντιωθεί σε πολιτικές που βάζουν σε κίνδυνο τη βιωσιμότητά της ή έρχονται σε αντίθεση με τα κοινά συμφέροντα και τις αξίες μας».
Οι ανησυχίες των Ουκρανών
Το Κίεβο θεωρεί το τηλεφώνημα του υπουργού Εξωτερικών Ελί Κοέν την περασμένη Τρίτη με τον Ρώσο ομόλογό του Σεργκέι Λαβρόφ ένδειξη αλλαγής στη θέση του Τελ Αβίβ για τον πόλεμο, δήλωσε ο Ουκρανός πρέσβης στο Ισραήλ Γιεβγκέν Κόρνιτσουκ, σύμφωνα με ρεπορτάζ των Times of Israel.
Ισραηλινός αξιωματούχος είπε στους Times of Israel λίγο μετά τη συνομιλία Κοέν-Λαβρόφ ότι «δεν υπάρχει αλλαγή στην πολιτική του Ισραήλ» μετά τις εικασίες ότι το τηλεφώνημα και η επιμονή του Κοέν κατά τη διάρκεια της ομιλίας του τη Δευτέρα ότι «θα μιλάμε λιγότερο» δημοσίως για τον πόλεμο, κατέδειξε στροφή προς τη Μόσχα.
Σύμφωνα με την ίδια πηγή των Times of Israel, Ισραηλινός διπλωμάτης είχε υποβάλει επίσημο αίτημα στο υπουργείο Εξωτερικών της Ουκρανίας για τηλεφωνική μεταξύ Ελί Κοέν και Ντμίτρο Κουλέμπα. Ουκρανοί αξιωματούχοι αρνήθηκαν ότι έλαβαν οποιοδήποτε επίσημο αίτημα. Ωστόσο, υπήρξε συνομιλία μεταξύ του Ουκρανού προέδρου Βολοντίμιρ Ζελένσκι και του Ισραηλινού πρωθυπουργού Μπέντζαμιν Νετανιάχου άμα τη αναλείψει των καθηκόντων του τελευταίου.
Το Κίεβο, όπως έχει γίνει γνωστό εδώ και καιρό, έχει δηλώσει ότι χρειάζεται τη βοήθεια του Ισραήλ στην τεχνολογία αεράμυνας για να αντιμετωπίσει τα συνεχιζόμενα πλήγματα της Ρωσίας στις μη στρατιωτικές υποδομές του. Το Ισραήλ έχει μέχρι στιγμής αρνηθεί να παράσχει τέτοια βοήθεια, λόγω προφανούς ανησυχίας για την αντίδραση της Ρωσίας.
Παρότι, ο Μπέντζαμιν Νετανιάχου έχει ήδη χαρακτηρίσει «ρεαλιστική» την απόφαση της κυβέρνησης του Ναφτάλι Μπένετ και του Γαΐρ Λαπίντ να παράσχει ανθρωπιστική βοήθεια στο Κίεβο, να δημιουργήσει ένα νοσοκομείο επί του πεδίου στην Ουκρανία, να δέχεται περιορισμένο αριθμό, κυρίως Εβραίων, προσφύγων, αλλά και να μην παράσχει στρατιωτική βοήθεια, υπό τον φόβο, εξ όσων συνάγεται, των ρωσικών αντιδράσεων.
Παρά ταύτα, οι νεότερες δηλώσεις του Ισραηλινού πρωθυπουργού παραμένουν ασαφείς όσον αφορά την παροχή βοήθειας στο Κίεβο, ενώ αυτό που κυρίως φαίνεται να επιθυμεί είναι να διαδραματίσει διαμεσολαβητικό ρόλο μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας.
Οι ανησυχίες της… Eurovision
Η Ευρωπαϊκή Ένωση Ραδιοτηλεόρασης (EBU), το όργανο που είναι υπεύθυνο για τη διοργάνωση του διαγωνισμού της Eurovision, απηύθυνε επιστολή στην κυβέρνηση του πρωθυπουργού Μπέντζαμιν Νετανιάχου σχετικά με τα σχέδια να κλείσει τον δημόσιο ραδιοτηλεοπτικό σταθμό Kan, σύμφωνα με τους Times of Israel.
Ο γενικός διευθυντής της EBU, Νόελ Κουράν, δήλωσε πως «πιστεύουμε ότι η νέα κυβέρνηση θα διαφυλάξει την ανεξαρτησία του Kan και θα του επιτρέψει να συνεχίσει να εκπληρώνει την αποστολή της εντός του δημοκρατικού πλαισίου».
Οι ανησυχίες προκλήθηκαν από τα σχόλια του βουλευτή του Λικούντ, Σλόμο Κάρχι, νέου υπουργού Επικοινωνιών, τον περασμένο Νοέμβριο, διά των οποίων ζητούσε τον τερματισμό του ειδησεογραφικού τμήματος της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης.
Ακολουθήστε το kathimerini.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο kathimerini.gr