Τουρκία: Με αέρα νίκης στον δεύτερο γύρο εκλογών ο Ερντογάν

Τουρκία: Με αέρα νίκης στον δεύτερο γύρο εκλογών ο Ερντογάν

Ψυχρολουσία για την αντιπολίτευση

5' 5" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Μπορεί οι τουρκικές κάλπες να μην ανέδειξαν νικητή από τον πρώτο γύρο της αναμέτρησης, δεν άφησαν όμως καμία αμφιβολία για τον μεγάλο ηττημένο – τις εταιρείες δημοσκοπήσεων. Σε αντίθεση με σχεδόν όλα τα προγνωστικά της τελευταίας προεκλογικής εβδομάδας, ο Ταγίπ Ερντογάν ήρθε στην πρώτη θέση με 49,5% και χρειάζεται μόνο μισή ποσοστιαία μονάδα για να σφραγίσει τη νίκη στον δεύτερο και αποφασιστικό γύρο της 18ης Μαΐου. Με το 44,9% των ψήφων στην προχθεσινή αναμέτρηση, ο αντίπαλός του, Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, θα χρειαστεί ένα πραγματικό πολιτικό θαύμα για να ανατρέψει τη διαμορφωμένη, πλέον, δυναμική.

Είναι αλήθεια ότι ο άνθρωπος που σφράγισε τις δύο τελευταίες δεκαετίες της τουρκικής πολιτικής Ιστορίας δεν βγήκε χωρίς απώλειες από την τελευταία δοκιμασία. Σε αντίθεση με τις δύο προηγούμενες προεδρικές αναμετρήσεις όπου πήρε μέρος, του 2014 και του 2018, απέτυχε να εκλεγεί από τον πρώτο γύρο, ενώ το ποσοστό του μειώθηκε περίπου κατά 3%. Ωστόσο, οι απώλειες αυτές μοιάζουν με επιπόλαιες εκδορές ενός πολιτικού και ενός κόμματος που πέρασαν από φωτιά και σίδερο: με τη λίρα σε ελεύθερη πτώση εδώ και ένα χρόνο, τον πληθωρισμό στη στρατόσφαιρα και τις Ερινύες για τις εκατόμβες των πρόσφατων σεισμών να κυνηγούν τους κυβερνώντες, η αντιπολίτευση είχε τις πιο ευνοϊκές συνθήκες που θα μπορούσε να φανταστεί για να έρθει στην εξουσία.

Επιπλέον, το αντι-Ερντογάν στρατόπεδο κατέβαινε για πρώτη φορά ενωμένο, αφού ο Κιλιτσντάρογλου εξασφάλισε στήριξη όχι μόνο από το δικό του κόμμα, το κεμαλικό CHP, αλλά και από ένα κομμάτι του ακροδεξιού εθνικισμού, υπό τη Μεράλ Ακσενέρ, ακόμη και από το αριστερό-φιλοκουρδικό HDP, που ήταν και παρέμεινε τρίτη δύναμη στο τουρκικό Κοινοβούλιο. Εάν προσθέσει κανείς σε όλα αυτά και την ατμόσφαιρα που είχαν δημιουργήσει οι δημοσκοπήσεις, εύκολα αντιλαμβάνεται την ψυχρολουσία που ένιωσαν οι οπαδοί της αντιπολίτευσης μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων.

Ο εκλογικός χάρτης αναδεικνύει, σε αδρές γραμμές, την ίδια εικόνα που είχαμε γνωρίσει σε προηγούμενες αναμετρήσεις: Μια Τουρκία κομμένη στα τρία, με την παράταξη Ερντογάν να κυριαρχεί στην ενδοχώρα (ακόμη και στις 10 από τις 11 επαρχίες της νοτιοανατολικής Τουρκίας που επλήγησαν από τους σεισμούς της 6ης Φεβρουαρίου), το στρατόπεδο Κιλιτσντάρογλου να υπερέχει στα παράκτια αστικά κέντρα της δυτικής και της νότιας Τουρκίας, και το αριστερό μπλοκ «Εργασία και Ελευθερία» να έχει την πρωτοκαθεδρία στις κουρδικές περιοχές. Επιπλέον, ο Ερντογάν υπερίσχυσε συντριπτικά (65%) στους Τούρκους ψηφοφόρους της Γερμανίας, όπου βρίσκεται η μισή τουρκική διασπορά, ενώ ο Κιλιτσντάρογλου υπερψηφίστηκε από μικρότερες τουρκικές κοινότητες (στην Ιταλία πήρε 69% και στην Ελλάδα 76%).

Σε ρυθμιστικό ρόλο το ρεύμα του επιθετικού εθνικισμού, καθώς ο υποψήφιος Ογκάν πήρε το 5,2% των ψήφων.

Ο αλεβίτης

Αναλυτές του διεθνούς Τύπου εκτίμησαν ότι σημαντικό ρόλο στην αποτυχία του Κιλιτσντάρογλου έπαιξε το γεγονός ότι διατυμπάνιζε πως ανήκει στους αλεβίτες, μια μάλλον στιγματισμένη στα μάτια των συντηρητικών σουνιτών θρησκευτική μειονότητα. Ωστόσο είναι πιθανό ότι μεγαλύτερο ρόλο έπαιξε η αποτυχία του να προσελκύσει τον κύριο όγκο του εθνικιστικού στρατοπέδου. Ο,τι κέρδιζε από τους Κούρδους φαίνεται ότι το έχανε από τους εθνικιστές, όπως έδειξε η πέραν από κάθε προσδοκία επίδοση του τρίτου προεδρικού υποψηφίου, του εθνικιστή Σινάν Ογκάν, που πήρε το 5,2% των ψήφων. Είναι επίσης χαρακτηριστικό ότι στις βουλευτικές εκλογές οι σύμμαχοι του Ερντογάν από το ΜΗΡ (Γκρίζοι Λύκοι) πήραν, επίσης προς γενική έκπληξη, άνω του 10%, περισσότερο από το iYi της Ακσενέρ.

Τη διατήρηση, έστω με ρωγμές και φθορές, της πολιτικής ηγεμονίας του Ερντογάν τονίζει και η νίκη που κατήγαγε ο συνασπισμός του στις βουλευτικές εκλογές, όπου κέρδισε 322 έδρες σε σύνολο 600. Τα περιθώρια ανατροπής αυτής της εικόνας στον δεύτερο γύρο φαίνονται εξαιρετικά περιορισμένα, αφού η συμμετοχή στην εκλογική διαδικασία έφθασε το ποσοστό ρεκόρ –και άπιαστο για όλες τις σύγχρονες δυτικές Δημοκρατίες– του 89%.

Τούτων δοθέντων, ο Κιλιτσντάρογλου θα ήθελε να ελπίζει σε μια σανίδα σωτηρίας από τον Ογκάν. Μετά την αποσαφήνιση των αποτελεσμάτων, ο εθνικιστής πολιτικός άφησε όλα τα ενδεχόμενα ανοιχτά, θέτοντας ωστόσο δύο πολύ σκληρές κόκκινες γραμμές: είπε ότι θα μπορούσε να στηρίξει εκείνον τον υποψήφιο ο οποίος θα έκοβε κάθε δεσμό με τους Κούρδους και θα δεσμευόταν να στείλει τα 3,6 εκατ. Σύρους πρόσφυγες πίσω στην πατρίδα τους. Οροι που είναι πολύ λιγότερο δύσκολοι για τον Ερντογάν παρά για τον Κιλιτσντάρογλου, ο οποίος στηρίχθηκε στην κουρδική ψήφο και θα προκαλούσε πραγματική εξέγερση των προοδευτικών ψηφοφόρων του αν ταυτιζόταν με ακραίες αντιμεταναστευτικές θέσεις.

Ο άλλος απρόβλεπτος παράγοντας βρίσκεται στις διεθνείς αγορές: η χθεσινή σημαντική πτώση της λίρας και η αναστάτωση στο χρηματιστήριο της Κωνσταντινούπολης ήρθαν να μετριάσουν την ατμόσφαιρα ευφορίας στο κυβερνητικό στρατόπεδο. Ενδεχόμενη καταβαράθρωση της λίρας και των χρεογράφων του τουρκικού χρέους στις δύο εβδομάδες που απομένουν μέχρι τον δεύτερο γύρο θα δημιουργούσε περιβάλλον πολιτικής αβεβαιότητας και κοινωνικών εντάσεων. Σε διαφορετική περίπτωση, ο Ταγίπ Ερντογάν μπορεί να υπολογίζει σε μια τρίτη (και τελευταία λόγω συνταγματικών περιορισμών) προεδρική θητεία, όπου, χωρίς το άγχος της επανεκλογής και με την αντιπολίτευση να γλείφει τις πληγές της, θα συνδιαλέγεται πλέον μόνο με την Ιστορία. Μια σκέψη όχι και τόσο καθησυχαστική για τους ψηφοφόρους και τους γείτονές του.

Θρησκευτικές ελευθερίες

Τη συστημική διάκριση που υφίσταται το Οικουμενικό Πατριαρχείο της Κωνσταντινουπόλεως από τις τουρκικές αρχές καταγράφει η έκθεση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ για τις θρησκευτικές ελευθερίες ανά τον κόσμο για το έτος 2022. Επίσης, επαναλαμβάνεται η πάγια έκκληση της αμερικανικής πλευράς για την επαναλειτουργία της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης. Σύμφωνα με την έκθεση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, η κυβέρνηση Ερντογάν συνέχισε να μην αναγνωρίζει την ηγεσία ή τις διοικητικές δομές μη μουσουλμανικών μειονοτήτων, όπως το Αρμενικό Αποστολικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως και το Αρχιραββινάτο. Το γεγονός ότι δεν αναγνωρίζονται ως νομικά πρόσωπα σημαίνει ότι δεν μπορούν να αγοράσουν ή να κατέχουν τίτλο ιδιοκτησίας ή να ασκήσουν αξιώσεις στο δικαστήριο. Αυτές οι τρεις ομάδες, μαζί με άλλες μειονοτικές θρησκευτικές κοινότητες, έπρεπε να βασιστούν σε ανεξάρτητα ιδρύματα που είχαν προηγουμένως οργανώσει, τα οποία εποπτεύονταν από ξεχωριστά διοικητικά συμβούλια, για να κατέχουν και να ελέγχουν τη θρησκευτική περιουσία τους. Στην έκθεση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, γίνεται αναφορά και στην Ελλάδα, και συγκεκριμένα στο γεγονός ότι δεν υπήρξε πρόοδος όσον αφορά την επίλυση των εβραϊκών αξιώσεων ιδιοκτησίας από την εποχή του Ολοκαυτώματος, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται και αξιώσεις ξένων πολιτών. Περιλαμβάνεται, ακόμη, η συγγνώμη του υπουργού Υγείας Θάνου Πλεύρη σχετικά με «προσβλητικές απόψεις» που είχε εκφράσει όταν ήταν μέλος του κόμματος ΛΑΟΣ. 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT