Για σχεδόν δύο δεκαετίες ο Στίβεν Γουάιατ βρισκόταν σε έναν κύκλο απεξάρτησης και χρήσης ναρκωτικών. Το 2006 και κατά τη διάρκεια της παραμονής του σε κέντρο απεξάρτησης στη μικρή πόλη Πουλ της νοτιοδυτικής Αγγλίας, έμαθε την τέχνη της συντήρησης επίπλων την οποία ασκούσε ιδιωτικά. Δεκαπέντε χρόνια αργότερα είχε όμως την τύχη να λάβει μέρος σε ένα φιλόδοξο πρότζεκτ, που έμελλε να του αλλάξει τη ζωή, αλλάζοντας παράλληλα και τη ζωή ενός ολόκληρου δρόμου. Ο λόγος για την πρωτοβουλία να δοθεί σε δέκα νέους επιχειρηματίες δωρεάν ενοίκιο δύο χρόνων για να ανοίξουν το κατάστημά τους στην οδό Κίνγκλαντ Κρέσεντ, τον σχεδόν έρημο πρώην εμπορικό δρόμο της πόλης. Το Πουλ βρίσκεται μόλις λίγα χιλιόμετρα μακριά από μερικές από τις ακριβότερες παραθαλάσσιες κατοικίες της χώρας, όμως το κέντρο του είχε αρχίσει να ρημάζει μετά την πανδημία, με τις ντόπιες επιχειρήσεις να κλείνουν η μία μετά την άλλη. Πλέον, και με τη διετή περίοδο χάριτος να έχει παρέλθει, οι περισσότεροι από τους επιχειρηματίες που συμμετείχαν στο πρότζεκτ είναι σε θέση να πληρώσουν το ενοίκιο, ενώ όσοι τελικά δεν συνέχισαν αντικαταστάθηκαν από άλλους ντόπιους επιχειρηματίες, που είδαν την πόλη τους να γίνεται ξανά προορισμός. Το πείραμα πέτυχε.
Δέκα νέοι επιχειρηματίες άνοιξαν το κατάστημά τους στη σχεδόν έρημη οδό Κίνγκλαντ Κρέσεντ, χωρίς να πληρώνουν ενοίκιο για δύο χρόνια.
Ομως, το πρόβλημα δεν είναι μόνο στο μικρό Πουλ. Ολόκληρη η Βρετανία χρειάζεται μια συλλογική στροφή, εάν θέλει να επιβιώσουν οι μεγάλοι εμπορικοί δρόμοι της, όμοιοι με αυτούς των Ηνωμένων Πολιτειών, από την απομάκρυνση των καταναλωτών από τα φυσικά καταστήματα. Τα νούμερα είναι μέχρι στιγμής ενθαρρυντικά, αλλά απέχουν ακόμη από τα προ πανδημίας επίπεδα. Τα μαγαζιά που έκλεισαν την περασμένη χρονιά ήταν λιγότερα σε σχέση με την προηγούμενη, ενώ η κίνηση των πεζών στους εμπορικούς δρόμους τον Ιούνιο ήταν 5% μεγαλύτερη από πέρυσι.
Και το κέρδος δεν είναι, φυσικά, μόνο αισθητικό. Η αναμόρφωση της Κίνγκλαντ Κρέσεντ έχει αποτελέσει το κέντρο γύρω από το οποίο έχει αναπτυχθεί ένα πλέγμα από μοντέρνα καφέ, μπαρ και μαγαζιά με φυτά. Για τους ιδιοκτήτες που πρόσφεραν τους χώρους τους δωρεάν το στοίχημα ήταν να γεμίσει η πόλη με ανεξάρτητους επιχειρηματίες, ακόμη και χωρίς προηγούμενη επαγγελματική εμπειρία, αντί για πολυεθνικές εταιρείες, πράγμα που θα δημιουργήσει μια ροή νέων επισκεπτών και κατ’ επέκταση μια ροή χρήματος. Πριν ανοίξει το κατάστημά του, ο Γουάιατ επισκεύαζε τα έπιπλά του ιδιωτικά και πουλούσε λίγα κομμάτια στο Ιντερνετ. Από τότε που το άνοιξε έχει πουλήσει πάνω από 1.000 κομμάτια. Οταν τον Μάρτιο ήρθε η ώρα να πληρώσει το πρώτο του ενοίκιο, ο Γουάιατ αγόρασε και τον δίπλα χώρο. Λίγα νούμερα παρακάτω βρίσκεται το κατάστημα της Χόουπ Ντιν, 29 ετών, που απολύθηκε από την εταιρεία που εργαζόταν κατά την περίοδο της πανδημίας. Το μαγαζί της, που πουλάει φυτά στον πράσινο παράδεισο που είναι πλέον η Κίνγκλαντ Κρέσεντ, απασχολεί έξι άτομα και έχει τρεις διαφορετικές ειδικεύσεις. «Νιώθω σαν κανονική επιχειρηματίας πλέον», δηλώνει χαρούμενη.