Τραμπ: Γιατί η νέα δίωξη είναι διαφορετική από τις προηγούμενες

Τραμπ: Γιατί η νέα δίωξη είναι διαφορετική από τις προηγούμενες

Ο 77χρονος Τραμπ κατηγορείται ότι συνωμότησε με στόχο να ανατρέψει το εκλογικό αποτέλεσμα του 2020. Βαρύτερη από τις προηγούμενες, αυτή είναι η τρίτη δίωξη που ασκείται σε βάρος του σε διάστημα ολίγων μηνών. Μέχρι στιγμής πάντως, ο Ρεπουμπλικανός προεδρικός υποψήφιος βλέπει τα ποσοστά του να ανεβαίνουν.

5' 29" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Στην περίπτωση του Τραμπ, από ό,τι φαίνεται, ήταν να μην γίνει η αρχή… Αφού πρώτα κατηγορήθηκε τον περασμένο Μάρτιο για παραποίηση επιχειρηματικών εξόδων (falsifying business records) με φόντο την υπόθεση χρηματισμού της πρώην πορνοστάρ Στόρμι Ντάνιελς, και εν συνεχεία τον περασμένο Ιούνιο για παράνομη κατοχή απορρήτων κρατικών εγγράφων με φόντο τις κούτες με τους διαβαθμισμένους φακέλους που είχαν βρεθεί στην έπαυλή του στη Φλόριντα, ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ και νυν προεδρικός υποψήφιος τώρα… ανεβαίνει επίπεδο.  

Με βάση τα στοιχεία που συγκέντρωσε ο εισαγγελέας Τζακ Σμιθ, στοιχεία τα οποία εμπεριέχονται πια σε ένα κατηγορητήριο 45 σελίδων, το σώμα των ενόρκων του ομοσπονδιακού περιφερειακού δικαστηρίου της Κολούμπια απήγγειλε χθες, 1 Αυγούστου, τέσσερις νέες κατηγορίες σε βάρος του Ντόναλντ Τραμπ.

Κατηγορούμενος για συνωμοσία…

Ο 45ος πρόεδρος των ΗΠΑ κατηγορείται, πιο συγκεκριμένα:

  • ότι συνωμότησε με στόχο να εξαπατήσει τις ΗΠΑ
  • ότι επιχείρησε να παρεμποδίσει επίσημη διαδικασία σχετική με την πιστοποίηση εκλογικών αποτελεσμάτων
  • ότι συνωμότησε με στόχο την παρεμπόδιση/παρακώλυση επίσημης διαδικασίας
  • ότι συνωμότησε στρεφόμενος κατά συνταγματικά κατοχυρωμένων δικαιωμάτων

Κάθε μία από τις προαναφερθείσες κατηγορίες επισύρει ποινή φυλάκισης από 5 έως και 20 ετών.

Όλα αυτά, δε, ο Τραμπ κατηγορείται ότι τα έκανε ενώ ήταν ακόμη πρόεδρος των ΗΠΑ, το διάστημα μεταξύ Νοεμβρίου 2020 και Ιανουαρίου 2021.

Για να το θέσουμε απλά, ο Ντόναλντ Τραμπ κατηγορείται ότι «προσπάθησε να κλέψει τις προεδρικές εκλογές του 2020» όπως σημειώνει σε ανάλυσή του ο ιστοχώρος Vox, ή, με άλλα λόγια, να ανατρέψει το εκλογικό αποτέλεσμα παρουσιάζοντας τη δική του ήττα ως νίκη όπως αναφέρουν οι Τάιμς της Νέας Υόρκης.

Πολύμηνη έρευνα, πολυσέλιδο κατηγορητήριο

Όσο για το σε βάρος του κατηγορητήριο, εκείνο βασίζεται στην έρευνα που πραγματοποίησε τους περασμένους περίπου οχτώ μήνες ο – διορισθείς από τον Αμερικανό υπουργό Δικαιοσύνης Μέρικ Γκάρλαντ – ειδικός εισαγγελέας Τζακ Σμιθ.

Στο επίκεντρο της έρευνας του Σμιθ, βρέθηκαν τα γεγονότα της 6ης Ιανουαρίου του 2021, γεγονότα τα οποία σχετίζονταν δηλαδή με την αιματηρή εισβολή των υποστηρικτών του Τραμπ στο Κογκρέσο. Τα στοιχεία που συνέλεξε ο Σμιθ προήλθαν, μεταξύ άλλων, από τις «συζητήσεις» που εκείνος είχε με άλλοτε κεντρικά πρόσωπα του περιβάλλοντος Τραμπ: τον προεδρικό γαμπρό Τζάρεντ Κούσνερ, τον πρώην αντιπρόεδρο Μάικ Πενς, την άλλοτε διευθύντρια επικοινωνίας του Λευκού Οίκου Χόουπ Χικς κ.ά.

Δεν έδρασε μόνος 

Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, ο Τραμπ – και μαζί του μια ομάδα συνολικά έξι επισήμως μη κατονομαζόμενων συνεργατών/συνωμοτών – επιχείρησαν, αν και γνώριζαν ότι ήταν έγκυρο το εκλογικό αποτέλεσμα της επικράτησης του Τζο Μπάιντεν στις προεδρικές εκλογές του 2020, να προωθήσουν, όχι μόνο λόγω αλλά και έργω, ένα διαφορετικό αφήγημα όπως ήταν εκείνο της εκλογικής «νοθείας» και της «κλεμμένης ψήφου», ένα αφήγημα εξαπάτησης το οποίο, τελικώς, οδήγησε στα έκτροπα της 6ης Ιανουαρίου.

Ο Τζόναθαν Σουάν των New York Times επιχειρεί να συνοψίσει όσα έχουν γίνει μέχρι στιγμής γνωστά στο πλαίσιο της εν λόγω υπόθεσης, προχωρώντας σε μια σειρά από βασικές διαπιστώσεις, σύμφωνα πάντοτε με όσα αναφέρονται στο κατηγορητήριο:

  • Δεν μιλάμε πια για μια απλή, ιδιωτική υπόθεση αλλά για μια καταγγελλόμενη επίθεση στην ίδια την αμερικανική δημοκρατία.
  • Ο Τραμπ δεν είχε περιφερειακό ρόλο ως απλός συμμετέχων αλλά φέρεται να βρίσκεται στο επίκεντρο της καταγγελλόμενης συνωμοσίας.
  • Ο Τραμπ δεν έδρασε μόνος.

«Οι δύο προηγούμενες διώξεις σε βάρος του Ντόναλντ Τραμπ σχετίζονταν με την προσωπική του συμπεριφορά: η μία είχε να κάνει με ένα σεξουαλικό σκάνδαλο και η άλλη με τον χειρισμό απόρρητων εγγράφων. Το χθεσινό κατηγορητήριο είναι διαφορετικό. Περιλαμβάνει το πιο κεντρικό ζήτημα σε μια δημοκρατία: εν προκειμένω εκείνο της προσπάθειας ανατροπής ενός εκλογικού αποτελέσματος», σημειώνουν οι κ.κ. Τζέρμαν Λόπεζ και Ιαν Φίλμπρικ σε δική τους ανάλυση για τους NY Times.

Διαφορετική η νέα δίωξη από τις προηγούμενες

Τα πράγματα είναι, λοιπόν, αυτήν τη φορά διαφορετικά, τουλάχιστον από νομική/πολιτική σκοπιά. Ως προς αυτό, δείχνουν πια να συμφωνούν όλοι. Το ερώτημα ωστόσο παραμένει: Τι θα μπορούσε αυτό το «διαφορετικά» να σημάνει πρακτικά για τον ίδιο τον Τραμπ και την υποψηφιότητά του στον δρόμο προς τις επόμενες προεδρικές εκλογές του 2024, με δεδομένο ότι εκείνος έχει το δικαίωμα, παρά τις διώξεις, να διεκδικήσει την προεδρία.  

Ο 77χρονος πρώην πρόεδρος δεν πρόκειται να οδηγηθεί στη φυλακή το προσεχές διάστημα. Ενώ και οι διαδικασίες της εκδίκασης των σε βάρος του διώξεων δεν είναι βέβαιο ότι θα έχουν προλάβει να «τρέξουν» δίνοντας ειδήσεις πριν από τις προεδρικές του Νοεμβρίου του 2024. Για την υπόθεση των απορρήτων εγγράφων η δίκη έχει οριστεί να ξεκινήσει στις 20 Μαΐου του 2024, και για την υπόθεση της Στόρμι Ντάνιελς στις 25 Μαρτίου. Η νομική ομάδα του Τραμπ διαμηνύει, δε, ότι θα επιχειρήσει να καθυστερήσει τις εν λόγω διαδικασίες, απορρίπτοντας εμφατικά κάθε αναφορά σε «speedy trials».

Οι νομικοί μπελάδες και τα εκλογικά οφέλη  

Δημοσκοπικά πάντως, αυτές οι διώξεις, αν και πρωτοφανείς, δείχνουν προς το παρόν να ενισχύουν τον Τραμπ ανεβάζοντας σημαντικά τα ποσοστά του έναντι των λοιπών προεδρικών υποψηφίων του Ρεπουμπλικανικού κόμματος στον δρόμο προς τις προκριματικές του 2024 για το προεδρικό χρίσμα.

Ενδεικτικά, από τον περασμένο Μάρτιο οπότε ασκήθηκε η πρώτη δίωξη σε βάρος του και έπειτα, ο Τραμπ έχει δει τα ποσοστά του να ανεβαίνουν κατά περίπου δέκα ποσοστιαίες μονάδες και ως εκ τούτου δείχνει πια σαν να παίζει χωρίς αντίπαλο καθώς ο δεύτερος της κούρσας, ο Ρον ντε Σάντις, έχει μείνει πολύ πίσω.

Αξίζει να σημειωθεί, μάλιστα, ότι μεταξύ των ψηφοφόρων του Τραμπ υπάρχει κι ένα ποσοστό 17% που δηλώνει ότι θα συνεχίσει να τον στηρίζει έναντι του Μπάιντεν ακόμη και αν εκείνος έχει διαπράξει εγκλήματα (σύμφωνα με πρόσφατη δημοσκόπηση των New York Times/Siena College).  

Ο Τραμπ φαίνεται, λοιπόν, να ωφελείται εκλογικά. Αλλά και από νομική σκοπιά, είναι σαφές ότι εκείνος δεν κινδυνεύει να καταδικαστεί στο κοντινό μέλλον, χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι δεν θα μπορούσε κάτι τέτοιο να συμβεί αργότερα. Από τις τρεις διώξεις που έχουν «κινηθεί» πάντως μέχρι στιγμής σε βάρος του, εκείνη της συνωμοσίας για την ανατροπή του εκλογικού αποτελέσματος είναι πιο πιθανό τελικώς να οδηγήσει σε μια καταδικαστική για τον ίδιο απόφαση (συγκριτικά, ειδικά η υπόθεση που σχετίζεται με τον χρηματισμό της Στόρμι Ντάνιελς θεωρείται μάλλον αδύναμη). Ακόμη και μια τέτοια καταδικαστική απόφαση ωστόσο, θα είχε νομική συνέχεια…

Μάχη για το μέλλον της αμερικανικής δημοκρατίας 

«Η υπόθεση Τραμπ έχει ευρείες επιπτώσεις για την αμερικανική δημοκρατία… Αυτό το θέμα θα καθορίσει το μέλλον της αμερικανικής δημοκρατίας», γράφει ο Πίτερ Μπέικερ στους New York Times, με το βλέμμα στραμμένο στις διώξεις της 1ης Αυγούστου.

«Οι κατηγορίες περί συνωμοσίας κατά του Τραμπ φτάνουν στον πυρήνα της απειλής για τη δημοκρατία», σχολιάζει από την πλευρά του, σε ανάλογο πνεύμα, ο Κέβιν Σάλιβαν μέσα από τον ιστοχώρο της Washington Post.

Πριν από τους δικαστές και τους ενόρκους ωστόσο, εκείνοι που θα είναι κρίνουν τον Τραμπ, το μέλλον του και μαζί το μέλλον της αμερικανικής δημοκρατίας, θα είναι οι Αμερικανοί ψηφοφόροι…

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT