ΒΡΥΞΕΛΛΕΣ – ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΣΗ. Θα φέρει μια πιθανή νίκη της ενωμένης αντιπολίτευσης στην Τουρκία με επικεφαλής τον ηγέτη του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος CHP Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου αλλαγή «πλεύσης» για την Τουρκία και νέα δεδομένα στις σχέσεις με την Ευρωπαϊκή Ενωση; Για πρώτη φορά εδώ και περίπου δεκαπέντε χρόνια –όσο διαρκεί δηλαδή η ταραχώδης περίοδος στις 60χρονες πλέον σχέσεις Ευρωπαϊκής Ενωσης – Τουρκίας– στις Βρυξέλλες ξεκινούν συγκρατημένα να πιστεύουν ότι με νίκη της αντιπολίτευσης και υπό συνθήκες ομαλότητας θα δοθεί νέα «ευκαιρία» στη δημοκρατία, στην επιστροφή στο κράτος δικαίου, αλλά και, κυρίως, σε μια θεσμική εξωτερική πολιτική. Το τελευταίο είναι το βασικό συμπέρασμα όσων παρακολουθούν τις δεσμεύσεις Κιλιτσντάρογλου για άμεσο «ξεπάγωμα» των διαπραγματεύσεων με την Ε.Ε. και παράλληλα εκδημοκρατισμό του πολιτικού συστήματος.
Σε νέα «ευκαιρία» στη δημοκρατία και σε επαναπροσέγγιση προσβλέπουν οι Βρυξέλλες.
Η Ευρωπαϊκή Ενωση, εξάλλου, περιμένει πολλά από την αντιπολίτευση, με κυριότερο να διαχειριστεί τις αντικρουόμενες δεσμεύσεις της Τουρκίας με τη Ρωσία. Δεν πρόκειται να αλλάξουν οι εταιρικές σχέσεις με τη Ρωσία, παραδέχονται αναλυτές, καθώς η τουρκική οικονομία δεν το «αντέχει», αλλά αυτό που σίγουρα δεν θα επιτραπεί θα είναι παράκαμψη μέσω Τουρκίας των ευρωπαϊκών κυρώσεων. Μια φιλοδυτική στροφή της Αγκυρας όμως θα απαιτήσει από την Ε.Ε. μια συνεκτική στρατηγική αντίληψη για την Τουρκία. Γι’ αυτό το κρίσιμο ζήτημα –όπως και το από ποια βάση θα εκκινήσει ο νέος διάλογος– δεν υπάρχει ακόμη απάντηση, διαπιστώνουν κάποιοι αναλυτές, ενώ αβέβαιο παραμένει εάν θα υπάρξει τελικά ευκαιρία για την Ευρωπαϊκή Ενωση να ρυμουλκήσει την Τουρκία πλησιέστερα, με δεδομένο ότι αρκετά κράτη-μέλη διατηρούν ανελαστική προσέγγιση σε ό,τι αφορά ενδεχόμενη ένταξή της. Ακόμα και με νίκη του Ταγίπ Ερντογάν, η Ευρωπαϊκή Ενωση πρέπει να αποφασίσει εάν θα συνεχίσει να «νομιμοποιεί» έναν αυταρχικό ηγέτη μέσω της συνέχισης της συναλλακτικής σχέσης τους ή θα θέσει ξεκάθαρα «κόκκινες γραμμές», ιδιαίτερα υπό τις νέες γεωπολιτικές πραγματικότητες και την πρόθεση της Τουρκίας να διατηρήσει τον περιφερειακό ρόλο της. Τέσσερις αναλυτές εξηγούν στην «Κ» τα πιθανά σενάρια για την «επόμενη ημέρα» στις σχέσεις Ε.Ε. – Τουρκίας.
ΙΛΚΕ ΤΟΪΓΚΟΥΡ
Καθηγήτρια στο Universidad Carlos III de Madrid, ανώτερη συνεργάτις CSIS Europe, Eurasia, Russia Program
Αναγκαία μια έξυπνη ανανέωση δεσμών
Στις Βρυξέλλες και τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες η συνέχιση του στάτους κβο γίνεται αντιληπτή ως «μία από τα ίδια, με ενδεχόμενη μεγαλύτερη ένταση με μια δικαιωμένη κυβέρνηση υπό τον Ερντογάν», καθώς δεν αναμένεται να αλλάξει πορεία σε ό,τι αφορά την εσωτερική ή την εξωτερική πολιτική.
Εάν κερδίσει η αντιπολίτευση, η Ευρωπαϊκή Ενωση αναμένει διαβεβαιώσεις για επιστροφή της Τουρκίας στη δημοκρατία, δυτική προοπτική αλλά και μακροπρόθεσμη ευθυγράμμιση με τις πολιτικές της. Εάν τα πρώτα βήματα του εκδημοκρατισμού συνοδευθούν με συγκεκριμένες ενέργειες –όπως συμμόρφωση με τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου– θα ήταν ένα θετικό βήμα.
Οι διακηρυγμένες θέσεις για ευθυγράμμιση με τη Δύση είναι ενθαρρυντικές, αλλά και η Ευρωπαϊκή Ενωση θα πρέπει να εξετάσει μια «έξυπνη ανανέωση» με επισκέψεις ανωτάτου επιπέδου, ενίσχυση του διαλόγου και αποκατάσταση των «γεφυρών» σε συγκεκριμένους τομείς πολιτικής. Με τον πόλεμο στην Ουκρανία βρίσκεται ήδη υπό συζήτηση η ανασυγκρότηση μιας διευρυμένης Ευρώπης.
Ωστόσο, χωρίς την Τουρκία θα παραμείνει ανολοκλήρωτη. Ο πόλεμος έχει δημιουργήσει την αναγκαιότητα να επανεξετάσουμε και να επενδύσουμε σε μια πολιτική συντονισμού με χώρες που δεν ανήκουν στην Ευρωπαϊκή Ενωση, αλλά βρίσκονται στην ήπειρο. Οι σχέσεις Ε.Ε. – Τουρκίας είναι ένα πολύ σημαντικό κομμάτι αυτού του παζλ. Ενόσω συνεχίζεται ο πόλεμος θα υπάρξουν θέματα που θα προκαλέσουν διχασμό μεταξύ Τουρκίας – Ε.Ε.,
όπως οι κυρώσεις.
Ο παράγων Ρωσία
Ακόμη κι αν κερδίσει η αντιπολίτευση, οι σχέσεις με τη Ρωσία δεν θα αλλάξουν την επόμενη ημέρα λόγω των δομικών εξαρτήσεων. Η Ε.Ε. πρέπει να συνταχθεί με τη δημοκρατική θέληση των Τούρκων πολιτών. Εάν κερδίσει η αντιπολίτευση, αυτό θα συμβεί παρά τις δυσκολίες· έλλειψη ελεύθερων ΜΜΕ, ελεύθερης Δικαιοσύνης και κρατικές ενισχύσεις υπέρ του απερχόμενου προέδρου. Το παιχνίδι δεν παίζεται με ίσους όρους. Εάν κερδίσει η αντιπολίτευση, ίσως και οριακά, αυτό θα συνιστά ακόμη μεγαλύτερη νίκη. Επομένως, τα κράτη-μέλη της Ε.Ε. και το ΝΑΤΟ θα πρέπει να το αναγνωρίσουν αυτό και να ξεκινήσουν τον σχεδιασμό μιας «έξυπνης» ανανέωσης των σχέσεων.
Δρ ΣΙΝΕΜ ΑΝΤΑΡ
Συνεργάτις στο Centre for Applied Turkey Studies, στο ινστιτούτο SWP στο Bερολίνο
Επιστροφή στη θεσμική εξωτερική πολιτική
Εάν ο Ερντογάν και οι πολιτικοί του σύμμαχοι κερδίσουν είναι σίγουρο ότι η Τουρκία θα συνεχίσει στον δρόμο προς τον αυταρχισμό και αυτό σημαίνει ότι η Ευρώπη θα αντιμετωπίζει μια απρόβλεπτη, συγκρουσιακή, ασταθή Τουρκία. Εάν κερδίσει η αντιπολίτευση, η οικονομική κατάσταση ενδεχομένως να παραμείνει ασταθής, αλλά οι σχέσεις της με τη Δύση θα γίνουν πιο προβλέψιμες, θεσμικές, καθώς αυτό θα διακρίνει την εξωτερική πολιτική της.
Οποιος κι αν είναι στην εξουσία, η διατήρηση σχέσεων μεταξύ Ε.Ε. – Τουρκίας είναι αναπόφευκτη. Εάν παραμείνει ο Ερντογάν, τότε η Ε.Ε. θα συνεχίσει μια συναλλακτική σχέση με την Τουρκία, αλλά θα πρέπει να ξεκαθαρίσει για ποια θέματα θα υπάρξει συνεργασία, για ποια πιθανή σύγκρουση και ποιες είναι οι «κόκκινες γραμμές» της και στις δύο περιπτώσεις. Εξάλλου είναι ιδιαίτερα σημαντικό για την Ε.Ε. να μην παρέχει περαιτέρω νομιμοποίηση σε έναν αυταρχικό ηγέτη. Εάν κερδίσει η αντιπολίτευση υπάρχει πιθανότητα αποκατάστασης των σχέσεων με την Ε.Ε., αλλά πρώτα πρέπει να αποκατασταθεί η κοινή εμπιστοσύνη. Δεν θα εξαφανιστούν ωστόσο τα προβλήματα ή οι εντάσεις από την πρώτη ημέρα, καθώς η εξωτερική πολιτική δεν θα αλλάξει πολύ σε κάποια ζητήματα.
Παρ’ όλα αυτά, η αντιπολίτευση θέλει να δώσει τέλος στην προσωποποιημένη εξωτερική πολιτική του Ερντογάν και να ακολουθήσει πιο θεσμική, λιγότερο συγκρουσιακή προσέγγιση, επομένως θα υπάρξει περιθώριο για διαπραγματεύσεις και συμβιβασμούς. Δεν είμαι σίγουρη όμως ότι τόσο τα κράτη-μέλη ξεχωριστά όσο και η Ε.Ε. έχουν ξεκάθαρη θέση για το πώς βλέπουν την Τουρκία στο πλαίσιο της πολιτικής εξωτερικής ασφάλειας. Αλλά θα πρέπει σύντομα να έχουν μια απάντηση. Δεν πρόκειται η αντιπολίτευση να υιοθετήσει συγκρουσιακή πολιτική με τη Ρωσία λόγω των οικονομικών και εμπορικών σχέσεων, ιδιαίτερα εν μέσω πολέμου. Ομως δεν πρόκειται να βοηθήσει τη Ρωσία να παρακάμψει τις ευρωπαϊκές κυρώσεις, καθώς ο προσανατολισμός της Τουρκίας –εάν κερδίσει η αντιπολίτευση– θα είναι φιλοδυτικός και θα ενεργεί με καλή πίστη.
ΦΡΑΝΤΣΕΣΚΟ ΣΙΚΑΡΝΤΙ
Κύριος αναλυτής στο Carnegie Europe στις Bρυξέλλες
Η μπάλα θα παραμείνει στο γήπεδο της Αγκυρας
Τρία θέματα «διχάζουν» τις σχέσεις της Τουρκίας με τη Δύση: οι σχέσεις με τη Ρωσία, η κρίση με τη Συρία και το Κυπριακό. Και στα τρία ζητήματα είναι δύσκολο κανείς να φανταστεί μια αλλαγή κατεύθυνσης από τον πρόεδρο Ερντογάν.
Οποιο κι αν είναι το αποτέλεσμα των εκλογών, η προτεραιότητα της επόμενης κυβέρνησης θα είναι να «διορθώσει» την οικονομία. Εάν ο Ερντογάν επανεκλεγεί, ενδεχομένως να ακολουθήσει πιο συνετή προσέγγιση στην εξωτερική πολιτική, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι θα διαταραχθούν οι σχέσεις με τη Ρωσία, καθώς στηρίζει την τουρκική οικονομία. Αυτό, όμως, θα δυσχεράνει έναν ουσιαστικό διάλογο μεταξύ Τουρκίας και Δύσης: οι σχέσεις θα παραμείνουν περιχαρακωμένες και κατευθυνόμενες από βραχυπρόθεσμα συμφέροντα.
Εάν κερδίσει η αντιπολίτευση, θα πάρει σίγουρα αποστάσεις από το προσωποποιημένο στυλ εξωτερικής πολιτικής του Ερντογάν. Η Ευρώπη είναι και θα παραμείνει εταίρος «κλειδί» για την Τουρκία. Μια νίκη της αντιπολίτευσης θα προσφέρει μια προφανή ευκαιρία για επανεκκίνηση των σχέσεων, ωστόσο η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης απαιτεί αρκετή δουλειά και καλή θέληση. Γι’ αυτόν τον λόγο η Ε.Ε. θα πρέπει να είναι υποστηρικτική έναντι της νέας κυβέρνησης και να διευκολύνει, όσο είναι δυνατόν, μια θετική εξέλιξη της σχέσης.
Αλλά είναι ξεκάθαρο ότι η «μπάλα παραμένει στο γήπεδο» της Τουρκίας, να ξεκινήσει να ξηλώνει το συγκεντρωτικό σύστημα εξουσίας και να υπαγορεύσει την επιστροφή στο κράτος δικαίου. Οι Βρυξέλλες θα παρακολουθούν με ιδιαίτερη προσοχή την υλοποίηση της υπόσχεσης απελευθέρωσης πολιτικών κρατουμένων, όπως του Οσμάν Καβαλά. Εάν τελικά επικρατήσει ο Ερντογάν, η Ευρωπαϊκή Ενωση δεν θα πρέπει να λησμονήσει ότι μεγάλο μέρος των πολιτών πραγματικά «βλέπει» την Ευρώπη με ελπίδα και σεβασμό. Μέσα στα όρια μιας δύσκολης σχέσης είναι σημαντικό η Ε.Ε. να διατηρήσει όσο το δυνατόν καλύτερες σχέσεις, καθώς μια απομονωμένη και εξαθλιωμένη Τουρκία δεν είναι προς το συμφέρον της –κυρίως λόγω του ρόλου που παίζει στην Ουκρανία– ιδιαίτερα ως «εγγυητής» της συμφωνίας των σιτηρών.
Δρ ΛΟΥΙΤΖΙ ΣΚΑΤΣΙΕΡΙ
Κύριος ερευνητής στο Centre for European Reform, CER
Κίνδυνος κοινής απογοήτευσης στα βήματα συμβιβασμού
Εάν ο σημερινός πρόεδρος της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν κερδίσει, η Ευρωπαϊκή Ενωση θα συνεχίσει την πολιτική μιας συναλλακτικής συνεργασίας με την Τουρκία και διαχείρισης κρίσεων, όταν ξεσπούν.
Η προσέγγιση του Ερντογάν στον πόλεμο που διεξάγεται στην Ουκρανία θα είναι μια βασική μεταβλητή και πιθανή «πηγή έντασης», ιδιαίτερα εάν η Τουρκία δεν άρει το βέτο για την ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ.
Εάν κερδίσει η αντιπολίτευση, η Ευρωπαϊκή Ενωση θα επαναλάβει τη θέλησή της για εμβάθυνση των σχέσεων μέσω διαλόγου, εκσυγχρονισμού της τελωνειακής ένωσης και απελευθέρωσης της βίζας, ενώ θα προσφέρει οικονομική βοήθεια για τη σταθεροποίηση της κυβέρνησης.
Εκτιμώ πως για όλα τα κράτη-μέλη θα είναι πιο εύκολο να δεχθούν μια ενίσχυση του διαλόγου με την Αγκυρα.
Ωστόσο, το πόση πρόοδος θα σημειωθεί σε άλλα ζητήματα θα εξαρτηθεί από την ικανότητα της αντιπολίτευσης να ενισχύσει τις δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις, καθώς και από τη στάση της στην Ανατολική Μεσόγειο και ιδιαίτερα στην Κύπρο.
Η Σουηδία στο ΝΑΤΟ
Η στάση της σε ό,τι αφορά την ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ και η πολιτική έναντι της Ρωσίας θα είναι ιδιαιτέρως σημαντικές. Για το πρώτο χρειάζεται και κοινοβουλευτική πλειοψηφία, ωστόσο δεν πρέπει κανείς να αναμένει να εγκριθούν κυρώσεις έναντι της Ρωσίας.
Θα υπάρξουν εντάσεις στο μεταναστευτικό ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τη Συρία, καθώς η αντιπολίτευση πιέζει για επιστροφή των εκατομμυρίων προσφύγων στη χώρα τους.
Γενικά, μια κυβέρνηση από τη σημερινή αντιπολίτευση θα επιφέρει βελτίωση και ενδεχομένως ενίσχυση των σχέσεων με την Ευρωπαϊκή Ενωση.
Ωστόσο υπάρχει ο κίνδυνος μιας κοινής απογοήτευσης εάν τόσο η Ευρωπαϊκή Ενωση όσο και η Τουρκία περιμένουν από την άλλη πλευρά να κάνει το πρώτο βήμα και να συμβιβαστεί. Ανάλογα με την κοινοβουλευτική της δύναμη, η αντιπολίτευση θα επιδιώξει πιο ισορροπημένη και εποικοδομητική εξωτερική πολιτική, δίνοντας χώρο στη διπλωματία και στον διάλογο.
Αυτό δεν σημαίνει ότι θα επιλυθούν τα εκκρεμή ζητήματα, για παράδειγμα, με την Ελλάδα.
Πάντως, θα υπάρξουν λιγότερες εντάσεις και βελτιωμένη ατμόσφαιρα.