Χωρίς την υιοθέτηση κοινών συμπερασμάτων σχετικά με το μεταναστευτικό ολοκληρώθηκε το τακτικό Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Ιουνίου, καθώς Ουγγαρία και Πολωνία δεν απέσυραν τις ενστάσεις τους. Είχαν προηγηθεί οι χθεσινές οι διαπραγματεύσεις, που διήρκεσαν συνολικά επτά ώρες, ενώ σήμερα έγινε και μια ύστατη προσπάθεια με τη διαμεσολάβηση της Ιταλίδας πρωθυπουργού, Τζόρτζια Μελόνι.
Τελικά, όπως είχε γράψει νωρίτερα η «Κ», στο κείμενο προστέθηκε δήλωση του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Σαρλ Μισέλ, όπου γινόταν εκτενής αναφορά στην εξωτερική πτυχή του μεταναστευτικού και σε όσα θα υιοθετούσαν οι Ευρωπαίοι ηγέτες ως συμπεράσματα.
Η δήλωση του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου κατέληγε: «Σημειώθηκε ότι η Πολωνία και η Ουγγαρία δήλωσαν ότι, στο πλαίσιο των συνεχιζόμενων εργασιών για το Σύμφωνο για τη Μετανάστευση και το Ασυλο, σύμφωνα με τα προηγούμενα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Δεκεμβρίου του 2016, του Ιουνίου του 2018 και του Ιουνίου του 2019, υπάρχει ανάγκη να εξευρεθεί συναίνεση για μια αποτελεσματική πολιτική μετανάστευσης και ασύλου, ότι, στο πλαίσιο των μέτρων αλληλεγγύης, η μετεγκατάσταση και η επανεγκατάσταση θα πρέπει να γίνονται σε εθελοντική βάση και ότι όλες οι μορφές αλληλεγγύης θα πρέπει να θεωρούνται εξίσου έγκυρες και να μη χρησιμεύουν ως δυνητικός παράγοντας έλξης για την παράτυπη μετανάστευση».
Επί της ουσίας, η Ουγγαρία και η Πολωνία εξέφρασαν την ενόχλησή τους καθώς η πρόσφατη συμφωνία για τη Μετανάστευση και το Ασυλο είχε ληφθεί στο συμβούλιο των 27 υπουργών Εσωτερικών με ειδική πλειοψηφία και όχι ομόφωνα και για τον λόγο αυτόν επέμειναν στο θέμα της «συναίνεσης» σε ό,τι αφορά την πολιτική μετανάστευσης, ενώ απέρριπταν τον όρο για την καταβολή 20.000 ευρώ ανά αιτούντα άσυλο που δεν έχει μετεγκατασταθεί.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης στην «Κ»
Από την πλευρά του, ο Ελληνας πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, ερωτηθείς από την «Κ» εάν δυσκολεύει, πλέον, η στάση των εν λόγω χωρών τα επόμενα βήματα για το Σύμφωνο για τη Μετανάστευση και για το ποιες θα μπορούσαν να είναι οι πολιτικές πέραν των συνηθισμένων (out of the box) στις οποίες αναφέρθηκε στην παρέμβασή του, ανέφερε ότι «υπήρξε μια μακρά και δύσκολη συνεδρίαση, στην οποία δυστυχώς δεν καταλήξαμε σε συμπεράσματα λόγω της άρνησης της Πολωνίας και της Ουγγαρίας να συνταχθούν με τα υπόλοιπα κράτη».
Τόνισε, πάντως, ότι, παρά τις διαφωνίες, «υπάρχει καθολική συμφωνία στην ανάγκη φύλαξης των εξωτερικών συνόρων. «Πρέπει να βρούμε τρόπους να αποτρέψουμε τους διακινητές να βάζουν ανθρώπους σε βάρκες», τόνισε ο πρωθυπουργός, σημειώνοντας πως είναι «ελληνική επιτυχία ότι ξεκινούν από την Τουρκία πολύ λιγότερες βάρκες» επειδή «γνωρίζουν ότι η πιθανότητα να φτάσουν στον τελικό προορισμό τους είναι περιορισμένη».
Σε ό,τι αφορά τις πληροφορίες περί αποχώρησης της Frontex από την Ελλάδα, ο κ. Μητσοτάκης ανέφερε ότι δεν έχει υποπέσει στην προσοχή του το ζήτημα αυτό, ενώ τόνισε ότι «θεωρεί ότι και με τη Frontex έχουμε μια κοινή αποστολή και αυτή είναι η προστασία των εξωτερικών συνόρων και φυσικά το να σώζουμε πάντα ανθρώπους οι οποίοι μπορεί να βρίσκονται σε κίνδυνο στη θάλασσα».
«Δεν είναι Μη Κυβερνητική Οργάνωση η Frontex, είναι ένας διακρατικός ευρωπαϊκός οργανισμός επιφορτισμένος με την ασφάλεια των συνόρων, με ταυτόχρονη δέσμευση -όπως την έχουμε και εμείς- πλήρους σεβασμού στα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα», είπε χαρακτηριστικά.
Σε ερώτηση για την επικείμενη συνάντησή του με τον πρόεδρο της Τουρκίας, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, στο Βίλνιους, στη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ, ο κ. Μητσοτάκης τόνισε πως «θα είναι πρώτη συνάντηση μετά την επανεκλογή και των δύο. Είμαστε και οι δύο στην αρχή της κυβερνητικής μας θητείας με ισχυρή λαϊκή εντολή και είναι ευκαιρία να επαναπροσδιορίσουμε το πλαίσιο των ελληνοτουρκικών σχέσεων και να χαράξουμε ένα μονοπάτι επαναπροσέγγισης, χωρίς βέβαια η Ελλάδα να κάνει πίσω στις κόκκινες γραμμές της, για τις οποίες έχω μιλήσει πολλές φορές δημόσια».