Το 1964, ο Πολωνός διπλωμάτης Μάνφρεντ Λακς συμβούλευε τους συναδέλφους του: «Μην κουράζεστε». Ο ίδιος, βέβαια, έκανε ακριβώς το αντίθετο, αλλά μάλλον ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο προσέφερε αυτή τη συμβουλή.
«Ο Πολωνός διπλωμάτης ασκεί τις τελευταίες εβδομάδες διπλό διπλωματικό καθήκον ως μέλος μιας ομάδας που ασχολείται με πολύπλοκα προβλήματα δημιουργίας νέου μηχανισμού των Ηνωμένων Εθνών στον τομέα του εμπορίου και επίσης ως πρόεδρος της νομικής υποεπιτροπής των 28 εθνών για το Διάστημα», έγραφαν τότε οι New York Times.
«Μην κουράζεστε και προσπαθήστε να αφιερώσετε λίγο χρόνο για προσωπική ευχαρίστηση», ήταν η προτροπή προς τα μέλη των διπλωματικών σωμάτων.
Οι θάνατοι Τσέχων διπλωματών
Το ίδιο ακριβώς έγραψε προ ημερών σε επιστολή του ο υπουργός Εξωτερικών της Τσεχίας προς τα μέλη του διπλωματικού σώματος της χώρας του, έπειτα από τρεις ξαφνικούς θανάτους διπλωματών τους τελευταίους πέντε μήνες. «Μην ξεχνάτε ότι κάθε δουλειά, συμπεριλαμβανομένης της δικής μας, έχει τις δικές της αξίες και φιλοδοξίες, αλλά και η υγεία έχει όρια», ανέφερε, μεταξύ άλλων, η επιστολή, όπως αποκάλυψαν τσεχικά μέσα την προηγούμενη εβδομάδα, αλλά και το Politico τη Δευτέρα του Πάσχα.
«Η θέση του διπλωμάτη συνεπάγεται εργασία σε εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες και συχνά σε απομόνωση από την οικογένεια», ανέφερε ο Τσέχος υπουργός Εξωτερικών, Γιαν Λιπαβσκί. «Οι συνάδελφοί μας εκτελούν αυτή την υπηρεσία ακόμη και σε εμπόλεμες ζώνες υπό αυστηρά μέτρα ασφαλείας, με περιορισμένη κινητικότητα στη χώρα απόσπασης. Οι διπλωμάτες εκτίθενται όχι μόνο σε μεγάλη πίεση στην επαγγελματική και προσωπική τους ζωή, αλλά και σε συχνά δύσκολες κλιματολογικές συνθήκες».
Οι ξαφνικοί θάνατοι των διπλωματών, στους οποίους αναφερόταν ο Τσέχος υπουργός ήταν η αναπληρώτρια πρέσβειρα στο Ισραήλ Μόνικα Στουντενά, που πέθανε τον περασμένο μήνα, σε ηλικία 50 ετών. Τον Φεβρουάριο, ο Γιακούμπ Ντουρ, ο Τσέχος πρέσβης στην Πολωνία και πρώην μόνιμος εκπρόσωπος της χώρας στην Ε.Ε., πέθανε σε ηλικία 46 ετών. Και τον Νοέμβριο του 2022, η πρέσβειρα στην Ελβετία και το Λιχτενστάιν, Κατερίνα Φιαλκοβά, απεβίωσε ξαφνικά σε ηλικία 55 ετών.
Μέχρι στιγμής, σύμφωνα με τσεχικά δημοσιεύματα, δεν έχει γίνει γνωστή η αιτία του θανάτου των τριών διπλωματών στο ζενίθ της καριέρας τους. Σύμφωνα με τις πληροφορίες της τσεχικής εφημερίδας Seznam Zpráv, το υπουργείο Εξωτερικών της χώρας εξετάζει το ενδεχόμενο αναθεώρησης των συνθηκών εργασίας, ενώ θα πρέπει ταυτόχρονα, όπως λέγεται, να βελτιωθεί η πρόσβαση σε ψυχολογική φροντίδα για τους διπλωμάτες και τις οικογένειές τους.
Το ίδιο δημοσίευμα, πάντως, αναφέρει ότι η τσεχική διπλωματία έχει περάσει ίσως την πιο δύσκολη περίοδο στην τριακονταετή ιστορία της. Το υπουργείο Εξωτερικών, αναφέρεται, αντιμετώπισε άνευ προηγουμένου πίεση, ειδικά από την πλευρά του προέδρου Μίλος Ζέμαν και του περιβάλλοντός του, σε μιαν απόπειρα αλλαγής του επίκεντρου της εξωτερικής πολιτικής -από τη Δύση στην Ανατολή και προς τα αυταρχικά καθεστώτα.
Διπλωμάτες με Burnout
Τον Ιούνιο του 2022, οι Γάλλοι διπλωμάτες, αντιδρώντας στις τότε προωθούμενες αλλαγές του υπουργείου Εξωτερικών, κινήθηκαν πιο δραστικά: απήργησαν δηλώνοντας, όπως η Γαλλίδα πρέσβειρα στο Αζερμπαϊτζάν, ότι «οι Γάλλοι διπλωμάτες είναι ικανοί και αφοσιωμένοι ψυχή τε και σώματι, αλλά είναι, επίσης, υποστελεχωμένοι, καταπονημένοι, κακοπληρωμένοι», κάτι που, όπως έλεγαν οι ίδιοι, δεν τους επιτρέπει να προωθούν τα συμφέροντα της Γαλλίας στις χώρες αποστολής τους.
Ένα μήνα μετά, δημοσίευμα του Foreign Policy, έκανε λόγο για τις υποστελεχωμένες αμερικανικές πρεσβείες στην Αφρική. Πλην του ζητήματος της πολυεπίπεδης και ουσιαστικής παρουσίας των διπλωματικών αποστολών στην ήπειρο, το ρεπορτάζ έκανε λόγο για τους καταπονημένους διπλωμάτες, τους οποίους η υποστελέχωση εξαντλεί έτι περαιτέρω. «Για το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, οι ελλείψεις προσωπικού έχουν εξαντλήσει τους διπλωμάτες που είναι ήδη καταπονημένοι, αντανακλώντας ένα ευρύτερο πρόβλημα προσωπικού, καθώς το υπουργείο παλεύει να ξεπεράσει τους μετασεισμούς του παγώματος προσλήψεων από την εποχή του Τραμπ».
Τον Οκτώβριο του 2019, Ισραηλινοί διπλωμάτες είχαν ξεκινήσει απεργία αορίστου χρόνου, κλείνοντας περισσότερες από 100 πρεσβείες και προξενεία σε όλο τον κόσμο, διαμαρτυρόμενοι για τις συνθήκες εργασίας, όπως είχε μεταδώσει το Γαλλικό Πρακτορείο. Ακολούθησε μακροχρόνια διαμάχη μεταξύ του διπλωματικού προσωπικού και του υπουργείου Οικονομικών, το οποίο βρισκόταν σε βαθιά κρίση, σύμφωνα με ισραηλινά δημοσιεύματα της εποχής, έπειτα από επανειλημμένες περικοπές στον προϋπολογισμό του. Ο γενικός λογιστής του υπουργείου, μάλιστα, είχε διατάξει τους απεσταλμένους να σταματήσουν όλα τα επαγγελματικά ταξίδια και τη διασκέδαση και να τερματίσουν τις υπερωρίες για το τοπικό προσωπικό κάθε πρεσβείας και προξενείου.
Το 2011, επίσης, δημοσιεύματα ήθελαν Ευρωπαίους διπλωμάτες να εγκαταλείπουν τις θέσεις τους εξαιτίας των συνθηκών εργασίας. Ρεπορτάζ του EUobserver σημείωνε χαρακτηριστικά: «Η εργασία για τη νέα Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης φάνταζε ως μια από τις πιο σέξι δουλειές στις Βρυξέλλες. Ωστόσο, τους τελευταίους εννέα μήνες, σχεδόν 60 υπάλληλοι αποχώρησαν εν μέσω αναφορών για κακές συνθήκες εργασίας. Σύμφωνα με τα δικά της στοιχεία, 27 άτομα έχουν πάει στο Συμβούλιο της Ε.Ε. Αλλοι 16 πήγαν στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Εξι έμειναν στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και επτά στον ιδιωτικό τομέα. Αλλοι τρεις παραιτήθηκαν από το συμβούλιο της ίδιας της επικεφαλής της υπηρεσίας, Κάθριν Αστον». Σε άλλο σημείο του ρεπορτάζ, πηγές του EUobserver περιέγραφαν τη διοίκηση της υπηρεσίας ως «ένα απόλυτο χάος… έναν εφιάλτη».
Και οι Καναδοί διπλωμάτες είχαν ανακοινώσει απεργίες το 2000, καθώς τα χρήματα που λάμβαναν δεν ανταποκρίνονταν, όπως έλεγαν οι ίδιοι, στην εργασία τους, ενώ πολλά μέλη του καναδικού διπλωματικού σώματος προέβαιναν σε μαζικές αποχωρήσεις.
Πάντως, η πανδημία του κορωνοϊού ανέδειξε επιπλέον προβλήματα για τους διπλωμάτες. Πρέσβεις ΗΠΑ και Αυστραλίας, όπως έχουν αναφέρει διεθνή δημοσιεύματα, έκαναν εκκλήσεις προς τα οικεία υπουργεία Εξωτερικών, καθώς οι διπλωματικές αποστολές την περίοδο 2020-2022 εμφάνιζαν αύξηση προβλημάτων ψυχικής υγείας.
Δεν είναι μόνο το κύρος
Διπλωμάτης· διπλωματικό σώμα· διπλωματική αποστολή. Το νόημα που κουβαλούν αυτές οι λέξεις -τουλάχιστον στα καθ’ ημάς- έχουν κάτι από… μύθο και ζήλια. Ποιος δεν θα ήθελε να ταξιδεύει, να ζει και να εργάζεται σε διάφορες χώρες του κόσμου ως ένας υψηλού προφίλ υπάλληλος;
Κι όμως… Δεν προσφέρει απλώς προνόμια και κύρος μια τέτοια θέση. Ο κόσμος των διπλωματών είναι συνυφασμένος με τις μυστικές υπηρεσίες και ταυτόχρονα δέχεται πίεση από τους πολιτικούς -η εργασία στο διπλωματικό σώμα διαμορφώνεται ανάλογα με την εκάστοτε κυβέρνηση και την εξωτερική πολιτική που θέλει να ακολουθήσει.
Οταν θέσαμε το ζήτημα σε διπλωματική πηγή, που μίλησε στην «Κ» με την προϋπόθεση της ανωνυμίας, η ενστικτώδης αντίδραση, προτού καν ολοκληρωθεί η ερώτηση, ήταν: «Πολύ συχνό φαινόμενο, είναι δύσκολη δουλειά, δεν είναι όλα ρόδινα».
«Η καθημερινότητα ενός διπλωμάτη είναι περίπλοκη. Δεν είναι, δηλαδή, ότι εργάζεται στο ωράριό του και φεύγει να πάει… στη θάλασσα. Και το λέω αυτό με τη θάλασσα, διότι μας καλούν μέλλοντες συνάδελφοι που επίκειται η έναρξη συνεργασίας τους με την πρεσβεία και μας ρωτούν πρώτα πρώτα, ας πούμε, πόσο μακριά είναι η θάλασσα», αναφέρει η ίδια διπλωματική πηγή.
Οι έκτακτες συνθήκες ως κανόνας
Στην ερώτηση περί της περιπλοκότητας της δουλειάς ενός διπλωμάτη, σύμφωνα με τη διπλωματική πηγή, είναι συνυφασμένη με τη φύση των καθηκόντων. «Εξαρτάται από τους διαφορετικούς κλάδους. Είναι αλλιώς στην πρεσβεία, αλλιώς στο προξενείο, όπου νομίζουμε ότι ένας πρόξενος απλώς διεκπεραιώνει τα αιτήματα των συμπατριωτών του στη χώρα αποστολής. Είναι διαρκείς οι συνεννοήσεις με τον πολιτικό προϊστάμενο, με τις μυστικές υπηρεσίες, με την αστυνομία, οι ακόλουθοι άμυνας έχουν τον δικό τους φόρτο, οι οικονομικές συνεργασίες είναι άλλος κλάδος. Ολα περνούν μέσα από τους διπλωμάτες. Δεν τελειώνει εύκολα η καθημερινότητα ενός διπλωμάτη. Είμαστε αναγκασμένοι να παρακολουθούμε την ανάγκη της ίδιας της δουλειάς. Δεν μπορεί, για παράδειγμα, υπουργείο της χώρας αποστολής να ζητεί κάποια αναφορά κι εμείς απλώς να την αφήσουμε για… αύριο. Πρέπει να ανταποκριθούμε αμέσως στο αίτημα, ακόμα κι αν έχουμε πολλές ώρες διαφορά με την πατρίδα και τις υπηρεσίες της».
«Οι διπλωμάτες ζουν κατά κανόνα υπό έκτακτες συνθήκες», μεταφέρεται στην «Κ». «Είναι πέραν της δημοσιοϋπαλληλικής λογικής, όπως φαντάζονται οι περισσότεροι απ’ έξω. Ωστόσο, η εξάντληση, τα όρια του καθενός δηλαδή, εξαρτώνται από την ψυχοσύνθεσή του. Αλλοι διπλωμάτες είναι πιο ευάλωτοι, άλλοι θεωρούν ότι μπορούν να τα καταφέρουν όλα, παρασύροντας και το περιβάλλον τους σε εξαντλητικές συνθήκες εργασίας. Δεν καταλήγουν ασφαλώς όλοι στο Burnout ή σε χειρότερα αποτελέσματα. Αυτό που με σιγουριά μπορώ να πω, εντούτοις, είναι ότι όλοι κουράζονται».