Μπορεί να μην κατάφερε να εκλεγεί από τον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών, και αυτό προφανώς αποτελεί ένα πλήγμα για τον ίδιο, ειδικά αν ληφθεί υπόψη ο απόλυτος έλεγχος που έχει στα μέσα ενημέρωσης, αλλά ο Ταγίπ Ερντογάν δεν υπέστη την ήττα που ήλπιζαν οι δυτικοί.
Είκοσι χρόνια μετά την αναρρίχησή του στην εξουσία παραμένει ισχυρός και πρωταγωνιστής των εξελίξεων.
Η αντιπολίτευση -προσωπικά ο ίδιος ο Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, αλλά και τα έξι κόμματα που αποτελούν την “Εθνική Συμμαχία”- δεν ανταποκρίθηκε στις προσδοκίες που είχαν δημιουργηθεί, εντός και εκτός Τουρκίας.
Μια ετερόκλητη ομάδα αποτελούμενη από κοσμικούς, προοδευτικούς, σοσιαλδημοκράτες και Κούρδους, μέχρι εθνικιστές, συντηρητικούς και θρησκευόμενους, ένωσαν τις δυνάμεις τους με μοναδικό κοινό παρονομαστή την απομάκρυνση του Ερντογάν απο την εξουσία, και δεν κατάφεραν να εξασφαλίσουν ούτε την προεδρία, ούτε την πλειοψηφία στην Εθνοσυνέλευση όπου η «Λαϊκή Συμμαχία»των κομμάτων Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης του Ερντογάν και Εθνικιστικής Δράσης του Μπαχτσελί, εξασφάλισε 46% που συνιστά μεν υποχώρηση από το 54% που είχαν λάβει αθροιστικά στις βουλευτικές εκλογές του ’18, ωστόσο τους δίνει την πλειοψηφία των εδρών.
Νικητής ο εθνικισμός
Μεγάλος νικητής των εκλογών είναι ο εθνικισμός – με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις –, εάν στο 36% του AKP και το 10% του ΜΗΡ, προστεθούν τα ποσοστά των προερχομένων από το ΜΗΡ, Μεράλ Ακσενέρ (10%) και του τρίτου προεδρικού υποψήφιου, Σινάν Ογάν (5%).
Ηττημένος το Ρεπουμπλικανικό κόμμα το οποίο επί μια εικοσαετία αδυνατεί σταθερά να πάρει πάνω από το ένα τέταρτο των ψήφων. Πώς είναι δυνατόν να επιδιώκει να κυβερνήσει;
Ο Ερντογάν είναι κερδισμένος και σε επίπεδο εντυπώσεων διότι, παρά τις αναφορές σε χειραγώγηση των ΜΜΕ και των δημοσκοπήσεων, αλλά και σε εκτεταμένη νοθεία την ημέρα των εκλογών, τελικά τη νίκη του επιβεβαίωσαν τόσο το ελεγχόμενο από τον ίδιο κρατικό πρακτορείο Anadolou όσο και το προσκείμενο στην αντιπολίτευση ANKA. Και τα δυο έδειξαν καθαρή επικράτηση Ερντογάν με 49% – 45%.
Παράλληλα, το γεγονός ότι έμεινε οριακά κάτω από το 50%, ποσοστό που θα διασφάλιζε την επανεκλογή του, διαφοροποιεί τον Ερντογάν από άλλους αυταρχικούς ηγέτες όπως ο Σι και ο Πούτιν, οι οποίοι εκλέγονται με ποσοστά που φτάνουν το 90%. Παρά τις καταγγελίες τις αντιπολίτευσης, μπορεί να ισχυρισθεί ότι οι εκλογές ήταν ελεύθερες και εάν κερδίσει στον δεύτερο γύρο, θα εμφανισθεί έναντι της Δύσης με νωπή λαϊκή νομιμοποίηση και πλειοψηφία στην Εθνοσύνελευση.
Ενα τελευταίο συμπέρασμα που εξάγεται είναι πως εάν αντί του 74χρονου Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, αντίπαλος του Ερντογάν ήταν ένας από τους δημοφιλείς δημάρχους της Κωνσταντινούπολης, Εκρέμ Ιμάμογλου, ή της Αγκυρας, Μανσούρ Γιαβάς, πιθανότατα η εικοσαετής παρουσία του ισχυρού άνδρα της Τουρκίας να είχε φθάσει στο τέλος της.
Ακολουθήστε το kathimerini.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο kathimerini.gr